Είσαστε πολλοί!
There's so many of you.
(Γέλια)
(Laughter)
Όταν ήμουν παιδί, έκρυβα την καρδιά μου κάτω από το κρεβάτι, γιατί η μητέρα μου, μου είπε «Αν δεν προσέχεις, κάποια μέρα κάποιος θα στη ραγίσει». Πιστέψτε με. Κάτω από το κρεβάτι δεν είναι καλή κρυψώνα. Το ξέρω γιατί έχω χτυπηθεί τόσες πολλές φορές, παθαίνω υψοφοβία μόνο και μόνο όταν υπερασπίζομαι τον εαυτό μου. Αλλά αυτό μας έχουν πει. «Υπερασπίσου τον εαυτό σου!» Και αυτό είναι δύσκολο αν δεν ξέρεις ποιος είσαι. Περιμένουν από εμάς να ορίσουμε τον εαυτό μας σε τόσο μικρή ηλικία, και αν δεν το κάναμε, το έκαναν άλλοι για εμάς. Σπασίκλα. Χοντρέ. Τσούλα. Αδελφή.
When I was a kid, I hid my heart under the bed, because my mother said, "If you're not careful, someday someone's going to break it." Take it from me: Under the bed is not a good hiding spot. I know because I've been shot down so many times, I get altitude sickness just from standing up for myself. But that's what we were told. "Stand up for yourself." And that's hard to do if you don't know who you are. We were expected to define ourselves at such an early age, and if we didn't do it, others did it for us. Geek. Fatty. Slut. Fag.
Και την ίδια στιγμή που μας λένε τι είμαστε, έχουμε ερωτηθεί, «Τι θες να γίνεις όταν μεγαλώσεις;» Πάντα πίστευα πως αυτή η ερώτηση ήταν άδικη. Προϋποθέτει πως δεν μπορούμε να είμαστε αυτό που ήδη είμαστε. Ήμασταν παιδιά.
And at the same time we were being told what we were, we were being asked, "What do you want to be when you grow up?" I always thought that was an unfair question. It presupposes that we can't be what we already are. We were kids.
Όταν ήμουν παιδί ήθελα να γίνω άντρας. Ήθελα ένα εγγεγραμμένο πρόγραμμα συνταξιοδοτικής αποταμίευσης που θα με κρατούσε στην καραμέλα αρκετό καιρό ώστε να κάνει τα γηρατειά γλυκά.
When I was a kid, I wanted to be a man. I wanted a registered retirement savings plan that would keep me in candy long enough to make old age sweet.
(Γέλια)
(Laughter)
Όταν ήμουν παιδί, ήθελα να ξυρίζομαι. Τώρα, όχι και τόσο.
When I was a kid, I wanted to shave. Now, not so much.
(Γέλια)
(Laughter)
Όταν ήμουν οκτώ, ήθελα να γίνω θαλάσσιος βιολόγος. Όταν ήμουν εννιά, είδα την ταινία «Τα Σαγόνια του Καρχαρία», και σκέφτηκα, «Όχι, ευχαριστώ».
When I was eight, I wanted to be a marine biologist. When I was nine, I saw the movie "Jaws," and thought to myself, "No, thank you."
(Γέλια)
(Laughter)
Και όταν ήμουν 10, μου είπαν ότι οι γονείς μου με άφησαν γιατί δε με ήθελαν. Όταν ήμουν 11, ήθελα να με αφήσουν ήσυχο. Όταν ήμουν 12, ήθελα να πεθάνω. Όταν ήμουν 13, ήθελα να σκοτώσω ένα παιδί. Όταν ήμουν 14, μου ζητήθηκε να σκεφτώ σοβαρά τη σταδιοδρομία μου.
And when I was 10, I was told that my parents left because they didn't want me. When I was 11, I wanted to be left alone. When I was 12, I wanted to die. When I was 13, I wanted to kill a kid. When I was 14, I was asked to seriously consider a career path.
Είπα, «Θα ήθελα να γίνω συγγραφέας».
