Πώς να μιλήσω μέσα σε 10 λεπτά για τους δεσμούς γυναικών τριών γενεών, για το πώς η εκπληκτική δύναμη αυτών των δεσμών επηρέασε τη ζωή ενός τετράχρονου κοριτσιού που στριμώχτηκε με τη μικρή της αδερφή, τη μητέρα και τη γιαγιά της για πέντε μερόνυχτα σε μια μικρή βάρκα στην Κινεζική Θάλασσα περισσότερα από 30 χρόνια πριν, δεσμούς που επηρέασαν τη ζωή εκείνου του μικρού κοριτσιού και δεν φεύγουν ποτέ - εκείνο το μικρό κορίτσι τώρα ζει στο Σαν Φρανσίσκο και σας μιλάει σήμερα; Η ιστορία αυτή δεν είναι ολοκληρωμένη. Είναι ένα παζλ τα κομμάτια του οποίου ακόμα ενώνονται. Ας σας μιλήσω για μερικά από τα κομμάτια.
How can I speak in 10 minutes about the bonds of women over three generations, about how the astonishing strength of those bonds took hold in the life of a four-year-old girl huddled with her young sister, her mother and her grandmother for five days and nights in a small boat in the China Sea more than 30 years ago. Bonds that took hold in the life of that small girl and never let go -- that small girl now living in San Francisco and speaking to you today. This is not a finished story. It is a jigsaw puzzle still being put together. Let me tell you about some of the pieces.
Φανταστείτε το πρώτο κομμάτι: έναν άντρα να καίει τους κόπους μιας ζωής. Είναι ποιητής, θεατρικός συγγραφέας, ένας άντρας του οποίου ολόκληρη η ζωή στηρίχθηκε στη μοναδική ελπίδα για ενότητα και ελευθερία της χώρας του. Φανταστείτε τον, καθώς οι κομμουνιστές εισέβαλαν στη Σαϊγκόν, να αντιμετωπίζει το γεγονός ότι η ζωή του πήγε εντελώς στράφι. Οι λέξεις, επί χρόνια φίλοι του, τώρα τον χλεύαζαν. Αποσύρθηκε σιωπηλά. Πέθανε συντετριμμένος από την ιστορία. Είναι ο παππούς μου. Δεν τον γνώρισα ποτέ στην πραγματική ζωή. Αλλά οι ζωές μας είναι κάτι πολύ περισσότερο από τις μνήμες μας. Η γιαγιά μου δε με άφησε ποτέ να ξεχάσω τη ζωή του. Το καθήκον μου ήταν να μην την αφήσω να πάει στράφι και το μάθημά μου ήταν να μάθω ότι, ναι, η ιστορία προσπάθησε να μας συντρίψει αλλά αντέξαμε.
Imagine the first piece: a man burning his life's work. He is a poet, a playwright, a man whose whole life had been balanced on the single hope of his country's unity and freedom. Imagine him as the communists enter Saigon -- confronting the fact that his life had been a complete waste. Words, for so long his friends, now mocked him. He retreated into silence. He died broken by history. He is my grandfather. I never knew him in real life. But our lives are much more than our memories. My grandmother never let me forget his life. My duty was not to allow it to have been in vain, and my lesson was to learn that, yes, history tried to crush us, but we endured.
Το επόμενο κομμάτι του παζλ είναι μια βάρκα τα χαράματα που γλιστράει σιωπηλά στη θάλασσα. Η μητέρα μου, Μάι, ήταν 18 όταν ο πατέρας της πέθανε - βρισκόταν σε έναν κανονισμένο γάμο, και είχε ήδη δύο μικρές κόρες. Για αυτήν, η ζωή είχε συνοψιστεί σε μια αποστολή: την απόδραση της οικογένειάς της και μια νέα ζωή στην Αυστραλία. Ήταν ασύλληπτο για εκείνη ότι δεν θα μπορούσε να πετύχει. Έτσι, μετά από ένα τετραετές έπος που ξεπερνά κάθε φαντασία, μια βάρκα γλίστρησε στη θάλασσα μεταμφιεσμένη σε αλιευτικό σκάφος. Όλοι οι ενήλικες γνώριζαν τους κινδύνους. Ο μεγαλύτερος φόβος ήταν αυτός των πειρατών, του βιασμού και του θανάτου. Όπως οι περισσότεροι ενήλικες στο πλοίο, η μητέρα μου κουβαλούσε κι ένα μικρό μπουκάλι με δηλητήριο. Αν μας αιχμαλώτιζαν, πρώτα η αδελφή μου κι εγώ και μετά αυτή και η γιαγιά μου θα το πίναμε.
