Πάνω στο γραφείο μου στη δουλειά έχω ένα μικρό κεραμικό δοχείο που έφτιαξα όταν ήμουν στο κολέγιο. Είναι "ρακού" δηλαδή ένα είδος κεραμικής που ξεκίνησε πολλούς αιώνες πριν στην Ιαπωνία για την κατασκευή μπολ για την τελετή του τσαγιού. Αυτό είναι πάνω από 400 ετών. Το κάθε ένα έχει φτιαχτεί από μια μπάλα πηλό και το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους είναι οι ατέλειές τους.
On my desk in my office, I keep a small clay pot that I made in college. It's raku, which is a kind of pottery that began in Japan centuries ago as a way of making bowls for the Japanese tea ceremony. This one is more than 400 years old. Each one was pinched or carved out of a ball of clay, and it was the imperfections that people cherished.
Καθημερινής χρήσης δοχεία όπως αυτά τα κύπελα απαιτούν 8-10 ώρες στη φωτιά. Αυτό το έβγαλα από τον φούρνο μόλις την περασμένη εβδομάδα. Ο φούρνος χρειάζεται 1-2 μέρες για να κρυώσει, αντίθετα το ρακού είναι γρήγορη τεχνική. Κατασκευάζεται έξω ενώ ο φούρνος ανεβάζει θερμοκρασία. Μέσα σε 15' αγγίζει τους 1.500 βαθμούς και μόλις δούμε ότι η επίστρωση έχει λιώσει στο εσωτερικό και φανεί αυτή η απαλή γυαλάδα, σβήνουμε τον φούρνο, βάζουμε μέσα αυτή την πολύ μακριά μεταλλική τσιμπίδα και πιάνουμε το δοχείο. Στην Ιαπωνία αυτό το κατακόκκινο καυτό δοχείο το βυθίζουν αμέσως σε ένα διάλυμα πράσινου τσαγιού. Μπορούμε να φανταστούμε τη μυρωδιά του ατμού που βγαίνει. Αλλά στις Ηνωμένες Πολιτείες, ρίχνουμε κάπως τους δραματικούς τόνους της όλης διαδικασίας και βάζουμε τα δοχεία μέσα σε πριονίδι το οποίο, βεβαίως, παίρνει φωτιά κι έτσι πρέπει να το σκεπάσουμε μ' έναν κουβά σκουπιδιών απ' όπου βγαίνει καπνός. Όταν επιστρέφω στο σπίτι τα ρούχα μου μυρίζουν καπνό από ξύλα.
Everyday pots like this cup take eight to 10 hours to fire. I just took this out of the kiln last week, and the kiln itself takes another day or two to cool down, but raku is really fast. You do it outside, and you take the kiln up to temperature. In 15 minutes, it goes to 1,500 degrees, and as soon as you see that the glaze has melted inside, you can see that faint sheen, you turn the kiln off, and you reach in with these long metal tongs, you grab the pot, and in Japan, this red-hot pot would be immediately immersed in a solution of green tea, and you can imagine what that steam would smell like. But here in the United States, we ramp up the drama a little bit, and we drop our pots into sawdust, which catches on fire, and you take a garbage pail, and you put it on top, and smoke starts pouring out. I would come home with my clothes reeking of woodsmoke.
Ο λόγος που μου αρέσει το ρακού είναι επειδή μου επιτρέπει να παίζω με τα στοιχεία της φύσης. Μπορώ να φτιάξω το σχήμα του δοχείου απ' τον πηλό, μπορώ να διαλέξω το σμάλτο του, αλλά μετά πρέπει να το αφήσω στη φωτιά και στον καπνό. Οι εκπλήξεις που προκύπτουν είναι εξαίσιες όπως αυτό το σχέδιο ρωγμών. Η διαδικασία είναι πολύ έντονη για το υλικό των δοχείων. Από τους 1.500 βαθμούς σε θερμοκρασία δωματίου μέσα σε μόνον ένα λεπτό της ώρας.
I love raku because it allows me to play with the elements. I can shape a pot out of clay and choose a glaze, but then I have to let it go to the fire and the smoke, and what's wonderful is the surprises that happen, like this crackle pattern, because it's really stressful on these pots. They go from 1,500 degrees to room temperature in the space of just a minute.
Το ρακού είναι μια θαυμάσια μεταφορά για τη διαδικασία της δημιουργικότητας. Σε πολλά πράγματα η ένταση ανάμεσα σ' αυτά που μπορώ να ελέγξω και σ' αυτά που πρέπει να αφήσω είναι κάτι καθημερινό, είτε κάνω μια νέα εκπομπή για το ραδιόφωνο είτε είμαι σπίτι και διαπραγματεύομαι με τους έφηβους γιους μου.