I said, "I'd like to be a writer."
Και μου είπαν, «Διάλεξε κάτι ρεαλιστικό».
And they said, "Choose something realistic."
Οπότε είπα, «Επαγγελματίας παλαιστής».
So I said, "Professional wrestler."
Και είπαν, «Μην κάνεις τον χαζό».
And they said, "Don't be stupid."
Βλέπετε, με ρώτησαν τι ήθελα να γίνω, μετά μου είπαν τι να μην γίνω.
See, they asked me what I wanted to be, then told me what not to be.
Και δεν ήμουν ο μοναδικός. Μας είπαν πως κατά κάποιο τρόπο πρέπει να γίνουμε αυτό που δεν είμαστε, θυσιάζοντας αυτό που είμαστε ώστε να κληρονομήσουμε τη μεταμφίεση αυτού που θα γίνουμε. Μου είπαν να δεχτώ την ταυτότητα που οι άλλοι θα μου δώσουν.
And I wasn't the only one. We were being told that we somehow must become what we are not, sacrificing what we are to inherit the masquerade of what we will be. I was being told to accept the identity that others will give me.
Και αναρωτήθηκα, τι έκανε τα όνειρα να απορριφθούν τόσο εύκολα; Δεδομένο, τα όνειρα μου είναι ντροπαλά, γιατί είναι καναδέζικα.
And I wondered, what made my dreams so easy to dismiss? Granted, my dreams are shy, because they're Canadian.
(Γέλια)
(Laughter)
Τα όνειρά μου είναι ευσυνείδητα και υπερβολικά απολογητικά. Στέκονται μόνα στο σχολικό χορό, και δεν έχουν φιληθεί ποτέ. Βλέπετε, κοροϊδεύουν και τα όνειρα μου. Χαζά. Ανόητα. Αδύνατα. Αλλά συνέχισα να ονειρεύομαι. Θα γινόμουν παλαιστής. Τα είχα σκεφτεί όλα. Θα ήμουν ο Σκουπιδιάρης.
My dreams are self-conscious and overly apologetic. They're standing alone at the high school dance, and they've never been kissed. See, my dreams got called names too. Silly. Foolish. Impossible. But I kept dreaming. I was going to be a wrestler. I had it all figured out. I was going to be The Garbage Man.
(Γέλια)
(Laughter)
Το τελειωτικό μου χτύπημα θα ήταν ο Συμπιεστής Σκουπιδιών. Η ατάκα μου θα ήταν, «Βγάζω έξω τα σκουπίδια!»
My finishing move was going to be The Trash Compactor. My saying was going to be, "I'm taking out the trash!"
(Γέλια)
(Laughter)
(Χειροκρότημα)
(Applause)
Και τότε αυτός ο τύπος, ο Ντιουκ «Σκουπιδοφάγος» Ντρόιζ, έκλεψε όλη μου τη σύλληψη.
And then this guy, Duke "The Dumpster" Droese, stole my entire shtick.
(Γέλια)
(Laughter)
Ήμουν συντετριμμένος, σαν από συμπιεστή σκουπιδιών.
I was crushed, as if by a trash compactor.
(Γέλια)
(Laughter)
Σκέφτηκα, «Και τώρα τι; Πού πάω;»
I thought to myself, "What now? Where do I turn?"
Ποίηση.
Poetry.
(Γέλια)
(Laughter)
Σαν μπούμερανγκ, αυτό που αγαπούσα ήρθε πίσω σε μένα. Μία από τις πρώτες γραμμές ποίησης που θυμάμαι να έγραψα ήταν σε απάντηση του κόσμου που απαιτούσε να μισώ τον εαυτό μου. Από την ηλικία των 15 έως τα 18, μισούσα τον εαυτό μου γιατί γινόμουν αυτό που απεχθανόμουν: νταής.
Like a boomerang, the thing I loved came back to me. One of the first lines of poetry I can remember writing was in response to a world that demanded I hate myself. From age 15 to 18, I hated myself for becoming the thing that I loathed: a bully.
