Τα τελευταία 50 χρόνια, πολλοί έξυπνοι και ευκατάστατοι άνθρωποι, όπως αναμφισβήτητα μερικοί από εσάς, προσπαθούν να βρουν λύση για τη μείωση της φτώχειας στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ίδρυσαν και επένδυσαν εκατομμύρια δολάρια σε μη κερδοσκοπικές οργανώσεις, έχοντας ως αποστολή να βοηθήσουν άπορα άτομα.
For the last 50 years, a lot of smart, well-resourced people -- some of you, no doubt -- have been trying to figure out how to reduce poverty in the United States. People have created and invested millions of dollars into non-profit organizations with the mission of helping people who are poor.
Δημιούργησαν ομάδες προβληματισμού που μελετούν θέματα, όπως η εκπαίδευση, η εργασία, τα περιουσιακά στοιχεία, και προασπίστηκαν πολιτικές στήριξης των πιο περιθωριοποιημένων κοινοτήτων μας. Έγραψαν βιβλία, άρθρα και εκφώνησαν ένθερμες ομιλίες, καταγγέλλοντας την άνιση κατανομή πλούτου που παγιώνει συνεχώς περισσότερα άτομα στον πάτο της εισοδηματικής κλίμακας. Η προσπάθεια αυτή έχει βοηθήσει. Όμως δεν είναι αρκετή. Τα ποσοστά της φτώχειας δεν άλλαξαν τόσο τα τελευταία 50 χρόνια, οπότε και ξεκίνησε ο πόλεμος κατά της φτώχειας. Βρίσκομαι εδώ για να σας πω ότι παραβλέψαμε την πιο ισχυρή και πρακτική πηγή. Και αυτή είναι οι άνθρωποι που είναι φτωχοί.
They've created think tanks that study issues like education, job creation and asset-building, and then advocated for policies to support our most marginalized communities. They've written books and columns and given passionate speeches, decrying the wealth gap that is leaving more and more people entrenched at the bottom end of the income scale. And that effort has helped. But it's not enough. Our poverty rates haven't changed that much in the last 50 years, since the War on Poverty was launched. I'm here to tell you that we have overlooked the most powerful and practical resource. Here it is: people who are poor.
Επάνω αριστερά είναι η Τζιομπάνα, η Σίντια και η Μπέρτα. Γνωρίστηκαν όταν είχαν όλες μικρά παιδιά, μέσω μιας συγκέντρωσης γονέων σε κέντρο βοήθειας οικογενειών του Σαν Φρανσίσκο. Καθώς εξελίσσονταν, ως μητέρες και φίλες, συζητούσαν συχνά για το πόσο δύσκολο ήταν να βγάζουν χρήματα έχοντας μικρά παιδιά. Η παιδική φροντίδα είναι ακριβή, ακριβότερη απ' τον μισθό που θα κέρδιζαν. Οι άντρες τους δούλευαν, αλλά ήθελαν κι αυτές να συμβάλλουν οικονομικά.
Up in the left-hand corner is Jobana, Sintia and Bertha. They met when they all had small children, through a parenting class at a family resource center in San Francisco. As they grew together as parents and friends, they talked a lot about how hard it was to make money when your kids are little. Child care is expensive, more than they'd earn in a job. Their husbands worked, but they wanted to contribute financially, too.
Σκέφτηκαν λοιπόν ένα σχέδιο. Ξεκίνησαν μια εταιρεία καθαρισμού. Γέμισαν τις γειτονιές με διαφημιστικά, μοίρασαν επαγγελματικές κάρτες σε συγγενείς και φίλους και μετά από λίγο οι πελάτες άρχισαν να τηλεφωνούν. Δύο καθάριζαν το γραφείο ή το σπίτι και μία πρόσεχε τα παιδιά. Καθάριζαν και πρόσεχαν τα παιδιά εναλλάξ. (Γέλια) Είναι φοβερό, έτσι;
So they hatched a plan. They started a cleaning business. They plastered neighborhoods with flyers and handed business cards out to their families and friends, and soon, they had clients calling. Two of them would clean the office or house and one of them would watch the kids. They'd rotate who'd cleaned and who'd watch the kids. (Laughs) It's awesome, right?
