Απόκρυφα βιβλία με απαγορευμένους θρύλους, ανατριχιαστικά μυστικά προγόνων της οικογένειας και φριχτά γεγονότα των οποίων και μόνο η σκέψη μπορεί να σας τρελάνει. Σήμερα, όλα αυτά έχουν γίνει συνηθισμένα στοιχεία σε πολλές μοντέρνες ιστορίες τρόμου. Αλλά έγιναν δημοφιλή σε μεγάλο βαθμό από έναν συγγραφέα του οποίου το όνομα έχει γίνει επίθετο που περιγράφει το συγκεκριμένο είδος τρόμου που ενέπνευσε.
Arcane books of forbidden lore, disturbing secrets in the family bloodline, and terrors so unspeakable the very thought of them might drive you mad. By now, these have become standard elements in many modern horror stories. But they were largely popularized by a single author– one whose name has become an adjective for the particular type of terror he inspired. Born in Providence, Rhode Island in 1890,
Γεννημένος στο Πρόβιντενς του Ρόουντ Άιλαντ το 1890, ο Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ μεγάλωσε θαυμάζοντας τις γοτθικές ιστορίες τρόμου του Έντγκαρ Άλαν Πόε και του Ρόμπερτ Τσέιμπερς. Αλλά όταν ξεκίνησε να γράφει το 1917, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε ρίξει μια μεγάλη σκιά στην τέχνη. Οι άνθρωποι είχαν βιώσει πραγματικό τρόμο και πλέον δεν τρόμαζαν από τα φανταστικά πλάσματα της λαϊκής παράδοσης. Ο Λάβκραφτ επεδίωκε να δημιουργήσει ένα νέο είδος τρόμου που θα ανταποκρινόταν στη ραγδαία επιστημονική πρόοδο της εποχής του. Οι ιστορίες του περιλάμβαναν στοιχεία της φύσης για να ενισχύουν την απόκοσμη αληθοφάνεια τους. Στο «Χρώμα από το Διάστημα», ένας περίεργος μετεωρίτης πέφτει κοντά σε μια αγροικία μετατρέποντας τη φάρμα σε μια εφιαλτική κόλαση. Άλλες ιστορίες χρησιμοποιούσαν επιστημονική μεθοδολογία στη μορφή τους. Τα «Βουνά της Τρέλας» είναι γραμμένα ως αναφορά μιας εξόρμησης στην Ανταρκτική όπου ανακαλύπτονται πράγματα που καλύτερα θα ήταν να μην είχαν βρεθεί. Σε άλλες, τα ίδια τα μαθηματικά γίνονται πηγή τρόμου, καθώς αλλόκοτα γεωμετρικά σχήματα σπείρουν τον τρόμο σε όποιον τα αντικρίζει. Σαν τις τότε πρωτοποριακές ανακαλύψεις των υποατομικών σωματιδίων και των ακτίνων Χ, οι δυνάμεις στα έργα του Λάβκραφτ είναι ισχυρές, και παράλληλα όμως αόρατες και απροσδιόριστες. Αντί για οικεία τέρατα, ωμή βία ή απότομα «τραντάγματα», ο τρόμος του Λαβκραφτιανού φόβου δεν έγκειται στο τι παρουσιάζει άμεσα, αλλά στο τι αφήνει στα σκοτεινά βάθη της φαντασίας μας.
Howard Phillips Lovecraft grew up admiring the Gothic horror stories written by Edgar Allan Poe and Robert Chambers. But by the time he began writing in 1917, World War I had cast a long shadow over the arts. People had seen real horrors, and were no longer frightened of fantastical folklore. Lovecraft sought to invent a new kind of terror, one that responded to the rapid scientific progress of his era. His stories often used scientific elements to lend eerie plausibility. In "The Colour out of Space," a strange meteorite falls near a farmhouse, mutating the farm into a nightmarish hellscape. Others incorporated scientific methodology into their form. "At the Mountains of Madness" is written as a report of an Antarctic expedition that unearths things better left undiscovered. In others, mathematics themselves become a source of horror, as impossible geometric configurations wreak havoc on the minds of any who behold them. Like then-recent discoveries of subatomic particles or X-rays, the forces in Lovecraft’s fiction were powerful, yet often invisible and indescribable. Rather than recognizable monsters, graphic violence, or startling shocks, the terror of “Lovecraftian” horror lies in what’s not directly portrayed– but left instead to the dark depths of our imagination. Lovecraft’s dozens of short stories, novellas, and poems
Τα πολλά διηγήματα, νουβέλες και ποιήματα του Λάβκραφτ διαδραματίζονται στο ίδιο φανταστικό σύμπαν όπου επανεμφανίζονται χαρακτήρες, τοποθεσίες και μύθοι. Με μια πρώτη ματιά, φαίνεται ότι τα έργα του διαδραματίζονται στη Νέα Αγγλία. Αλλά κάτω από την επιφάνεια της οικείας πραγματικότητας ζουν σκοτεινοί άρχοντες για τους οποίους οι κάτοικοι της γης είναι ασήμαντα παιχνίδια.
often take place in the same fictional continuity, with recurring characters, locations, and mythologies. At first glance, they appear to be set within Lovecraft’s contemporary New England. But beneath the surface of this seemingly similar reality lie dark masters, for whom Earth’s inhabitants are mere playthings. More like primordial forces than mere deities,
Περισσότερο ως αρχέγονες δυνάμεις παρά θεότητες, οι «Μεγάλοι Παλαιοί» του Λάβκραφτ παραμονεύουν στα άκρα της πραγματικότητας μας. Πλάσματα όπως ο Γιογκ-Σοθόθ, «που λυσσά ως αρχέγονη γλίτσα σε ένα πυρηνικό χάος πέρα από τα έγκατα του χώρου και χρόνου». Ή ο τυφλός και ανόητος θεός Άζαθοθ, του οποίου οι καταστροφικές παρορμήσεις κατασβήνονται μόνο από «τον ξέφρενο ήχο θρασέων τυμπάνων και τον μονότονο θρήνο καταραμένων αυλών».