Όταν ήμουν 19 έγραψα, «Θα αγαπώ τον εαυτό μου παρ' όλη την ευκολία με την οποία κλίνω προς το αντίθετο».
When I was 19, I wrote, "I will love myself despite the ease with which I lean toward the opposite."
Να υπερασπίζεστε τον εαυτό σας δεν χρειάζεται να σημαίνει πως ασπάζεστε τη βία.
Standing up for yourself doesn't have to mean embracing violence.
Όταν ήμουν παιδί, αντάλλαζα εργασίες για φιλία, στη συνέχεια, πρόσθετα σε κάθε φίλο ένα σημείωμα γιατί δεν εμφανίζοταν ποτέ στην ώρα του, στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν εμφανιζόταν, καθόλου. Έβρισκα μια αίθουσα να περάσω κάθε αθετημένη υπόσχεση. Και το θυμάμαι αυτό το σχέδιο, γεννήθηκε από την απογοήτευση από ένα παιδί που με φώναζε «Γιόγκι», μετά έδειξε την κοιλιά μου και είπε, «Πολλά καλάθια του πικ-νικ». Φαίνεται πως δεν είναι και πολύ δύσκολο να κοροϊδέψεις κάποιον, και μια μέρα πριν την τάξη, είπα, «Ναι, μπορείς να αντιγράψεις την εργασία μου», και του έδωσα όλες τις λάθος απαντήσεις που έγραψα την προηγούμενη νύχτα. Πήρε την κόλλα του πίσω περιμένοντας μια σχεδόν τέλεια βαθμολογία, και δεν μπορούσε να το πιστέψει όταν με κοίταξε και μου έδειξε ένα μηδέν. ήξερα πως δεν χρειαζόταν να δείξω την κόλλα μου με 28 στα 30, αλλά η ικανοποίηση μου ολοκληρώθηκε όταν με κοίταξε, μπερδεμένος, και σκέφτηκα, «Εξυπνότερος από μια συνηθισμένη αρκούδα, μαλάκα».
When I was a kid, I traded in homework assignments for friendship, then gave each friend a late slip for never showing up on time, and in most cases, not at all. I gave myself a hall pass to get through each broken promise. And I remember this plan, born out of frustration from a kid who kept calling me "Yogi," then pointed at my tummy and said, "Too many picnic baskets." Turns out it's not that hard to trick someone, and one day before class, I said, "Yeah, you can copy my homework," and I gave him all the wrong answers that I'd written down the night before. He got his paper back expecting a near-perfect score, and couldn't believe it when he looked across the room at me and held up a zero. I knew I didn't have to hold up my paper of 28 out of 30, but my satisfaction was complete when he looked at me, puzzled, and I thought to myself, "Smarter than the average bear, motherfucker."
(Γέλια)
(Laughter)
(Χειροκρότημα)
(Applause)
Αυτός είμαι. Αυτός είναι ο τρόπος που υπερασπίζομαι τον εαυτό μου.
This is who I am. This is how I stand up for myself.
Όταν ήμουν παιδί, νόμιζα πως τα κομμάτια χοιρινού και τα χτυπήματα καράτε ήταν το ίδιο πράγμα. Νόμιζα πως και τα δύο ήταν μέρη χοιρινού. Και επειδή η γιαγιά μου το βρήκε γλυκό, και επειδή ήταν τα αγαπημένα μου, με άφησε να νομίζω έτσι. Τίποτα σοβαρό πραγματικά. Μία μέρα, προτού καταλάβω πως τα χοντρά παιδιά δεν είναι σχεδιασμένα ν' ανεβαίνουν σε δέντρα, έπεσα από ένα δέντρο και γέμισα μελανιές το δεξί μέρος του σώματος μου. Δεν ήθελα να πω κάτι στη γιαγιά μου για αυτό γιατί φοβόμουν πως θα έμπλεκα επειδή έπαιζα κάπου που δεν έπρεπε να ήμουν. Ο γυμναστής παρατήρησε τις μελανιές, και με έστειλαν στο γραφείο του διευθυντή. Από εκεί, με έστειλαν σε ένα άλλο μικρό δωμάτιο με μία πολύ καλή κυρία που με ρώτησε ένα σωρό ερωτήσεις για τη ζωή μου στο σπίτι. Δεν είδα λόγο να πω ψέματα. Όσον αφορούσε εμένα, η ζωή ήταν μια χαρά. Της είπα, όποτε είμαι στεναχωρημένος, η γιαγιά μου μου δίνει χτυπήματα καράτε.
