Γιατί λοιπόν το καλό σεξ ξεθωριάζει τόσο συχνά ακόμη και σε ζευγάρια που συνεχίζουν ν' αγαπιούνται όσο ποτέ; Γιατί ή καλή επαφή δεν εγγυάται το καλό σεξ, αντίθετα με την κοινή αντίληψη; Η επόμενη ερώτηση θα έπρεπε να είναι: «Μπορούμε να ποθούμε, αυτό που ήδη έχουμε;» Αυτή είναι η ερώτηση κλειδί, σωστά; Και γιατί το απαγορευμένο είναι τόσο ερωτικό; Τι είναι αυτό που κάνει την παράβαση να ισχυροποιεί τόσο πολύ τον πόθο; Γιατί το σεξ παράγει μωρά, και τα μωρά είναι η ερωτική καταστροφή των ζευγαριών; Είναι κάτι σαν μοιραίο ερωτικό χτύπημα, έτσι δεν είναι;
So, why does good sex so often fade, even for couples who continue to love each other as much as ever? And why does good intimacy not guarantee good sex, contrary to popular belief? Or, the next question would be, can we want what we already have? That's the million-dollar question, right? And why is the forbidden so erotic? What is it about transgression that makes desire so potent? And why does sex make babies, and babies spell erotic disaster in couples? (Laughter)
Κι όταν αγαπάμε, πώς νιώθουμε; Κι όταν ποθούμε, σε τι διαφέρει;
It's kind of the fatal erotic blow, isn't it? And when you love, how does it feel? And when you desire, how is it different?
Αυτές είναι μερικές απ' τις ερωτήσεις που βρίσκονται στο επίκεντρο της εξερεύνησης μου για τη φύση της ερωτικής επιθυμίας και τα συνακόλουθα διλήμματα της σύγχρονης αγάπης. Ταξιδεύω στον κόσμο, και αυτό που παρατηρώ είναι ότι παντού, όπου εισήλθε ο ρομαντισμός, φαίνεται να υπάρχει κρίση επιθυμίας. Κρίση επιθυμίας όπως όταν κατέχεις το επιθυμητό -- η επιθυμία ως μια έκφραση της ατομικότητάς μας, των ελεύθερων επιλογών, των προτιμήσεων, της ταυτότητάς μας, η επιθυμία που έχει γίνει η κεντρική ιδέα ως μέρος της σύγχρονης αγάπης και των ατομικιστικών κοινωνιών.
These are some of the questions that are at the center of my exploration on the nature of erotic desire and its concomitant dilemmas in modern love. So I travel the globe, and what I'm noticing is that everywhere where romanticism has entered, there seems to be a crisis of desire. A crisis of desire, as in owning the wanting -- desire as an expression of our individuality, of our free choice, of our preferences, of our identity -- desire that has become a central concept as part of modern love and individualistic societies.
Ξέρετε, είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας που προσπαθούμε να βιώσουμε τη σεξουαλικότητα σε μακροπρόθεσμη βάση, όχι επειδή θέλουμε 14 παιδιά, και θα γεννήσουμε περισσότερα διότι κάποια απ' αυτά δεν θα ζήσουν, ούτε επειδή είναι αποκλειστικά συζυγικό καθήκον μιας γυναίκας. Είναι η πρώτη φορά που θέλουμε σεξ που ν' αντέχει στο χρόνο για την απόλαυση και τη σύνδεση, που έχουν τις ρίζες τους στην επιθυμία.
You know, this is the first time in the history of humankind where we are trying to experience sexuality in the long term not because we want 14 children, for which we need to have even more because many of them won't make it, and not because it is exclusively a woman's marital duty. This is the first time that we want sex over time about pleasure and connection that is rooted in desire.
