Θυμάμαι όταν έμαθα ότι θα μιλήσω σε συνέδριο TED. Έτρεξα σε μία απ' τις αίθουσες που έκανα μάθημα να το πω στους μαθητές μου.
I remember when I first found out I was going to speak at a TED conference. I ran across the hall to one of my classrooms to inform my students.
«Παιδιά, μαντέψτε! Μου ζήτησαν να μιλήσω στο TED».
"Guess what, guys? I've been asked to give a TED Talk."
Η αντίδραση δεν ήταν αυτή που περίμενα. Η αίθουσα σώπασε.
The reaction wasn't one I quite expected. The whole room went silent.
«Ομιλία TED; Όπως εκείνη που μας βάλατε να δούμε για το σθένος; Ή την άλλη με τον επιστήμονα που έκανε αυτό το εντυπωσιακό με τα ρομπότ;» Ρώτησε ο Μουχάμαντ.
"A TED Talk? You mean, like the one you made us watch on grit? Or the one with the scientist that did this really awesome thing with robots?" Muhammad asked.
«Ναι, ακριβώς σαν αυτήν».
"Yes, just like that."
«Μα κυρία, αυτοί οι άνθρωποι είναι σημαντικοί και έξυπνοι».
"But Coach, those people are really important and smart."
(Γέλια)
(Laughter)
«Το ξέρω».
"I know that."
«Γιατί θα μιλήσετε; Αφού δεν σας αρέσει να μιλάτε δημόσια».
"But Coach, why are you speaking? You hate public speaking."
«Πράγματι», του απάντησα. «Αλλά είναι σημαντικό να μιλήσω για εμάς, για τα ταξίδια σας, για το ταξίδι μου. Πρέπει να μάθει ο κόσμος».
"I do," I admitted, "But it's important that I speak about us, that I speak about your journeys, about my journey. People need to know."
Οι μαθητές στο σχολείο προσφύγων που έχω ιδρύσει αποφάσισαν να με ενθαρρύνουν.
The students at the all-refugee school that I founded decided to end with some words of encouragement.
«Ωραία. Κανονίστε να τα πάτε καλά, κυρία».
"Cool! It better be good, Coach."
(Γέλια)
(Laughter)
65,3 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί βίαια από τα σπίτια τους εξαιτίας πολέμων ή εκδιώξεων. Ο μεγαλύτερος αριθμός, 11 εκατομμύρια, είναι απ' τη Συρία. 33.952 άνθρωποι εγκαταλείπουν τα σπίτια τους καθημερινά. Η συντριπτική πλειοψηφία διαμένει σε καταυλισμούς προσφύγων όπου οι συνθήκες δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να χαρακτηριστούν ανθρώπινες. Συμμετέχουμε στην εξαθλίωση του ανθρώπινου είδους. Ποτέ δεν είχαμε τόσο υψηλά νούμερα. Είναι ο υψηλότερος αριθμός προσφύγων από τον Δεύτερο Παγκόσμιο.
There are 65.3 million people who have been forcibly displaced from their homes because of war or persecution. The largest number, 11 million, are from Syria. 33,952 people flee their homes daily. The vast majority remain in refugee camps, whose conditions cannot be defined as humane under anyone's definition. We are participating in the degradation of humans. Never have we had numbers this high. This is the highest number of refugees since World War II.
Θα σας πω γιατί αυτό το ζήτημα είναι τόσο σημαντικό για μένα. Είμαι Αράβισσα. Είμαι πρόσφυγας. Είμαι Μουσουλμάνα. Δουλεύω τα τελευταία 12 χρόνια με πρόσφυγες. Α, επίσης είμαι ομοφυλόφιλη. Στις μέρες μας, αυτό με κάνει πολύ δημοφιλή.
Now, let me tell you why this issue is so important to me. I am an Arab. I am an immigrant. I am a Muslim. I've also spent the last 12 years of my life working with refugees. Oh -- and I'm also gay. It makes me really popular these days.