(Γέλια)
(Laughter)
Μοιράζονταν τα λεφτά δια του τρία. Δεν ήταν ολοήμερη δουλειά. Καμία δεν μπορούσε να προσέχει τα παδιά όλη μέρα. Όμως είχε αντίκτυπο στις οικογένειές τους. Επιπλέον λεφτά για τους λογαριασμούς, όταν ο σύζυγος είχε μειωμένο ωράριο. Λεφτά για να αγοράσουν ρούχα στα παιδιά που μεγαλώνουν. Λίγα επιπλέον χρήματα στην τσέπη τους για να αισθάνονται λίγο ανεξάρτητες.
And they split the money three ways. It was not a full-time gig, no one could watch the little ones all day. But it made a difference for their families. Extra money to pay for bills when a husband's work hours were cut. Money to buy the kids clothes as they were growing. A little extra money in their pockets to make them feel some independence.
Επάνω δεξιά είναι η Τερίσα και η κόρη της, Μπριάνα. Η Μπριάνα είναι από αυτά τα παιδιά με τη σπινθηροβόλα και μεταδοτικά εξωστρεφή προσωπικότητα. Για παράδειγμα, όταν η Ρόζι, ένα κοριτσάκι που μιλούσε μόνο Ισπανικά, μετακόμισε δίπλα τους, η Μπριάνα, που μιλούσε μόνο Αγγλικά, δανείστηκε το τάμπλετ της μητέρας της και βρήκε μια μεταφραστική εφαρμογή για να μπορούν να επικοινωνούν.
Up in the top-right corner is Theresa and her daughter, Brianna. Brianna is one of those kids with this sparkly, infectious, outgoing personality. For example, when Rosie, a little girl who spoke only Spanish, moved in next door, Brianna, who spoke only English, borrowed her mother's tablet and found a translation app so the two of them could communicate.
(Γέλια)
(Laughter)
Φοβερό, ε; Η οικογένεια της Ρόζι αναγνωρίζει ότι η Μπριάνα βοήθησε τη Ρόζι να μάθει Αγγλικά.
I know, right? Rosie's family credits Brianna with helping Rosie to learn English.
Πριν από μερικά χρόνια, η Μπριάνα συνάντησε δυσκολίες στο σχολείο. Έδειχνε εκνευρισμένη και κάπως αποτραβηγμένη και είχε άσχημη συμπεριφορά στην τάξη. Η μητέρα της στεναχωριόταν πάρα πολύ γι' αυτό που συνέβαινε. Έπειτα έμαθαν ότι έπρεπε να επαναλάβει τη δευτέρα δημοτικού και η Μπριάνα ήταν συντετριμμένη. Η μητέρα της ήταν απεγνωσμένη, καταβεβλημένη και μόνη, γιατί ήξερε ότι η κόρη της δεν λάμβανε τη στήριξη που χρειαζόταν και δεν ήξερε πώς να τη βοηθήσει. Ένα απόγευμα, η Τερίσα βρέθηκε με μια παρέα φίλων και μία από αυτές τη ρώτησε: «Τερίσα, πώς είσαι;» Και αυτή ξέσπασε σε κλάματα. Αφού μοιράστηκε την ιστορία της, μία φίλη της είπε: «Έζησα ακριβώς την ίδια κατάσταση με τον γιο μου πέρυσι». Εκείνη τη στιγμή, η Τερίσα συνειδητοποίησε ότι δεν είχε κανέναν με τον οποίο να μπορεί να μιλήσει για τα προβλήματά της. Δημιούργησε έτσι μια ομάδα στήριξης για γονείς όπως η ίδια. Στην πρώτη συνάντηση, ήταν μόνη της με δύο ακόμα άτομα. Όμως, διαδόθηκε από στόμα σε στόμα και σύντομα 20, 30 άτομα εμφανίζονταν στις μηνιαίες συναντήσεις που οργάνωνε. Την απόγνωση διαδέχθηκε η συνειδητοποίηση του πόσο ικανή ήταν να στηρίξει την κόρη της, με τη βοήθεια άλλων ατόμων που βίωναν την ίδια κατάσταση. Η Μπριάνα τα πηγαίνει περίφημα. Τα πηγαίνει άψογα στο σχολείο και κοινωνικά.
