Είμαι δημοσιογράφος και είμαι και μετανάστης. Και αυτές οι δύο ιδιότητές μου με προσδιορίζουν. Γεννήθηκα στο Μεξικό, αλλά πέρασα πάνω από τη μισή ζωή μου ως δημοσιογράφος στις ΗΠΑ, μια χώρα που δημιουργήθηκε μόνο από μετανάστες. Και ως ρεπόρτερ, και ως αλλοδαπός, έχω καταλάβει ότι η ουδετερότητα, η ησυχία και ο φόβος δεν είναι οι καλύτερες επιλογές, ούτε για τη δημοσιογραφία, ούτε για τη ζωή. Η ουδετερότητα πολλές φορές είναι μια δικαιολογία που χρησιμοποιούμε οι δημοσιογράφοι για να κρύψουμε τη δική μας πραγματική ευθύνη.
I'm a journalist, and I'm an immigrant. And these two conditions define me. I was born in Mexico, but I've spent more than half my life reporting in the United States, a country which was itself created by immigrants. As a reporter and as a foreigner, I've learned that neutrality, silence and fear aren't the best options -- not in journalism, nor in life. Neutrality is often an excuse that we journalists use to hide from our true responsibility.
Και ποια είναι αυτή η ευθύνη; Να θέτουμε ερωτήματα, και να πιέζουμε τους έχοντες την εξουσία. Αυτό είναι η δημοσιογραφία. Αυτό είναι το μεγάλο θαύμα της δημοσιογραφίας: να θέτουμε πιεστικά ερωτήματα στους ισχυρούς. Φυσικά και έχουμε την υποχρέωση να αναφέρουμε τα γεγονότα ως έχουν, όχι όπως θα θέλαμε να είναι. Υπ' αυτή την έννοια, είμαστε σε συμφωνία με την αρχή της αντικειμενικότητας. Αν ένα σπίτι είναι μπλε, θα πω ότι είναι μπλε. Αν υπάρχουν ένα εκατομμύριο άνεργοι, θα γράψω ένα εκατομμύριο. Επειδή η ουδετερότητα δεν θα με οδηγήσει κατ' ανάγκην προς την αλήθεια. Αν και είναι βαριά ευθύνη, και εγώ σας παρουσιάζω τις δύο πλευρές μιας είδησης, των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικάνων, των φιλελεύθερων και των συντηρητικών, κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, τελικά, αυτό δεν εγγυάται ούτε σε μένα ούτε σε εσάς ότι πρόκειται να ξέρουμε τι είναι αλήθεια και τι δεν είναι. Η ζωή είναι αρκετά πιο πολύπλοκη. Και θεωρώ ότι η δημοσιογραφία πρέπει να αποδίδει ακριβώς αυτή την πολυπλοκότητα.
What is that responsibility? It is to question and to challenge those in positions of power. That's what journalism is for. That's the beauty of journalism: to question and challenge the powerful. Of course, we have the obligation to report reality as it is, not how we would like it to be. In that sense, I agree with the principle of objectivity: if a house is blue, I say that it's blue. If there are a million unemployed people, I say there are a million. But neutrality won't necessarily lead me to the truth. Even if I'm unequivocally scrupulous, and I present both sides of a news item -- the Democratic and the Republican, the liberal and the conservative, the government's and the opposition's -- in the end, I have no guarantee, nor are any of us guaranteed that we'll know what's true and what's not true. Life is much more complicated, and I believe journalism should reflect that very complexity.
Επιτρέψτε μου να πω κάτι: αρνούμαι να γίνω μαγνητόφωνο. Δεν έγινα δημοσιογράφος για να κάνω το μαγνητόφωνο. Ωραία, ήδη ξέρω τι θα πουν: Κανείς δεν χρησιμοποιεί μαγνητόφωνο πλέον.
To be clear: I refuse to be a tape recorder. I didn't become a journalist to be a tape recorder. I know what you're going to say: no one uses tape recorders nowadays.
(Γέλια)
(Laughter)
Γι' αυτό, αρνούμαι να βγάλω το κινητό μου και να πατήσω το κουμπί της εγγραφής και να τεντώσω μπρος το χέρι μου σαν σε συναυλία, σαν φανατικός θαυμαστής σε συναυλία. Αυτό δεν είναι πραγματική δημοσιογραφία. Αντίθετα με ό,τι πιστεύουν πολλοί, οι δημοσιογράφοι, συνεχώς κάνουμε κρίσεις αξιολόγησης - κρίσεις ηθικές και δεοντολογικές. Και πάντα παίρνουμε αποφάσεις αποκλειστικά προσωπικές και εξαιρετικά υποκειμενικές.