(Γέλια)
(Laughter)
Αλλά είμαι κόρη ενός πρόσφυγα. Η γιαγιά μου έφυγε απ' τη Συρία το 1964 κατά το πρώτο καθεστώς Άσαντ. Ήταν τριών μηνών έγκυος όταν ετοίμασε τη βαλίτσα της, μάζεψε τα πέντε παιδιά της και οδήγησε μέχρι τη γειτονική Ιορδανία, χωρίς να γνωρίζει τι τους επιφυλάσσει το μέλλον. Ο παππούς μου αποφάσισε να μείνει πιστεύοντας ότι δεν ήταν τόσο άσχημα. Τους ακολούθησε ένα μήνα μετά, αφού βασάνισαν τα αδέρφια του και η κυβέρνηση κατέλαβε το εργοστάσιό του. Ξανάχτισαν τις ζωές τους ξεκινώντας απ' την αρχή και έγιναν ανεξάρτητοι, ευκατάστατοι Ιορδανοί πολίτες.
But I am the daughter of a refugee. My grandmother fled Syria in 1964 during the first Assad regime. She was three months pregnant when she packed up a suitcase, piled in her five children and drove to neighboring Jordan, not knowing what the future held for her and her family. My grandfather decided to stay, not believing it was that bad. He followed her a month later, after his brothers were tortured and his factory was taken over by the government. They rebuilt their lives starting from scratch and eventually became independently wealthy Jordanian citizens.
Γεννήθηκα στην Ιορδανία 11 χρόνια μετά. Ήταν πολύ σημαντικό για τη γιαγιά μου να γνωρίζουμε την ιστορία μας και το ταξίδι μας. Ήμουν 8 χρονών όταν με πήγε να επισκεφτώ για πρώτη φορά καταυλισμό προσφύγων. Δεν καταλάβαινα γιατί. Δεν ήξερα γιατί της ήταν τόσο σημαντικό να πάμε. Θυμάμαι να περπατάω στον καταυλισμό κρατώντας το χέρι της και να μου λέει «Παίξε με τα παιδιά» ενώ εκείνη επισκεπτόταν τις γυναίκες του καταυλισμού. Δεν ήθελα. Εκείνα δεν ήταν σαν εμένα. Ήταν φτωχά. Ζούσαν σε καταυλισμό. Αρνήθηκα. Γονάτισε δίπλα μου και μου είπε αυστηρά «Πήγαινε. Μη γυρίσεις πίσω μέχρι να παίξετε. Μη σκέφτεσαι ότι κάποιοι είναι κατώτεροι ή ότι δεν θα μάθεις κάτι από αυτούς».
I was born in Jordan 11 years later. It was really important to my grandmother for us to know our history and our journey. I was eight years old when she took me to visit my first refugee camp. I didn't understand why. I didn't know why it was so important to her for us to go. I remember walking into the camp holding her hand, and her saying, "Go play with the kids," while she visited with the women in the camp. I didn't want to. These kids weren't like me. They were poor. They lived in a camp. I refused. She knelt down beside me and firmly said, "Go. And don't come back until you've played. Don't ever think people are beneath you or that you have nothing to learn from others."
Πήγα διστακτικά. Δεν ήθελα να απογοητεύσω τη γιαγιά μου. Επέστρεψα μερικές ώρες μετά αφού έπαιξα ποδόσφαιρο με τα παιδιά στον καταυλισμό. Φύγαμε απ' τον καταυλισμό και της έλεγα ενθουσιασμένη πόσο ωραία πέρασα και πόσο καλά ήταν τα παιδιά.
I reluctantly went. I never wanted to disappoint my grandmother. I returned a few hours later, having spent some time playing soccer with the kids in the camp. We walked out of the camp, and I was excitedly telling her what a great time I had and how fantastic the kids were.
«Κρίμα!», είπα στα αραβικά. «Τα καημένα».
"Haram!" I said in Arabic. "Poor them."
«Κρίμα σε εμάς», είπε εκείνη αντιστρέφοντας τα λόγια μου, «διαπράττουμε αδικία». «Μην τα λυπάσαι, πίστεψε σε αυτά».
"Haram on us," she said, using the word's different meaning, that we were sinning. "Don't feel sorry for them; believe in them."
Μόνο όταν άφησα την πατρίδα μου για να έρθω στις ΗΠΑ κατάλαβα τι εννοούσε.
It wasn't until I left my country of origin for the United States that I realized the impact of her words.
