Στα πυκνά τροπικά δάση της Αυστραλίας, τα πουλιά κουρνιάζουν στα χαμηλά κλαδιά και περπατούν στο δασικό έδαφος απολαμβάνοντας τη σκιά και τα τροπικά φρούτα. Αλλά η ζούγκλα δεν είναι μόνο δική τους. Ένα ντίνγκο παραμονεύει στις σκιές, και τα φρούτα δεν θα ικανοποιήσουν την πείνα του.
In the lush rainforests of Australia, birds roost in the low branches and amble across the forest floor, enjoying the shade and tropical fruits. But the jungle isn’t theirs alone. A dingo is prowling in the shadows, and fruit won’t satisfy his appetite.
Τα πουλιά τρέπονται σε φυγή για να σωθούν. Όλα εκτός από τον καζουάριο, που δεν μπορεί να πετάξει με τα μικροκαμωμένα του φτερά. Αντιθέτως, επιτίθεται και διώχνει το ντίνγκο, που τρέχει να κρυφτεί, χτυπώντας με τα κοφτερά νύχια των ποδιών του.
The birds flee to safety all but the cassowary, who can’t clear the ground on her puny wings. Instead, she attacks, sending the dingo running for cover with one swipe of her razor-sharp toe claws.
Ο καζουάριος είναι ένα από τα περίπου 60 εν ζωή είδη μη πετούμενων πουλιών. Αυτά τα επίγεια πτηνά ζουν σε όλον τον κόσμο, από την Αυστραλιανή ενδοχώρα μέχρι και την Αφρικανική σαβάνα και τις ακτές της Ανταρκτικής. Περιλαμβάνουν κάποια είδη πάπιας και όλα τα είδη πιγκουίνου, μυστηριώδεις κατοίκους βάλτων και ταχείες στρουθοκαμήλους, γιγαντιαία εμού, και μικροσκοπικά κίουι.
The cassowary is one of approximately 60 living species of flightless birds. These earthbound avians live all over the world, from the Australian outback to the African savanna to Antarctic shores. They include some species of duck and all species of penguin, secretive swamp dwellers and speedy ostriches, giant emus, and tiny kiwis.
Παρόλο που ο κοινός πρόγονος όλων των σύγχρονων πτηνών μπορούσε να πετάξει, πολλά διαφορετικά είδη πτηνών -ανεξάρτητα μεταξύ τους- έχουν χάσει την ικανότητα να πετούν. Το πέταγμα μπορεί να έχει απίστευτα οφέλη, ειδικά για την αποφυγή των θηρευτών, το κυνήγι, και τη μετακίνηση σε μακρινούς προορισμούς. Ωστόσο, έχει και μεγάλο τίμημα: καταναλώνει τεράστια ποσότητα ενέργειας και περιορίζει το σωματικό μέγεθος και βάρος. Ένα πουλί που δεν πετά εξοικονομεί ενέργεια, ώστε να μπορεί να επιβιώσει με μία ελάχιστη ή λιγότερο θρεπτική ποσότητα φαγητού, από ό,τι ένα που πετά. Το τάκαχε της Νέας Ζηλανδίας, για παράδειγμα, ζει σχεδόν αποκλειστικά στα αλπικά λιβάδια. Για πτηνά που φωλιάζουν ή τρέφονται στο έδαφος, αυτή η προδιάθεση σχετικά με την αδυναμία πετάγματος μπορεί να γίνει ακόμα πιο έντονη.
Though the common ancestor of all modern birds could fly, many different bird species have independently lost their flight. Flight can have incredible benefits, especially for escaping predators, hunting, and traveling long distances. But it also has high costs: it consumes huge amounts of energy and limits body size and weight. A bird that doesn’t fly conserves energy, so it may be able to survive on a scarcer or less nutrient-rich food source than one that flies. The Takahe of New Zealand, for example, lives almost entirely on the soft base of alpine grasses. For birds that nest or feed on the ground, this predisposition to flightlessness
Όταν ένα είδος πτηνών δεν αντιμετωπίζει ιδιαίτερες πιέσεις να πετάξει, τότε μπορεί να σταματήσει να πετά σε διάστημα λίγων γενεών. Έπειτα, μετά από χιλιάδες ή εκατομμύρια χρόνια, τα σώμα τους αλλάζει ώστε να προσαρμοστεί σε αυτή τη νέα συμπεριφορά. Τα κόκκαλά τους, που ήταν αρχικά λεπτά για να μειωθεί το βάρος, γίνονται παχυλά. Τα στιβαρά φτερά τους γίνονται χνουδωτά. Οι φτερούγες συρρικνώνονται, και σε κάποιες περιπτώσεις εξαφανίζονται εντελώς. Και η καρινοειδής προεξοχή στο στέρνο τους, όπου βρίσκονταν οι μύες του πετάγματος, συρρικνώνεται ή εξαφανίζεται, με εξαίρεση τους πιγκουίνους, οι οποίοι χρησιμοποιούν πλέον τους μυς πετάγματος και τις καρίνες για το κολύμπι.
can be even stronger. When a bird species doesn’t face specific pressures to fly, it can stop flying in as quickly as a few generations. Then, over thousands or millions of years, the birds’ bodies change to match this new behavior. Their bones, once hollow to minimize weight, become dense. Their sturdy feathers turn to fluff. Their wings shrink, and in some cases disappear entirely. And the keel-like protrusion on their sternums, where the flight muscles attach, shrinks or disappears, except in penguins, who repurpose their flight muscles and keels for swimming.