Τι είναι αυτό που διατηρεί την επιθυμία και γιατί είναι τόσο δύσκολο; Στην καρδιά της διατήρησης της επιθυμίας σε μια σταθερή σχέση βρίσκεται νομίζω η συμφιλίωση δύο θεμελιωδών ανθρώπινων αναγκών. Από τη μια, η ανάγκη μας για ασφάλεια, προβλεψιμότητα, προστασία, αξιοπιστία, φερεγγυότητα και μονιμότητα -- όλες αυτές τις υποστηρικτικές εμπειρίες της ζωής μας που ονομάζουμε σπιτικό. Έχουμε όμως επίσης μια εξίσου ισχυρή ανάγκη -- άνδρες και γυναίκες -- για περιπέτεια, καινοτομία, μυστήριο, για ρίσκο και κίνδυνο, για το άγνωστο και το απρόσμενο, για την έκπληξη -- το πιάνετε το νόημα -- για την εμπειρία, για το ταξίδι. Έτσι, η συμφιλίωση της ανάγκης μας για ασφάλεια και της ανάγκης μας για περιπέτεια σε μια σχέση, ή αυτό που σήμερα μας αρέσει να ονομάζουμε φλογερό γάμο, ήταν κάποτε μια αντίφαση. Ο γάμος ήταν ένας οικονομικός θεσμός όπου δημιουργούσες έναν δια βίου συνεταιρισμό, από την άποψη των παιδιών και της κοινωνικής θέσης, με διαδοχή και συντροφικότητα. Τώρα όμως θέλουμε ο σύντροφός μας να συνεχίσει να μας τα παρέχει όλα αυτά αλλά επιπλέον να είναι ο καλύτερος και πιο έμπιστος φίλος και φλογερός εραστής, και να ζήσουμε δυο φορές περισσότερο. (Γέλια) Καταλήγουμε λοιπόν σε ένα άτομο και βασικά του ζητάμε να μας δώσει, ό,τι κάποτε παρείχε ολόκληρο χωριό: Κάνε με δική σου, δώσε μου ταυτότητα, δώσε μου συνέχεια, αλλά και υπέρβαση και μυστήριο και δέος, όλα σε ένα. Δώσε μου άνεση, αλλά και ακρότητα. Δωσ' μου καινοτομία, δωσ' μου και οικειότητα. Δώσε μου προβλεψιμότητα αλλά κι εκπλήξεις. Και νομίζουμε πως είναι δεδομένο και πως τα παιχνίδια και τα εσώρουχα θα μας σώσουν. (Χειροκρότημα)
So what sustains desire, and why is it so difficult? And at the heart of sustaining desire in a committed relationship, I think, is the reconciliation of two fundamental human needs. On the one hand, our need for security, for predictability, for safety, for dependability, for reliability, for permanence. All these anchoring, grounding experiences of our lives that we call home. But we also have an equally strong need -- men and women -- for adventure, for novelty, for mystery, for risk, for danger, for the unknown, for the unexpected, surprise -- you get the gist. For journey, for travel. So reconciling our need for security and our need for adventure into one relationship, or what we today like to call a passionate marriage, used to be a contradiction in terms. Marriage was an economic institution in which you were given a partnership for life in terms of children and social status and succession and companionship. But now we want our partner to still give us all these things, but in addition I want you to be my best friend and my trusted confidant and my passionate lover to boot, and we live twice as long. (Laughter) So we come to one person, and we basically are asking them to give us what once an entire village used to provide. Give me belonging, give me identity, give me continuity, but give me transcendence and mystery and awe all in one. Give me comfort, give me edge. Give me novelty, give me familiarity. Give me predictability, give me surprise. And we think it's a given, and toys and lingerie are going to save us with that. (Laughter)
Φτάνουμε τώρα στην υπαρξιακή πραγματικότητα της ιστορίας, σωστά;
(Applause)
Επειδή κατά κάποιο τρόπο νομίζω -- και θα επιστρέψω σ' αυτό -- πως η κρίση επιθυμίας είναι συχνά κρίση φαντασίας.
So now we get to the existential reality of the story, right? Because I think, in some way -- and I'll come back to that -- but the crisis of desire is often a crisis of the imagination.
Γιατί λοιπόν το καλό σεξ ξεθωριάζει τόσο συχνά; Ποια είναι η σχέση μεταξύ αγάπης και επιθυμίας; Πώς συνδέονται και πώς συγκρούονται; Διότι εκεί κρύβεται το μυστικό του ερωτισμού.
So why does good sex so often fade? What is the relationship between love and desire? How do they relate, and how do they conflict? Because therein lies the mystery of eroticism.
Εάν υπάρχει κάποιο ρήμα, για μένα, που πάει πακέτο με την αγάπη, είναι το «έχω». Και αν υπάρχει κάποιο ρήμα που πάει πακέτο με την επιθυμία, είναι το «θέλω». Στην αγάπη, θέλουμε να έχουμε, θέλουμε να γνωρίζουμε το αγαπημένο πρόσωπο. Θέλουμε να ελαχιστοποιήσουμε την απόσταση. Να γεφυρώσουμε το χάσμα. Θέλουμε να εξουδετερώσουμε τις εντάσεις. Θέλουμε εγγύτητα. Αλλά με την επιθυμία, έχουμε την τάση να μην θέλουμε να γυρίσουμε στα ίδια και τα ίδια. Η σίγουρη έκβαση δεν κρατά ζωντανό το ενδιαφέρον μας. Με την επιθυμία, θέλουμε τον Άλλον, κάποιον στην άλλη πλευρά που να μπορούμε να τον επισκεφτούμε, να περάσουμε χρόνο μαζί του, να δούμε τι συμβαίνει στη δική του γειτονιά με τα κόκκινα φανάρια. Θέλουμε μια γέφυρα για να περάσουμε, όταν πρόκειται για την επιθυμία. Ή, μ' άλλα λόγια, λέω καμιά φορά πως, όπως η φωτιά έχει ανάγκη από οξυγόνο, η επιθυμία έχει ανάγκη από χώρο. Όταν λέγεται έτσι, είναι συχνά αρκετά αφηρημένο.
So if there is a verb, for me, that comes with love, it's "to have." And if there is a verb that comes with desire, it is "to want." In love, we want to have, we want to know the beloved. We want to minimize the distance. We want to contract that gap. We want to neutralize the tensions. We want closeness. But in desire, we tend to not really want to go back to the places we've already gone. Forgone conclusion does not keep our interest. In desire, we want an Other, somebody on the other side that we can go visit, that we can go spend some time with, that we can go see what goes on in their red-light district. You know? In desire, we want a bridge to cross. Or in other words, I sometimes say, fire needs air. Desire needs space. And when it's said like that, it's often quite abstract.
