Κυρίες και κύριοι, πλησιάστε. Θέλω να μοιραστώ μαζί σας μία ιστορία.
Ladies and gentlemen, gather around. I would love to share with you a story.
Μια φορά κι έναν καιρό στη Γερμανία του 19ου αιώνα, υπήρχε το βιβλίο. Εκείνη την εποχή, το βιβλίο ήταν ο βασιλιάς της αφήγησης. Ήταν ιερό. Ήταν παντού. Αλλά ήταν λιγάκι βαρετό. Γιατί στα 400 χρόνια της ύπαρξής του, οι αφηγητές δεν εξέλιξαν το βιβλίο ως μηχανισμό αφήγησης. Μέχρι που εμφανίστηκε ένας συγγραφέας, και άλλαξε τα πάντα. (Μουσική) Ονομαζόταν Λόθαρ, Λόθαρ Μέγγεντόρφερ. Ο Λόθαρ Μέγγεντόρφερ πάτησε πόδι και είπε, «Γκένουγκ ιστ γκένουγκ!» (Ως εδώ!) Άρπαξε το στυλό του, άρπαξε και το ψαλίδι. Αρνήθηκε να ενδώσει στους κοινότυπους κανόνες και αποφάσισε να διπλώσει. Η ιστορία θα γνώριζε το Λόθαρ Μέγγεντόρφερ ως -- τι άλλο;-- τον παγκοσμίως πρώτο πραγματικό εφευρέτη του παιδικού βιβλίου με κινούμενα μέρη. (Μουσική) Οι άνθρωποι αγαλλίασαν γι' αυτό το θαύμα και αυτή την απόλαυση. (Ζητωκραυγές) Ήταν χαρούμενοι γιατί η ιστορία επιβίωσε, και γιατί ο κόσμος θα εξακολουθούσε να υπάρχει.
Once upon a time in 19th century Germany, there was the book. Now during this time, the book was the king of storytelling. It was venerable. It was ubiquitous. But it was a little bit boring. Because in its 400 years of existence, storytellers never evolved the book as a storytelling device. But then one author arrived, and he changed the game forever. (Music) His name was Lothar, Lothar Meggendorfer. Lothar Meggendorfer put his foot down, and he said, "Genug ist genug!" He grabbed his pen, he snatched his scissors. This man refused to fold to the conventions of normalcy and just decided to fold. History would know Lothar Meggendorfer as -- who else? -- the world's first true inventor of the children's pop-up book. (Music) For this delight and for this wonder, people rejoiced. (Cheering) They were happy because the story survived, and that the world would keep on spinning.
Ο Λόθαρ Μέγγεντόρφερ δεν ήταν ο πρώτος που άλλαξε τον τρόπο αφήγησης μιας ιστορίας, και σίγουρα δεν ήταν ο τελευταίος. Είτε το συνειδητοποιούσαν οι αφηγητές είτε όχι, χρησιμοποιούσαν το πνεύμα του Μέγγεντόρφερ όταν άλλαξαν την όπερα σε βοντβίλ, τα ραδιοφωνικά νέα σε ραδιοφωνικό θέατρο, το φιλμ σε κινούμενες ταινίες και μετά σε ομιλούσες ταινίες, έγχρωμες, τρισδιάστατες, σε κασέτες και DVD. Δεν φαινόταν να υπάρχει θεραπεία γι΄αυτή τη Μεγγεντορφερίτιδα.
Lothar Meggendorfer wasn't the first to evolve the way a story was told, and he certainly wasn't the last. Whether storytellers realized it or not, they were channeling Meggendorfer's spirit when they moved opera to vaudville, radio news to radio theater, film to film in motion to film in sound, color, 3D, on VHS and on DVD. There seemed to be no cure for this Meggendorferitis.
Και τα πράγματα έγιναν πολύ πιο διασκεδαστικά με την άφιξη του διαδικτύου. (Γέλια) Γιατί οι άνθρωποι μπορούσαν όχι μόνο να μεταδώσουν τις ιστορίες τους παγκοσμίως, αλλά μπορούσαν να το κάνουν χρησιμοποιώντας ένα φαινομενικά απεριόριστο αριθμό συσκευών. Για παράδειγμα, μία εταιρεία θα έλεγε μία ιστορία αγάπης χρησιμοποιώντας τη δική της μηχανή αναζήτησης. Ένα στούντιο παραγωγής στην Ταϊβάν ερμήνευε τρισδιάστατα την αμερικάνικη πολιτική. (Γέλια) Και ένας άνδρας θα έλεγε τις ιστορίες του πατέρα του χρησιμοποιώντας μία πλατφόρμα που λέγεται Twitter για να μεταφέρει τα περιττώματα του πατέρα του.
And things got a lot more fun when the Internet came around. (Laughter) Because, not only could people broadcast their stories throughout the world, but they could do so using what seemed to be an infinite amount of devices. For example, one company would tell a story of love through its very own search engine. One Taiwanese production studio would interpret American politics in 3D. (Laughter) And one man would tell the stories of his father by using a platform called Twitter to communicate the excrement his father would gesticulate.
Και τότε όλοι σταμάτησαν: έκαναν ένα βήμα πίσω. Συνειδητοποίησαν ότι σε 6.000 χρόνια αφήγησης, πήγαν από την απεικόνιση κυνηγιών στα τοιχώματα σπηλαίων στην απεικόνιση του Σέξπιρ στους τοίχους του Facebook. Και αυτό άξιζε να γιορταστεί. Η τέχνη της αφήγησης ιστοριών δεν έχει αλλάξει. Και γενικά, οι ιστορίες ανακυκλώνονται. Αλλά ο τρόπος που οι άνθρωποι λένε τις ιστορίες αλλάζει συνεχώς με αγνή, συνεπή καινοτομία.
And after all this, everyone paused; they took a step back. They realized that, in 6,000 years of storytelling, they've gone from depicting hunting on cave walls to depicting Shakespeare on Facebook walls. And this was a cause for celebration. The art of storytelling has remained unchanged. And for the most part, the stories are recycled. But the way that humans tell the stories has always evolved with pure, consistent novelty.
Και θυμούνται έναν άνθρωπο, έναν εκπληκτικό Γερμανό, κάθε φορά που μία νέα συσκευή αφήγησης ξεπηδούσε. Και γι΄αυτό, το κοινό -- το θαυμάσιο, όμορφο κοινό -- θα ζούσε καλά κι εμείς καλύτερα. (Χειροκρότημα)
And they remembered a man, one amazing German, every time a new storytelling device popped up next. And for that, the audience -- the lovely, beautiful audience -- would live happily ever after. (Applause)