A few years ago, Brianna started to struggle academically. She was growing frustrated and kind of withdrawn and acting out in class. And her mother was heartbroken over what was happening. Then they found out that she was going to have to repeat second grade and Brianna was devastated. Her mother felt hopeless and overwhelmed and alone because she knew that her daughter was not getting the support she needed, and she did not know how to help her. One afternoon, Theresa was catching up with a group of friends, and one of them said, "Theresa, how are you?" And she burst into tears. After she shared her story, one of her friends said, "I went through the exact same thing with my son about a year ago." And in that moment, Theresa realized that so much of her struggle was not having anybody to talk with about it. So she created a support group for parents like her. The first meeting was her and two other people. But word spread, and soon 20 people, 30 people were showing up for these monthly meetings that she put together. She went from feeling helpless to realizing how capable she was of supporting her daughter, with the support of other people who were going through the same struggle. And Brianna is doing fantastic -- she's doing great academically and socially.
Στο κέντρο, ο αγαπημένος μου Μπαακίρ στέκεται μπροστά στο κατάστημά του BlackStar Books and Caffe, για το οποίο χρησιμοποιεί μέρος του σπιτιού του. Μόλις περνάτε το κατώφλι, ο Μπαακίρ σας χαιρετά με ένα «Καλωσμαυρίσατε στο σπίτι».
That in the middle is my man Baakir, standing in front of BlackStar Books and Caffe, which he runs out of part of his house. As you walk in the door, Baakir greets you with a "Welcome black home."
(Γέλια)
(Laughter)
Αφού μπείτε, μπορείτε να παραγγείλετε τζαμαϊκανικό κοτόπουλο, ή ίσως ένα χορτοφαγικό μπέργκερ με καρύδια, ή ένα τζάιβ σάμιτς γαλοπούλας. Σάμιτς όχι σάντουιτς. Πρέπει να τελειώσετε το γεύμα σας με ένα κουλουράκι βουτύρου, που είναι κλάσεις ανώτερο από ένα τρύπιο ντόνατ και βασίζεται σε μια πολύ μυστική οικογενειακή συνταγή. Ειλικρινά, είναι πολύ μυστική, δεν θα σας πει τίποτα.
Once inside, you can order some Algiers jerk chicken, perhaps a vegan walnut burger, or jive turkey sammich. And that's sammich -- not sandwich. You must finish your meal with a buttermilk drop, which is several steps above a donut hole and made from a very secret family recipe. For real, it's very secret, he won't tell you about it.
Όμως το BlackStar είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα καφέ. Tα παιδιά της γειτονιάς πηγαίνουν εκεί μετά το σχολείο για να βοηθηθούν στο διάβασμα. Οι μεγάλοι πηγαίνουν εκεί για να μάθουν τα νέα της γειτονιάς και να συναντήσουν φίλους. Είναι ένας χώρος εκδηλώσεων. Είναι ένα σπίτι για ποιητές, μουσικούς και καλλιτέχνες. Ο Μπαακίρ και η σύντροφός του Νικόλ, που έχει την κορούλα τους δεμένη στην πλάτη της, βρίσκονται παντού, σερβίροντας ένα φλιτζάνι καφέ, μαθαίνοντας ένα παιδί να παίζει Μανκάλα, ή ζωγραφίζοντας μια ανακοίνωση για μια εκδήλωση της κοινότητας.