Αλλά πήρα μαζί μου μια ερώτηση και πήγα σε περισσότερες από 20 χώρες, τα τελευταία χρόνια με το «Ζευγαρώνοντας σε αιχμαλωσία» και ρώτησα τους ανθρώπους, πότε αισθάνονται να έλκονται περισσότερο από τους συντρόφους τους; Όχι να έλκονται μόνο σεξουαλικά, αλλά να προσελκύονται περισσότερο. Σε κάθε πολιτισμό και θρησκεία, σε κάθε φύλο -- εκτός από ένα -- υπάρχουν κάποιες απαντήσεις που επαναλαμβάνονται.
But then I took a question with me. And I've gone to more than 20 countries in the last few years with "Mating in Captivity," and I asked people, when do you find yourself most drawn to your partner? Not attracted sexually, per Se, but most drawn. And across culture, across religion, and across gender -- except for one -- there are a few answers that just keep coming back.
Η πρώτη ομάδα απαντήσεων λέει: Ποθώ περισσότερο το σύντροφό μου όταν είναι μακριά, όταν είμαστε χώρια, όταν ξανασυναντιόμαστε. Βασικά, όταν έρχομαι ξανά σε επαφή με την ικανότητά μου να φαντάζομαι τον εαυτό μου με τον σύντροφό μου, όταν η φαντασία επανέρχεται στο προσκήνιο, και ριζώνεται στην απουσία και την προσμονή, που είναι βασικό στοιχείο της επιθυμίας. Η δεύτερη ομάδα, έχει ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον: Επιθυμώ περισσότερο τον σύντροφό μου όταν τον βλέπω στο στούντιο, όταν βρίσκεται επί σκηνής, όταν είναι στο στοιχείο του, όταν κάνει κάτι με το οποίο παθιάζεται, όταν τον βλέπω να μαγεύει τα πλήθη σε ένα πάρτι, όταν τραβά επάνω της τα βλέμματα. Κυρίως, όταν βλέπω τον σύντροφό μου ν' ακτινοβολεί με αυτοπεποίθηση, είναι ίσως ο βασικότερος λόγος επιθυμίας για όλους. Ακτινοβόλος όπως αυτός που είναι αυτάρκης. Κοιτάζω αυτό το άτομο -- παρεμπιπτόντως, στην επιθυμία οι άνθρωποι σπάνια μιλούν γι' αυτό, όταν γινόμαστε ένα, πέντε εκατοστά ο ένας από τον άλλο. Δεν ξέρω πόσο είναι σε ίντσες. Δεν συμβαίνει όταν το άλλο άτομο είναι τόσο μακριά
So the first group is: I am most drawn to my partner when she is away, when we are apart, when we reunite. Basically, when I get back in touch with my ability to imagine myself with my partner, when my imagination comes back in the picture, and when I can root it in absence and in longing, which is a major component of desire. But then the second group is even more interesting. I am most drawn to my partner when I see him in the studio, when she is onstage, when he is in his element, when she's doing something she's passionate about, when I see him at a party and other people are really drawn to him, when I see her hold court. Basically, when I look at my partner radiant and confident. Probably the biggest turn-on across the board. Radiant, as in self-sustaining. I look at this person -- by the way, in desire people rarely talk about it, when we are blended into one, five centimeters from each other. I don't know in inches how much that is.
που δεν το βλέπετε πλέον. Είναι όταν κοιτάζω τον σύντροφό μου από μια ικανοποιητική απόσταση, όπου αυτό το άτομο που μου είναι ήδη τόσο οικείο, τόσο γνωστό, γίνεται ξανά για μια στιγμή μυστηριώδες και ασαφές. Σε αυτό το διάστημα μεταξύ μας, βρίσκεται η ερωτική ορμή, βρίσκεται αυτή η κίνηση προς τον άλλον. Διότι καμιά φορά, όπως λέει και ο Προυστ, μυστήριο δεν σημαίνει να ψάχνεις καινούργια μέρη, αλλά να κοιτάς με καινούρια μάτια. Όταν λοιπόν βλέπω, το σύντροφό μου, τη σύντροφό μου, να κάνουν κάτι με το οποίο είναι απορροφημένοι, Κοιτάζω αυτό το άτομο και γίνεται στιγμιαία μια αλλαγή στην αντίληψής μου, κι ανοίγομαι στα μυστήρια που ζουν ακριβώς δίπλα μου.
But it's also not when the other person is that far apart that you no longer see them. It's when I'm looking at my partner from a comfortable distance, where this person that is already so familiar, so known, is momentarily once again somewhat mysterious, somewhat elusive. And in this space between me and the other lies the erotic élan, lies that movement toward the other. Because sometimes, as Proust says, mystery is not about traveling to new places, but it's about looking with new eyes. And so, when I see my partner on his own or her own, doing something in which they are enveloped, I look at this person and I momentarily get a shift in perception, and I stay open to the mysteries that are living right next to me.