When I was a kid, I used to think that pork chops and karate chops were the same thing. I thought they were both pork chops. My grandmother thought it was cute, and because they were my favorite, she let me keep doing it. Not really a big deal. One day, before I realized fat kids are not designed to climb trees, I fell out of a tree and bruised the right side of my body. I didn't want to tell my grandmother because I was scared I'd get in trouble for playing somewhere I shouldn't have been. The gym teacher noticed the bruise, and I got sent to the principal's office. From there, I was sent to another small room with a really nice lady who asked me all kinds of questions about my life at home. I saw no reason to lie. As far as I was concerned, life was pretty good. I told her, whenever I'm sad, my grandmother gives me karate chops.
(Γέλια)
(Laughter)
Αυτό οδήγησε σε μια ευρεία έρευνα, κι απομακρύνθηκα από το σπίτι για τρεις μέρες, μέχρι που τελικά αποφάσισαν να με ρωτήσουν πως έκανα τις μελανιές. Τα νέα αυτής της χαζής μικρής ιστορίας σύντομα διαδόθηκαν στο σχολείο, και κέρδισα το πρώτο μου παρατσούκλι: Κομματάκι χοιρινό. Μέχρι σήμερα μισώ τα κομμάτια χοιρινού.
This led to a full-scale investigation, and I was removed from the house for three days, until they finally decided to ask how I got the bruises. News of this silly little story quickly spread through the school, and I earned my first nickname: Porkchop. To this day, I hate pork chops.
Δεν είμαι το μόνο παιδί που μεγάλωσε έτσι, περικυκλωμένο από ανθρώπους που επαναλάμβαναν αυτό το στίχο για κλαδιά και πέτρες, λες και τα σπασμένα κόκκαλα πονάνε περισσότερο από τα ονόματα που μας φωνάζουν, και μας φωνάζουν όλα αυτά. Οπότε μεγαλώνουμε πιστεύοντας πως κανένας δεν θα μας ερωτευτεί ποτέ, πως θα είμαστε μόνοι για πάντα, πως ποτέ δεν θα γνωρίσουμε κάποιον να μας κάνει να αισθανόμαστε σαν ο ήλιος να είναι κάτι που έφτιαξαν για εμάς με τα εργαλεία τους. Έτσι, οι σπασμένες χορδές της καρδιάς αιμορραγούσαν και προσπαθήσαμε ν' αδειάσουμε τους εαυτούς μας ώστε να μην αισθανθούμε τίποτα. Μην μου πεις ότι πονάει λιγότερο από ένα σπασμένο κόκκαλο, ότι μια εσωστρεφής ζωή είναι κάτι που η χειρούργοι μπορούν να αφαιρέσουν, ότι δεν υπάρχει περίπτωση μετάστασης, υπάρχει.
I'm not the only kid who grew up this way, surrounded by people who used to say that rhyme about sticks and stones, as if broken bones hurt more than the names we got called, and we got called them all. So we grew up believing no one would ever fall in love with us, that we'd be lonely forever, that we'd never meet someone to make us feel like the sun was something they built for us in their toolshed. So broken heartstrings bled the blues, and we tried to empty ourselves so we'd feel nothing. Don't tell me that hurts less than a broken bone, that an ingrown life is something surgeons can cut away, that there's no way for it to metastasize; it does.
