Λοιπόν, είμαι μια γυναίκα με χρόνια σχιζοφρένεια. Έχω περάσει εκατοντάδες μέρες σε ψυχιατρεία. Μπορεί να κατέληγα να περάσω το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου στην πίσω πτέρυγα ενός νοσοκομείου, αλλά η ζωή μου δεν κατέληξε έτσι. Στην πραγματικότητα, κατάφερα να μείνω μακριά από νοσοκομεία για σχεδόν τρεις δεκαετίες, ίσως το μεγαλύτερο επίτευγμά μου. Αυτό δεν σημαίνει ότι κρατήθηκα μακριά απ' όλους τους ψυχιατρικούς αγώνες. Όταν αποφοίτησα από τη Νομική Σχολή του Γιέιλ και βρήκα την πρώτη μου δουλειά ως νομικός, ο ψυχαναλυτής μου στο Νιού Χέιβεν, ο Δρ Γουάιτ, μου ανακοίνωσε ότι θα έκλεινε το ιατρείο του σε τρεις μήνες, αρκετά χρόνια νωρίτερα απ' όσο υπολόγιζα να εγκαταλείψω το Νιού Χέιβεν. Ο Γουάιτ με είχε βοηθήσει πάρα πολύ, και η σκέψη της αναχώρησής του με συνέτριψε.
So I'm a woman with chronic schizophrenia. I've spent hundreds of days in psychiatric hospitals. I might have ended up spending most of my life on the back ward of a hospital, but that isn't how my life turned out. In fact, I've managed to stay clear of hospitals for almost three decades, perhaps my proudest accomplishment. That's not to say that I've remained clear of all psychiatric struggles. After I graduated from the Yale Law School and got my first law job, my New Haven analyst, Dr. White, announced to me that he was going to close his practice in three months, several years before I had planned to leave New Haven. White had been enormously helpful to me, and the thought of his leaving shattered me.
Ο καλύτερός μου φίλος, ο Στηβ, αντιλαμβανόμενος ότι κάτι δεν πήγαινε καθόλου καλά, ήρθε αεροπορικώς στο Νιού Χέιβεν για να είναι μαζί μου. Τώρα θα σας διαβάσω μερικά από τα γραπτά μου: «Άνοιξα την πόρτα του μικρού διαμερίσματός μου. Αργότερα ο Στηβ θα μου έλεγε ότι, απ' όλες τις φορές που με είχε δει ψυχωτική, τίποτα δεν θα μπορούσε να τον προετοιμάσει γι' αυτό που είδε εκείνη την ημέρα. Για μια εβδομάδα, ίσως και περισσότερο, σχεδόν δεν είχα φάει. Ήμουν κάτισχνη. Περπατούσα λες και είχα ξύλινα πόδια. Το πρόσωπό μου έδειχνε και το ένιωθα σαν μάσκα. Είχα κλείσει όλες τις κουρτίνες του διαμερίσματος, έτσι στο καταμεσήμερο το διαμέρισμα ήταν σχεδόν ολοσκότεινο. Ο αέρας ήταν δύσοσμος, το δωμάτιο ένα χάος. Ο Στηβ, δικηγόρος και ψυχολόγος, έχει κουράρει πολλούς ασθενείς με σοβαρές ψυχικές παθήσεις, και μέχρι σήμερα λέει ότι ήμουν η χειρότερη περίπτωση που είχε δει. “Γεια” είπα και επέστρεψα στον καναπέ, όπου κάθισα σιωπηρή για αρκετές στιγμές. “Ευχαριστώ που ήρθες, Στηβ. Λέξη, φωνή, κόσμος που καταρρέει. Πες στα ρολόγια να σταματήσουν. Είναι η ώρα. Έχει έρθει η ώρα.” “Φεύγει ο Γουάιτ” είπε ο Στηβ σκυθρωπά. “Νιώθω να με σπρώχνουν στον τάφο. Η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή” βόγκηξα. “Η βαρύτητα με τραβάει προς τα κάτω. Φοβάμαι. Πες τους να φύγουν.”»
My best friend Steve, sensing that something was terribly wrong, flew out to New Haven to be with me. Now I'm going to quote from some of my writings: "I opened the door to my studio apartment. Steve would later tell me that, for all the times he had seen me psychotic, nothing could have prepared him for what he saw that day. For a week or more, I had barely eaten. I was gaunt. I walked as though my legs were wooden. My face looked and felt like a mask. I had closed all the curtains in the apartment, so in the middle of the day the apartment was in near total darkness. The air was fetid, the room a shambles. Steve, both a lawyer and a psychologist, has treated many patients with severe mental illness, and to this day he'll say I was as bad as any he had ever seen. 'Hi,' I said, and then I returned to the couch, where I sat in silence for several moments. 'Thank you for coming, Steve. Crumbling world, word, voice. Tell the clocks to stop. Time is. Time has come.' 'White is leaving,' Steve said somberly. 'I'm being pushed into a grave. The situation is grave,' I moan. 'Gravity is pulling me down. I'm scared. Tell them to get away.'"