Έπειτα, το σημαντικότερο σε αυτήν την περιγραφή του άλλου, ή του εαυτού μας -- το ίδιο κάνει -- το πιο ενδιαφέρον είναι πως δεν υπάρχει αναγκαιότητα στην επιθυμία. Κανείς δεν χρειάζεται κανέναν. Δεν υπάρχει φροντίδα στην επιθυμία. Φροντίζω σημαίνει αγαπώ δυνατά. Είναι ένα ισχυρό αντί- αφροδισιακό.
And then, more importantly, in this description about the other or myself -- it's the same -- what is most interesting is that there is no neediness in desire. Nobody needs anybody. There is no caretaking in desire. Caretaking is mightily loving. It's a powerful anti-aphrodisiac.
Δεν έχω δει ακόμη κανέναν να ποθεί ερωτικά κάποιον που τον χρειάζεται. Να τον θέλεις, είναι ένα πράγμα. Να τον έχεις ανάγκη, είναι κατευναστικό, και οι γυναίκες το γνώριζαν πάντοτε αυτό, επειδή οτιδήποτε ανασύρει το γονεϊκό ένστικτο συνήθως μειώνει την ερωτική φόρτιση. Για καλούς λόγους, σωστά;
(Laughter) I have yet to see somebody who is so turned on by somebody who needs them. Wanting them is one thing. Needing them is a shot down and women have known that forever, because anything that will bring up parenthood will usually decrease the erotic charge. (Laughter)
For good reasons, right?
Μια τρίτη ομάδα απαντήσεων συνήθως είναι, «όταν με εκπλήσσει, όταν γελάμε παρέα», και όπως μου είπε και κάποια στο γραφείο σήμερα, «όταν φοράει το σμόκιν του», κι εγώ απάντησα, «είναι είτε το σμόκιν, είτε οι καουμπόικες μπότες». Κυρίως συμβαίνει όταν υπάρχει κάτι νέο. Αυτό όμως δεν αφορά νέες ερωτικές στάσεις. Δεν είναι ένα ρεπερτόριο τεχνικών. Καινοτομία είναι, ποια κομμάτια σου εξωτερικεύεις; Ποια κομμάτια σου αφήνεις να φανούν; Διότι, κατά κάποιο τρόπο, κάποιος θα μπορούσε να πει ότι το σεξ, δεν είναι κάτι που κάνεις, ε; Το σεξ είναι ο τόπος που επισκέπτεσαι. Είναι ο χώρος που εισέρχεσαι μέσα στον εαυτό σου και στον άλλο, ή στους άλλους. Πού πηγαίνετε λοιπόν στο σεξ; Με ποια κομμάτια σας συνδέεστε; Τι προσπαθείτε να εκφράσετε εκεί; Είναι ένας τόπος υπέρβασης και πνευματικής ένωσης; Είναι ένας τόπος σκανταλιάς όπου μπορείς να γίνεις επιθετικός με ασφάλεια; Είναι ένας τόπος όπου μπορείς να παραδοθείς και να μην αναλαμβάνεις ευθύνη για όλα; Είναι ένας τόπος όπου μπορείτε να εκφράσετε τις παιδικές σας επιθυμίες; Τι βγαίνει από εκεί; Είναι μια γλώσσα. Δεν είναι απλά μια συμπεριφορά. Και είναι η ποιητική αυτής της γλώσσας που με ενδιαφέρει γι' αυτό ξεκίνησα να εξερευνώ την έννοια της ερωτικής νοημοσύνης.
And then the third group of answers usually would be: when I'm surprised, when we laugh together, as somebody said to me in the office today, when he's in his tux, so I said, you know, it's either the tux or the cowboy boots. But basically it's when there is novelty. But novelty isn't about new positions. It isn't a repertoire of techniques. Novelty is, what parts of you do you bring out? What parts of you are just being seen? Because in some way one could say sex isn't something you do, eh? Sex is a place you go. It's a space you enter inside yourself and with another, or others. So where do you go in sex? What parts of you do you connect to? What do you seek to express there? Is it a place for transcendence and spiritual union? Is it a place for naughtiness and is it a place to be safely aggressive? Is it a place where you can finally surrender and not have to take responsibility for everything? Is it a place where you can express your infantile wishes? What comes out there? It's a language. It isn't just a behavior. And it's the poetic of that language that I'm interested in, which is why I began to explore this concept of erotic intelligence.