In that case, I refuse to take out my cell phone and hit the record button and point it in front of me as if I were at a concert, like a fan at a concert. That is not true journalism. Contrary to what many people think, journalists are making value judgments all the time, ethical and moral judgments. And we're always making decisions that are exceedingly personal and extraordinarily subjective.
Για παράδειγμα: Τι θα γίνει αν πρέπει να καλύψεις μια δικτατορία όπως του Αουγούστο Πινοσέτ στη Χιλή, ή του Φιντέλ Κάστρο στην Κούβα; Θα γράψεις μόνο ότι θέλει ο στρατηγός και ο κομαντάντε, ή θα τους ζορίσεις; Τι θα γίνει αν μάθεις ότι στην χώρα σου, ή σε μια διπλανή χώρα, εξαφανίζονται μαθητές και εμφανίζονται ύποπτοι τάφοι, ή εξαφανίζονται εκατομμύρια από τον προϋπολογισμό και ως δια μαγείας εμφανίζονται πολυεκατομμυριούχοι πρώην πρόεδροι; Θα δώσεις μόνο την επίσημη εκδοχή; Ή, επίσης, τι θα γίνει αν αναλάβεις να καλύψεις τις προεδρικές εκλογές της πρώτης υπερδύναμης στη Γη, και ένας από τους υποψήφιους κάνει σχόλια ρατσιστικά, σεξιστικά, ή ξενοφοβικά; Έτυχε σε εμένα. Και θέλω να σας πω τι έκανα, αλλά πρώτα, επιτρέψτε μου να σας πω από πού κατάγομαι για να καταλάβετε ποια ήταν η αντίδρασή μου.
For example: What happens if you're called to cover a dictatorship, like Augusto Pinochet's regime in Chile or Fidel Castro's in Cuba? Are you going to report only what the general and commander want, or will you confront them? What happens if you find out that in your country or in the country next door, students are disappearing and hidden graves are appearing, or that millions of dollars are disappearing from the budget and that ex-presidents are magically now multimillionaires? Will you report only the official version? Or what happens if you're assigned to cover the presidential elections of the primary superpower, and one of the candidates makes comments that are racist, sexist and xenophobic? That happened to me. And I want to tell you what I did, but first, let me explain where I'm coming from, so you can understand my reaction.
Μεγάλωσα σε μια πόλη του Μεξικό. Είμαι ο μεγαλύτερος από πέντε αδέρφια. Και η αλήθεια είναι ότι δεν είχα αρκετά χρήματα για να πληρώσω για τα δίδακτρα του πανεπιστημίου, έτσι σπούδαζα το πρωί και δούλευα το απόγευμα. Και μετά από πολύ καιρό, μου έδωσαν μια δουλειά που πάντα έψαχνα: δημοσιογράφος στην τηλεόραση. Ήταν μια μεγάλη ευκαιρία. Αλλά στο τρίτο μου ρεπορτάζ, είχα την έμπνευση να κριτικάρω τον πρόεδρο, και να τον ρωτήσω για την έλλειψη δημοκρατίας στο Μεξικό - από το 1929 έως το 2000 στο Μεξικό οι εκλογές ήταν φτιαχτές. Ο κάθε απερχόμενος πρόεδρος όριζε τον διάδοχό του. Και αυτή δεν ήταν αληθινή δημοκρατία. Ως ιδέα μου φαινόταν εντελώς απαράδεκτη, αλλά στο αφεντικό μου -
I grew up in Mexico City, the oldest of five brothers, and our family simply couldn't afford to pay for all of our college tuition. So I studied in the morning, and worked in the afternoon. Eventually, I got the job I had always wanted: television reporter. It was a big opportunity. But as I was working on my third story, I ended up criticizing the president, and questioning the lack of democracy in Mexico. In Mexico, from 1929 to 2000, elections were always rigged; the incumbent president would hand-pick his successor. That's not true democracy. To me it seemed like a brilliant idea to expose the president, but to my boss --
(Γέλια)
(Laughter)
το αφεντικό μου δεν είχε την ίδια άποψη.