Ως νεαρή γυναίκα, βρέθηκα σε ψυχιατρείο σε τρεις διαφορετικές περιπτώσεις για μεγάλο διάστημα. Οι γιατροί μου διέγνωσαν χρόνια σχιζοφρένεια, και έκαναν πρόγνωση «πολύ σοβαρή». Δηλαδή, στην καλύτερη το αναμενόμενο ήταν να ζήσω σε κέντρο περίθαλψης και να εργαστώ σε ασήμαντες δουλειές. Ευτυχώς, στην πραγματικότητα δεν επιβεβαίωσα εκείνη την σοβαρή πρόγνωση. Αντιθέτως, έχω έδρα Καθηγήτριας Νομικής, Ψυχολογίας και Ψυχιατρικής στη Νομική Σχολή Γκουλντ του USC, έχω πολλούς στενούς φίλους έχω κι έναν πολυαγαπημένο σύζυγο, τον Γουίλ, που είναι μαζί μας σήμερα.
As a young woman, I was in a psychiatric hospital on three different occasions for lengthy periods. My doctors diagnosed me with chronic schizophrenia, and gave me a prognosis of "grave." That is, at best, I was expected to live in a board and care, and work at menial jobs. Fortunately, I did not actually enact that grave prognosis. Instead, I'm a chaired Professor of Law, Psychology and Psychiatry at the USC Gould School of Law, I have many close friends and I have a beloved husband, Will, who's here with us today.
(Χειροκρότημα) Ευχαριστώ. Σίγουρα αυτός είναι ο σταρ της ομιλίας μου.
(Applause) Thank you. He's definitely the star of my show.
Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας πώς συνέβη αυτό, και επίσης να περιγράψω την εμπειρία μου ως ψυχωτική. Βιάζομαι να προσθέσω ότι είναι η δική μου εμπειρία, επειδή καθένας γίνεται ψυχωτικός με τον τρόπο του.
I'd like to share with you how that happened, and also describe my experience of being psychotic. I hasten to add that it's my experience, because everyone becomes psychotic in his or her own way.
Ας αρχίσουμε με τον ορισμό της σχιζοφρένειας. Η σχιζοφρένεια είναι μια πάθηση του εγκεφάλου. Το καθοριστικό στοιχείο της είναι η ψύχωση, ή αλλιώς το να χάνεις την επαφή με την πραγματικότητα. Αυταπάτες και παραισθήσεις είναι χαρακτηριστικά γνωρίσματα της πάθησης. Οι αυταπάτες είναι πάγιες εσφαλμένες πεποιθήσεις που δεν ανταποκρίνονται σε αποδείξεις, και οι παραισθήσεις είναι εσφαλμένες αισθητηριακές εμπειρίες. Για παράδειγμα, όταν είμαι ψυχωτική συχνά έχω την αυταπάτη ότι έχω σκοτώσει εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους με τις σκέψεις μου. Μερικές φορές έχω την εντύπωση ότι όπου να 'ναι θα γίνουν πυρηνικές εκρήξεις στο μυαλό μου. Περιστασιακά, έχω παραισθήσεις, όπως εκείνη τη φορά που γύρισα και είδα έναν άνδρα μ' ένα υψωμένο μαχαίρι. Φανταστείτε να έχετε εφιάλτη ενώ είσαστε ξύπνιοι.
Let's start with the definition of schizophrenia. Schizophrenia is a brain disease. Its defining feature is psychosis, or being out of touch with reality. Delusions and hallucinations are hallmarks of the illness. Delusions are fixed and false beliefs that aren't responsive to evidence, and hallucinations are false sensory experiences. For example, when I'm psychotic I often have the delusion that I've killed hundreds of thousands of people with my thoughts. I sometimes have the idea that nuclear explosions are about to be set off in my brain. Occasionally, I have hallucinations, like one time I turned around and saw a man with a raised knife. Imagine having a nightmare while you're awake.
Συχνά, η ομιλία και η σκέψη αποδιοργανώνονται σε σημείο ασάφειας. Χαλαροί συνειρμοί είναι η ένωση λέξεων που μπορεί να ακούγονται αρκετά όμοιες αλλά δεν βγάζουν νόημα, και αν μπερδευτούν πολύ οι λέξεις, αυτό ονομάζεται «λεκτική σαλάτα». Αντίθετα με την κοινή αντίληψη, η σχιζοφρένεια δεν είναι το ίδιο με τη διαταραχή πολλαπλής προσωπικότητας ή τη διχασμένη προσωπικότητα. Το μυαλό του σχιζοφρενούς δεν είναι χωρισμένο, είναι διαλυμένο.