Lovecraft’s Great Old Ones lurk at the corners of our reality. Beings such as Yog-Sothoth, “who froths as primal slime in nuclear chaos beyond the nethermost outposts of space and time.” Or the blind, idiot god Azathoth, whose destructive impulses are stalled only by the “maddening beating of vile drums and the thin monotonous whine of accursed flutes.” These beings exist beyond our conceptions of reality,
Αυτά τα όντα ζουν πέρα από την αντίληψη της πραγματικότητας, οι πραγματικές μορφές τους τόσο απροσδιόριστες όσο και οι σκοποί τους. Οι πρωταγωνιστές του Λάβκραφτ, συχνά ερευνητές, ανθρωπολόγοι και αρχαιοδίφες, βρίσκουν στοιχεία για την ύπαρξη των Μεγάλων Παλαιών. Αλλά ακόμα και αυτές οι μικρές ενδείξεις επαρκούν για να τους τρελάνουν. Και αν οι ήρωες επιβιώσουν, ο αναγνώστης δεν νιώθει θρίαμβο αλλά έχει την αίσθηση μηδενισμού αυτό το τρομερό αίσθημα ότι δεν ήμαστε παρά ασήμαντα όντα στο έλεος ακατανόητων δυνάμεων. Αλλά η μεγαλύτερη δύναμη που είχαν αυτά τα πλάσματα ήταν η αίσθηση που προκάλεσαν στους σύγχρονους του Λάβκραφτ. Ενώ ζούσε, ο Λάβκραφτ επικοινωνούσε με άλλους συγγραφείς, ενθαρρύνοντας τους να ενσωματώνουν στοιχεία και χαρακτήρες του στις δικές τους ιστορίες. Αναφορές σε θεότητες και απόκρυφα βιβλία του Λάβκραφτ, υπάρχουν σε πολλές ιστορίες φίλων του, όπως ο Ρόμπερτ Ε. Χάουαρντ και ο Ρόμπερτ Μπλοκ. Σήμερα αυτό το κοινό σύμπαν ονομάζεται «Μυθολογία Κθούλου», που πήρε το όνομα του από το θρυλικό υβρίδιο δράκου και χταποδιού του Λάβκραφτ.
their true forms as inscrutable as their motives. Lovecraft’s protagonists– often researchers, anthropologists, or antiquarians– stumble onto hints of their existence. But even these indirect glimpses are enough to drive them insane. And if they survive, the reader is left with no feeling of triumph, only cosmic indifference– the terrible sense that we are but insignificant specks at the mercy of unfathomable forces. But perhaps the greatest power these creatures had was their appeal to Lovecraft’s contemporaries. During his lifetime, Lovecraft corresponded with other writers, encouraging them to employ elements and characters from his stories in their own. References to Lovecraftian gods or arcane tomes can be found in many stories by his pen pals, such as Robert E. Howard and Robert Bloch. Today, this shared universe is called the Cthulhu Mythos, named after Lovecraft’s infamous blend of dragon and octopus. Unfortunately,
Δυστυχώς, η φοβία του Λάβκραφτ απέναντι στο άγνωστο εκφράστηκε με μη αποδεκτό τρόπο στις προσωπικές αντιλήψεις του. Ο συγγραφέας είχε ρατσιστικές απόψεις, και κάποια από τα έργα του περιλαμβάνουν απλοϊκά στερεότυπα και προσβολές. Αλλά ο κόσμος που δημιούργησε ο Λάβκραφτ θα ξεπερνούσε τις προκαταλήψεις του. Ακόμα και μετά τον θάνατό του, η «Μυθολογία Κθούλου» υιοθετήθηκε από πολλούς συγγραφείς, που συχνά την επαναπροσδιόρισαν από διαφορετικές προοπτικές υπερβαίνοντας τις προκαταλήψεις του Λάβκραφτ.
Lovecraft’s fear of the unknown found a less savory expression in his personal views. The author held strong racist views, and some of his works include crude stereotypes and slurs. But the rich world he created would outlive his personal prejudices. And after Lovecraft’s death, the Cthulhu Mythos was adopted by a wide variety of authors, often reimagining them from diverse perspectives that transcend the author’s prejudices. Despite his literary legacy,
Πάρα τη λογοτεχνική κληρονομιά του, ο Λάβκραφτ δεν γνώρισε εμπορική επιτυχία. Πέθανε άσημος και φτωχός σε ηλικία 46 ετών, ένα θύμα της αδιαφορίας του σύμπαντος. Αλλά το έργο του έχει εμπνεύσει πολλά διηγήματα, μυθιστορήματα παιχνίδια και πολιτισμικά σύμβολα. Και όσο ως άνθρωποι θα έχουμε τρόμο για το αβέβαιο μέλλον μας, ο Λαβκραφτιανός τρόμος θα έχει θέση στις σκοτεινές γωνίες της φαντασίας μας.
Lovecraft was never able to find financial success. He died unknown and penniless at the age of 46– a victim of the universe’s cosmic indifference. But his work has inspired numerous short stories, novels, tabletop games, and cultural icons. And as long as humans feel a sense of dread about our unknown future, Lovecraftian horror will have a place in the darkest corners of our imagination.