Ξέρετε, τα ζώα κάνουν σεξ. Είναι βασικό, είναι βιολογία, είναι φυσικό ένστικτο. Είμαστε οι μόνοι που έχουν ερωτική ζωή που σημαίνει πως μιλάμε για σεξουαλικότητα μεταμορφωμένη από την ανθρώπινη φαντασία. Είμαστε οι μόνοι που μπορούν να κάνουν έρωτα επί ώρες, να περνούν καλά και να έχουν πολλαπλούς οργασμούς, χωρίς ν' αγγίζουμε κανέναν, μόνο με τη φαντασία μας. Μπορούμε να το υπαινιχθούμε. Δεν χρειάζεται καν να το κάνουμε. Μπορούμε να βιώσουμε το δυνατό αίσθημα της προσμονής, που είναι δομικό στοιχείο της επιθυμίας, την ικανότητα να τη φανταζόμαστε σαν να συμβαίνει, να τη βιώνουμε σαν να συμβαίνει, χωρίς να συμβαίνει τίποτα και όλα να συμβαίνουν την ίδια στιγμή. Όταν άρχισα λοιπόν να σκέφτομαι τον ερωτισμό, άρχισα να σκέφτομαι για την ποιητική του σεξ, κι αν το αναλογιστούμε ως ευφυΐα, είναι κάτι που το καλλιεργούμε. Ποια είναι τα συστατικά του; Φαντασία, παιχνίδισμα, καινοτομία, περιέργεια, μυστήριο. Ο Βασικός παράγοντας όμως είναι στ' αλήθεια το κομμάτι που ονομάζουμε φαντασία.
You know, animals have sex. It's the pivot, it's biology, it's the natural instinct. We are the only ones who have an erotic life, which means that it's sexuality transformed by the human imagination. We are the only ones who can make love for hours, have a blissful time, multiple orgasms, and touch nobody, just because we can imagine it. We can hint at it. We don't even have to do it. We can experience that powerful thing called anticipation, which is a mortar to desire. The ability to imagine it, as if it's happening, to experience it as if it's happening, while nothing is happening and everything is happening, at the same time. So when I began to think about eroticism, I began to think about the poetics of sex. And if I look at it as an intelligence, then it's something that you cultivate. What are the ingredients? Imagination, playfulness, novelty, curiosity, mystery. But the central agent is really that piece called the imagination.
Το πιο σημαντικό όμως, για ν' αρχίσω να καταλαβαίνω ποια είναι τα ζευγάρια που έχουν ερωτική φλόγα, και τι συντηρεί την επιθυμία, έπρεπε να πάω πίσω στον αρχικό ορισμό του ερωτισμού, τον μυστικιστικό ορισμό, και να περάσω μέσα από έναν διχασμό, εξετάζοντας το ψυχικό τραύμα, που είναι η άλλη πλευρά, και το μελέτησα βλέποντας την κοινότητα στην οποία μεγάλωσα, που ήταν μια κοινότητα του Βελγίου, όλοι επιζώντες του Ολοκαυτώματος, και στην κοινότητά μου υπήρχαν δύο ομάδες: Εκείνοι που επέζησαν κι εκείνοι που επανήλθαν στη ζωή. Όσοι δεν πέθαναν, έζησαν συχνά καθηλωμένοι, δεν μπορούσαν να βιώσουν ευχαρίστηση, δεν μπορούσαν να εμπιστευτούν, διότι όταν είσαι σε εγρήγορση, ανήσυχος, αγχωμένος, και ανασφαλής, δεν μπορείς να σηκώσεις κεφάλι και να πας ν' απογειωθείς στο διάστημα και να είσαι παιχνιδιάρης και ασφαλής και ευφάνταστος. Αυτοί που επανήλθαν στη ζωή ήταν εκείνοι που καταλάβαιναν τον ερωτισμό, ως αντίδοτο στο θάνατο. Ήξεραν πώς να διατηρηθούν στη ζωή. Όταν άρχισα ν' ακούω για την ανέραστη ζωή των ζευγαριών με τα οποία εργαζόμουν, υπήρχαν άνθρωποι που έλεγαν «Θέλω περισσότερο σεξ» αλλά συνήθως οι άνθρωποι θέλουν καλύτερο σεξ, και καλύτερο σημαίνει να επανενωθούν με τη ζωντάνια, την ανανέωση, τη ζωτικότητα, τον έρωτα, την ενέργεια, που τους έδινε το σεξ, ή που ήλπιζαν ότι θα τους έδινε.
But more importantly, for me to begin to understand who are the couples who have an erotic spark, what sustains desire, I had to go back to the original definition of eroticism, the mystical definition, and I went through it through a bifurcation by looking, actually, at trauma, which is the other side. And I looked at it, looking at the community that I had grown up in, which was a community in Belgium, all Holocaust survivors, and in my community, there were two groups: those who didn't die, and those who came back to life. And those who didn't die lived often very tethered to the ground, could not experience pleasure, could not trust, because when you're vigilant, worried, anxious, and insecure, you can't lift your head to go and take off in space and be playful and safe and imaginative. Those who came back to life were those who understood the erotic as an antidote to death. They knew how to keep themselves alive. And when I began to listen to the sexlessness of the couples that I work with, I sometimes would hear people say, "I want more sex," but generally, people want better sex, and better is to reconnect with that quality of aliveness, of vibrancy, of renewal, of vitality, of Eros, of energy that sex used to afford them, or that they've hoped it would afford them.