Raku is a wonderful metaphor for the process of creativity. I find in so many things that tension between what I can control and what I have to let go happens all the time, whether I'm creating a new radio show or just at home negotiating with my teenage sons.
Όταν κάθισα να γράψω ένα βιβλίο για τη δημιουργικότητα συνειδητοποίησα ότι η σειρά αυτών των βημάτων έχει αντιστραφεί. Έπρεπε να αφήσω πολλά πράγματα εκτός του ελέγχου μου από την αρχή και να βυθιστώ στις ιστορίες εκατοντάδων καλλιτεχνών και συγγραφέων και μουσικών και σκηνοθετών. Καθώς άκουγα τις ιστορίες τους, συνειδητοποίησα ότι η δημιουργικότητα πηγάζει από τις καθημερινές εμπειρίες μας πολύ πιο συχνά απ' όσο αντιλαμβανόμαστε, όπως ακριβώς το να αφήνεις κάτι εκτός του ελέγχου σου. Θα' πρεπε να σπάσει κανονικά, αλλά εντάξει. (Γέλια) Είναι κι αυτό μέσα στο παιχνίδι του να αφήνεις, άλλοτε γίνεται όπως θες κι άλλοτε όχι, καθώς η δημιουργικότητα μπορεί να προκύψει και από κάτι που έσπασε.
When I sat down to write a book about creativity, I realized that the steps were reversed. I had to let go at the very beginning, and I had to immerse myself in the stories of hundreds of artists and writers and musicians and filmmakers, and as I listened to these stories, I realized that creativity grows out of everyday experiences more often than you might think, including letting go. It was supposed to break, but that's okay. (Laughter) (Laughs) That's part of the letting go, is sometimes it happens and sometimes it doesn't, because creativity also grows from the broken places.
Ο καλύτερος τρόπος να μάθεις για το οτιδήποτε είναι μέσα απ' τις ιστορίες, κι έτσι, θα σας πω κι εγώ μια ιστορία σχετικά με τη δουλειά και το παιχνίδι και σχετικά με τέσσερις πτυχές της ζωής που πρέπει να υιοθετήσουμε προκειμένου να ανθίσει και η δική μας δημιουργικότητα. Το πρώτο είναι κάτι που θεωρούμε ότι είναι πολύ εύκολο αλλά γίνεται ουσιαστικά δυσκολότερο και δεν είναι άλλο απ' το να δίνουμε προσοχή στον κόσμο γύρω μας. Πολλοί καλλιτέχνες μιλούν για την ανάγκη να είμαστε ανοικτοί, να αγκαλιάζουμε τις εμπειρίες και αυτό είναι δύσκολο όταν έχεις ένα φωτεινό τετραγωνάκι στην τσέπη σου που τραβάει όλην την προσοχή σου.
The best way to learn about anything is through stories, and so I want to tell you a story about work and play and about four aspects of life that we need to embrace in order for our own creativity to flourish. The first embrace is something that we think, "Oh, this is very easy," but it's actually getting harder, and that's paying attention to the world around us. So many artists speak about needing to be open, to embrace experience, and that's hard to do when you have a lighted rectangle in your pocket that takes all of your focus.
Η σκηνοθέτιδα Μίρα Νάιρ μιλά για το πώς είναι να μεγαλώνει κανείς σε μια μικρή πόλη στην Ινδία, την Μπουμπανεσβάρ. Να εδώ μια φωτογραφία ενός ναού στην πόλη της.
The filmmaker Mira Nair speaks about growing up in a small town in India. Its name is Bhubaneswar, and here's a picture of one of the temples in her town.
Μίρα Νάιρ: σ' αυτήν την μικρή πόλη υπήρχαν περίπου 2.000 ναοί. Παίζαμε συνέχεια κρίκετ. Μεγαλώσαμε σχεδόν μέσα στα συντρίμμια. Το σπουδαιότερο πράγμα που με ενέπνευσε και με οδήγησε σ' αυτό το μονοπάτι και με έκανε τελικά σκηνοθέτιδα ήταν ο περιοδεύων παραδοσιακός θίασος που πέρναγε απ' την πόλη. Πήγαινα και έβλεπα τις παραστάσεις με τις μάχες του κακού και του καλού που έπαιζαν δυο άνθρωποι στην αυλή του σχολείου χωρίς καθόλου σκηνικά στοιχεία, μα με πολύ πάθος, αλλά και χασίς, και ήταν εντυπωσιακό. Ξέρετε, τις παραδοσιακές ιστορίες Μαχαμπαράτα και Ραμαγιάνα, τα δυο ιερά βιβλία, τα έπη που λένε ότι όλα προέρχονται απ' την Ινδία. Όταν είδα αυτό το Τζάτρα, το παραδοσιακό θέατρο, ήξερα ότι ήθελα να συμμετάσχω και να παρουσιάσω, να σκηνοθετήσω.