Όταν αποφοίτησα απ' το κολέγιο, αιτήθηκα και μου έδωσαν πολιτικό άσυλο καθώς άνηκα σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα. Ίσως κάποιοι δεν το συνειδητοποιούν αλλά υπάρχουν ακόμα χώρες που επιβάλλουν θανατική ποινή σε ομοφυλόφιλους. Εγκατέλειψα την ιορδανική υπηκοότητα. Ήταν η δυσκολότερη απόφαση που πήρα ποτέ αλλά δεν είχα επιλογή. Το θέμα είναι, ότι όταν πρέπει να επιλέξεις μεταξύ πατρίδας και επιβίωσης, η ερώτηση «Από πού είσαι;» γίνεται πολύ περίπλοκη. Μια Σύρια που γνώρισα πρόσφατα σε καταυλισμό προσφύγων στην Ελλάδα το εξέφρασε καλύτερα, όταν ανέτρεξε στη στιγμή που κατάλαβε ότι έπρεπε να φύγει απ' το Χαλέπι.
After my college graduation, I applied for and was granted political asylum, based on being a member of a social group. Some people may not realize this, but you can still get the death penalty in some countries for being gay. I had to give up my Jordanian citizenship. That was the hardest decision I've ever had to make, but I had no other choice. The point is, when you find yourself choosing between home and survival, the question "Where are you from?" becomes very loaded. A Syrian woman who I recently met at a refugee camp in Greece articulated it best, when she recalled the exact moment she realized she had to flee Aleppo.
«Κοίταξα απ' το παράθυρο και δεν υπήρχε τίποτα. Μόνο ερείπια. Ούτε μαγαζιά, ούτε δρόμοι, ούτε σχολεία. Όλα είχαν εξαφανιστεί». Ήμουν στο διαμέρισμά μου για μήνες ακούγοντας βόμβες να πέφτουν και βλέποντας ανθρώπους να πεθαίνουν. Όμως πάντα ήλπιζα ότι θα βελτιωθούν τα πράγματα, ότι κανείς δεν θα με ανάγκαζε να φύγω, κανείς δεν θα με έδιωχνε απ' το σπίτι μου. Δεν ξέρω γιατί συνέβη το συγκεκριμένο πρωί αλλά καθώς κοίταξα έξω συνειδητοποίησα ότι αν δεν φύγω, τα τρία παιδιά μου θα πέθαιναν. Έτσι φύγαμε. Φύγαμε επειδή έπρεπε, όχι επειδή θέλαμε. Δεν είχαμε επιλογή», μου είπε.
"I looked out the window and there was nothing. It was all rubble. There were no stores, no streets, no schools. Everything was gone. I had been in my apartment for months, listening to bombs drop and watching people die. But I always thought it would get better, that no one could force me to leave, no one could take my home away from me. And I don't know why it was that morning, but when I looked outside, I realized if I didn't leave, my three young children would die. And so we left. We left because we had to, not because we wanted to. There was no choice," she said.
Είναι δύσκολο να νιώσεις ότι ανήκεις κάπου όταν δεν έχεις ένα σπίτι, όταν η πατρίδα σου σε απορρίπτει λόγω φόβου ή εκδίωξης, ή όταν η πόλη όπου μεγάλωσες καταστρέφεται ολοσχερώς. Ένιωθα ότι δεν έχω πλέον πατρίδα. Δεν ήμουν πλέον Ιορδανή πολίτης, αλλά ούτε και Αμερικάνα. Ένιωθα ένα είδος μοναξιάς που ακόμα δεν μπορώ να το εκφράσω με λέξεις.
It's kind of hard to believe that you belong when you don't have a home, when your country of origin rejects you because of fear or persecution, or the city that you grew up in is completely destroyed. I didn't feel like I had a home. I was no longer a Jordanian citizen, but I wasn't American, either. I felt a kind of loneliness that is still hard to put into words today.
Μετά το κολέγιο, ήθελα πολύ να βρω ένα μέρος να αποκαλώ πατρίδα. Πήγα από πολιτεία σε πολιτεία και κατέληξα στη Βόρεια Καρολίνα. Εκεί κάποιοι καλόκαρδοι άνθρωποι με λυπήθηκαν, προσφέρθηκαν να μου πληρώσουν το ενοίκιο, να μου αγοράσουν φαγητό ή καινούρια ρούχα για συνέντευξη. Αυτό με έκανε να νιώσω ακόμα πιο απομονωμένη και ανίκανη. Μόνο όταν γνώρισα τη Διδα Σάρα, μια Βαπτίστρια που μου έδωσε δουλειά όταν ήμουν στα χειρότερά μου, άρχισα να πιστεύω στον εαυτό μου. Η Δις Σάρα είχε εστιατόριο στα βουνά της Βόρειας Καρολίνας. Υπέθεσα ότι λόγω της ανατροφής μου και επειδή ήμουν μορφωμένη, θα με έκανε υπεύθυνη του εστιατορίου. Έκανα λάθος. Ξεκίνησα πλένοντας πιάτα, καθαρίζοντας τουαλέτες και ψήνοντας. Ένιωθα ταπεινή, έμαθα την αξία της σκληρής εργασίας. Κυρίως ένιωσα ότι με εκτίμησαν και με αποδέχτηκαν. Γιόρτασα τα Χριστούγεννα με την οικογένειά της, και προσπάθησε να τηρήσει το Ραμαζάνι μαζί μου.