But BlackStar is much more than a café. For the kids in the neighborhood, it's a place to go after school to get help with homework. For the grown-ups, it's where they go to find out what's going on in the neighborhood and catch up with friends. It's a performance venue. It's a home for poets, musicians and artists. Baakir and his partner Nicole, with their baby girl strapped to her back, are there in the mix of it all, serving up a cup of coffee, teaching a child how to play Mancala, or painting a sign for an upcoming community event.
Δούλεψα με τέτοιους ανθρώπους κι έμαθα πολλά από αυτούς για περισσότερα από 20 χρόνια. Συμμετείχα σε οργανώσεις κατά του σωφρονιστικού συστήματος που επηρεάζει φτωχούς ανθρώπους, ιδίως μαύρους, Ινδιάνους και Λατίνους, σε ανησυχητικό βαθμό. Δούλεψα με νέα, ελπιδοφόρα και πολλά υποσχόμενα άτομα, παρόλο που βίωσαν ρατσιστικές πειθαρχικές τακτικές στα σχολεία τους, καθώς και την αστυνομική βία στις κοινότητές τους. Έμαθα από τις οικογένειες που εξαπολύουν την επινοητικότητα και την επιμονή τους για να επινοήσουν ομαδικά τις δικές τους λύσεις. Δεν εστιάζονται μόνο στα χρήματα. Ασχολούνται με την εκπαίδευση, τη στέγαση, την υγεία, την κοινότητα, πράγματα για τα οποία νοιαζόμαστε όλοι μας. Όπου πηγαίνω, συναντώ άτομα απένταρα, αλλά όχι τσακισμένα. Συναντώ άτομα που δυσκολεύονται να υλοποιήσουν τις ιδέες τους, για να δημιουργήσουν μια καλύτερη ζωή για τους ίδιους, τις οικογένειες και τις κοινότητές τους. Η Τζιομπάνα, η Σίντια, η Μπέρτα, η Τερίσα και ο Μπακίρ είναι ο κανόνας και όχι η απαστράπτουσα εξαίρεση. Η εξαίρεση είμαι εγώ.
I have worked with and learned from people just like them for more than 20 years. I have organized against the prison system, which impacts poor folks, especially black, indigenous and Latino folks, at an alarming rate. I have worked with young people who manifest hope and promise, despite being at the effect of racist discipline practices in their schools, and police violence in their communities. I have learned from families who are unleashing their ingenuity and tenacity to collectively create their own solutions. And they're not just focused on money. They're addressing education, housing, health, community -- the things that we all care about. Everywhere I go, I see people who are broke but not broken. I see people who are struggling to realize their good ideas, so that they can create a better life for themselves, their families, their communities. Jobana, Sintia, Bertha, Theresa and Baakir are the rule, not the shiny exception. I am the exception.
Με μεγάλωσε μια αθόρυβα ατίθαση ανύπαντρη μητέρα στο Ρότσεστερ της Νέας Υόρκης. Πήγαινα με λεωφορείο σε σχολείο στα προάστια, από μια γειτονιά που πολλοί συμμαθητές μου και οι γονείς τους θεωρούσαν επικίνδυνη. Στα οκτώ μου, επέστρεφα σε άδειο σπίτι. Επέστρεφα μόνη στο σπίτι κάθε μέρα, διάβαζα, έκανα δουλειές και περίμενα να επιστρέψει η μητέρα μου. Μετά το σχολείο, πήγαινα στο μαγαζί της γειτονιάς, αγόραζα μια κονσέρβα ραβιόλι και τη ζέσταινα στο φούρνο για απογευματινό σνακ. Όταν είχα λίγο περισσότερα λεφτά αγόραζα μια πίτα με φρούτα.
I was raised by a quietly fierce single mother in Rochester, New York. I was bussed to a school in the suburbs, from a neighborhood that many of my classmates and their parents considered dangerous. At eight, I was a latchkey kid. I'd get myself home after school every day and do homework and chores, and wait for my mother to come home. After school, I'd go to the corner store and buy a can of Chef Boyardee ravioli, which I'd heat up on the stove as my afternoon snack. If I had a little extra money, I'd buy a Hostess Fruit Pie.