Άρχισα λοιπόν να θέτω μια διαφορετική ερώτηση. «Καταπνίγω τον εαυτό μου όταν...» ξεκινούσε η ερώτηση. «Καταπνίγω τις επιθυμίες μου όταν...» Αυτή δεν είναι ίδια ερώτηση με το «Αυτό που με ξενερώνει είναι...» και το «Με ξενερώνεις όταν...» Κι ο κόσμος απαντούσε: «Καταπνίγω τον εαυτό μου όταν αισθάνομαι νεκρός εσωτερικά, όταν δεν μου αρέσει το κορμί μου, όταν αισθάνομαι γριά, όταν δεν έχω χρόνο για τον εαυτό μου, όταν δεν έχω καν την ευκαιρία να σε ρωτήσω, όταν δεν αποδίδω στη δουλειά, όταν έχω μικρή αυτοεκτίμηση, όταν δεν νιώθω την προσωπική μου αξία, όταν δεν αισθάνομαι πως έχω το δικαίωμα να θέλω, να παίρνω, να εισπράττω ευχαρίστηση».
And so I began to ask a different question. "I shut myself off when ..." began to be the question. "I turn off my desires when ..." Which is not the same question as, "What turns me off is ..." and "You turn me off when ..." And people began to say, "I turn myself off when I feel dead inside, when I don't like my body, when I feel old, when I haven't had time for myself, when I haven't had a chance to even check in with you, when I don't perform well at work, when I feel low self esteem, when I don't have a sense of self-worth, when I don't feel like I have a right to want, to take, to receive pleasure."
Έπειτα άρχισα να ρωτώ την αντίθετη ερώτηση. «Ερεθίζομαι όταν...» Επειδή συνήθως οι άνθρωποι θέλουν να λένε: «Εσύ με ερεθίζεις, τι με ερεθίζει» και οι ίδιοι μένουν εκτός. Καταλαβαίνετε; Όσα και να κάνει ο άλλος για του Αγίου Βαλεντίνου, αν είσαι νεκρός μέσα σου, δεν θα έχει καμία επίδραση. Δεν είναι κανείς μέσα. (Γέλια)
And then I began to ask the reverse question. "I turn myself on when ..." Because most of the time, people like to ask the question, "You turn me on, what turns me on," and I'm out of the question, you know? Now, if you are dead inside, the other person can do a lot of things for Valentine's. It won't make a dent. There is nobody at the reception desk.
Γι' αυτό ερεθίζομαι όταν, επιθυμώ, ξυπνάω όταν ...
(Laughter) So I turn myself on when, I turn on my desires, I wake up when ...
Τώρα σε αυτό το παράδοξο μεταξύ αγάπης και επιθυμίας το παράξενο είναι ότι με τα ίδια υλικά που τροφοδοτείται η αγάπη -- αμοιβαιότητα, ανταπόδοση, προστασία, έγνοια, ευθύνη για τον άλλον -- είναι καμιά φορά τα ίδια υλικά που καταπνίγουν την επιθυμία. Διότι η επιθυμία συνοδεύεται από μια σειρά συναισθημάτων που δεν είναι πάντα ό,τι καλύτερο για την αγάπη: Ζήλια, κτητικότητα, επιθετικότητα, δύναμη, κυριαρχία, σκανταλιά, αταξία. Βασικά οι περισσότεροι ερεθιζόμαστε τη νύχτα από τα ίδια πράγματα που μας απωθούν κατά τη διάρκεια της ημέρας. Ξέρετε, ο ερωτικός εγκέφαλος δεν είναι ιδιαίτερα πολιτικά ορθός. Αν όλοι φαντασιώνονταν ένα κρεβάτι με τριαντάφυλλα, δεν θα κάναμε αυτές τις ενδιαφέρουσες συζητήσεις. Όμως όχι, εκεί επάνω στο μυαλό μας συμβαίνουν πράγματα που δεν γνωρίζουμε πάντα, πώς να τα μοιραστούμε με το άτομο που αγαπάμε, επειδή νομίζουμε πως η αγάπη είναι ανιδιοτελής, ενώ στην πραγματικότητα η επιθυμία έρχεται με μια δόση ιδιοτέλειας με την καλύτερη έννοια της λέξης: τη δυνατότητα να παραμείνουμε συνδεδεμένοι με τον εαυτό μας υπό την παρουσία του άλλου.
Now, in this paradox between love and desire, what seems to be so puzzling is that the very ingredients that nurture love -- mutuality, reciprocity, protection, worry, responsibility for the other -- are sometimes the very ingredients that stifle desire. Because desire comes with a host of feelings that are not always such favorites of love: jealousy, possessiveness, aggression, power, dominance, naughtiness, mischief. Basically most of us will get turned on at night by the very same things that we will demonstrate against during the day. You know, the erotic mind is not very politically correct. If everybody was fantasizing on a bed of roses, we wouldn't be having such interesting talks about this. (Laughter) But no, in our mind up there are a host of things going on that we don't always know how to bring to the person that we love, because we think love comes with selflessness and in fact desire comes with a certain amount of selfishness in the best sense of the word: the ability to stay connected to one's self in the presence of another.
