Καθώς ο ήλιος δύει σε μια φυτεία στην Τζαμάικα, τα παιδιά συρρέουν στον Κο Κουάκου για μια ιστορία. Όλοι ξέρουν πως είναι γεμάτος ιστορίες από την Γκάνα, τη χώρα των προγόνων τους. Αλλά αυτό που δεν ξέρουν - ο Κουάκου κλείνει το μάτι - είναι πώς οι πρόγονοί τους βρήκαν αυτές τις ιστορίες εξ αρχής.
As the sun sets on a plantation in Jamaica, children flock to Mr. Kwaku for a story. They all know he’s full of tales from Ghana, the land of their ancestors. But what they don’t know, Kwaku winks, is how their ancestors got those stories in the first place.
Πριν από πολύ καιρό, όλες οι ιστορίες ανήκαν στον Νιάμε,
Long ago, all stories belonged to Nyame, the all-seeing Sky God.
τον πανόπτη Ουράνιο Θεό. Οι άνθρωποι στη Γη βαριόντουσαν και αγνοούσαν εντελώς την ιστορία τους. Όμως, ένα πλάσμα αποφάσισε πως φτάνει πια αυτή η κατάσταση. O Ανάνσι, η ύπουλη, πολύμορφη αράχνη, αποφάσισε να μεταφέρει τις ιστορίες στη Γη. Ύφανε έναν ιστό που απλώθηκε στα σύννεφα και σκαρφάλωσε για να αντιμετωπίσει τον Ουράνιο Θεό. Σκύβοντας στα πόδια του Νιάμε, ο Ανάνσι φώναξε όσο πιο δυνατά μπορούσε πως ήρθε για να αναλάβει τις ιστορίες του κόσμου. Κοιτάζοντας κάτω από το χρυσό του σκαμνί, ο Νιάμε έβαλε τα γέλια με το παράλογο αίτημα της αράχνης.
People on Earth were bored and knew nothing about their history. But one creature decided enough was enough. Anansi, the tricky, shapeshifting spider, resolved to bring the stories down to Earth. He spun a web that stretched into the clouds and climbed up to confront the Sky God. Crouching at Nyame’s feet, Anansi shouted at the top of his lungs that he had come to take ownership of the world’s stories. Looking down from his golden stool, Nyame hooted with laughter at the spider’s absurd request.
Ο Νοάμε είπε στον Ανάνσι ότι θα μπορούσε να έχει όποια ιστορία επιθυμούσε, αλλά μόνο αν μπορούσε να ολοκληρώσει μια απίθανη αποστολή. Αν ο Ανάνσι του έφερνε τον Οσέμπο, τη Λεοπάρδαλη, τον Ονίνι τον Πύθωνα, τον Μομπόρο τη Σφήκα, και τη Μοάτια το Πνεύμα του Δάσους, τότε θα μπορούσε να πάρει τις ιστορίες. Ο Ανάνσι το αποδέχθηκε ταπεινά. Ο Νιάμε δεν τον είδε που χαμογελούσε, καθώς έφευγε βιαστικά.
Nyame told Anansi that he could have all the stories he wished— but only if he could complete an impossible task. If Anansi brought him Osebo the Leopard, Onini the Python, Mmoboro the Hornet, and Mmoatia the Forest Spirit, then he could take the stories. Anansi humbly accepted. Nyame didn’t see him grinning as he scuttled away.
Πίσω στη Γη, ο Ανάνσι άρπαξε τη μαγική του τσάντα και στρώθηκε στη δουλειά. Ο Ανάνσι βρήκε τον Ονίνι, τον Πύθωνα να κάνει ηλιοθεραπεία. Ο Ανάνσι χλεύασε το γεγονός ότι ο Ονίνι δεν μπορούσε να είναι το μακρύτερο ζώο, λέγοντας ότι έμοιαζε μικρότερος κι από ένα κομμάτι καλάμι μπαμπού. Έξαλλος, ο Ονίνι τεντώθηκε κατά μήκος του μπαμπού για να αποδείξει το μάκρος του. Ο Ανάνσι αμέσως τον έδεσε πολύ σφιχτά σε κάθε άκρη και τον έβαλε στην τσάντα.
Back on Earth, Anansi grabbed his magic bag and set to work. Anansi found Onini the Python bathing in the sun. Anansi scoffed that Onini couldn’t be the longest animal, saying he looked no longer than a piece of bamboo cane. Enraged, Onini stretched himself across the bamboo to prove his lengthiness. Anansi quickly bound him tight-tight to each end and placed him in his bag.
Έπειτα, ο Ανάνσι έσκαψε έναν μεγάλο λάκκο στη μέση του δρόμου όπου σύχναζε ο Οσέμπο η Λεοπάρδαλη, και τον κάλυψε με μπανανόφλουδες. Όπως αναμενόταν, ο δυνατός Οσέμπο δεν άργησε να πέσει μέσα. Ο Ανάνσι μάλωσε τον Οσέμπο για την απροσεξία του αλλά προσφέρθηκε να τον σώσει. Καθώς βοηθούσε τον Οσέμπο να βγει από τον λάκκο, ο Ανάνσι τον κάρφωσε γρήγορα με το μαχαίρι του. Ο Οσέμπο έπεσε ξανά στο έδαφος όπου ο Ανάνσι τον τύλιξε πολύ σφιχτά με κλωστή αράχνης.