Η αδυναμία πετάγματος κατά κανόνα αναπτύσσεται αφότου ένα είδος πτηνών φτάσει σε ένα νησί όπου δεν υπάρχουν θηρευτές. Εφόσον αυτές οι «άνευ θηρευτή» συνθήκες διαρκέσουν, τα πτηνά ευδοκιμούν, αλλά είναι ευάλωτα σε αλλαγές του περιβάλλοντός τους. Για παράδειγμα, οι άποικοι φέρνουν σκυλιά, γάτες, καθώς και τρωκτικά από τα καράβια στα νησιά. Αυτά τα ζώα συχνά κυνηγούν μη πετούμενα πουλιά και μπορούν να τα οδηγήσουν σε αφανισμό. Στη Νέα Ζηλανδία, κουνάβια που έφεραν Ευρωπαίοι άποικοι έχουν απειλήσει πολλά ντόπια είδη μη πετούμενων πουλιών. Μερικά έχουν εκλείψει, ενώ άλλα απειλούνται με εξαφάνιση. Έτσι, παρά τα πλεονεκτήματα εξοικονόμησης ενέργειας, πολλά είδη μη πετούμενων πουλιών επιβιώνουν μόνο για μικρό χρονικό διάστημα προτού αφανιστούν.
Most often, flightlessness evolves after a bird species flies to an island where there are no predators. As long as these predator-free circumstances last, the birds thrive, but they are vulnerable to changes in their environment. For instance, human settlers bring dogs, cats, and stowaway rodents to islands. These animals often prey on flightless birds and can drive them to extinction. In New Zealand, stoats introduced by European settlers have threatened many native species of flightless bird. Some have gone extinct while others are endangered. So in spite of the energy-saving advantages of flightlessness, many flightless bird species have only a short run before going the way of the dodo.
Μερικά μη πετούμενα πουλιά, όμως, έχουν επιβιώσει σε ηπειρωτικές χώρες ανάμεσα σε πάρα πολλούς θηρευτές. Σε αντίθεση με τα περισσότερα μικρά μη πετούμενα είδη που εξαφανίζονται γρήγορα, αυτοί οι μη πετούμενοι γίγαντες υπάρχουν εδώ και δεκάδες εκατομμύρια χρόνια. Οι πρόγονοί τους εμφανίστηκαν περίπου την ίδια περίοδο με τα πρώτα μικρά θηλαστικά, και πιθανώς μπόρεσαν να επιβιώσουν επειδή εξελίσσονταν - και μεγάλωναν - μαζί με τους θηλαστικούς θηρευτές τους. Τα περισσότερα από αυτά τα πτηνά, όπως τα εμού και οι στρουθοκάμηλοι, φούσκωσαν σε μέγεθος, ζυγίζοντας εκατοντάδες κιλά περισσότερα από όσο μπορούσαν να σηκώσουν τα φτερά. Τα πόδια τους πάχυναν, οι πατούσες έγιναν στιβαρές, και οι προσφάτως ανεπτυγμένοι μύες των μηρών τα έτρεψαν σε αξεπέραστους δρομείς.
But a few flightless birds have survived on mainlands alongside predators aplenty. Unlike most small flightless species that come and go quickly, these giants have been flightless for tens of millions of years. Their ancestors appeared around the same time as the first small mammals, and they were probably able to survive because they were evolving— and growing—at the same time as their mammalian predators. Most of these birds, like emus and ostriches, ballooned in size, weighing hundreds of pounds more than wings can lift. Their legs grew thick, their feet sturdy, and newly developed thigh muscles turned them into formidable runners.
Παρότι πλέον δεν τα χρησιμοποιούν για να πετούν, πολλά από αυτά τα πτηνά επαναξιοποιούν τα φτερά τους για άλλους σκοπούς. Συχνά μπορεί να χώνουν τα κεφάλια τους κάτω από τα φτερά για ζεστασιά, να επιδεικνύουν τα φτερά σε υποψήφια ταίρια, να φυλάσσουν αυγά, ή ακόμα και να τα χρησιμοποιούν για να στρίβουν καθώς τρέχουν στις πεδιάδες. Μπορεί να μην μπορούν να πετάξουν, αλλά ακόμα φτερουγίζουν.
Though they no longer use them to fly, many of these birds repurpose their wings for other means. They can be spotted tucking their heads beneath them for warmth, flashing them at prospective mates, sheltering eggs with them, or even using them to steer as they charge across the plains. They may be flightless, but they’re still winging it.