Ήταν έξι χρονών, η πρώτη μέρα της τρίτης δημοτικού όταν την είπαν άσχημη. Κι οι δυο μετακινηθήκαμε στα πίσω θρανία ώστε να σταματήσουν να μας βομβαρδίζουν με σαλιωμένα χαρτάκια. Αλλά οι σχολικοί διάδρομοι είναι ένα πεδίο μάχης. Ήμασταν λιγότεροι μέρα με την, επόμενη άθλια, μέρα. Συνηθίζαμε να μένουμε μέσα, γιατί έξω ήταν χειρότερα. Έξω έπρεπε να μάθουμε να τρέχουμε, ή να μένουμε ακίνητοι σαν αγάλματα, δίνοντας την εντύπωση πως δεν είμασταν εκεί. Στην Πέμπτη Δημοτικού, κόλλησαν ένα σημείωμα μπροστά από το θρανίο της που έγραφε, "Προσοχή, σκύλος".
She was eight years old, our first day of grade three when she got called ugly. We both got moved to the back of class so we would stop getting bombarded by spitballs. But the school halls were a battleground. We found ourselves outnumbered day after wretched day. We used to stay inside for recess, because outside was worse. Outside, we'd have to rehearse running away, or learn to stay still like statues, giving no clues that we were there. In grade five, they taped a sign to the front of her desk that read, "Beware of dog."
Μέχρι σήμερα, παρ' όλη την αγάπη του συζύγου της, δεν πιστεύει πως είναι όμορφη λόγω ενός εκ γενετής σημαδιού που πιάνει λίγο λιγότερο από το μισό της πρόσωπο. Τα παιδιά συνήθιζαν να λένε, «Μοιάζει με λάθος απάντηση που κάποιος πήγε να σβήσει, αλλά δεν τα κατάφερε καλά». Και δεν θα καταλάβουν ποτέ πως μεγαλώνει δύο παιδιά που ο ορισμός τους για την ομορφιά ξεκινάει με την λέξη «Μαμά», γιατί βλέπουν την καρδιά της πριν δουν το δέρμα της, γιατί είναι πάντα καταπληκτική.
To this day, despite a loving husband, she doesn't think she's beautiful, because of a birthmark that takes up a little less than half her face. Kids used to say, "She looks like a wrong answer that someone tried to erase, but couldn't quite get the job done." And they'll never understand that she's raising two kids whose definition of beauty begins with the word "Mom," because they see her heart before they see her skin, because she's only ever always been amazing.
Εκείνος ήταν ένα σπασμένο κλαδί, μπολιασμένο σε ένα διαφορετικό οικογενειακό δέντρο, υιοθετημένος, όχι γιατί οι γονείς του επέλεξαν διαφορετική μοίρα. Ήταν τρία όταν έγινε ένα αναμεμειγμένο ποτό, ένα μέρος μόνος του και δύο μέρη μιας τραγωδία, άρχισε θεραπεία στο γυμνάσιο, είχε μια προσωπικότητα από εξετάσεις και χάπια, ζούσε λες και οι ανηφόρες ήταν βουνά και οι κατηφόρες γκρεμοί, τέσσερα πέμπτα αυτοκτονική, ένα παλιρροϊκό κύμα αντικαταθλιπτικών, και μια εφηβεία που ονομάζεται "Popper," ένα μέρος λόγω των χαπιών, 99 μέρη εξαιτίας της σκληρότητας. Προσπάθησε να αυτοκτονήσει στο Λύκειο όταν ένα παιδί που μπορούσε ακόμα να πάει σπίτι στην μαμά και τον μπαμπά είχε το θράσος να του πει, «Ξεπέρασε το». Σαν η κατάθλιψη να είναι κάτι που θα μπορούσε να διορθωθεί με οποιοδήποτε από τα περιεχόμενα που βρέθηκαν σε ένα κουτί πρώτων βοηθειών.