After college, I desperately needed to find a place to call home. I bounced around from state to state and eventually ended up in North Carolina. Kindhearted people who felt sorry for me offered to pay rent or buy me a meal or a suit for my new interview. It just made me feel more isolated and incapable. It wasn't until I met Miss Sarah, a Southern Baptist who took me in at my lowest and gave me a job, that I started to believe in myself. Miss Sarah owned a diner in the mountains of North Carolina. I assumed, because of my privileged upbringing and my Seven Sister education, that she would ask me to manage the restaurant. I was wrong. I started off washing dishes, cleaning toilets and working the grill. I was humbled; I was shown the value of hard work. But most importantly, I felt valued and embraced. I celebrated Christmas with her family, and she attempted to observe Ramadan with me.
Θυμάμαι πως δίσταζα να της αποκαλύψω ότι είμαι ομοφυλόφιλη, γιατί ήταν Βαπτίστρια. Κάθησα δίπλα της στον καναπέ και της είπα «Δεσποινίς Σάρα, είμαι ομοφυλόφιλη». Δεν θα ξεχάσω ποτέ την απάντησή της.
I remember being very nervous about coming out to her -- after all, she was a Southern Baptist. I sat on the couch next to her and I said, "Miss Sarah, you know that I'm gay." Her response is one that I will never forget.
«Δεν πειράζει, γλυκιά μου. Αρκεί να μην είσαι εύκολη».
"That's fine, honey. Just don't be a slut."
(Γέλια)
(Laughter)
(Χειροκρότημα)
(Applause)
Τελικά μετακόμισα στην Ατλάντα, προσπαθώντας ακόμα να βρω μια πατρίδα. Το ταξίδι μου πήρε περίεργη τροπή τρία χρόνια μετά, όταν βρήκα κάτι παιδιά προσφύγων να παίζουν ποδόσφαιρο. Βγήκα κατά λάθος σ' ένα συγκρότημα διαμερισμάτων, και βρήκα αυτά τα παιδιά να παίζουν ποδόσφαιρο. Έπαιζαν ξυπόλητα με μια κουρελιασμένη μπάλα και πέτρες για τέρμα. Τα παρακολούθησα για καμιά ώρα και μετά χαμογελούσα. Μου θύμιζαν την πατρίδα. Μου θύμισαν ότι μεγάλωσα παίζοντας ποδόσφαιρο στους δρόμους της Ιορδανίας με τα αδέρφια και τα ξαδέρφια μου. Στη συνέχεια έπαιξα και εγώ μαζί τους. Δίστασαν λίγο να με αφήσουν γιατί, όπως είπαν, τα κορίτσια δεν ξέρουν να παίζουν. Εγώ προφανώς ήξερα.
I eventually moved to Atlanta, still trying to find my home. My journey took a strange turn three years later, after I met a group of refugee kids playing soccer outside. I'd made a wrong turn into this apartment complex, and I saw these kids outside playing soccer. They were playing barefoot with a raggedy soccer ball and rocks set up as goals. I watched them for about an hour, and after that I was smiling. The boys reminded me of home. They reminded me of the way I grew up playing soccer in the streets of Jordan, with my brothers and cousins. I eventually joined their game. They were a little skeptical about letting me join it, because according to them, girls don't know how to play. But obviously I did.