My boss didn't think it was such a great idea.
Εκείνη την εποχή υπήρχε λογοκρισία απευθείας από το Προεδρικό Μέγαρο προς τα μέσα ενημέρωσης, και το αφεντικό μου, που εκτός από επικεφαλής του προγράμματος που δούλευα, ήταν επίσης αρχηγός μιας ποδοσφαιρικής ομάδας, και πάντα υποπτευόμουν ότι τον ενδιέφεραν περισσότερο τα γκολ από τις ειδήσεις, λογόκρινε το ρεπορτάζ μου. Μου ζήτησε να το αλλάξω, του είπα όχι, και μετά έβαλε έναν άλλον δημοσιογράφο να γράψει αυτό που υποτίθεται ότι θα έγραφα εγώ. Δεν ήθελα να είμαι λογοκριμένος δημοσιογράφος.
At that time, the presidential office, Los Pinos, had issued a direct censor against the media. My boss, who, aside from being in charge of the show I worked for, was also in charge of a soccer team. I always suspected that he was more interested in goals than in the news. He censored my report. He asked me to change it, I said no, so he put another journalist on the story to write what I was supposed to say. I did not want to be a censored journalist.
Δεν ξέρω πού βρήκα δύναμη να γράψω την επιστολή παραίτησής μου, και έτσι στην ηλικία των 24 ετών -ήμουν μόνο 24- πήρα την πιο δύσκολη και υπερβατική απόφαση της ζωής μου. Όχι μόνο απαρνήθηκα την τηλεόραση, αλλά και αποφάσισα να φύγω από την πατρίδα μου. Πούλησα τον σκαραβαίο μου. Ήταν ένα κόκκινο σαραβαλάκι Φολκσβάγκεν. Πήρα κάποια χρήματα, και αποχαιρέτησα την οικογένεια, τους φίλους μου, τους γνωστούς μου, τα λημέρια μου -τις φιλενάδες μου-
I don't know where I found the strength, but I wrote my letter of resignation. And so at 24 years of age -- just 24 -- I made the most difficult and most transcendental decision of my life. Not only did I resign from television, but I had also decided to leave my country. I sold my car, a beat-up little red Volkswagen, came up with some money and said goodbye to my family, to my friends, to my streets,
(Γέλια)
to my favorite haunts -- to my tacos --
και αγόρασα εισιτήριο άνευ επιστροφής
(Laughter)
για το Λος Άντζελες της Καλιφόρνια. Έτσι έγινα ένας από τα 250 εκατομμύρια μετανάστες σε όλον τον κόσμο.
and I bought a one-way ticket to Los Angeles, California. And so I became one of the 250 million immigrants that exist in the world.
Ρωτήστε οποιονδήποτε μετανάστη για την πρώτη μέρα που έφτασε στη νέα του πατρίδα, και θα δείτε πώς θυμούνται κάθε λεπτομέρεια, σαν μια κινηματογραφική ταινία με μουσική υπόκρουση. Στην περίπτωσή μου, έφτασα στο Λος Άντζελες, ο ήλιος έδυε, και όλα μου τα υπάρχοντα -μια κιθάρα, μια βαλίτσα, και κάποια έγγραφα- μπορούσα να τα κουβαλήσω όλα με τα δυο μου χέρια. Εκείνη την αίσθηση απόλυτης ελευθερίας δεν την είχα ξανανιώσει. Επέζησα με τα λίγα που είχα. Πήρα μια βίζα για σπουδές, ήμουν φοιτητής, έτρωγα πολύ μαρούλι και ψωμί, γιατί δεν είχα άλλα λεφτά. Και τέλος το 1984, μου δόθηκε η πρώτη δουλειά ως δημοσιογράφος στην τηλεόραση στις Ηνωμένες Πολιτείες. Και το πρώτο πράγμα που πρόσεξα ήταν ότι οι συνάδελφοί μου στις ΗΠΑ ασκούσαν κριτική, και μάλιστα έντονη, στον τότε πρόεδρο Ρόναλντ Ρήγκαν, και δεν γινόταν απολύτως τίποτα. Κανείς δεν τους λογόκρινε. Και τότε είπα: (Αγγλικά) Τη λατρεύω αυτή τη χώρα!