(Γέλια)
(Laughter)
Με κεράσι. Όχι τόσο καλό όσο το κουλουράκι βουτύρου.
Cherry. Not as good as a buttermilk drop.
(Γέλια)
(Laughter)
Ήμασταν φτωχοί όταν ήμουν παιδί. Αλλά τώρα έχω το δικό μου σπίτι σε μια ταχέως αναβαθμιζόμενη γειτονιά στο Όκλαντ, στην Καλιφόρνια. Έκανα καριέρα. Ο άντρας μου έχει δική του επιχείρηση. Έχω λογαριασμό σύνταξης. Η κόρη μου δεν έχει καν το δικαίωμα να ανάψει το φούρνο, χωρίς την παρουσία ενήλικα στο σπίτι και δεν το χρειάζεται, διότι δεν χρειάζεται να έχει την ίδια αυτονομία που είχα στην ηλικία της. Τα ραβιόλια του παιδιού μου είναι βιολογικά και με γέμιση, όπως σπανάκι και ρικότα, γιατί έχω την πολυτέλεια της επιλογής, όσον αφορά τη διατροφή των παιδιών μου.
We were poor when I was a kid. But now, I own a home in a quickly gentrifying neighborhood in Oakland, California. I've built a career. My husband is a business owner. I have a retirement account. My daughter is not even allowed to turn on the stove unless there's a grown-up at home and she doesn't have to, because she does not have to have the same kind of self-reliance that I had to at her age. My kids' raviolis are organic and full of things like spinach and ricotta, because I have the luxury of choice when it comes to what my children eat.
Αποτελώ την εξαίρεση, όχι επειδή είμαι πιο ταλαντούχα απ' τον Μπαακίρ ή επειδή η μητέρα μου δούλευε περισσότερο από την Τζιομπάνα, τη Σίντια ή την Μπέρτα ή επειδή νοιαζόταν περισσότερο απ' την Τερίσα. Οι περιθωριοποιημένες κοινότητες βρίθουν έξυπνων και ταλαντούχων ανθρώπων, που δραστηριοποιούνται, δουλεύουν και καινοτομούν, όπως οι περισσότεροι επιφανείς και καταξιωμένοι διευθύνοντες σύμβουλοι. Διαθέτουν άτομα που χρησιμοποιούν την ευελιξία τους, για να πάνε τα παιδιά στο σχολείο κάθε μέρα, να κάνουν δουλειές χωρίς επαρκή αμοιβή ή για να δανειστούν προκειμένου να σπουδάσουν. Είναι γεμάτες ανθρώπους που χρησιμοποιούν την ευφυΐα τους για να καταφέρουν να ζήσουν με τον βασικό μισθό ή να συνδυάσουν δουλειά με αγγαρείες για να τα βγάλουν πέρα. Είναι γεμάτες ανθρώπους που δρουν για τους ίδιους και τους άλλους, είτε πηγαίνοντας να πάρουν φάρμακα για κάποιον ηλικιωμένο της γειτονιάς, είτε δανείζοντας λεφτά σε αδέρφια για να πληρώσουν το τηλέφωνο, είτε απλώς προσέχοντας παιδιά της γειτονιάς από την μπροστινή είσοδο.
I am the exception, not because I'm more talented than Baakir or my mother worked any harder than Jobana, Sintia or Bertha, or cared any more than Theresa. Marginalized communities are full of smart, talented people, hustling and working and innovating, just like our most revered and most rewarded CEOs. They are full of people tapping into their resilience to get up every day, get the kids off to school and go to jobs that don't pay enough, or get educations that are putting them in debt. They are full of people applying their savvy intelligence to stretch a minimum wage paycheck, or balance a job and a side hustle to make ends meet. They are full of people doing for themselves and for others, whether it's picking up medication for an elderly neighbor, or letting a sibling borrow some money to pay the phone bill, or just watching out for the neighborhood kids from the front stoop.