Mira Nair: In this little town, there were like 2,000 temples. We played cricket all the time. We kind of grew up in the rubble. The major thing that inspired me, that led me on this path, that made me a filmmaker eventually, was traveling folk theater that would come through the town and I would go off and see these great battles of good and evil by two people in a school field with no props but with a lot of, you know, passion, and hashish as well, and it was amazing. You know, the folk tales of Mahabharata and Ramayana, the two holy books, the epics that everything comes out of in India, they say. After seeing that Jatra, the folk theater, I knew I wanted to get on, you know, and perform.
Τζούλι Μπέρστιν: Δεν είναι εξαιρετική αυτή η ιστορία; Μπορούμε να δούμε την τομή στην καθημερινότητα. Βρίσκονται στην αυλή του σχολείου, αλλά είναι το καλό και το κακό και το πάθος και το χασίς. Η Μίρα Νάιρ ήταν ένα μικρό κορίτσι μαζί με εκατοντάδες άλλους που παρακολουθούσαν την παράσταση αλλά εκείνη ήταν έτοιμη. Έτοιμη να ανοιχτεί σ' αυτό που άστραψε μια σπίθα μέσα της και την οδήγησε, όπως είπε, στο μονοπάτι να σκηνοθετήσει ταινίες και να βραβευθεί για τη δουλειά της. Έτσι, λοιπόν, το να είναι ανοικτός σε μια εμπειρία που μπορεί να τον αλλάξει είναι το πρώτο πράγμα που πρέπει κανείς να υιοθετήσει.
Julie Burstein: Isn't that a wonderful story? You can see the sort of break in the everyday. There they are in the school fields, but it's good and evil, and passion and hashish. And Mira Nair was a young girl with thousands of other people watching this performance, but she was ready. She was ready to open up to what it sparked in her, and it led her, as she said, down this path to become an award-winning filmmaker. So being open for that experience that might change you is the first thing we need to embrace.
Οι καλλιτέχνες λένε επίσης ότι πολλά απ' τα πιο δυνατά έργα τους προκύπτουν από τα τμήματα εκείνα της ζωής που είναι τα πιο δύσκολα. Ο συγγραφέας Ρίτσαρντ Φορντ μιλά για μια πρόκληση της παιδικής του ηλικίας με την οποία ακόμη και σήμερα παλεύει. Έχει σοβαρή δυσλεξία.
Artists also speak about how some of their most powerful work comes out of the parts of life that are most difficult. The novelist Richard Ford speaks about a childhood challenge that continues to be something he wrestles with today. He's severely dyslexic.
Ρίτσαρντ Φορντ: Δυσκολεύτηκα πολύ να μάθω ανάγνωση, όλα τα χρόνια του σχολείου διάβαζα το ελάχιστο δυνατό και μέχρι σήμερα διαβάζω το ίδιο αργά είτε διαβάζω από μέσα μου, είτε δυνατά. Αλλά για μένα η δυσλεξία έχει πολλά πλεονεκτήματα. Γιατί όταν τελικά συμφιλιώθηκα με την αργή ταχύτητα με την οποία ήμουν αναγκασμένος να διαβάζω, νομίζω ότι σιγά σιγά εκτίμησα όλες τις ιδιότητες της γλώσσας και των προτάσεων που δεν είναι μόνον οι γνωστικές πτυχές της. Οι συγκοπές, οι ήχοι των λέξεων, η όψη των λέξεων, το σημείο αλλαγής των παραγράφων, το σημείο αλλαγής των αράδων. Η δυσλεξία μου δεν ήταν τόσο σοβαρή ώστε να μην μπορώ να διαβάσω. Απλώς έπρεπε να διαβάζω αργά και έτσι, καθυστερώντας σ' αυτές τις προτάσεις όσο μου χρειαζόταν, αναγκαστικά πρόσεξα τις άλλες ιδιότητες της γλώσσας, γεγονός που με βοήθησε να γράφω προτάσεις.