Ask any immigrant about the first day they arrived in their new country, and you'll find that they remember absolutely everything, like it was a movie with background music. In my case, I arrived in Los Angeles, the sun was setting, and everything I owned -- a guitar, a suitcase and some documents -- I could carry all of it with my two hands. That feeling of absolute freedom, I haven't experienced since. And I survived with what little I had. I obtained a student visa; I was studying. I ate a lot of lettuce and bread, because that's all I had. Finally, in 1984, I landed my first job as a TV reporter in the United States. And the first thing I noticed was that in the US, my colleagues criticized -- and mercilessly -- then president Ronald Reagan, and absolutely nothing happened; no one censored them. And I thought: I love this country.
(Γέλια)
(Laughter)
(Χειροκρότημα)
(Applause)
Και πάνε πλέον πάνω από 30 χρόνια, που δημοσιογραφώ με απόλυτη ελευθερία, και έχω ίση μεταχείριση ασχέτως του ότι είμαι μετανάστης. Μέχρι που ξαφνικά, χρειάστηκε να καλύψω τις περασμένες προεδρικές εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες.
And that's how it's been for more than 30 years: reporting with total freedom, and being treated as an equal despite being an immigrant -- until, without warning, I was assigned to cover the recent US presidential election.
Στις 16 Ιουνίου του 2015, ένας υποψήφιος που τελικά θα γινόταν ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών είπε ότι οι Μεξικανοί μετανάστες ήταν εγκληματίες, διακινητές ναρκωτικών, και βιαστές. Κι εγώ κατάλαβα ότι έλεγε ψέμματα. Κατάλαβα ότι έκανε λάθος για έναν απλό λόγο: είμαι Μεξικανός μετανάστης κι εμείς δεν είμαστε τέτοιοι. Συνεπώς, έκανα ό,τι θα έκανε κάθε δημοσιογράφος: του έγραψα μια χειρόγραφη επιστολή, αιτήθηκα ακρόαση, και απέστειλα την επιστολή στον πύργο του στη Νέα Υόρκη.
On June 16, 2015, a candidate who would eventually become the president of the United States said that Mexican immigrants were criminals, drug traffickers and rapists. And I knew that he was lying. I knew he was wrong for one very simple reason: I'm a Mexican immigrant. And we're not like that. So I did what any other reporter would have done: I wrote him a letter by hand requesting an interview, and I sent it to his Tower in New York.
Την επόμενη μέρα, ήμουν ήδη στο γραφείο και ξαφνικά άρχισα να λαμβάνω εκατοντάδες κλήσεις και μηνύματα στο κινητό μου τηλέφωνο, το ένα πιο προσβλητικό από το άλλο. Δεν ήξερα τι συνέβαινε μέχρι που ήρθε στο γραφείο ένας φίλος και μου είπε: «Δημοσίευσαν στο ίντερνετ τον αριθμό του κινητού σου». Πραγματικά το είχαν κάνει. Αυτό είναι το γράμμα που έστειλαν και όπου έβαλαν το κινητό. Μην μπαίνετε στον κόπο να το γράψετε, γιατί ήδη το άλλαξα.
The next day I was at work, and I suddenly began to receive hundreds of calls and texts on my cell phone, some more insulting than others. I didn't know what was happening until my friend came into my office and said, "They published your cell number online." They actually did that. Here's the letter they sent where they gave out my number. Don't bother writing it down, OK? I already changed it.
(Γέλια)
(Laughter)
Αλλά έμαθα δύο πράγματα. Το πρώτο είναι ό,τι ποτέ, ποτέ, μα ποτέ, να μην δίνω τον αριθμό του κινητού στον Ντόναλντ Τραμπ.
But I learned two things. The first one is that you should never, never, ever give your cell number to Donald Trump.
(Γέλια)
(Laughter)
(Χειροκρότημα)
(Applause)
Και το δεύτερο μάθημα ήταν ότι έπρεπε να σταματήσω να είμαι ουδέτερος εκείνη την ίδια στιγμή. Κατόπιν τούτου η αποστολή μου ως δημοσιογράφος άλλαξε. Θα αντιμετώπιζα τον υποψήφιο και θα αποδείκνυα πως ήταν λάθος, ότι δεν ήταν αλήθεια όσα έλεγε για τους μετανάστες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Θα σας δώσω μια πληροφορία. Το 97% όλων των μεταναστών χωρίς χαρτιά στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι καλοί άνθρωποι. Λιγότεροι από το 3% έχουν διαπράξει κάποιο σοβαρό έγκλημα η «κακούργημα» όπως λέγεται στα αγγλικά Και εν συγκρίσει, το 6% των Αμερικάνων έχουν διαπράξει κάποιο σοβαρό έγκλημα. Το συμπέρασμα είναι οι παράνομοι μετανάστες συμπεριφέρονται πολύ καλύτερα από τους Αμερικάνους.