Αποτελώ την εξαίρεση χάρη στην τύχη και τα προνόμια, και όχι τη σκληρή δουλειά. Δεν είμαι μετριόφρων, ούτε ρίχνω τον εαυτό μου. Είμαι φοβερή.
I am the exception because of luck and privilege, not hard work. And I'm not being modest or self-deprecating -- I am amazing.
(Γέλια)
(Laughter)
Αλλά οι περισσότεροι δουλεύουν σκληρά. Η σκληρή δουλεία είναι ο κοινός παρονομαστής της εξίσωσης και έχω κουραστεί ν' ακούω ότι η σκληρή δουλειά οδηγεί στην επιτυχία, γιατί επιτρέπει -
But most people work hard. Hard work is the common denominator in this equation, and I'm tired of the story we tell that hard work leads to success, because that allows --
Ευχαριστώ.
Thank you.
(Χειροκρότημα)
(Applause)
... γιατί μας επιτρέπει να πιστεύουμε ότι το αξίζουμε αν τα καταφέρουμε, και, κατά συνέπεια, ότι αυτοί που δεν τα καταφέρνουν δεν το αξίζουν. Πιστεύουμε ενδόμυχα, και μερικές φορές απερίστροφα ότι κάτι θα πηγαίνει στραβά με τους φτωχούς ανθρώπους. Έχουμε πολλές πεποιθήσεις περί αυτού του κάτι που πηγαίνει στραβά. Μερικοί λένε ότι οι φτωχοί είναι τεμπέληδες τρακαδόροι που εξαπατούν και λένε ψέματα για να γλιτώσουν από τη δουλειά. Άλλοι προτιμούν την εκδοχή ότι οι φτωχοί είναι ανήμποροι και ότι πιθανώς να είχαν αμελείς γονείς που δεν τους διάβαζαν αρκετά κι ότι αν απλά τους είχαν πει τι να κάνουν και τους είχαν δείξει το σωστό, θα τα κατάφερναν.
... because that story allows those of us who make it to believe we deserve it, and by implication, those who don't make it don't deserve it. We tell ourselves, in the back of our minds, and sometimes in the front of our mouths, "There must be something a little wrong with those poor people." We have a wide range of beliefs about what that something wrong is. Some people tell the story that poor folks are lazy freeloaders who would cheat and lie to get out of an honest day's work. Others prefer the story that poor people are helpless and probably had neglectful parents that didn't read to them enough, and if they were just told what to do and shown the right path, they could make it.
Για κάθε ιστορία που δαιμονοποιεί χαμηλόμισθες ανύπαντρες μητέρες ή απόντες πατέρες, όπως ενδεχομένως βλέπουν μερικοί τους δικούς μου γονείς, γνωρίζω 50 που αφηγούνται μια διαφορετική εκδοχή για τους ίδιους ανθρώπους, που προσπαθούν καθημερινά για το καλύτερο. Δεν λέω ότι κάποιες αρνητικές ιστορίες είναι αναληθείς, αλλά οι ιστορίες αυτές δεν μας επιτρέπουν να δούμε πραγματικά τους ανθρώπους, διότι δεν δείχνουν ολόκληρη την εικόνα. Οι μισές αλήθειες και κάποιες ατάκες μας έχουν πείσει ότι οι φτωχοί αποτελούν ένα πρόβλημα προς επίλυση. Κι αν παραδεχόμασταν ότι οι άνθρωποι δουλεύουν και ότι η προσέγγισή μας είναι λάθος; Κι αν συνειδητοποιούσαμε ότι οι ειδήμονες που αναζητούμε, οι ειδικοί που πρέπει να ακολουθήσουμε, είναι οι ίδιοι οι φτωχοί; Μήπως, αντί να επιβάλλουμε λύσεις, να προσθέσουμε φωτιά στην ήδη αναμένη φλόγα που διαθέτουν; Όχι διευθύνοντας, ούτε καν χειραφετώντας, αλλά τροφοδοτώντας απλώς την πρωτοβουλία τους.