Often, speech and thinking become disorganized to the point of incoherence. Loose associations involves putting together words that may sound a lot alike but don't make sense, and if the words get jumbled up enough, it's called "word salad." Contrary to what many people think, schizophrenia is not the same as multiple personality disorder or split personality. The schizophrenic mind is not split, but shattered.
Όλοι έχουν δει έναν άνθρωπο στο δρόμο απεριποίητο, πιθανώς υποσιτισμένο, να στέκεται έξω από ένα κτίριο μουρμουρίζοντας ή φωνάζοντας. Αυτό το άτομο πιθανώς έχει κάποια μορφή σχιζοφρένειας. Αλλά η σχιζοφρένεια παρουσιάζεται σε ένα μεγάλο εύρος κοινωνικοοικονομικής κατάστασης, και υπάρχουν άνθρωποι με την ασθένεια που εργάζονται κανονικά με μεγάλες ευθύνες. Πριν πολλά χρόνια, αποφάσισα να καταγράψω τις εμπειρίες μου και το προσωπικό μου ταξίδι, και θέλω να μοιραστώ λίγη ακόμα από την ιστορία μου μαζί σας σήμερα για να σας μεταδώσω την εικόνα από μέσα.
Everyone has seen a street person, unkempt, probably ill-fed, standing outside of an office building muttering to himself or shouting. This person is likely to have some form of schizophrenia. But schizophrenia presents itself across a wide array of socioeconomic status, and there are people with the illness who are full-time professionals with major responsibilities. Several years ago, I decided to write down my experiences and my personal journey, and I want to share some more of that story with you today to convey the inside view.
Λοιπόν το επόμενο επεισόδιο συνέβη την έβδομη εβδομάδα του πρώτου εξαμήνου του πρώτου έτους στη Νομική στο Γιέιλ. Παραθέτω από το γραπτό μου: «Οι δύο συμμαθήτριές μου, Ρέμπελ και Βαλ, κι εγώ είχαμε κανονίσει να συναντηθούμε στην βιβλιοθήκη της Νομικής την Παρασκευή το βράδυ για να δουλέψουμε μαζί πάνω στην εργασία μας για το υπόμνημα. Αλλά δεν είχαμε προχωρήσει πολύ όταν άρχισα να μιλάω ακαταλαβίστικα.
So the following episode happened the seventh week of my first semester of my first year at Yale Law School. Quoting from my writings: "My two classmates, Rebel and Val, and I had made the date to meet in the law school library on Friday night to work on our memo assignment together. But we didn't get far before I was talking in ways that made no sense.
“Τα υπομνήματα είναι επισκέψεις” τις πληροφόρησα. “Κάνουν συγκεκριμένες παρατηρήσεις. Η παρατήρηση είναι στο κεφάλι σας. Η Πατ το έλεγε αυτό. Έχεις σκοτώσει κανέναν;” Η Ρέμπελ και η Βαλ με κοίταξαν λες και εκείνες ή εμένα μας είχε καταβρέξει κάποιος με κρύο νερό. “Για τι πράγμα μιλάς, Έλιν;” “Ξέρεις, τα συνηθισμένα. Ποιος είναι τι, ποιος είναι ποιος, περί ανέμων και υδάτων. Ας βγούμε στην ταράτσα. Είναι επίπεδη. Είναι ασφαλής.” Η Ρέμπελ και η Βαλ ακολούθησαν και ρωτούσαν τι με είχε πιάσει. “Αυτός είναι ο πραγματικός μου εαυτός” ανακοίνωσα, κουνώντας τα χέρια πάνω από το κεφάλι μου. Έπειτα, αργά μια Παρασκευή βράδυ, στη στέγη της Νομικής Σχολής του Γιέιλ, άρχισα να τραγουδάω, μάλλον δυνατά. “Έλα στην ηλιόλουστη Φλόριντα. Θέλεις να χορέψεις;” “Έχεις πάρει ναρκωτικά;” ρώτησε κάποιος. “Είσαι φτιαγμένη;” “Φτιαγμένη; Εγώ; Με τίποτα, όχι ναρκωτικά. Έλα στην ηλιόλουστη Φλόριντα, όπου υπάρχουν λεμόνια, όπου φτιάχνουν δαίμονες.” “Με τρομάζεις” είπε η μια, και η Ρέμπελ και η Βαλ γύρισαν πίσω στην βιβλιοθήκη. Σήκωσα τους ώμους αδιάφορα και τις ακολούθησα.