Richard Ford: I was slow to learn to read, went all the way through school not really reading more than the minimum, and still to this day can't read silently much faster than I can read aloud, but there were a lot of benefits to being dyslexic for me because when I finally did reconcile myself to how slow I was going to have to do it, then I think I came very slowly into an appreciation of all of those qualities of language and of sentences that are not just the cognitive aspects of language: the syncopations, the sounds of words, what words look like, where paragraphs break, where lines break. I mean, I wasn't so badly dyslexic that I was disabled from reading. I just had to do it really slowly, and as I did, lingering on those sentences as I had to linger, I fell heir to language's other qualities, which I think has helped me write sentences.
Τζ. Μπ.: Τόσο δυνατή μαρτυρία. Ο Ρίτσαρντ Φορντ που κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ λέει ότι η δυσλεξία τον βοήθησε να γράφει προτάσεις. Αναγκάστηκε να υιοθετήσει αυτήν την πρόκληση, και χρησιμοποιώ αυτή τη λέξη επίτηδες. Δεν χρειάστηκε να την ξεπεράσει αλλά να μάθει απ' τη δυσλεξία. Έπρεπε να μάθει να ακούει τη μουσική της γλώσσας.
JB: It's so powerful. Richard Ford, who's won the Pulitzer Prize, says that dyslexia helped him write sentences. He had to embrace this challenge, and I use that word intentionally. He didn't have to overcome dyslexia. He had to learn from it. He had to learn to hear the music in language.
Οι καλλιτέχνες λένε επίσης ότι το να φθάνεις και να ξεπερνάς τα όρια του τι μπορείς να κάνεις, μερικές φορές μάλιστα αγγίζοντας αυτό που δεν μπορείς, τους βοηθά να εστιάζουν στην προσπάθεια ανεύρεσης της δικής τους φωνής. Ο γλύπτης Ρίτσαρντ Σέρα μας μιλά για το πώς, ως νεαρός καλλιτέχνης, νόμιζε ότι ήταν ζωγράφος και μετά τα μεταπτυχιακά του ζούσε στην Φλωρεντία. Από εκεί ταξίδεψε στη Μαδρίτη, όπου επισκέφθηκε το μουσείο του Πράδο και είδε αυτό το έργο του ισπανού ζωγράφου Ντιέγκο Βελάθκεθ. Είναι του 1656, λέγεται "Οι δεσποινίδες των τιμών" (Las Meninas) και απεικονίζει μια μικρή πριγκίπισσα και την ακολουθία της. Αν κοιτάξουμε πίσω απ' την ξανθή ινφάντα, θα δούμε έναν καθρέπτη όπου αντικατοπτρίζονται οι γονείς της, ο Βασιλιάς και η Βασίλισσα της Ισπανίας οι οποίοι κανονικά θα έπρεπε να στέκονται εκεί που στεκόμαστε εμείς που κοιτάμε την εικόνα. Όπως έκανε συχνά, ο Βελάθκεθ βάζει και τον εαυτό του στον πίνακα. Στέκεται στα αριστερά με το πινέλο στο ένα χέρι και την παλέτα στο άλλο.
Artists also speak about how pushing up against the limits of what they can do, sometimes pushing into what they can't do, helps them focus on finding their own voice. The sculptor Richard Serra talks about how, as a young artist, he thought he was a painter, and he lived in Florence after graduate school. While he was there, he traveled to Madrid, where he went to the Prado to see this picture by the Spanish painter Diego Velázquez. It's from 1656, and it's called "Las Meninas," and it's the picture of a little princess and her ladies-in-waiting, and if you look over that little blonde princess's shoulder, you'll see a mirror, and reflected in it are her parents, the King and Queen of Spain, who would be standing where you might stand to look at the picture. As he often did, Velázquez put himself in this painting too. He's standing on the left with his paintbrush in one hand and his palette in the other.
Ρίτσαρντ Σέρα: Στεκόμουν εκεί και κοίταζα και συνειδητοποίησα ότι ο Βελάθκεθ με κοίταζε και σκέφτηκα, "Α! Είμαι το θέμα του πίνακα". Σκέφτηκα και κάτι άλλο, ότι δεν θα ήμουν ικανός να φτιάξω εγώ αυτόν τον πίνακα. Βρισκόμουν σ' ένα σημείο όπου χρησιμοποιούσα χρονόμετρο προκειμένου να ζωγραφίζω ακανόνιστα τετράγωνα και δεν σημείωνα πρόοδο. Κι έτσι, λοιπόν, γύρισα και πέταξα όλους τους πίνακές μου στον ποταμό Άρνο και σκέφτηκα να δοκιμάσω απ' την αρχή.