For every story I hear demonizing low-income single mothers or absentee fathers, which is how people might think of my parents, I've got 50 that tell a different story about the same people, showing up every day and doing their best. I'm not saying that some of the negative stories aren't true, but those stories allow us to not really see who people really are, because they don't paint a full picture. The quarter-truths and limited plot lines have us convinced that poor people are a problem that needs fixing. What if we recognized that what's working is the people and what's broken is our approach? What if we realized that the experts we are looking for, the experts we need to follow, are poor people themselves? What if, instead of imposing solutions, we just added fire to the already-burning flame that they have? Not directing -- not even empowering -- but just fueling their initiative.
Στα Βόρειά μας, υπάρχει ένα παράδειγμα του τι θα μπορούσε να συμβεί: η Silicon Valley. Ένας ολόκληρος κλάδος κεφαλαίων βασίστηκε στην πεποίθηση ότι αν οι άνθρωποι έχουν καλές ιδέες και τη θέληση να τις εκφράσουν, πρέπει να τους δώσουμε πολλά, μα πολλά, πολλά λεφτά.
Just north of here, we have an example of what this could look like: Silicon Valley. A whole venture capital industry has grown up around the belief that if people have good ideas and the desire to manifest them, we should give them lots and lots and lots of money.
(Γέλια)
(Laughter)
Σωστά; Όμως ποια είναι η στρατηγική μας για την Τερίσα και τον Μπαακίρ; Δεν υπάρχουν εκκολαπτήρια γι' αυτούς, ούτε επιταχυντές, ούτε υποτροφίες. Σε τι διαφέρουν πραγματικά η Τζιομπάνα, η Σίντια και η Μπέρτα από τους Μαρκ Ζούκερμπεργκ του πλανήτη; Ο Μπαακίρ έχει εμπειρία και καταγεγραμμένες επιδόσεις. Θα στοιχημάτιζα σ' αυτόν.
Right? But where is our strategy for Theresa and Baakir? There are no incubators for them, no accelerators, no fellowships. How are Jobana, Sintia and Bertha really all that different from the Mark Zuckerbergs of the world? Baakir has experience and a track record. I'd put my money on him.
Εκλάβετέ το ως μια πρόσκληση αναθεώρησης μιας ελλιπούς στρατηγικής. Ας εκμεταλλευτούμε την ευκαιρία να απαλλαγούμε από την κουρασμένη κι ελαττωματική ρητορική και να ακούσουμε και να ψάξουμε τις αληθινές ιστορίες, ομορφότερα περίπλοκες ιστορίες, σχετικά με τα περιθωριοποιημένα άτομα, οικογένειες και κοινότητες.
So, consider this an invitation to rethink a flawed strategy. Let's grasp this opportunity to let go of a tired, faulty narrative and listen and look for true stories, more beautifully complex stories, about who marginalized people and families and communities are.