Next, Anansi dug a great pit in the middle of the path Osebo the Leopard usually prowled, and covered it with banana leaves. Sure enough, mighty Osebo soon fell in. Anansi scolded Osebo for his carelessness, but offered to rescue him. As he helped Osebo out of the pit, Anansi swiftly jabbed him with his knife. Osebo fell back to the ground where Anansi wound him up tight-tight in spider thread.
Τότε, ο Ανάνσι άκουσε τον Μομπόρο και τις σφήκες του να βουίζουν. Τις πλησίασε προσεκτικά. Αυτό θα ήταν ζόρικο - τα κεντριά τους θα μπορούσαν να προκαλέσουν πρήξιμο μέχρι θανάτου - αλλά ο Ανάνσι ήξερε ότι μισούσαν τη βροχή. Γέμισε το στόμα του με νερό και το έφτυσε στο σμήνος. Όπως πανικοβλήθηκαν, ο Ανάνσι ώθησε τις σφήκες να καταφύγουν στο φλασκί του, όπου βρέθηκαν παγιδευμένες.
Then, Anansi heard Mmoboro and his hornets buzzing. He cautiously approached them. This would be tricky— their stings could make someone swell up and die— but Anansi knew they hated rain. He filled his mouth with water and spat it at the swarm. As they panicked, Anansi urged the hornets to shelter in his gourd, where they found themselves trapped.
Ο Ανάνσι είχε μία ακόμη αποστολή: να αιχμαλωτίσει τη Μοάτια, το άπιαστο και άτακτο Πνεύμα του Δάσους. Συνήθως κρυβόταν βαθιά μέσα στο δάσος, αλλά ο Ανάνσι ήξερε πως ήταν μοναχική. Έτσι, έφτιαξε μια μικρή κούκλα καλυμμένη με χυμό και την άφησε στο δρόμο της. Όταν τη βρήκε, η Μοάτια μίλησε στην κούκλα, αλλά εξοργίστηκε όταν δεν της απάντησε. Χτύπησε την ασεβή κούκλα και οι μικρές γροθιές της κόλλησαν στην κολλώδη επιφάνειά της. Ο Ανάνσι τύλιξε τη Μοάτια πολύ σφιχτά και την έβαλε στην τσάντα του μαζί με τα υπόλοιπα πλάσματα.
Anansi had one more task: to capture Mmoatia the elusive and mischievous Forest Spirit. She usually hid herself deep in the woods, but Anansi knew she was lonely. So, he made a little doll covered in sap and left it in her path. When she came upon it, Mmoatia spoke to the doll but became enraged when it didn’t answer. She hit the disrespectful doll and her small fists stuck to its sticky surface. Anansi wrapped Mmoatia up tight-tight and scooped her into his bag along with the other creatures.
Θριαμβευτικά, σκαρφάλωσε στον ιστό του προς τα σύννεφα. Όταν ο Ουράνιος Θεός είδε ότι ο Ανάνσι είχε ολοκληρώσει την ακατόρθωτη αποστολή, εντυπωσιάστηκε. Ο Νιάμε είπε στον Ανάνσι ότι είχε κερδίσει τις ιστορίες του κόσμου. Χορεύοντας από ευτυχία, ο Ανάνσι μάζεψε τις ιστορίες, τις έβαλε στην τσάντα του, και κατέβηκε στη Γη. Εκεί, σκόρπισε τις ιστορίες ανά τον κόσμο για να τις μοιραστούν οι άνρθωποι.
Triumphantly, he climbed his web back into the clouds. When the Sky God saw that Anansi had completed the impossible task, he was amazed. Nyame told Anansi that he had earned the world’s stories. Dancing for joy, Anansi gathered them up, stuffed the stories into his bag, and descended to Earth. There, he scattered the stories throughout the world for people to share.
Και αυτό έκαναν, λέει ο Κουάκου στα παιδιά. Γενιές συνέχισαν να λένε και να ξαναθυμούνται τις ιστορίες του Ανάνσι ακόμα και αφού κλάπηκαν από την Αφρική και υποδουλώθηκαν. Ο Ανάνσι μπορεί να είναι μικρός, αλλά «ο έξυπνος είναι καλύτερος από τον δυνατό», λέει ο Κουάκου, και προτείνει στα παιδιά να παίρνουν τις ιστορίες του Ανάνσι μαζί τους παντού. Κοιτώντας το ακροατήριό του, ο Κουάκου ξέρει ότι ο Ανάνσι θα διατηρηθεί ως ένα σύμβολο ευρηματικότητας και αντίστασης απέναντι στην καταπίεση, και μια απόδειξη της μακρόχρονης δύναμης της αφήγησης.
And they did, Kwaku tells the children. Generations have continued telling and reimagining Anansi’s stories even after being stolen from Africa and enslaved. Anansi may be small, but “cunning’s better than strong,” Kwaku says, and tells the children to take Anansi’s stories with them wherever they go. Looking at his audience, Kwaku knows that Anansi will persist as a symbol of resourcefulness and resistance in the face of oppression, and a testament to the enduring power of storytelling.