Οι άνθρωποι συχνά θεωρούν κάπως αλλόκοτη την ορθογραφία της λέξης “doubt” εξαιτίας του γράμματος “b”. Από τη στιγμή που δεν αντιπροσωπεύει έναν ήχο, οι περισσότεροι δεν μπορούν να εξηγήσουν την παρουσία του. Όμως, παρά τα όσα έχουμε διδαχθεί στο σχολείο, ο ήχος ποτέ<i> </i>δεν αποτελεί τη σημαντικότερη παράμετρο της ορθογραφίας μιας λέξης στα Αγγλικά. Προηγούνται η σημασία και η ιστορία μιας λέξης. Το ρήμα “doubt” σημαίνει ‘αμφισβητώ’, ‘αμφιταλαντεύομαι’, ‘διστάζω’. Ως ουσιαστικό, δηλώνει αβεβαιότητα ή σύγχυση Η λέξη “doubt” της σύγχρονης αγγλικής εκκινεί από τη λατινική λέξη “dubitare”. Αρχικά, μετακινήθηκε από τα Λατινικά στα Γαλλικά όπου έχασε τόσο τον ήχο “buh” όπως και το αντίστοιχο γράμμα “b”. Και έπειτα εισήλθε και στην αγγλική γλώσσα κατά τον 13ο αιώνα. Περίπου 100 χρόνια αργότερα, οι λόγιοι που έγραφαν στην αγγλική αλλά γνώριζαν επίσης και τη λατινική, άρχισαν να επανεισάγουν το “b” στην ορθογραφία της λέξης, παρόλο που πλέον κανείς δεν την πρόφερε με αυτόν τον τρόπο. Αλλά γιατί το έκαναν; Γιατί ένας λογικός άνθρωπος να επανεισάγει ένα βουβό γράμμα σε μια ορθογραφία; Καθώς, λοιπόν, γνώριζαν τη λατινική, οι λόγιοι ήξεραν και ότι η ρίζα του “doubt” ενείχε και ένα “b”. Στο πέρασμα του χρόνου, παρόλο που λιγότεροι εγγράμματοι γνώριζαν λατινικά, το “b” παρέμενε στη γραφή, καθώς επεσήμαινε σημαντικές, ουσιώδεις συνδέσεις με άλλες σχετιζόμενες λέξεις, όπως “dubious” (αμφίβολος) και “indubitably” (αναμφισβήτητα), τις οποίες ακολούθως δανείστηκε η Αγγλική από την ίδια λατινική ρίζα, “dubitare”. Η κατανόηση αυτών των ιστορικών συνδέσεων όχι μόνο μας βοήθησε να ορθογραφούμε τη λέξη “doubt”, αλλά επίσης και να αντιλαμβανόμαστε τη σημασία αυτών των πιο εκλεπτυσμένων λέξεων. Όμως, η ιστορία δεν τελειώνει εδώ. Αν κοιτάξουμε ακόμα πιο βαθιά, μπορούμε να δούμε πίσω από τη σκιά του “doubt”, ακριβώς το πόσο αποκαλυπτικό είναι αυτό το “b”. Υπάρχουν μόνο δύο βασικές λέξεις σε ολόκληρη την αγγλική οι οποίες περιέχουν τα γράμματα “d-o-u-b” : η μία είναι το “doubt”, και η άλλη το “double”. Μπορούμε να σχηματίσουμε αρκετές ακόμη λέξεις με τις παραπάνω βάσεις, όπως “doubtful” και “doubtless”, ή “doublet”, και “redouble”, και “doubloon”. Φαίνεται πως αν ψάξουμε στην ιστορία τους, μπορούμε να δούμε πως και οι δύο προέρχονται από τις ίδιες λατινικές ρίζες. Η σημασία του “double”, “δύο“, αντανακλάται σε μια βαθύτερη κατανόηση του “doubt”. Έτσι, όταν αμφισβητούμε (“doubt”), όταν διστάζουμε, κάνουμε, ουσιαστικά, δεύτερες σκέψεις. Όταν έχουμε αμφιβολίες για κάτι, όταν έχουμε ερωτήσεις ή σύγχυση, τότε έχουμε και δύο μυαλά. Ιστορικά, πριν η αγγλική ξεκινήσει να δανείζεται λέξεις από τη γαλλική, είχε ήδη μια λέξη για την έννοια της αμφιβολίας. Αυτή η λέξη της Παλιάς αγγλικής ήταν το “tweogan”, μια λέξη της οποίας η σχέση με το “two” είναι εμφανής και στην ίδια την ορθογραφία της. Επομένως, την επόμενη φορά που θα βρίσκεστε σε αμφιβολία (“<i>doubt</i>”) σχετικά με το γιατί λειτουργεί έτσι η αγγλική ορθογραφία, ρίξτε μια δεύτερη ματιά. Αυτό που θα βρείτε μάλλον θα σας εκπλήξει (make you do a <i>double</i> take).
People often think the word "doubt" spelling is a little crazy because of the letter "b". Since it doesn't spell a sound, most folks can't figure out what it's doing there. But in spite of what most of us learn in school, sound is <i>never</i> the most important aspect of spelling an English word. A word's meaning and history need to come first. To doubt means to question, to waver, to hesitate. As a noun, it means uncertainty or confusion. The present-day English word "doubt" started as a Latin word, "dubitare". It first moved from Latin into French where it lost both its "buh" sound and its letter "b". And then it came into English in the 13th century. About 100 years later, scribes who wrote English but also knew Latin, started to reinsert the "b" into the word's spelling, even though no one pronounced it that way. But why would they do this? Why would anyone in their right mind reinsert a silent letter into a spelling? Well, because they knew Latin, the scribes understood that the root of "doubt" had a "b" in it. Over time, even as fewer literate people knew Latin, the "b" was kept because it marked important, meaningful connections to other related words, like "dubious" and "indubitalbly," which were subsequently borrowed into English from the same Latin root, "dubitare". Understanding these historical connections not only helped us to spell "doubt," but also to understand the meaning of these more sophisticated words. But the story doesn't end there. If we look even deeper, we can see beyond the shadow of a doubt, just how revealing that "b" can be. There are only two base words in all of English that have the letters "d-o-u-b": one is doubt, and the other is double. We can build lots of other words on each of these bases, like doubtful and doubtless, or doublet, and redouble, and doubloon. It turns out that if we look into their history, we can see that they both derive from the same Latin forms. The meaning of double, two, is reflected in a deep understanding of doubt. See, when we doubt, when we hesitate, we second guess ourselves. When we have doubts about something, when we have questions or confusion, we are of two minds. Historically, before English began to borrow words from French, it already had a word for doubt. That Old English word was "tweogan," a word whose relationship to "two" is clear in its spelling as well. So the next time you are in doubt about why English spelling works the way it does, take a second look. What you find just might make you do a double-take.