Richard Serra: I was standing there looking at it, and I realized that Velázquez was looking at me, and I thought, "Oh. I'm the subject of the painting." And I thought, "I'm not going to be able to do that painting." I was to the point where I was using a stopwatch and painting squares out of randomness, and I wasn't getting anywhere. So I went back and dumped all my paintings in the Arno, and I thought, I'm going to just start playing around.
Τζ. Μπ.: Ο Ρίτσαρντ Σέρα το λέει αυτό τόσο ψύχραιμα ώστε νομίζει κανείς ότι τρελάθηκε. Πήγε και είδε έναν πίνακα κάποιου που έχει πεθάνει εδώ και 300 χρόνια και είπε μέσα του, "Δεν μπορώ να το κάνω εγώ αυτό" κι έτσι γύρισε στο ατελιέ του στη Φλωρεντία, μάζεψε όλα τα έργα που είχε φτιάξει έως τότε και τα πέταξε στο ποτάμι. Ο Ρίτσαρντ Σέρα άφησε τη ζωγραφική εκείνη τη στιγμή αλλά δεν εγκατέλειψε την τέχνη. Μετακόμισε στη Νέα Υόρκη και έγραψε έναν κατάλογο ρημάτων - τυλίγω, τσαλακώνω, διπλώνω - πάνω από εκατό, και όπως λέει, άρχισε να τα δοκιμάζει ένα-ένα με διάφορα υλικά. Πήρε ένα τεράστιο φύλλο μολύβδου και το τύλιξε και το ξετύλιξε. Το ίδιο έκανε και με λάστιχο, και όταν έφτασε στο "σηκώνω" δημιούργησε αυτό που βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης. Ο Ρίτσαρντ Σέρα έπρεπε να αφήσει τη ζωγραφική προκειμένου να ξεκινήσει την παιγνιώδη εξερεύνηση που τον οδήγησε στη δουλειά για την οποία είναι σήμερα γνωστός: τις τεράστιες καμπύλες ατσαλιού που απαιτούν χρόνο και κίνηση για να γευτούμε την εμπειρία τους. Στη γλυπτική ο Ρίτσαρντ Σέρα μπορεί να κάνει αυτό που δεν μπορούσε στη ζωγραφική. Μετατρέπει εμάς στο θέμα της τέχνης του. Κι έτσι η εμπειρία και η πρόκληση και οι περιορισμοί είναι όλα στοιχεία που πρέπει να υιοθετήσουμε προκειμένου να ανθίσει η δημιουργικότητα.
JB: Richard Serra says that so nonchalantly, you might have missed it. He went and saw this painting by a guy who'd been dead for 300 years, and realized, "I can't do that," and so Richard Serra went back to his studio in Florence, picked up all of his work up to that point, and threw it in a river. Richard Serra let go of painting at that moment, but he didn't let go of art. He moved to New York City, and he put together a list of verbs — to roll, to crease, to fold — more than a hundred of them, and as he said, he just started playing around. He did these things to all kinds of material. He would take a huge sheet of lead and roll it up and unroll it. He would do the same thing to rubber, and when he got to the direction "to lift," he created this, which is in the Museum of Modern Art. Richard Serra had to let go of painting in order to embark on this playful exploration that led him to the work that he's known for today: huge curves of steel that require our time and motion to experience. In sculpture, Richard Serra is able to do what he couldn't do in painting. He makes us the subject of his art. So experience and challenge and limitations are all things we need to embrace for creativity to flourish.
Υπάρχει κι ένα τέταρτο στοιχείο κι αυτό είναι το πιο δύσκολο. Είναι η υιοθέτηση της απώλειας, η πιο παλιά και η πιο διαρκής απ' τις ανθρώπινες εμπειρίες. Προκειμένου να δημιουργήσουμε, πρέπει να σταθούμε στον χώρο ανάμεσα σε αυτό που βλέπουμε στον κόσμο και σε εκείνο που ελπίζουμε, κοιτάζοντας κατάματα την απόρριψη, τη θλίψη, τον πόλεμο, τον θάνατο. Είναι πολύ δύσκολο να σταθούμε σ' αυτόν τον χώρο. Ο εκπαιδευτικός Πάρκερ Πάλμερ τον ονομάζει "το τραγικό κενό". Τραγικό όχι επειδή είναι θλιβερό αλλά επειδή είναι αναπόδραστο και όπως λέει ο φίλος μου Ντικ Νοντέλ, "Μπορείς να κρατήσεις αυτήν την ένταση σαν χορδή βιολιού και να δημιουργήσεις κάτι όμορφο".