'Memos are visitations,' I informed them. 'They make certain points. The point is on your head. Pat used to say that. Have you killed you anyone?' Rebel and Val looked at me as if they or I had been splashed in the face with cold water. 'What are you talking about, Elyn?' 'Oh, you know, the usual. Who's what, what's who, heaven and hell. Let's go out on the roof. It's a flat surface. It's safe.' Rebel and Val followed and they asked what had gotten into me. 'This is the real me,' I announced, waving my arms above my head. And then, late on a Friday night, on the roof of the Yale Law School, I began to sing, and not quietly either. 'Come to the Florida sunshine bush. Do you want to dance?' 'Are you on drugs?' one asked. 'Are you high?' 'High? Me? No way, no drugs. Come to the Florida sunshine bush, where there are lemons, where they make demons.' 'You're frightening me,' one of them said, and Rebel and Val headed back into the library. I shrugged and followed them.
Όταν ήμουν πάλι μέσα, ρώτησα τους συμφοιτήτριές μου αν είχαν την ίδια εμπειρία να πηδούν οι λέξεις γύρω από τις υποθέσεις μας, όπως συνέβη σε εμένα. “Νομίζω ότι κάποιος έχει διεισδύσει στα αντίγραφα των υποθέσεών μου” είπα. “Πρέπει να βάλουμε σε θήκη το σύνδεσμο. Δεν πιστεύω στους συνδέσμους, αλλά πραγματικά κρατούν το σώμα ενωμένο.”» -- Είναι ένα παράδειγμα χαλαρών συνειρμών. -- «Τελικά κατευθύνθηκα πίσω στο δωμάτιό μου, και από τη στιγμή που βρέθηκα εκεί, δεν μπορούσα να ησυχάσω. Το κεφάλι μου ήταν τόσο γεμάτο με θορύβους, γεμάτο πορτοκαλιές και νομικά υπομνήματα που δεν μπορούσα να γράψω και μαζικές δολοφονίες για τις οποίες γνώριζα ότι θα ήμουν υπεύθυνη. Καθισμένη στο κρεββάτι μου, κουνιόμουν μπρος-πίσω, βογκώντας φοβισμένη και απομονωμένη.» Αυτό το επεισόδιο οδήγησε στην πρώτη εισαγωγή μου σε νοσοκομείο στην Αμερική. Είχε συμβεί δυο φορές παλαιότερα στην Αγγλία.
Back inside, I asked my classmates if they were having the same experience of words jumping around our cases as I was. 'I think someone's infiltrated my copies of the cases,' I said. 'We've got to case the joint. I don't believe in joints, but they do hold your body together.'" -- It's an example of loose associations. -- "Eventually I made my way back to my dorm room, and once there, I couldn't settle down. My head was too full of noise, too full of orange trees and law memos I could not write and mass murders I knew I would be responsible for. Sitting on my bed, I rocked back and forth, moaning in fear and isolation." This episode led to my first hospitalization in America. I had two earlier in England.
Συνεχίζω με τα γραπτά μου: «Το επόμενο πρωί πήγα στο γραφείο του καθηγητή μου για να ζητήσω παράταση για την εργασία του υπομνήματος, και άρχισα να μιλάω ακατάληπτα όπως και την προηγούμενη νύχτα, και τελικά αυτός με οδήγησε στα έκτακτα. Όταν βρέθηκα εκεί, κάποιος που θα τον λέω απλά "Ο Γιατρός" και ολόκληρη η ομάδα των ηλιθίων του όρμησαν με σήκωσαν ψηλά στον αέρα, και με πέταξαν πάνω σε ένα μεταλλικό κρεββάτι με τέτοια δύναμη που είδα αστεράκια. Έπειτα έδεσαν τα χέρια και τα πόδια μου στο μεταλλικό κρεββάτι με χοντρούς δερμάτινους ιμάντες. Βγήκε ένας ήχος από το στόμα μου που δεν είχα ξανακούσει: μισο-βογκητό, μισο-ουρλιαχτό, μετά βίας ανθρώπινος και καθαρά τρομακτικός. Έπειτα ξαναβγήκε ο ήχος, εξαναγκασμένος από κάπου βαθιά μέσα στην κοιλιά μου γδέρνοντας τον λαιμό μου». Αυτό το περιστατικό οδήγησε στον ακούσιο εγκλεισμό μου. Ένας απ' τους λόγους που έδωσαν οι γιατροί για τον εγκλεισμό μου παρά τη θέλησή μου ήταν ότι ήμουν «σοβαρά δυσλειτουργική». Για να στηρίξουν την άποψή τους, έγραψαν στον φάκελό μου ότι δεν ήμουν σε θέση να κάνω τις εργασίες μου για τη Νομική Σχολή του Γιέιλ. Αναρωτιέμαι τι να σήμαινε αυτό για την πλειοψηφία του Νιου Χέιβεν. (Γέλια)