The next piece of the jigsaw is of a boat in the early dawn slipping silently out to sea. My mother, Mai, was 18 when her father died -- already in an arranged marriage, already with two small girls. For her, life had distilled itself into one task: the escape of her family and a new life in Australia. It was inconceivable to her that she would not succeed. So after a four-year saga that defies fiction, a boat slipped out to sea disguised as a fishing vessel. All the adults knew the risks. The greatest fear was of pirates, rape and death. Like most adults on the boat, my mother carried a small bottle of poison. If we were captured, first my sister and I, then she and my grandmother would drink.
Οι πρώτες μου αναμνήσεις είναι από τη βάρκα - ο σταθερός ήχος της μηχανής, η πλώρη να βυθίζεται σε κάθε κύμα, ο απέραντος και κενός ορίζοντας. Δεν θυμάμαι τους πειρατές που ήρθαν πολλές φορές, αλλά ξεγελάστηκαν από τους λεονταρισμούς των ανδρών της βάρκας μας, ή τη μηχανή να σβήνει και να μη μπορεί να ξεκινήσει για έξι ώρες. Αλλά θυμάμαι τα φώτα στην πλατφόρμα άντλησης πετρελαίου στη Μαλαισιανή ακτή και το νεαρό άνδρα που κατέρρευσε και πέθανε, το ταξίδι ήταν πολύ μακρύ γι' αυτόν, και το πρώτο μήλο που δοκίμασα, που μου το έδωσαν οι άνδρες στην πλατφόρμα. Κανένα μήλο δεν είχε ποτέ την ίδια γεύση.
My first memories are from the boat -- the steady beat of the engine, the bow dipping into each wave, the vast and empty horizon. I don't remember the pirates who came many times, but were bluffed by the bravado of the men on our boat, or the engine dying and failing to start for six hours. But I do remember the lights on the oil rig off the Malaysian coast and the young man who collapsed and died, the journey's end too much for him, and the first apple I tasted, given to me by the men on the rig. No apple has ever tasted the same.
Μετά από τρεις μήνες σε στρατόπεδο προσφύγων, προσγειωθήκαμε στη Μελβούρνη. Και το επόμενο κομμάτι του παζλ είναι για τέσσερις γυναίκες μέσα από τρεις γενιές να δημιουργούν μια νέα ζωή μαζί. Εγκατασταθήκαμε στο Φούτσκρεϊ ένα προάστιο της εργατικής τάξης, που ο πληθυσμός του είναι στρώματα μεταναστών. Αντίθετα με τα συνηθισμένα προάστια της μεσαίας τάξης, την ύπαρξη των οποίων αγνοούσα, δεν υπήρχε η έννοια της κυριότητας στο Φούτσκρεϊ. Οι μυρωδιές από τις πόρτες των μαγαζιών ήταν από τον υπόλοιπο κόσμο. Και τα ψήγματα σπαστών αγγλικών ανταλλάσσονταν μεταξύ των ανθρώπων που είχαν ένα πράγμα κοινό: ξεκινούσαν από την αρχή.
After three months in a refugee camp, we landed in Melbourne. And the next piece of the jigsaw is about four women across three generations shaping a new life together. We settled in Footscray, a working-class suburb whose demographic is layers of immigrants. Unlike the settled middle-class suburbs, whose existence I was oblivious of, there was no sense of entitlement in Footscray. The smells from shop doors were from the rest of the world. And the snippets of halting English were exchanged between people who had one thing in common: They were starting again.