There's a fourth embrace, and it's the hardest. It's the embrace of loss, the oldest and most constant of human experiences. In order to create, we have to stand in that space between what we see in the world and what we hope for, looking squarely at rejection, at heartbreak, at war, at death. That's a tough space to stand in. The educator Parker Palmer calls it "the tragic gap," tragic not because it's sad but because it's inevitable, and my friend Dick Nodel likes to say, "You can hold that tension like a violin string and make something beautiful."
Η ένταση αυτή αντηχεί στη δουλειά του φωτογράφου Τζόελ Μάιεροβιτς, ο οποίος στην αρχή της καριέρας του έγινε γνωστός ως φωτογράφος του δρόμου γιατί μπορούσε να συλλάβει τη στιγμή στον δρόμο κι επίσης για τις όμορφες φωτογραφίες τοπίων του - φωτογραφίες απ' την Τοσκάνη, απ' το Ακρωτήριο Κοντ, φωτογραφίες φωτός. Ο Τζόελ είναι από τη Νέα Υόρκη και το στούντιό του για πολλά χρόνια ήταν στην περιοχή Τσέλσι, με θέα όλο το κέντρο κατευθείαν έως τους δίδυμους πύργους του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου. Είχε φωτογραφίσει αυτά τα κτίρια με κάθε είδους φωτισμό. Ξέρετε πώς πάει η ιστορία στη συνέχεια. Την 11η Σεπτεμβρίου ο Τζόελ δεν ήταν στη Νέα Υόρκη. Γύρισε βιαστικά πίσω και έτρεξε στον τόπο της καταστροφής.
That tension resonates in the work of the photographer Joel Meyerowitz, who at the beginning of his career was known for his street photography, for capturing a moment on the street, and also for his beautiful photographs of landscapes -- of Tuscany, of Cape Cod, of light. Joel is a New Yorker, and his studio for many years was in Chelsea, with a straight view downtown to the World Trade Center, and he photographed those buildings in every sort of light. You know where this story goes. On 9/11, Joel wasn't in New York. He was out of town, but he raced back to the city, and raced down to the site of the destruction.
Τζόελ Μάιεροβιτς: Και όπως όλοι οι άλλοι περαστικοί, στάθηκα έξω απ' το συρμάτινο διαχωριστικό. Έβλεπα μόνο καπνό και λίγα συντρίμμια κι έτσι σήκωσα τη φωτογραφική μου μηχανή να ρίξω μια ματιά, να δω εάν υπήρχε κάτι να δει κανείς. Τότε μια αστυνομικός με χτύπησε στον ώμο και είπε, "Όχι φωτογραφίες!". Τόσο δυνατό ήταν αυτό το χτύπημα, σαν να με ξύπνησε, με τρόπο που ήταν, φαντάζομαι, γραφτό. Όταν τη ρώτησα γιατί απαγορεύονται οι φωτογραφίες, μου απάντησε, "Είναι σκηνή εγκλήματος. Απαγορεύεται". Τότε εγώ τη ρώτησα, "Κι αν ήμουν δημοσιογράφος;" Κι εκείνη μου απάντησε, "Κοίτα πίσω σου". Ένα τετράγωνο πιο πίσω ήταν οι δημοσιογράφοι περιορισμένοι σε έναν περιφραγμένο χώρο. "Πότε θα περάσουν μέσα;" τη ρώτησα, "Μάλλον ποτέ", μου είπε εκείνη. Καθώς έφευγα από εκεί, συνειδητοποίησα, πολύ πιθανόν απ' το χτύπημα, καθώς ήταν και κάπως προσβλητικό, "Αν δεν υπάρξουν φωτογραφίες, δεν θα υπάρξει καταγραφή. Και πρέπει να υπάρξει." Σκέφτηκα, "θα κάνω εγώ αυτήν την καταγραφή. Θα βρω τρόπο να μπω μέσα γιατί δεν θέλω να δω την ιστορία να εξαφανίζεται".