Continuing with the writings: "The next morning I went to my professor's office to ask for an extension on the memo assignment, and I began gibbering unintelligably as I had the night before, and he eventually brought me to the emergency room. Once there, someone I'll just call 'The Doctor' and his whole team of goons swooped down, lifted me high into the air, and slammed me down on a metal bed with such force that I saw stars. Then they strapped my legs and arms to the metal bed with thick leather straps. A sound came out of my mouth that I'd never heard before: half groan, half scream, barely human and pure terror. Then the sound came again, forced from somewhere deep inside my belly and scraping my throat raw." This incident resulted in my involuntary hospitalization. One of the reasons the doctors gave for hospitalizing me against my will was that I was "gravely disabled." To support this view, they wrote in my chart that I was unable to do my Yale Law School homework. I wondered what that meant about much of the rest of New Haven. (Laughter)
Την επόμενη χρονιά, θα περνούσα πέντε μήνες σε ψυχιατρείο. Μερικές φορές, περνούσα μέχρι και 20 ώρες μηχανικά περιορισμένη, χέρια δεμένα, χέρια και πόδια δεμένα, χέρια και πόδια δεμένα με ένα δίχτυ δεμένο σφιχτά πάνω στο στήθος μου. Ποτέ δεν χτύπησα κανέναν. Ποτέ δεν έβλαψα κανέναν. Ποτέ δεν απείλησα κανέναν άμεσα. Αν δεν σας έχουν περιορίσει ποτέ, μπορεί να έχετε μια ήπια εικόνα αυτής της εμπειρίας. Δεν υπάρχει τίποτα ήπιο σ' αυτήν.
During the next year, I would spend five months in a psychiatric hospital. At times, I spent up to 20 hours in mechanical restraints, arms tied, arms and legs tied down, arms and legs tied down with a net tied tightly across my chest. I never struck anyone. I never harmed anyone. I never made any direct threats. If you've never been restrained yourself, you may have a benign image of the experience. There's nothing benign about it.
Κάθε εβδομάδα στις Ηνωμένες Πολιτείες, υπολογίζεται ότι ένας στους τρεις πεθαίνουν περιορισμένοι. Πνίγονται, παθαίνουν αναρρόφηση από τον εμετό τους, ασφυκτιούν, παθαίνουν καρδιακή προσβολή. Δεν είναι ξεκάθαρο κατά πόσο η χρήση μηχανικού περιορισμού πραγματικά σώζει ζωές ή κοστίζει ζωές. Ενώ προετοιμαζόμουν να γράψω το σημείωμά μου για την εφημερίδα της Νομικής Σχολής του Γιέιλ σχετικά με τον μηχανικό περιορισμό, συμβουλεύτηκα έναν διακεκριμένο καθηγητή νομικής που ήταν και ψυχίατρος, και είπε ότι σίγουρα συμφωνούσε ότι ο περιορισμός είναι υποτιμητικός, επίπονος και τρομακτικός. Με κοίταξε με ύφος γνώστη, και είπε, «Έλιν, δεν καταλαβαίνεις: Αυτοί οι άνθρωποι είναι ψυχωτικοί. Είναι διαφορετικοί από εμάς. Δεν θα αντιλαμβάνονταν τον περιορισμό όπως εμείς.» Δεν είχα εκείνη τη στιγμή το θάρρος να του πω, ότι όχι, δεν είμαστε τόσο διαφορετικοί από αυτόν. Δεν μας αρέσει να μας δένουν στο κρεββάτι και να μας αφήνουν να υποφέρουμε για ώρες, περισσότερο απ' ό,τι θα άρεσε σ' αυτόν. Στην πραγματικότητα, μέχρι πολύ πρόσφατα, και είμαι σίγουρη ότι μερικοί εξακολουθούν να έχουν αυτή την άποψη, θεωρείτο ότι ο περιορισμός βοηθά τους ψυχασθενείς να αισθάνονται ασφαλείς. Ποτέ δεν συνάντησα ψυχασθενή που να συμφώνησε μ' αυτή την άποψη. Σήμερα, θα 'θελα να πω ότι είμαι πολύ υπέρ της ψυχιατρικής αλλά πολύ εναντίον της βίας. Δε νομίζω ότι η βία είναι αποτελεσματική σαν θεραπεία, και νομίζω ότι είναι φοβερό να ασκήσεις βία σε έναν άνθρωπο που υποφέρει από μια φοβερή αρρώστια.