Τους ρώτησα αν είχαν παίξει ποτέ σε ομάδα. Μου είπαν πώς όχι, αλλά θα το ήθελαν πολύ. Σιγά σιγά με συμπάθησαν και φτιάξαμε την πρώτη μας ομάδα. Αυτά τα παιδιά μου έδωσαν ένα ταχύρρυθμο μάθημα για την προσφυγιά, τη φτώχεια, και την ανθρωπιά. Τρία αδέρφια από το Αφγανιστάν, οι Ρούλα, Νουρούλα και Ζάμπιουλα συνέβαλαν σημαντικά σ' αυτό. Μια μέρα έφτασα αργά για προπόνηση και βρήκα το γήπεδο έρημο. Ανησύχησα πολύ. Η ομάδα λάτρευε την προπόνηση. Δεν συνήθιζε να χάνει καμία. Βγήκα από το αμάξι, και δύο παιδιά πετάχτηκαν πίσω απ' τα σκουπίδια, κουνώντας ξέφρενα τα χέρια τους.
I asked them if they had ever played on a team. They said they hadn't, but that they would love to. I gradually won them over, and we formed our first team. This group of kids would give me a crash course in refugees, poverty and humanity. Three brothers from Afghanistan -- Roohullah, Noorullah and Zabiullah -- played a major role in that. I showed up late to practice one day to find the field completely deserted. I was really worried. My team loved to practice. It wasn't like them to miss practice. I got out of my car, and two kids ran out from behind a dumpster, waving their hands frantically.
«Κυρία, χτύπησαν τον Ρου. Πολύ άσχημα. Υπήρχαν παντού αίματα».
"Coach, Rooh got beat up. He got jumped. There was blood everywhere."
«Τι εννοείς; Τι εννοείς τον χτύπησαν;»
"What do you mean? What do you mean he got beat up?"
«Κάτι κακά παιδιά ήρθαν και τον χτύπησαν. Έφυγαν όλοι. Φοβήθηκαν».
"These bad kids came and beat him up, Coach. Everybody left. They were all scared."
Μπήκαμε στο αμάξι μου και πήγαμε στο διαμέρισμα του Ρου. Χτύπησα την πόρτα και άνοιξε ο Νουρ. «Πού είναι ο Ρου; Θέλω να βεβαιωθώ ότι είναι καλά». «Είναι στο δωμάτιό του, κυρία. Αρνείται να βγει». Χτύπησα την πόρτα.
We hopped into my car and drove over to Rooh's apartment. I knocked on the door, and Noor opened it. "Where's Rooh? I need to talk to him, see if he's OK." "He's in his room, Coach. He's refusing to come out." I knocked on the door.
«Ρου, βγες έξω. Θέλω να σου μιλήσω. Θέλω να δω αν είσαι καλά ή αν πρέπει να πάμε στο νοσοκομείο».
"Rooh, come on out. I need to talk to you. I need to see if you're OK or if we need to go to the hospital."
Βγήκε έξω. Είχε μια μεγάλη πληγή στο κεφάλι, κομμένο χείλος, και ήταν πολύ ταραγμένος. Τον κοίταξα και είπα στα αγόρια να φωνάξουν τη μαμά τους γιατί έπρεπε να τον πάμε στο νοσοκομείο. Φώναξαν τη μητέρα τους. Βγήκε έξω. Είχα γυρισμένη την πλάτη μου και άρχισε να φωνάζει σε Φαρσί. Τα αγόρια έπεσαν κάτω απ' τα γέλια. Μπερδεύτηκα γιατί δεν υπήρχε τίποτα αστείο στην υπόθεση. Μου εξήγησαν ότι είπε
He came out. He had a big gash on his head, a split lip, and he was physically shaken. I was looking at him, and I asked the boys to call for their mom, because I needed to go to the hospital with him. They called for their mom. She came out. I had my back turned to her, and she started screaming in Farsi. The boys fell to the ground laughing. I was very confused, because there was nothing funny about this. They explained to me that she said,
«Μου είπατε ότι η προπονήτρια ήταν γυναίκα και Μουσουλμάνα». Από πίσω, δεν έμοιαζα τίποτα από τα δύο.
"You told me your coach was a Muslim and a woman." From behind, I didn't appear to be either to her.
(Γέλια)
(Laughter)
«Είμαι Μουσουλμάνα», της είπα γυρνώντας. «Ašhadu ʾan lā ʾilāha ʾilla (A)llāh», απαγγέλλοντας τη μουσουλμανική εκδήλωση πίστης. Μπερδεμένη, ίσως και κάπως ανακουφισμένη συνειδητοποίησε ότι, ναι, εγώ, αυτή η γυναίκα με το σορτσάκι που φερόταν σαν Αμερικανίδα χωρίς μαντήλα, ήμουν όντως Μουσουλμάνα.