The second lesson was that I needed to stop being neutral at that point. From then on, my mission as a journalist changed. I would confront the candidate and show that he was wrong, that what he said about immigrants in the US was not true. Let me give you some figures. Ninety-seven percent of all undocumented people in the United States are good people. Less than three percent have committed a serious crime, or "felony," as they say in English. In comparison, six percent of US citizens have committed a serious crime. The conclusion is that undocumented immigrants behave much better than US citizens.
Με αυτά τα δεδομένα έκανα ένα σχέδιο. Οκτώ εβδομάδες αφού δημοσίευσαν τον αριθμό του κινητού μου, παρευρέθηκα ως δημοσιογράφος σε μια συνέντευξη τύπου του υποψηφίου που ανέτρεψε τις δημοσκοπήσεις, και αποφάσισα να τον αντιμετωπίσω αυτοπροσώπως. Αλλά... τα πράγματα δεν πήγαν ακριβώς όπως τα είχα σχεδιάσει. Δείτε:
Based on that data, I made a plan. Eight weeks after they published my cell number, I obtained a press pass for a press conference for the candidate gaining momentum in the polls. I decided to confront him in person. But ... things didn't turn out exactly as I had planned; watch:
[Συνέντευξη Τύπου του Ντόναλντ Τραμπ - Ντυμπούκ, Αϊόβα] (Βίντεο)
[Donald Trump Press Conference Dubuque, Iowa]
Χόρχε Ράμος: Κύριε Τραμπ, μια ερώτηση για τη μετανάστευση.
(Video) Jorge Ramos: Mr. Trump, I have a question about immigration.
Ντόναλντ Τραμπ: Επόμενος; Ναι, παρακαλώ.
Donald Trump: Who's next? Yes, please.
ΧΡ: Το σχέδιό σας για το μεταναστευτικό είναι γεμάτο κενές υποσχέσεις.
JR: Your immigration plan is full of empty promises.
ΝΤ: Κάθησε κάτω. Δεν είναι σειρά σου. Είμαι δημοσιογράφος. Ως μετανάστης και πολίτης των ΗΠΑ δικαιούμαι να ρωτήσω.
DT: Excuse me, you weren't called. Sit down. Sit down! JR: I'm a reporter; as an immigrant and as a US citizen,
ΝΤ: Όχι, δεν σας δόθηκε ο λόγος. ΧΡ: Δικαιούμαι να ρωτήσω-
I have the right to ask a question.
ΝΤ: Γύρνα στη Univision.
DT: No you don't. JR: I have the right to ask --
ΧΡ: Αυτή είναι η ερώτηση: Δεν μπορείτε να απελάσετε 11 εκατομμύρια άτομα. Δεν μπορείτε να κατασκευάσετε ένα τείχος 3.000 χιλιομέτρων. Δεν μπορείτε να αρνηθείτε την ιθαγένεια στα παιδιά που γεννήθηκαν εδώ.
DT: Go back to Univision. JR: This is the question: You cannot deport 11 million people. You cannot build a 1900-mile wall. You cannot deny citizenship to children in this country.
ΝΤ: Καθίστε, παρακαλώ. ΧΡ: Με αυτές τις ιδέες -
DT: Sit down. JR: And with those ideas --
ΝΤ: Δεν σας δόθηκε ο λόγος.
DT: You weren't called.
ΧΡ: Είμαι δημοσιογράφος και έχω - Μην με ακουμπάτε, κύριε.
JR: I'm a reporter and I have -- Don't touch me, sir.
Φύλακας 1: Παρακαλώ, μην διακόπτετε. Διακόπτετε.
Guard 1: Please don't disrupt. You're being disruptive.
ΧΡ: Έχω δικαίωμα να ρωτήσω. Φ1: Ναι, όταν έρθει η σειρά σας, κύριε.