Every week in the United States, it's been estimated that one to three people die in restraints. They strangle, they aspirate their vomit, they suffocate, they have a heart attack. It's unclear whether using mechanical restraints is actually saving lives or costing lives. While I was preparing to write my student note for the Yale Law Journal on mechanical restraints, I consulted an eminent law professor who was also a psychiatrist, and said surely he would agree that restraints must be degrading, painful and frightening. He looked at me in a knowing way, and said, "Elyn, you don't really understand: These people are psychotic. They're different from me and you. They wouldn't experience restraints as we would." I didn't have the courage to tell him in that moment that, no, we're not that different from him. We don't like to be strapped down to a bed and left to suffer for hours any more than he would. In fact, until very recently, and I'm sure some people still hold it as a view, that restraints help psychiatric patients feel safe. I've never met a psychiatric patient who agreed with that view. Today, I'd like to say I'm very pro-psychiatry but very anti-force. I don't think force is effective as treatment, and I think using force is a terrible thing to do to another person with a terrible illness.
Τελικά, ήρθα στο Λος Άντζελες για να διδάξω στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνια. Για χρόνια, είχα αντισταθεί στα φάρμακα, κάνοντας πάρα πολλές προσπάθειες να ξεφύγω. Πίστευα ότι αν μπορούσα να τα καταφέρω χωρίς φάρμακα, μπορούσα να αποδείξω ότι, τελικά, δεν ήμουν πραγματικά ψυχικά ασθενής, ήταν κάποιο τρομερό λάθος. Το σύνθημά μου ήταν όσο λιγότερα φάρμακα, τόσο μικρότερη η δυσλειτουργία. Ο Δρ Κάπλαν, ο ψυχαναλυτής μου στο Λ.Α., με πίεζε να παίρνω την αγωγή μου και να συνεχίσω τη ζωή μου, αλλά αποφάσισα ότι ήθελα να κάνω μια τελευταία υπεράνθρωπη προσπάθεια να ξεφύγω. Διαβάζω από το γραπτό: «Άρχισα να μειώνω τα φάρμακά μου, και σε μικρό χρονικό διάστημα άρχισα να νιώθω τ' αποτελέσματα. Μετά την επιστροφή μου από ένα ταξίδι στην Οξφόρδη, μπήκα στο γραφείο του Κάπλαν, πήγα κατευθείαν στη γωνία, κουλουριάστηκα, κάλυψα το πρόσωπό μου και άρχισα να τρέμω. Γύρω μου διαισθανόμουν διαβολικά όντα οπλισμένα με στιλέτα. Θα με έκοβαν κομματάκια ή θα μ' έκαναν να καταπιώ αναμμένα κάρβουνα. Αργότερα ο Κάπλαν θα με περιέγραφε ως “αγωνιωδώς σφαδάζουσα”. Ακόμα και σ' αυτή την κατάσταση, όπως με περιέγραψε με ακρίβεια ως έντονα και ξεκάθαρα ψυχωτική, αρνήθηκα να πάρω άλλα φάρμακα. Η αποστολή δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα.
Eventually, I came to Los Angeles to teach at the University of Southern California Law School. For years, I had resisted medication, making many, many efforts to get off. I felt that if I could manage without medication, I could prove that, after all, I wasn't really mentally ill, it was some terrible mistake. My motto was the less medicine, the less defective. My L.A. analyst, Dr. Kaplan, was urging me just to stay on medication and get on with my life, but I decided I wanted to make one last college try to get off. Quoting from the text: "I started the reduction of my meds, and within a short time I began feeling the effects. After returning from a trip to Oxford, I marched into Kaplan's office, headed straight for the corner, crouched down, covered my face, and began shaking. All around me I sensed evil beings poised with daggers. They'd slice me up in thin slices or make me swallow hot coals. Kaplan would later describe me as 'writhing in agony.' Even in this state, what he accurately described as acutely and forwardly psychotic, I refused to take more medication. The mission is not yet complete.