Θέλω να σας το εξηγήσω αυτό, διότι αυτή η ανάγκη να συμφιλιώσουμε τις δύο ομάδες αναγκών, είναι εγγενής. Η ανάγκη μας για σύνδεση, η ανάγκη μας για αυτοτέλεια, η ανάγκη μας για σιγουριά και περιπέτεια, ή η ανάγκη μας για συντροφικότητα και αυτονομία. Κι αν αναλογιστείτε το μικρό παιδί που κάθεται στην αγκαλιά σας, που έχει φωλιάσει εκεί αναπαυτικά και με ασφάλεια, σε κάποιο σημείο, όλοι μας νιώθουμε την ανάγκη να βγούμε έξω στον κόσμο να εξερευνήσουμε και ν' ανακαλύψουμε. Αυτή είναι η αρχή της επιθυμίας, αυτή η εξερευνητική ανάγκη, η ανακάλυψη. Κι έπειτα σε κάποιο σημείο, γυρνούν και σε κοιτάζουν, κι αν τους πεις, «Έϊ μικρέ, ο κόσμος είναι ένα υπέροχο μέρος, άντε να τον ανακαλύψεις. Έχει τόση πλάκα εκεί έξω». μπορούν να φύγουν και να βιώσουν σύνδεση και αυτοτέλεια την ίδια στιγμή. Μπορούν να πάνε μακριά με τη φαντασία τους, με το κορμί τους, με την παιχνιδιάρικη διάθεση, γνωρίζοντας ταυτόχρονα ότι θα υπάρχει κάποιος εκεί όταν επιστρέψουν.
So I want to draw that little image for you, because this need to reconcile these two sets of needs, we are born with that. Our need for connection, our need for separateness, or our need for security and adventure, or our need for togetherness and for autonomy, and if you think about the little kid who sits on your lap and who is cozily nested here and very secure and comfortable, and at some point all of us need to go out into the world to discover and to explore. That's the beginning of desire, that exploratory need, curiosity, discovery. And then at some point they turn around and they look at you. And if you tell them, "Hey kiddo, the world's a great place. Go for it. There's so much fun out there," then they can turn away and they can experience connection and separateness at the same time. They can go off in their imagination, off in their body, off in their playfulness, all the while knowing that there's somebody when they come back.
Αν όμως εδώ υπάρχει κάποιος που λέει, «Ανησυχώ. Αγχώνομαι. Είμαι στεναχωρημένος. Ο σύντροφός μου δεν με φροντίζει εδώ και καιρό. Τι το καλό υπάρχει εκεί έξω; Δεν έχουμε όλα όσα χρειάζεσαι μεταξύ μας, εσύ κι εγώ;» Τότε υπάρχουν μερικές αντιδράσεις που όλοι μας λίγο-πολύ μπορούμε ν' αναγνωρίσουμε. Κάποιοι θα επιστρέψουν, έχουν επιστρέψει πολύ καιρό πριν, κι αυτό το μικρό παιδί που επιστρέφει είναι εκείνο που θα παραιτηθεί από ένα κομμάτι του εαυτού του για να μην χάσει τον άλλο. Θα χάσω την ελευθερία μου, για να μην χάσω τη σύνδεση. Και θα μάθω ν' αγαπώ με συγκεκριμένο τρόπο που θα επιβαρυνθεί με επιπλέον ανησυχία κι επιπρόσθετη ευθύνη και προστασία, και δεν θα ξέρω πώς να σε αφήσω για να πάω να παίξω, για να νιώσω ευχαρίστηση, με σκοπό ν' ανακαλύψω, να εισέλθω μέσα στον εαυτό μου. Μεταφράστε το αυτό σε γλώσσα ενηλίκων. Ξεκινά από μικρή ηλικία. Συνεχίζει στη σεξουαλική μας ζωή μέχρι το τέλος. Το παιδί νούμερο δύο επιστρέφει αλλά κοιτάζει έτσι, όλη την ώρα, πάνω από τον ώμο του. «Θα είσαι εκεί;» «Θα με βρίσεις; Θα μ' επιπλήξεις;» «Θα θυμώσεις μαζί μου;» Και μπορεί να φύγει αλλά ποτέ δεν είναι μακριά, κι αυτοί είναι οι άνθρωποι που θα σου πουν, πως στην αρχή η σχέση ήταν καυτή. Επειδή στην αρχή, η αυξανόμενη οικειότητα δεν ήταν ακόμη τόσο δυνατή ώστε να οδηγήσει στη μείωση της επιθυμίας. Όσο πιο πολύ δένομαι, τόσο περισσότερο αισθάνομαι υπεύθυνος, και τόσο λιγότερο είμαι ικανός ν' αφήνομαι, όταν είσαι μπροστά. Το τρίτο παιδί ποτέ δε γυρίζει πίσω.