He was a broken branch grafted onto a different family tree, adopted, not because his parents opted for a different destiny. He was three when he became a mixed drink of one part left alone and two parts tragedy, started therapy in eighth grade, had a personality made up of tests and pills, lived like the uphills were mountains and the downhills were cliffs, four-fifths suicidal, a tidal wave of antidepressants, and an adolescent being called "Popper," one part because of the pills, 99 parts because of the cruelty. He tried to kill himself in grade 10 when a kid who could still go home to Mom and Dad had the audacity to tell him, "Get over it." As if depression is something that could be remedied by any of the contents found in a first-aid kit.
Μέχρι σήμερα, είναι ένα ραβδί TNT αναμμένο και από τα δύο άκρα, θα μπορούσε να σας περιγράψει με κάθε λεπτομέρεια τον τρόπο που ο ουρανός λυγίζει τη στιγμή ακριβώς που πάει να πέσει, και παρά μια στρατιά από φίλους που όλοι τον αποκαλούν έμπνευση, παραμένει ένα κομμάτι συνομιλίας μεταξύ των ανθρώπων που δεν μπορούν να καταλάβουν μερικές φορές πως το να είσαι απεξαρτημένος έχει λιγότερο να κάνει με τον εθισμό και περισσότερο να κάνει με τη λογική.
To this day, he is a stick of TNT lit from both ends, could describe to you in detail the way the sky bends in the moment before it's about to fall, and despite an army of friends who all call him an inspiration, he remains a conversation piece between people who can't understand sometimes being drug-free has less to do with addiction and more to do with sanity.
Δεν ήμασταν τα μόνα παιδιά που μεγάλωσαν με αυτόν τον τρόπο. Μέχρι σήμερα, τα παιδιά εξακολουθούν να κοροϊδεύονται. Τα κλασικά ήταν, «Γεια σου ηλίθιε», «Γεια σου σπασίκλα». Φαίνεται σαν κάθε σχολείο έχει ένα οπλοστάσιο με ονόματα που αναβαθμίζεται κάθε χρόνο, κι αν ένα παιδί διαρρήξει ένα σχολείο και κανείς εκεί γύρω δεν επιλέγει να ακούσει, κάνουν θόρυβο; Είναι απλά θόρυβοι από το φόντο ενός soundtrack που έχει κολλήσει στην επανάληψη στο σημείο που οι άνθρωποι λένε πράγματα όπως, "Τα παιδιά μπορεί να γίνουν σκληρά." Κάθε σχολείο ήταν μία μεγάλη κορυφή τέντας τσίρκου, και η ιεραρχία πήγε από τους ακροβάτες στους θηριοδαμαστές, από τους κλόουν στους μπαλονάδες, τόσα μίλια μακριά από αυτό που ήμασταν. Ήμασταν φρικιά - αγόρια με χέρια σα δαγκάνες αστακού και γενειοφόρες κυρίες, παραδοξότητες, ακροβατώντας μεταξύ κατάθλιψης και μοναξιάς, παίζοντας πασιέντζα, μπουκάλα, προσπαθώντας να φιλήσουμε τα τραυματισμένα μέρη του εαυτού μας και να θεραπευτούμε, αλλά το βράδυ, ενώ οι άλλοι κοιμόντουσαν, συνεχίζαμε να περπατάμε σε τεντωμένο σχοινί. Ήταν εξάσκηση, και ναι, κάποιοι από εμάς έπεσαν.
We weren't the only kids who grew up this way. To this day, kids are still being called names. The classics were "Hey, stupid," "Hey, spaz." Seems like every school has an arsenal of names getting updated every year. And if a kid breaks in a school and no one around chooses to hear, do they make a sound? Are they just background noise from a soundtrack stuck on repeat, when people say things like, "Kids can be cruel." Every school was a big top circus tent, and the pecking order went from acrobats to lion tamers, from clowns to carnies, all of these miles ahead of who we were. We were freaks -- lobster-claw boys and bearded ladies, oddities juggling depression and loneliness, playing solitaire, spin the bottle, trying to kiss the wounded parts of ourselves and heal, but at night, while the others slept, we kept walking the tightrope. It was practice, and yes, some of us fell.