Η μητέρα μου δούλεψε σε αγροκτήματα, μετά σε μια γραμμή συναρμολόγησης αυτοκινήτων, δουλεύοντας έξι μέρες, διπλοβάρδιες. Με κάποιον τρόπο βρήκε το χρόνο να μελετήσει αγγλικά και να πάρει πιστοποιητικά πληροφορικής. Ήμασταν φτωχοί. Τα χρήματα ήταν μετρημένα και η πρόσθετη διδασκαλία για αγγλικά και μαθηματικά χρηματοδοτούνταν ασχέτως του τι μπορεί να παραλείπαμε, συνήθως καινούρια ρούχα, ήταν πάντα από δεύτερο χέρι. Δύο ζευγάρια κάλτσες για το σχολείο, η μία για να κρύβει τις τρύπες της άλλης. Μια σχολική φόρμα κάτω από τους αστραγάλους, γιατί έπρεπε να αντέξει έξι χρόνια. Και υπήρχαν οι σπάνιες αλλά έντονες προσφωνήσεις "σχιστομάτη" και τα κατά τόπους γκράφιτι: "Ασιάτες, γυρίστε στην πατρίδα σας." Να πάμε πού στην πατρίδα μας; Κάτι δυνάμωσε μέσα μου. Ήταν ένα μείγμα αποφασιστικότητας και μια σιγανή φωνή έλεγε: "Θα σας προσπεράσω".
My mother worked on farms, then on a car assembly line, working six days, double shifts. Somehow, she found time to study English and gain IT qualifications. We were poor. All the dollars were allocated and extra tuition in English and mathematics was budgeted for regardless of what missed out, which was usually new clothes; they were always secondhand. Two pairs of stockings for school, each to hide the holes in the other. A school uniform down to the ankles, because it had to last for six years. And there were rare but searing chants of "slit-eye" and the occasional graffiti: "Asian, go home." Go home to where? Something stiffened inside me. There was a gathering of resolve and a quiet voice saying, "I will bypass you."
Η μητέρα μου, η αδελφή μου κι εγώ κοιμόμασταν στο ίδιο κρεβάτι. Η μητέρα μου ήταν εξαντλημένη κάθε βράδυ, αλλά λέγαμε η μία στην άλλη πώς περάσαμε τη μέρα μας και ακούγαμε τις κινήσεις της γιαγιάς μου μέσα στο σπίτι. Η μητέρα μου υπέφερε από εφιάλτες που όλοι είχαν να κάνουν με τη βάρκα. Και η δουλειά μου ήταν να μένω ξύπνια μέχρι να έρθουν οι εφιάλτες της ώστε να την ξυπνήσω. Άνοιξε ένα μαγαζί με υπολογιστές, μετά σπούδασε αισθητικός και άνοιξε και άλλη επιχείρηση. Και γυναίκες έρχονταν με τις ιστορίες τους για άντρες που δεν μπορούσαν να αλλάξουν, οργισμένοι και αδιάλλακτοι, και βασανισμένα παιδιά διχασμένα σε δύο κόσμους.
My mother, my sister and I slept in the same bed. My mother was exhausted each night, but we told one another about our day and listened to the movements of my grandmother around the house. My mother suffered from nightmares, all about the boat. And my job was to stay awake until her nightmares came so I could wake her. She opened a computer store, then studied to be a beautician and opened another business. And the women came with their stories about men who could not make the transition, angry and inflexible, and troubled children caught between two worlds.
Αναζητήθηκαν επιχορηγήσεις και χορηγοί. Δημιουργήθηκαν κέντρα. Ζούσα σε παράλληλους κόσμους. Στον έναν, ήμουν η κλασική Ασιάτισσα, αδυσώπητη στις απαιτήσεις που είχα από τον εαυτό μου. Στον άλλο κόσμο, ήμουν μπλεγμένη σε ζωές επικίνδυνες, τραγικά σημαδεμένες από τη βία, τη χρήση ναρκωτικών και την απομόνωση. Αλλά πάρα πολλοί βοηθήθηκαν με τα χρόνια. Και για αυτή τη δουλειά, όταν ήμουν στο τελευταίο έτος της νομικής, επιλέχθηκα ως η νεαρή Αυστραλιανή της χρονιάς. Και εκτοξεύθηκα από το ένα κομμάτι του παζλ σε ένα άλλο και οι άκρες τους δεν ταίριαζαν.