But if on this side there is somebody who says, "I'm worried. I'm anxious. I'm depressed. My partner hasn't taken care of me in so long. What's so good out there? Don't we have everything you need together, you and I?" then there are a few little reactions that all of us can pretty much recognize. Some of us will come back, came back a long time ago, and that little child who comes back is the child who will forgo a part of himself in order not to lose the other. I will lose my freedom in order not to lose connection. And I will learn to love in a certain way that will become burdened with extra worry and extra responsibility and extra protection, and I won't know how to leave you in order to go play, in order to go experience pleasure, in order to discover, to enter inside myself. Translate this into adult language. It starts very young. It continues into our sex lives up to the end. Child number two comes back but looks like that over their shoulder all the time. "Are you going to be there? Are you going to curse me, scold me? Are you going to be angry with me?" And they may be gone, but they're never really away. And those are often the people that will tell you, "In the beginning, it was super hot." Because in the beginning, the growing intimacy wasn't yet so strong that it actually led to the decrease of desire. The more connected I became, the more responsible I felt, the less I was able to let go in your presence. The third child doesn't really come back.
Τι γίνεται λοιπόν αν θέλετε να διατηρήσετε την επιθυμία, αυτή είναι η πραγματική συζήτηση. Από τη μια θέλετε την ασφάλεια, ώστε να μπορείτε να φύγετε. Από την άλλη, αν δεν μπορείτε να φύγετε, δεν μπορείτε να νιώσετε ευχαρίστηση, δεν κορυφώνετε, δεν έρχεστε σε οργασμό, δεν διεγείρεστε επειδή σπαταλάτε το χρόνο σας στο κορμί και το κεφάλι του άλλου κι όχι στο δικό σας.
So what happens, if you want to sustain desire, it's that real dialectic piece. On the one hand you want the security in order to be able to go. On the other hand if you can't go, you can't have pleasure, you can't culminate, you don't have an orgasm, you don't get excited because you spend your time in the body and the head of the other and not in your own.
Έτσι, σε αυτό το δίλημμα σχετικά με τη συμφιλίωση αυτών των δύο συνόλων των θεμελιωδών αναγκών, υπάρχουν μερικά πράγματα που έχω καταλάβει πως κάνουν τα ερωτικά ζευγάρια. Το ένα είναι ότι έχουν πολλή ιδιωτική σεξουαλική ζωή. Καταλαβαίνουν πως υπάρχει ένας ερωτικός χώρος που ανήκει στον καθένα απ' αυτούς. Καταλαβαίνουν επίσης ότι τα προκαταρκτικά δεν είναι κάτι που κάνεις πέντε λεπτά πριν από την πράξη. Τα προκαταρκτικά στην ουσία αρχίζουν στο τέλος του προηγούμενου οργασμού. Καταλαβαίνουν επίσης πως ένας ερωτικός χώρος, δεν έχει να κάνει με το να χαϊδέψεις τον άλλο. Αφορά το χώρο που δημιουργείς, όπου αφήνεις τη διαχείριση, ίσως είναι εκεί που αφήνεις και το ευέλικτο πρόγραμμα, (Γέλια) και εισέρχεσαι σ' αυτό το χώρο που παύεις να είσαι ο καλός πολίτης που φροντίζει τα πράγματα και είναι υπεύθυνος. Η υπευθυνότητα και η επιθυμία δεν ταιριάζουν. Δεν πάνε καλά μαζί. Τα ερωτικά ζευγάρια καταλαβαίνουν επίσης ότι το πάθος έρχεται και φεύγει. Είναι σαν το φεγγάρι. Έχει διαλείπουσες εκλείψεις. Ξέρουν όμως πως ν' αναστήσουν το πάθος. Ξέρουν πώς να το φέρουν πίσω, και το ξέρουν επειδή έχουν απομυθοποιήσει έναν μεγάλο μύθο, που μιλά για τον αυθορμητισμό, ότι δηλαδή θα πέσει από τον ουρανό καθώς θα διπλώνετε τη μπουγάδα σαν από μηχανής θεός, και κατάλαβαν πως ό,τι είναι να συμβεί σε μια μακροχρόνια σχέση, έχει συμβεί ήδη.
So in this dilemma about reconciling these two sets of fundamental needs, there are a few things that I've come to understand erotic couples do. One, they have a lot of sexual privacy. They understand that there is an erotic space that belongs to each of them. They also understand that foreplay is not something you do five minutes before the real thing. Foreplay pretty much starts at the end of the previous orgasm. They also understand that an erotic space isn't about, you begin to stroke the other. It's about you create a space where you leave Management Inc., maybe where you leave the Agile program -- (Laughter) And you actually just enter that place where you stop being the good citizen who is taking care of things and being responsible. Responsibility and desire just butt heads. They don't really do well together. Erotic couples also understand that passion waxes and wanes. It's pretty much like the moon. It has intermittent eclipses. But what they know is they know how to resurrect it. They know how to bring it back. And they know how to bring it back because they have demystified one big myth, which is the myth of spontaneity, which is that it's just going to fall from heaven while you're folding the laundry like a deus ex machina, and in fact they understood that whatever is going to just happen in a long-term relationship, already has.
Το αφοσιωμένο σεξ είναι το προμελετημένο σεξ. Είναι σκόπιμο κι από πρόθεση. Είναι επικέντρωση και παρουσία.
Committed sex is premeditated sex. It's willful. It's intentional. It's focus and presence.
Ευτυχισμένος ο Άγιος Βαλεντίνος.
Merry Valentine's.
(Χειροκρότημα)
(Applause)