Όμως, θέλω να τους πω ότι όλα αυτά είναι μόνο τα υπολείμματα που έχουν μείνει πάνω όταν τελικά αποφασίσουμε να συνθλίψουμε όλα όσα νομίζαμε ότι ήμασταν, και αν δεν μπορείτε να δείτε κάτι όμορφο για τον εαυτό σας, πάρτε καλύτερο καθρέφτη, κοιτάξτε λίγο καλύτερα, κοιτάξτε λίγο περισσότερο, γιατί υπάρχει κάτι μέσα σου που σε έκανε να συνεχίσεις να προσπαθείς παρά όλους αυτούς που σου είπαν να τα παρατήσεις. Κατασκεύασες ένα γύψο γύρω από την ραγισμένη σου καρδιά και υπέγραψες εσύ ο ίδιος. Υπέγραψες, "Έκαναν λάθος." Επειδή ίσως δεν ανήκες σε μια ομάδα ή μια κλίκα. Ίσως να αποφάσισαν να σε επιλέξουν τελευταίο για το μπάσκετ ή τα πάντα. Ίσως συνήθιζες να φέρνεις μελανιές και σπασμένα δόντια για να έχεις να δείξεις στην τάξη, αλλά ποτέ δεν είπες, διότι πώς μπορεί να σε κρατηθείς στη θέση σου αν ο καθένας γύρω από σας θέλει να σας θάψει από κάτω; Πρέπει να πιστέψεις ότι ήταν λάθος. Πρέπει να έκαναν λάθος. Γιατί αλλιώς να είμαστε ακόμα εδώ;
But I want to tell them that all of this is just debris left over when we finally decide to smash all the things we thought we used to be, and if you can't see anything beautiful about yourself, get a better mirror, look a little closer, stare a little longer, because there's something inside you that made you keep trying despite everyone who told you to quit. You built a cast around your broken heart and signed it yourself, "They were wrong." Because maybe you didn't belong to a group or a clique. Maybe they decided to pick you last for basketball or everything. Maybe you used to bring bruises and broken teeth to show-and-tell, but never told, because how can you hold your ground if everyone around you wants to bury you beneath it? You have to believe that they were wrong. They have to be wrong. Why else would we still be here?
Μεγαλώσαμε μαθαίνοντας να υποστηρίζουμε το αουτσάιντερ γιατί βλέπουμε τους εαυτούς μας σ' αυτούς. Πηγάζουμε από μια ρίζα που φυτεύτηκε με την πεποίθηση ότι δεν είμαστε αυτό που μας ονομάζουν. Δεν είμαστε εγκαταλελειμμένα αυτοκίνητα σε στασιμότητα που στέκονται άδεια σε κάποια εθνική οδό, κι αν με κάποιο τρόπο είμαστε, μην ανησυχείτε. Βγαίνουμε έξω μόνο για να περπατήσουμε και να πάρουμε καύσιμα. Είμαστε απόφοιτοι της τάξης Τα καταφέραμε, όχι η ξεθωριασμένη ηχώ των φωνών που κραυγάζουν, «Οι βρισιές δεν θα με πληγώσουν ποτέ». Και βέβαια το έκαναν.
We grew up learning to cheer on the underdog because we see ourselves in them. We stem from a root planted in the belief that we are not what we were called. We are not abandoned cars stalled out and sitting empty on some highway, and if in some way we are, don't worry. We only got out to walk and get gas. We are graduating members from the class of We Made It, not the faded echoes of voices crying out, "Names will never hurt me." Of course they did.
Αλλά η ζωή μας θα είναι πάντα μόνο μια πράξη ισορροπίας που έχει λιγότερο να κάνει με τον πόνο και περισσότερο να κάνει με την ομορφιά.
But our lives will only ever always continue to be a balancing act that has less to do with pain and more to do with beauty.
(Χειροκρότημα)
(Applause)