"I am Muslim," I said, turning to her. "Ašhadu ʾan lā ʾilāha ʾilla (A)llāh," reciting the Muslim declaration of faith. Confused, and perhaps maybe a little bit reassured, she realized that yes, I, this American-acting, shorts-wearing, non-veiled woman, was indeed a Muslim.
Είχαν ξεφύγει από τους Ταλιμπάν. Εκατοντάδες άνθρωποι στο χωριό τους είχαν δολοφονηθεί. Οι Ταλιμπάν είχαν πιάσει τον πατέρα τους και επέστρεψε μερικούς μήνες μετά, σκιά του εαυτού του. Η οικογένεια το έσκασε για το Πακιστάν και τα δύο μεγαλύτερα αδέρφια, οχτώ και δέκα ετών τότε ύφαιναν χαλιά 10 ώρες τη μέρα για να ζήσουν την οικογένειά τους. Χάρηκαν τόσο πολύ όταν έμαθαν ότι τους δόθηκε έγκριση για επανεγκατάσταση στις ΗΠΑ, κάτι που μόλις το 0,1% είχε την τύχη να το καταφέρει. Πέτυχαν το τζάκποτ.
Their family had fled the Taliban. Hundreds of people in their village were murdered. Their father was taken in by the Taliban, only to return a few months later, a shell of the man he once was. The family escaped to Pakistan, and the two older boys, age eight and 10 at the time, wove rugs for 10 hours a day to provide for their family. They were so excited when they found out that they had been approved to resettle in the United States, making them the lucky 0.1 percent who get to do that. They had hit the jackpot.
Δεν είναι οι μοναδικοί. Κάθε οικογένεια προσφύγων που γνωρίζω έχει ζήσει κάτι παρόμοιο. Εργάζομαι με παιδιά που έχουν δει να βιάζουν τη μαμά τους και να κόβουν τα δάχτυλα του μπαμπά τους. Ένα παιδί είδε να πυροβολούν τη γιαγιά του στο κεφάλι επειδή δεν άφησε τους επαναστάτες να τον στρατολογήσουν. Τα ταξίδια τους σε στοιχειώνουν. Αυτό που συναντώ κάθε μέρα, όμως, είναι ελπίδα, επιμονή, αποφασιστικότητα, αγάπη για ζωή και ευγνωμοσύνη που μπορούν να ξαναχτίσουν τις ζωές τους.
Their story is not unique. Every refugee family I have worked with has had some version of this. I work with kids who have seen their mothers raped, their fathers' fingers sliced off. One kid saw a bullet put in his grandmother's head, because she refused to let the rebels take him to be a child soldier. Their journeys are haunting. But what I get to see every day is hope, resilience, determination, a love of life and appreciation for being able to rebuild their lives.
Ένα βράδυ ήμουν στο διαμέρισμα των αγοριών και επέστρεψε η μητέρα τους αφού είχε καθαρίσει 18 δωμάτια ξενοδοχείου. Κάθισε, και ο Νουρ της έτριψε τα πόδια, λέγοντάς της ότι θα την φρόντιζε εκείνος όταν αποφοιτούσε. Χαμογέλασε εξαντλημένη. «Ο Θεός είναι καλός. Η ζωή είναι καλή. Είμαστε τυχεροί που είμαστε εδώ».
I was at the boys' apartment one night, when the mom came home after cleaning 18 hotel rooms in one day. She sat down, and Noor rubbed her feet, saying that he was going to take care of her once he graduated. She smiled from exhaustion. "God is good. Life is good. We are lucky to be here."
Τα τελευταία δύο χρόνια παρατηρούμε ένα κλιμακούμενο αντι-προσφυγικό αίσθημα. Σε παγκόσμια κλίμακα. Τα νούμερα αυξάνονται επειδή δεν κάνουμε κάτι να το εμποδίσουμε, ούτε να το σταματήσουμε. Δεν θα έπρεπε να τους σταματήσουμε να έρχονται στην πατρίδα μας. Θα 'πρεπε να μην τους αναγκάζουμε να εγκαταλείψουν τη δική τους.
In the last two years, we have seen an escalating anti-refugee sentiment. It's global. The numbers continue to grow because we do nothing to prevent it and nothing to stop it. The issue shouldn't be stopping refugees from coming into our countries. The issue should be not forcing them to leave their own.