Αμέσως μετά το ραντεβού με τον Κάπλαν, πήγα να δω το Δρ. Μάρντερ, ειδικό στην σχιζοφρένεια που με παρακολουθούσε για τυχόν παρενέργειες των φαρμάκων. Είχε την εντύπωση ότι είχα μια ήπια ψυχασθένεια. Όταν βρέθηκα στο γραφείο του, κάθισα στον καναπέ του, διπλώθηκα, και άρχισα να μουρμουράω. “Εκρήξεις στο κεφάλι και άνθρωποι που προσπαθούν να σκοτώσουν. Πειράζει να διαλύσω το γραφείο σου;” “Θα πρέπει να φύγεις, αν νομίζεις ότι θα κάνεις κάτι τέτοιο” είπε ο Μάρντερ. “Εντάξει. Μικρό. Φωτιά σε πάγο. Πες τους να μη με σκοτώσουν. Πες τους να μη με σκοτώσουν. Πού έσφαλα; Εκατοντάδες χιλιάδες με σκέψεις, απαγόρευση.” “Έλιν, νομίζεις ότι είσαι επικίνδυνη για τους άλλους ή τον εαυτό σου; Νομίζω ότι θα πρέπει να μπεις στο νοσοκομείο. Μπορώ να κανονίσω αμέσως την εισαγωγή σου, και μπορούμε να είμαστε πολύ διακριτικοί.” “Χα, χα, χα. Προσφέρεστε να με βάλετε σε νοσοκομείο; Τα νοσοκομεία είναι κακά, είναι τρελά, είναι αξιοθρήνητα. Πρέπει να μένει κανείς μακριά. Είμαι ο Θεός, ή ήμουν.”» Σε αυτό το σημείο στο κείμενο, όπου είπα, «Είμαι ο Θεός, ή ήμουν», ο σύζυγός μου έκανε μια σημείωση στο περιθώριο. Είπε, «Παραιτήθηκες ή σε απέλυσαν;» (Γέλια) «“Δίνω ζωή και την παίρνω. Συγχώρεσέ με, γιατί δεν ξέρω τι κάνω.”
Immediately after the appointment with Kaplan, I went to see Dr. Marder, a schizophrenia expert who was following me for medication side effects. He was under the impression that I had a mild psychotic illness. Once in his office, I sat on his couch, folded over, and began muttering. 'Head explosions and people trying to kill. Is it okay if I totally trash your office?' 'You need to leave if you think you're going to do that,' said Marder. 'Okay. Small. Fire on ice. Tell them not to kill me. Tell them not to kill me. What have I done wrong? Hundreds of thousands with thoughts, interdiction.' 'Elyn, do you feel like you're dangerous to yourself or others? I think you need to be in the hospital. I could get you admitted right away, and the whole thing could be very discrete.' 'Ha, ha, ha. You're offering to put me in hospitals? Hospitals are bad, they're mad, they're sad. One must stay away. I'm God, or I used to be.'" At that point in the text, where I said "I'm God, or I used to be," my husband made a marginal note. He said, "Did you quit or were you fired?" (Laughter) "'I give life and I take it away. Forgive me, for I know not what I do.'
Τελικά, κατέρρευσα μπροστά σε φίλους, και όλοι με έπεισαν να πάρω περισσότερα φάρμακα. Δε μπορούσα πλέον ν' αρνηθώ την αλήθεια, και δεν μπορούσα να την αλλάξω. Ο τοίχος που κρατούσε εμένα, την Έλιν, την Καθηγήτρια Σακς, χώρια από εκείνη την τρελή γυναίκα που νοσηλεύτηκε πριν χρόνια, έγινε κομμάτια.»
Eventually, I broke down in front of friends, and everybody convinced me to take more medication. I could no longer deny the truth, and I could not change it. The wall that kept me, Elyn, Professor Saks, separate from that insane woman hospitalized years past, lay smashed and in ruins."
Τα πάντα γύρω απ' αυτή την αρρώστια λένε ότι δεν θα έπρεπε να βρίσκομαι εδώ, αλλά να 'μαι. Και είμαι, σκέφτομαι, για τρεις λόγους: Πρώτον, είχα άριστη θεραπεία. Τέσσερις με πέντε μέρες την εβδομάδα ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία για δεκαετίες, και διαρκή και εξαιρετική ψυχοφαρμακολογία. Δεύτερον, έχω πολλούς στενούς συγγενείς και φίλους που με ξέρουν και ξέρουν την αρρώστια μου. Αυτές οι σχέσεις έχουν δώσει νόημα στη ζωή μου και βάθος, και με βοήθησαν να κατευθύνω τη ζωή μου όταν εμφανίζονταν τα συμπτώματα. Τρίτον, δουλεύω σ' ένα τρομερά υποστηρικτικό περιβάλλον στη Νομική του USC. Αυτό το μέρος όχι μόνο καλύπτει τις ανάγκες μου αλλά ουσιαστικά τις αγκαλιάζει. Επίσης είναι ένα μέρος που κεντρίζει το πνεύμα, και η απασχόληση του μυαλού μου με περίπλοκα προβλήματα είναι η καλύτερη, ισχυρότερη και πιο αξιόπιστη άμυνα απέναντι στην ψυχασθένειά μου.