Grants and sponsors were sought. Centers were established. I lived in parallel worlds. In one, I was the classic Asian student, relentless in the demands that I made on myself. In the other, I was enmeshed in lives that were precarious, tragically scarred by violence, drug abuse and isolation. But so many over the years were helped. And for that work, when I was a final-year law student, I was chosen as the Young Australian of the Year. And I was catapulted from one piece of the jigsaw to another, and their edges didn't fit.
Η Ταν Λι, μια ανώνυμη κάτοικος του Φούτσκρεϊ, ήταν τώρα η Ταν Λι, πρόσφυγας και κοινωνική ακτιβίστρια, προσκεκλημένη να μιλήσει σε αίθουσες που δεν είχε ξανακούσει και σε σπίτια, την ύπαρξη των οποίων δεν θα μπορούσε καν να φανταστεί. Δεν ήξερα τα πρωτόκολλα. Δεν ήξερα πως να χρησιμοποιώ τα μαχαιροπίρουνα. Δεν ήξερα πως να μιλήσω για το κρασί. Δεν ήξερα πως να μιλήσω για τίποτα. Ήθελα να υποχωρήσω στην καθημερινότητα και την άνεση της ζωής σε ένα ταπεινό προάστιο - μια γιαγιά, μια μητέρα και δυο κόρες να τελειώνουν την κάθε μέρα όπως έκαναν για σχεδόν 20 χρόνια, λέγοντας η μια στην άλλη πως πέρασαν τη μέρα και να κοιμούνται, και οι τρεις μας ακόμα στο ίδιο κρεβάτι. Είπα στη μητέρα μου ότι δεν μπορούσα να το κάνω. Μου θύμισε ότι ήμουν στην ίδια ηλικία με αυτήν όταν επιβιβαστήκαμε στο πλοίο. Το "όχι" δεν αποτέλεσε ποτέ επιλογή. "Απλά καν'το" είπε "και μην γίνεις αυτό που δεν είσαι."
Tan Le, anonymous Footscray resident, was now Tan Le, refugee and social activist, invited to speak in venues she had never heard of and into homes whose existence she could never have imagined. I didn't know the protocols. I didn't know how to use the cutlery. I didn't know how to talk about wine. I didn't know how to talk about anything. I wanted to retreat to the routines and comfort of life in an unsung suburb -- a grandmother, a mother and two daughters ending each day as they had for almost 20 years, telling one another the story of their day and falling asleep, the three of us still in the same bed. I told my mother I couldn't do it. She reminded me that I was now the same age she had been when we boarded the boat. "No" had never been an option. "Just do it," she said, "and don't be what you're not."
Έτσι μίλησα για την ανεργία των νέων και την παιδεία και την αμέλεια για τους περιθωριοποιημένους και όσους δεν έχουν πολιτικά δικαιώματα. Και όσο πιο ειλικρινά μιλούσα, τόσο μου ζητούσαν να μιλώ. Γνώρισα ανθρώπους από όλα τα μετερίζια, πάρα πολλοί από αυτούς έκαναν αυτό που αγαπούσαν, ζούσαν στα όρια της δυνατότητας. Και παρόλο που πήρα το πτυχίο μου, συνειδητοποίησα ότι δεn μπορούσα να ακολουθήσω μια καριέρα στη δικηγορία. Έπρεπε να υπάρχει και άλλο κομμάτι του παζλ. Και την ίδια στιγμή συνειδητοποίησα ότι είναι εντάξει να είσαι "ξένος", νέα άφιξη, καινούργιος στη σκηνή - και δεν είναι απλά εντάξει, αλλά είναι κάτι για το οποίο πρέπει να είσαι ευγνώμων, ίσως ένα δώρο από τη βάρκα. Γιατί το να είσαι "μέσα στα πράγματα" μπορεί εύκολα να συνεπάγεται την κατάρρευση των οριζόντων, μπορεί τόσο εύκολα να συνεπάγεται την αποδοχή των υποθέσεων για την περιοχή σου. Έχω βγει εκτός της ζώνης της άνεσής μου αρκετά για να ξέρω ότι, ναι, ο κόσμος καταρρέει, αλλά όχι με τον τρόπο που φοβάστε.