Θα αφιερώσω ένα λεπτό για να μιλήσω στους δικούς μου. Δεν μπορούμε να περιμένουμε τους άλλους για να γίνει κάτι σωστά. Ας θυμηθούμε για τι είμαστε ικανοί, όλα όσα χτίσαμε με αίμα, ιδρώτα και όνειρα, όλα τα γρανάζια που γυρίζουν ασταμάτητα και τους ανθρώπους που συντηρούμε χάρη στην σκληρή δουλειά μας. Ας θυμηθούμε ότι είμαστε μαγικοί. Αν χρειάζεστε έμπνευση για να βοηθήσει τη μνήμη σας, διαβάστε το «Παραβολή του Σπορέα» της Οκτάβια Μπάτλερ. Ακούστε τον Μάρτιν Λ. Κινγκ στο «Γράμμα από τη φυλακή του Μπέρμιγχαμ». Ακούστε τη Σουχέιρ Χαμάντ να απαγγέλλει το «First Writing Since» ή την Εσπεράντζα Σπάλντινγκ να τραγουδά το «Black Gold». Θαυμάστε την τέχνη του Κεχίντε Γουάιλι ή της Φαβιάννα Ροντρίγκεζ. Κοιτάξτε τα χέρια της γιαγιάς σας ή τα μάτια κάποιου που σας αγαπά. Είμαστε μαγικοί. Μόνοι μας, δεν έχουμε πολύ πλούτο και δύναμη, όμως συλλογικά, είμαστε ασταμάτητοι. Αφιερώνουμε πολύ χρόνο και ενέργεια, ζητώντας την αλλαγή συστημάτων που δεν φτιάχτηκαν για εμάς, αντί να προσπαθούμε να αλλάξουμε τη δομή των υπαρχόντων μέσων. Ας υφάνουμε κι ας κόψουμε νέα αδάμαστη κλωστή. Ας χρησιμοποιήσουμε μέρος της σημαντικής συλλογικής μας δύναμης για να εφεύρουμε και να δημιουργήσουμε νέους τρόπους που να λειτουργούν για μας.
I'm going to take a minute to speak to my people. We cannot wait for somebody else to get it right. Let us remember what we are capable of; all that we have built with blood, sweat and dreams; all the cogs that keep turning; and the people kept afloat because of our backbreaking work. Let us remember that we are magic. If you need some inspiration to jog your memory, read Octavia Butler's "Parable of the Sower." Listen to Reverend King's "Letter from Birmingham Jail." Listen to Suheir Hammad recite "First Writing Since," or Esperanza Spalding perform "Black Gold." Set your gaze upon the art of Kehinde Wiley or Favianna Rodriguez. Look at the hands of your grandmother or into the eyes of someone who loves you. We are magic. Individually, we don't have a lot of wealth and power, but collectively, we are unstoppable. And we spend a lot of our time and energy organizing our power to demand change from systems that were not made for us. Instead of trying to alter the fabric of existing ways, let's weave and cut some fierce new cloth. Let's use some of our substantial collective power toward inventing and bringing to life new ways of being that work for us.
Ο Ντέσμοντ Τούτου μιλά για την έννοια του ουμπούντου στα πλαίσια αποκατάστασης της αλήθειας και εθνικής συμφιλίωσης της Ν. Αφρικής που υιοθετήθηκε μετά το απαρτχάιντ. Λέει ότι σημαίνει: «Η ανθρωπιά μου είναι πιασμένη, είναι αλληλοσυνδεδεμένη με τη δική σου, ανήκουμε σε μια δέσμη ζωής». Δέσμη ζωής. Η διαδικασία αυτή ξεκίνησε δίνοντας φωνή σε όσους δεν είχαν ακουστεί. Αν η χώρα θέλει να κρατήσει την υπόσχεση για ελευθερία και δικαιοσύνη για όλους, πρέπει να υψώσουμε τη φωνή όσων δεν έχουμε ακούσει, ανθρώπων όπως η Τζιομπάνα, η Σίντια και η Μπέρτα, η Τερίσα και ο Μπαακίρ. Πρέπει να αξιοποιήσουμε τις δικές τους λύσεις και ιδέες. Πρέπει να ακούσουμε τις αληθινές τους ιστορίες, τις όμορφα περιπλοκότερες ιστορίες τους,
Desmond Tutu talks about the concept of ubuntu, in the context of South Africa's Truth and Reconciliation process that they embarked on after apartheid. He says it means, "My humanity is caught up, is inextricably bound up, in yours; we belong to a bundle of life." A bundle of life. The Truth and Reconciliation process started by elevating the voices of the unheard. If this country is going to live up to its promise of liberty and justice for all, then we need to elevate the voices of our unheard, of people like Jobana, Sintia and Bertha, Theresa and Baakir. We must leverage their solutions and their ideas. We must listen to their true stories, their more beautifully complex stories.
Ευχαριστώ.
Thank you.
(Χειροκρότημα)
(Applause)