Joel Meyerowitz: And like all the other passersby, I stood outside the chain link fence on Chambers and Greenwich, and all I could see was the smoke and a little bit of rubble, and I raised my camera to take a peek, just to see if there was something to see, and some cop, a lady cop, hit me on my shoulder, and said, "Hey, no pictures!" And it was such a blow that it woke me up, in the way that it was meant to be, I guess. And when I asked her why no pictures, she said, "It's a crime scene. No photographs allowed." And I asked her, "What would happen if I was a member of the press?" And she told me, "Oh, look back there," and back a block was the press corps tied up in a little penned-in area, and I said, "Well, when do they go in?" and she said, "Probably never." And as I walked away from that, I had this crystallization, probably from the blow, because it was an insult in a way. I thought, "Oh, if there's no pictures, then there'll be no record. We need a record." And I thought, "I'm gonna make that record. I'll find a way to get in, because I don't want to see this history disappear."
Τζ. Μπ.: Έτσι έγινε. Ζήτησε ό,τι χάρη μπορούσε να ζητήσει και βρήκε τρόπο να μπει στον χώρο του Παγκοσμίου Κέντρου Εμπορίου, όπου έβγαζε φωτογραφίες σχεδόν κάθε μέρα επί εννέα μήνες. Οι φωτογραφίες αυτές σήμερα μου φέρνουν στο μυαλό τη μυρωδιά του καπνού που είχε κολλήσει στα ρούχα μου μέχρι το βράδυ που γύρισα σπίτι. Το γραφείο μου ήταν λίγα τετράγωνα μακριά από εκεί. Μερικές απ' αυτές τις φωτογραφίες είναι όμορφες, μάλιστα. Αναρωτιόμαστε, όμως: ήταν δύσκολο για τον Τζόελ Μάιεροβιτς να βγάλει τέτοια ομορφιά μέσα από τόση καταστροφή;
JB: He did. He pulled in every favor he could, and got a pass into the World Trade Center site, where he photographed for nine months almost every day. Looking at these photographs today brings back the smell of smoke that lingered on my clothes when I went home to my family at night. My office was just a few blocks away. But some of these photographs are beautiful, and we wondered, was it difficult for Joel Meyerowitz to make such beauty out of such devastation?
Τζ. Μπ.: Ήταν άσχημα, ξέρετε και τραγικά και τρομερά και όλα αυτά μαζί αλλά απ' την άλλη μεριά υπήρχε, όπως συμβαίνει στη φύση, ένα τεράστιο γεγονός που μετασχηματίστηκε σ' αυτά τα κατάλοιπα και όπως πολλά άλλα ερείπια - επισκεπτόμαστε τα ερείπια του Κολοσσαίου ή κάποιου καθεδρικού - αποκτούν άλλο νόημα όταν το βλέμμα σου είναι στραμμένο στον καιρό. Εννοώ ότι, υπήρξαν απομεσήμερα που ήμουν εκεί, το φως ήταν ροζ και είχε μια ελαφριά ομίχλη. Στεκόμουν πάνω στα συντρίμμια και συνειδητοποίησα ότι αναγνώριζα τόσο την εγγενή ομορφιά της φύσης όσο και το γεγονός ότι η φύση, όπως ακριβώς και ο χρόνος, έσβηναν την πληγή. Ο χρόνος δεν σταματά και μεταμορφώνει το γεγονός. Το οποίο απομακρύνεται μέρα με τη μέρα και το φως και οι εποχές το απαλύνουν με κάποιο τρόπο. Δεν τα βλέπω έτσι επειδή είμαι ρομαντικός. Αντίθετα είμαι ρεαλιστής. Η πραγματικότητα είναι ότι το κτίριο Γούλγουορθ είναι τυλιγμένο σ' ένα πέπλο καπνού αλλά τώρα είναι σαν τούλι σε μια θεατρική σκηνή και γίνεται ροζ. Από κάτω είναι σωλήνες και ψεκάζουν. Έχουν ανάψει τα φώτα για το βράδυ και το νερό γίνεται στο χρώμα πράσινο σαν οξύ απ' τους λαμπτήρες νατρίου. Κι εγώ σκέφτομαι: Θεέ μου, ποιος θα μπορούσε να το ονειρευτεί αυτό;" Το γεγονός είναι ότι είμαι εκεί, και το θέαμα είναι αυτό και πρέπει να το φωτογραφίσω.
JM: Well, you know, ugly, I mean, powerful and tragic and horrific and everything, but it was also as, in nature, an enormous event that was transformed after the fact into this residue, and like many other ruins — you go to the ruins of the Colosseum or the ruins of a cathedral someplace — and they take on a new meaning when you watch the weather. I mean, there were afternoons I was down there, and the light goes pink and there's a mist in the air and you're standing in the rubble, and I found myself recognizing both the inherent beauty of nature and the fact that nature, as time, is erasing this wound. Time is unstoppable, and it transforms the event. It gets further and further away from the day, and light and seasons temper it in some way, and it's not that I'm a romantic. I'm really a realist. The reality is, there's the Woolworth Building in a veil of smoke from the site, but it's now like a scrim across a theater, and it's turning pink, you know, and down below there are hoses spraying, and the lights have come on for the evening, and the water is turning acid green because the sodium lamps are on, and I'm thinking, "My God, who could dream this up?" But the fact is, I'm there, it looks like that, you have to take a picture.