So I spoke out on youth unemployment and education and the neglect of the marginalized and disenfranchised. And the more candidly I spoke, the more I was asked to speak. I met people from all walks of life, so many of them doing the thing they loved, living on the frontiers of possibility. And even though I finished my degree, I realized I could not settle into a career in law. There had to be another piece of the jigsaw. And I realized, at the same time, that it is OK to be an outsider, a recent arrival, new on the scene -- and not just OK, but something to be thankful for, perhaps a gift from the boat. Because being an insider can so easily mean collapsing the horizons, can so easily mean accepting the presumptions of your province. I have stepped outside my comfort zone enough now to know that, yes, the world does fall apart, but not in the way that you fear.
Δυνατότητες που δεν θα είχαν επιτραπεί ενισχύθηκαν σε πολύ μεγάλο βαθμό. Υπήρχε μια ενέργεια εκεί, μια υπέρμετρη αισιοδοξία, ένα παράξενο μείγμα ταπεινότητας και τόλμης. Έτσι, ακολούθησα το ένστικτό μου. Μάζεψα μια μικρή ομάδα ανθρώπων για τους οποίους η ετικέτα "αυτό δεν μπορεί να γίνει" αποτελούσε μια ακαταμάχητη πρόκληση. Για ένα χρόνο ήμασταν απένταροι. Στο τέλος κάθε μέρας, έφτιαχνα μια τεράστια κατσαρόλα με σούπα την οποία μοιραζόμασταν όλοι. Δουλεύαμε καλά κάθε βράδυ. Οι περισσότερες ιδέες μας ήταν τρελές, αλλά μερικές ήταν έξοχες, και τα καταφέραμε. Πήρα την απόφαση να μετακομίσω στις ΗΠΑ μετά από ένα μόλις ταξίδι. Το ένστικτό μου και πάλι. Τρεις μήνες αργότερα είχα μετακομίσει και η περιπέτεια συνεχίστηκε.
Possibilities that would not have been allowed were outrageously encouraged. There was an energy there, an implacable optimism, a strange mixture of humility and daring. So I followed my hunches. I gathered around me a small team of people for whom the label "It can't be done" was an irresistible challenge. For a year, we were penniless. At the end of each day, I made a huge pot of soup which we all shared. We worked well into each night. Most of our ideas were crazy, but a few were brilliant, and we broke through. I made the decision to move to the US after only one trip. My hunches again. Three months later, I had relocated, and the adventure has continued.
Πριν ολοκληρώσω ωστόσο, θα σας πω για τη γιαγιά μου. Μεγάλωσε σε μια εποχή όπου ο κομφουκιανισμός ήταν η κοινωνική νόρμα και ο τοπικός μανδαρίνος ήταν το άτομο που είχε αξία. Η ζωή δεν είχε αλλάξει για αιώνες. Ο πατέρας της πέθανε λίγο καιρό αφότου γεννήθηκε. Η μητέρα της τη μεγάλωσε μόνη. Στα 17 έγινε η δεύτερη σύζυγος ενός μανδαρίνου, η μητέρα του οποίου τη χτυπούσε. Χωρίς καμία υποστήριξη από τον άνδρα της προκάλεσε αίσθηση πηγαίνοντάς τον στο δικαστήριο και κάνοντας αγωγή για την περίπτωσή της και ακόμα μεγαλύτερη αίσθηση όταν κέρδισε. (Γέλια) (Χειροκρότημα) Το "αυτό δεν μπορεί να γίνει" αποδείχθηκε λάθος.