JR: I have the right to ask a question. G1: Yes, in order. In turn, sir.
Φύλακας2: Έχετε δημοσιογραφική ταυτότητα;
Guard 2: Do you have your media credential?
ΧΡ: Έχω δικαίωμα να κάνω ερώτηση-
JR: I have the right --
Φ2: Πού είναι; Δείξτε μου; ΧΡ: Εδώ είναι.
G2: Where? Let me see. JR: It's over there.
Άνδρας: Έξω, μείνετε έξω.
Man: Whoever's coming out, stay out.
Φ2: Να περιμένετε τη σειρά σας.
G2: You've just got to wait your turn.
Άνδρας: Είστε πολύ αγενής. Δεν έχει σχέση με εσάς.
Man: You're very rude. It's not about you.
ΧΡ: Δεν έχει σχέση με - Άνδρας: Φύγε από τη χώρα μου!
JR: It's not about you -- Man: Get out of my country!
Άνδρας: Δεν σε αφορά. ΧΡ: Είμαι κι εγώ πολίτης των ΗΠΑ.
Man: It's not about you.
JR: I'm a US citizen, too.
Άνδρας: Τέλος πάντων. Όχι, Univision.
Man: Well ...whatever. No, Univision. It's not about you.
ΧΡ: Δεν έχει σχέση με εσένα. Έχει να κάνει με τις ΗΠΑ.
JR: It's not about you. It's about the United States.
(Χειροκρότημα)
(Applause)
(Χειροκρότημα)
(Applause ends)
Πάντα αφού βλέπω το βίντεο, το πρώτο που σκέφτομαι είναι ότι το μίσος είναι μεταδοτικό. Αν δείτε μετά από εκεί που λέει «Γύρνα στη Univision» - τα λόγια του είναι κωδικοποιημένα. Στην ουσία μου λέει «Φύγε από εδώ» - ένας από τους οπαδούς του, σαν να είχε πάρει την άδεια, μου είπε, «Φύγε από την πατρίδα μου», χωρίς να ξέρει ότι κι εγώ είμαι πολίτης των ΗΠΑ.
Whenever I see that video, the first thing I always think is that hate is contagious. If you notice, after the candidate says, "Go back to Univision" -- that's code; what he's telling me is, "Get out of here." One member of his entourage, as if he had been given permission, said, "Get out of my country," not knowing that I'm also a US citizen.
Αφού δείτε το βίντεο πολλές φορές, επίσης πιστεύω ότι για να σταματήσει η ουδετερότητα -και είναι πραγματικό σταμάτημα- πρέπει να χαθεί το μίσος και στη συνέχεια θα μάθουμε να λέμε, «Όχι. Δεν πρόκειται να σιωπήσω. Δεν πρόκειται να καθίσω. Και δεν πρόκειται να φύγω». Το «όχι» -
After watching this video many times, I also think that in order to break free from neutrality -- and for it to be a true break -- one has to lose their fear, and then learn how to say, "No; I'm not going to be quiet. I'm not going to sit down. And I'm not going to leave." The word "no" --
(Χειροκρότημα)
(Applause)
το «όχι» είναι η πιο ισχυρή λέξη που υπάρχει σε οποιαδήποτε γλώσσα, και πάντα προηγείται κάθε σημαντικής αλλαγής στην ζωή μας. Και νομίζω ότι έχει μια τεράστια αξιοπρέπεια και προκαλεί πολύ σεβασμό να μπορείς να διαχωρίσεις τη θέση σου, να αντισταθείς και να πεις «Όχι».
"no" is the most powerful word that exists in any language, and it always precedes any important change in our lives. And I think there's enormous dignity and it generates a great deal of respect to be able to step back and to push back and say, "No."
Η Έλι Βιζέλ που επέζησε από το Ολοκαύτωμα, Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης, και την οποία χάσαμε, δυστυχώς, πολύ πρόσφατα, είπε κάποια πολύ σοφά λόγια: «Πρέπει να πάρουμε θέση. Η ουδετερότητα βοηθά μόνο τον δυνάστη, ποτέ το θύμα». Και έχει απόλυτο δίκιο. Οι δημοσιογράφοι έχουμε την υποχρέωση να πάρουμε θέση σε κάποιες περιπτώσεις. Σε περιπτώσεις ρατσισμού, διακρίσεων, διαφθοράς, δημοσίου ψεύδους, δικτατορίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, πρέπει να αφήσουμε κατά μέρος την ουδετερότητα και την αδιαφορία.