(Χειροκρότημα)
(Applause)
Συγγνώμη.
Sorry.
(Χειροκρότημα)
(Applause)
Πόσο πόνο ακόμα, πόσο πόνο ακόμα πρέπει να ανεχτούμε; Πόσοι ακόμα άνθρωποι πρέπει να εκδιωχτούν απ' τα σπίτια τους πριν πούμε «Αρκετά!»; Εκατό εκατομμύρια; Όχι μόνο τους κατηγορούμε και τους απορρίπτουμε για κτηνωδίες με τις οποίες δεν είχαν καμία απολύτως σχέση, τους ξαναπληγώνουμε, ενώ θα έπρεπε να τους καλωσορίζουμε στις χώρες μας. Τους στερούμε την αξιοπρέπεια και τους φερόμαστε όπως σε εγκληματίες.
How much more suffering, how much more suffering must we take? How many more people need to be forced out of their homes before we say, "Enough!"? A hundred million? Not only do we shame, blame and reject them for atrocities that they had absolutely nothing to do with, we re-traumatize them, when we're supposed to be welcoming them into our countries. We strip them of their dignity and treat them like criminals.
Ήρθε μια μαθήτρια στο γραφείο μου τις προάλλες. Έχει καταγωγή από το Ιράκ. Έβαλε τα κλάματα.
I had a student in my office a couple of weeks ago. She's originally from Iraq. She broke down crying.
«Γιατί μας μισούν;»
"Why do they hate us?"
«Ποιος σας μισεί;»
"Who hates you?"
«Όλοι, όλοι μας μισούν επειδή είμαστε πρόσφυγες και Μουσουλμάνοι».
"Everyone; everyone hates us because we are refugees, because we are Muslim."
Στο παρελθόν, κατάφερνα να τους διαβεβαιώσω ότι η πλειοψηφία δεν μισεί τους πρόσφυγες. Αυτή τη φορά δεν μπόρεσα. Δεν μπόρεσα να εξηγήσω γιατί πήγαν να σκίσουν τη μαντήλα της μαμάς της όταν βγήκαν για ψώνια, ή γιατί ένας παίκτης αντίπαλης ομάδας την αποκάλεσε τρομοκράτη και της είπε να πάει από εκεί που ήρθε. Δεν μπόρεσα να τη διαβεβαιώσω ότι το γεγονός ότι ο πατέρας της έχασε τη ζωή του υπηρετώντας ως διερμηνέας τον στρατό των ΗΠΑ θα συνέβαλε στο να την αποδεχτούν ως αμερικανή πολίτη.
In the past, I was able to reassure my students that the majority of the world does not hate refugees. But this time I couldn't. I couldn't explain to her why someone tried to rip off her mother's hijab when they were grocery shopping, or why a player on an opposing team called her a terrorist and told her to go back where she came from. I couldn't reassure her that her father's ultimate life sacrifice by serving in the United States military as an interpreter would make her more valued as an American citizen.
Δεχόμαστε τόσο λίγους πρόσφυγες παγκοσμίως. Βοηθάμε να επανεγκατασταθεί λιγότερο από το 0,1%. Αυτό το 0,1% μας ωφελεί περισσότερο απ' ό,τι εμείς εκείνους. Μένω άναυδη που η λέξη «πρόσφυγας» σημαίνει κάτι βρόμικο, κάτι για το οποίο ντρεπόμαστε. Δεν έχουν κανένα λόγο να ντρέπονται.
We take in so few refugees worldwide. We resettle less than 0.1 percent. That 0.1 percent benefits us more than them. It dumbfounds me how the word "refugee" is considered something to be dirty, something to be ashamed of. They have nothing to be ashamed of.
Έχουμε προοδεύσει σε κάθε πτυχή της ζωής μας εκτός από την ανθρωπιά μας. 65,3 εκατομμύρια άνθρωποι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους λόγω του πολέμου - ο υψηλότερος αριθμός στην ιστορία. Εμείς θα έπρεπε να ντρεπόμαστε.
We have seen advances in every aspect of our lives -- except our humanity. There are 65.3 million people who have been forced out of their homes because of war -- the largest number in history. We are the ones who should be ashamed.
Ευχαριστώ.
Thank you.
(Χειροκρότημα)
(Applause)