Before I close, though, let me tell you about my grandmother. She grew up at a time when Confucianism was the social norm and the local mandarin was the person who mattered. Life hadn't changed for centuries. Her father died soon after she was born. Her mother raised her alone. At 17, she became the second wife of a mandarin whose mother beat her. With no support from her husband, she caused a sensation by taking him to court and prosecuting her own case, and a far greater sensation when she won. (Laughter) (Applause) "It can't be done" was shown to be wrong.
Έκανα ντους σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου στο Σίδνεϊ όταν πέθανε, 970 χμ. μακριά, στη Μελβούρνη. Κοίταξα μέσα από το τζάμι της ντουζιέρας και την είδα να στέκεται από την άλλη μεριά. Ήξερα ότι είχε έρθει να με αποχαιρετίσει. Η μητέρα μου τηλεφώνησε λίγα λεπτά αργότερα. Λίγες μέρες αργότερα, πήγαμε σε ένα βουδιστικό ναό στο Φούτσκρεϊ και καθίσαμε γύρω από το φέρετρό της. Της είπαμε ιστορίες και τη διαβεβαιώσαμε ότι ήμασταν ακόμα μαζί της. Τα μεσάνυχτα ήρθε ο μοναχός και μας είπε ότι έπρεπε να κλείσουμε το φέρετρο. Η μητέρα μου μας ζήτησε να πιάσουμε το χέρι της. Ρώτησε το μοναχό "Γιατί είναι το χέρι της τόσο ζεστό και το υπόλοιπο σώμα της είναι κρύο;" "Επειδή το κρατάτε από το πρωί" είπε. "Δεν το αφήσατε καθόλου".
I was taking a shower in a hotel room in Sydney the moment she died, 600 miles away, in Melbourne. I looked through the shower screen and saw her standing on the other side. I knew she had come to say goodbye. My mother phoned minutes later. A few days later, we went to a Buddhist temple in Footscray and sat around her casket. We told her stories and assured her that we were still with her. At midnight, the monk came and told us he had to close the casket. My mother asked us to feel her hand. She asked the monk, "Why is it that her hand is so warm and the rest of her is so cold?" "Because you have been holding it since this morning," he said. "You have not let it go."
Αν υπάρχει μια πηγή δύναμης στην οικογένειά μας, αυτή τρέχει μέσω των γυναικών. Δεδομένου του ποιες είμαστε και πως μας έπλασε η ζωή, μπορούμε να δούμε τώρα ότι οι άνδρες που ίσως ήρθαν στις ζωές μας θα μας είχαν σταματήσει. Η ήττα θα είχε έρθει τόσο εύκολα. Τώρα θέλω να κάνω τα δικά μου παιδιά και αναρωτιέμαι για τη βάρκα. Ποιος θα μπορούσε να το ευχηθεί από μόνος του; Ακόμα φοβάμαι τα προνόμια, την άνεση, την κυριότητα. Μπορώ να τους δώσω μια πλώρη για τη ζωή τους που να βουτάει γενναία σε κάθε κύμα, τον γαλήνιο και σταθερό ήχο της μηχανής, τον απέραντο ορίζοντα που δεν εγγυάται τίποτα; Δεν ξέρω. Αλλά αν μπορούσα να το δώσω και έβλεπα ότι θα παρέμεναν ασφαλή μέσα από όλο αυτό, θα το έκανα.
If there is a sinew in our family, it runs through the women. Given who we were and how life had shaped us, we can now see that the men that might have come into our lives would have thwarted us. Defeat would have come too easily. Now I would like to have my own children, and I wonder about the boat. Who could ever wish it on their own? Yet I am afraid of privilege, of ease, of entitlement. Can I give them a bow in their lives, dipping bravely into each wave, the unperturbed and steady beat of the engine, the vast horizon that guarantees nothing? I don't know. But if I could give it and still see them safely through, I would.
(Χειροκρότημα)
(Applause)
Τρέβορ Νίλσον: Και επίσης, η μητέρα της Ταν είναι εδώ σήμερα στην τέταρτη ή πέμπτη σειρά.
Trevor Neilson: And also, Tan's mother is here today, in the fourth or fifth row.
(Χειροκρότημα)
(Applause)