Elie Wiesel -- Holocaust survivor, Nobel Peace Prize recipient and who, unfortunately, we lost very recently -- said some very wise words: "We must take a side. Neutrality helps only the oppressor, never the victim." And he's completely right. We journalists are obligated to take sides in certain circumstances; in cases of racism, discrimination, corruption, lying to the public, dictatorships and human rights, we need to set aside neutrality and indifference.
Στα ισπανικά υπάρχει μια ωραία λέξη που περιγράφει τη στάση που οφείλουν να τηρούν οι δημοσιογράφοι. Η λέξη είναι «contrapoder» [ενάντια στην εξουσία]. Όντως, οι δημοσιογράφοι οφείλουμε να είμαστε με την άλλη πλευρά από αυτή των ισχυρών. Γιατί όταν έχεις συμπάθειες με τους πολιτικούς, αν πας στα βαφτίσια ή το γάμο του γιου του κυβερνήτη, ή αν θες φιλίες με τον πρόεδρο, πώς θα τους κριτικάρεις; Όταν πρόκειται να πάρω συνέντευξη από κάποιον ισχυρό ή με επιρροή, πάντα σκέφτομαι δύο πράγματα: αν δεν κάνω εγώ εκείνη τη δύσκολη και στενάχωρη ερώτηση, κανείς άλλος δεν θα την κάνει. Και ότι ποτέ ξανά δεν θα ξαναδώ αυτό το άτομο. Έτσι δεν προσπαθώ να του κάνω καλή εντύπωση, ούτε να αποκτήσουμε επαφές. Εν τέλει, αν έχω να επιλέξω να είμαι φίλος ή εχθρός του προέδρου, πάντα είναι προτιμότερο να είμαι ο εχθρός.
Spanish has a great word to describe the stance that journalists should take. The word is "contrapoder [anti-establishment]." Basically, we journalists should be on the opposite side from those in power. But if you're in bed with politicians, if you go to the baptism or wedding of the governor's son or if you want to be the president's buddy, how are you going to criticize them? When I'm assigned to interview a powerful or influential person, I always keep two things in mind: if I don't ask this difficult and uncomfortable question, no one else is going to; and that I'm never going to see this person again. So I'm not looking to make a good impression or to forge a connection. In the end, if I have to choose between being the president's friend or enemy, I always prefer to be their enemy.
Για να τελειώνουμε: γνωρίζω ότι είναι πολύ δύσκολοι καιροί για μετανάστες ή δημοσιογράφους, αλλά τώρα περισσότερο από ποτέ, χρειάζονται δημοσιογράφοι που να είναι πρόθυμοι σε μια δεδομένη στιγμή, να αφήσουν κατά μέρος την ουδετερότητα. Προσωπικά, νιώθω ότι όλη μου τη ζωή προετοιμαζόμουν γι' αυτή τη στιγμή. Όταν με λογόκριναν στα 24 μου, έμαθα ότι η ουδετερότητα, ο φόβος και η σιωπή πολλές φορές σε κάνουν συνεργό σε εγκλήματα, σε καταχρήσεις, και σε αδικίες. Κι αν είσαι συνεργάτης της εξουσίας, αυτό δεν είναι καλή δημοσιογραφία.
In closing: I know this is a difficult time to be an immigrant and a journalist, but now more than ever, we need journalists who are prepared, at any given moment, to set neutrality aside. Personally, I feel like I've been preparing for this moment my whole life. When they censored me when I was 24, I learned that neutrality, fear and silence often make you an accomplice in crime, abuse and injustice. And being an accomplice to power is never good journalism.
Τώρα, στην ηλικία των 59 ετών, ελπίζω να έχω μόνο λίγη από την αξία και την διαύγεια πνεύματος που είχα όταν ήμουν 24 ετών και έτσι ποτέ πια να μην παραμείνω σιωπηλός. Ευχαριστώ πολύ.
Now, at 59 years old, I only hope to have a tiny bit of the courage and mental clarity I had at 24, and that way, never again remain quiet. Thank you very much.
(Χειροκρότημα)
(Applause)
Ευχαριστώ. (Χειροκρότημα)
Thank you.