Τζ. Μπ.: Πρέπει να φωτογραφίσει. Αυτή η αίσθηση της επιτακτικότητας της ανάγκης να δουλέψει είναι τόσο ισχυρή στην ιστορία του Τζόελ. Όταν συναντήθηκα με τον Τζόελ Μάιεροβιτς πρόσφατα, του είπα πόσο θαυμάζω το παθιασμένο πείσμα του, την αποφασιστικότητά του να ξεπεράσει όλη την γραφειοκρατία προκειμένου να κάνει τη δουλειά του. Εκείνος γέλασε και είπε, "Είμαι πεισματάρης, ναι, αλλά πιο σημαντική είναι η παθιασμένη αισιοδοξία μου".
JB: You have to take a picture. That sense of urgency, of the need to get to work, is so powerful in Joel's story. When I saw Joel Meyerowitz recently, I told him how much I admired his passionate obstinacy, his determination to push through all the bureaucratic red tape to get to work, and he laughed, and he said, "I'm stubborn, but I think what's more important is my passionate optimism."
Την πρώτη φορά που είπα αυτές τις ιστορίες, σήκωσε το χέρι του ένας άνδρας απ' το ακροατήριο και είπε, "Όλοι αυτοί οι καλλιτέχνες μιλούν για τη δουλειά τους, όχι για την ίδια την τέχνη κι αυτό μ' έκανε να σκέφτομαι κι εγώ τη δική μου τη δουλειά και τη δημιουργικότητα ενώ εγώ δεν είμαι καλλιτέχνης". Έχει δίκιο. Όλοι μας παλεύουμε με τις εμπειρίες μας και τις προκλήσεις μας, τα όρια και τις απώλειές μας. Η δημιουργικότητα είναι απαραίτητη σε όλους μας. Είτε είμαστε επιστήμονες, είτε δάσκαλοι, γονείς ή επιχειρηματίες.
The first time I told these stories, a man in the audience raised his hand and said, "All these artists talk about their work, not their art, which has got me thinking about my work and where the creativity is there, and I'm not an artist." He's right. We all wrestle with experience and challenge, limits and loss. Creativity is essential to all of us, whether we're scientists or teachers, parents or entrepreneurs.
Θα ήθελα να σας αφήσω με μια ακόμη εικόνα ενός γιαπωνέζικου μπολ τσαγιού. Βρίσκεται στην Πινακοθήκη Φριρ στην Ουάσιγκτον. Είναι πάνω από 100 ετών και φαίνονται ακόμη επάνω του τα δακτυλικά αποτυπώματα του αγγειοπλάστη που το έπλασε. Όπως, όμως, βλέπετε, αυτό το μπολ έσπασε κάποια στιγμή μέσα σ' αυτά τα 100 χρόνια. Εκείνος που το ξανακόλλησε, αντί να κρύψει τις ρωγμές, αποφάσισε να τις τονίσει χρησιμοποιώντας χρυσό βερνίκι για την επισκευή. Το μπολ είναι τώρα πιο όμορφο, αφού έσπασε δηλαδή, σε σχέση με την αρχική του κατασκευή. Κι εμείς βλέπουμε αυτές τις ρωγμές επειδή λένε την ιστορία που ζούμε όλοι μας, τον κύκλο δημιουργώ και καταστρέφω, ελέγχω και αφήνω, μαζεύω τα κομμάτια και φτιάχνω κάτι καινούριο. Σας ευχαριστώ. (Χειροκρότημα)
I want to leave you with another image of a Japanese tea bowl. This one is at the Freer Gallery in Washington, D.C. It's more than a hundred years old and you can still see the fingermarks where the potter pinched it. But as you can also see, this one did break at some point in its hundred years. But the person who put it back together, instead of hiding the cracks, decided to emphasize them, using gold lacquer to repair it. This bowl is more beautiful now, having been broken, than it was when it was first made, and we can look at those cracks, because they tell the story that we all live, of the cycle of creation and destruction, of control and letting go, of picking up the pieces and making something new. Thank you. (Applause)