Everything about this illness says I shouldn't be here, but I am. And I am, I think, for three reasons: First, I've had excellent treatment. Four- to five-day-a-week psychoanalytic psychotherapy for decades and continuing, and excellent psychopharmacology. Second, I have many close family members and friends who know me and know my illness. These relationships have given my life a meaning and a depth, and they also helped me navigate my life in the face of symptoms. Third, I work at an enormously supportive workplace at USC Law School. This is a place that not only accommodates my needs but actually embraces them. It's also a very intellectually stimulating place, and occupying my mind with complex problems has been my best and most powerful and most reliable defense against my mental illness.
Ακόμα και με όλα αυτά --εξαιρετική θεραπεία, υπέροχη οικογένεια και φίλους, υποστηρικτικό εργασιακό περιβάλλον-- δεν δημοσιοποίησα την ασθένειά μου παρά μόνο σχετικά πρόσφατα, και αυτό επειδή το στίγμα απέναντι στην ψυχασθένεια είναι τόσο ισχυρό που δεν ένιωθα ασφαλής να ξέρει ο κόσμος. Αν δεν ακούσατε τίποτε άλλο σήμερα, παρακαλώ ακούστε αυτό: Δεν υπάρχουν «σχιζοφρενείς». Υπάρχουν άνθρωποι με σχιζοφρένεια, και αυτοί οι άνθρωποι μπορεί να είναι ο σύζυγος, μπορεί να είναι το παιδί σας, μπορεί να είναι ένας γείτονας, μπορεί να είναι ένας φίλος, μπορεί να είναι ένας συνάδελφος.
Even with all that — excellent treatment, wonderful family and friends, supportive work environment — I did not make my illness public until relatively late in life, and that's because the stigma against mental illness is so powerful that I didn't feel safe with people knowing. If you hear nothing else today, please hear this: There are not "schizophrenics." There are people with schizophrenia, and these people may be your spouse, they may be your child, they may be your neighbor, they may be your friend, they may be your coworker.
Αφήστε με, λοιπόν, να μοιραστώ μαζί σας μερικές τελευταίες σκέψεις. Είναι απαραίτητο να επενδύσουμε περισσότερα κεφάλαια στην έρευνα και θεραπεία της ψυχασθένειας. Όσο καλύτερα καταλάβουμε αυτές τις ασθένειες, τόσο καλύτερες θεραπείες μπορούμε να παρέχουμε, και όσο καλύτερες θεραπείες παρέχουμε, τόσο περισσότερη φροντίδα μπορούμε να προσφέρουμε, και να μην χρειάζεται να χρησιμοποιούμε βία. Επίσης, πρέπει να σταματήσουμε να ενοχοποιούμε τις ψυχασθένειες. Είναι εθνική τραγωδία και σκάνδαλο το ότι η φυλακή του Λος Άντζελες είναι η μεγαλύτερη ψυχιατρική εγκατάσταση στις ΗΠΑ. Οι αμερικανικές φυλακές είναι γεμάτες από ανθρώπους που υποφέρουν από σοβαρότατες ψυχασθένειες και πολλοί απ' αυτούς βρίσκονται εκεί επειδή ποτέ δεν έλαβαν επαρκή θεραπεία. Θα μπορούσα εύκολα να έχω καταλήξει εκεί ή στους δρόμους. Ένα μήνυμα για την βιομηχανία ψυχαγωγίας και τον τύπο: Γενικά, έχετε κάνει υπέροχη δουλειά πολεμώντας το στίγμα και την προκατάληψη σε πολλά πράγματα. Παρακαλώ, συνεχίστε να μας δείχνετε χαρακτήρες στις ταινίες σας, τα θεατρικά σας, τις στήλες σας, χαρακτήρες που υποφέρουν από σοβαρές ψυχασθένειες. Παρουσιάστε τους συμπονετικά, παρουσιάστε τους με όλο τον πλούτο και το βάθος της εμπειρίας τους σαν ανθρώπους και όχι σαν διαγνώσεις.
So let me share some final thoughts. We need to invest more resources into research and treatment of mental illness. The better we understand these illnesses, the better the treatments we can provide, and the better the treatments we can provide, the more we can offer people care, and not have to use force. Also, we must stop criminalizing mental illness. It's a national tragedy and scandal that the L.A. County Jail is the biggest psychiatric facility in the United States. American prisons and jails are filled with people who suffer from severe mental illness, and many of them are there because they never received adequate treatment. I could have easily ended up there or on the streets myself. A message to the entertainment industry and to the press: On the whole, you've done a wonderful job fighting stigma and prejudice of many kinds. Please, continue to let us see characters in your movies, your plays, your columns, who suffer with severe mental illness. Portray them sympathetically, and portray them in all the richness and depth of their experience as people and not as diagnoses.
Πρόσφατα, ένας φίλος έκανε μια ερώτηση: Αν υπήρχε ένα χάπι που θα μπορούσα να πάρω και να θεραπευτώ, θα το έπαιρνα; Στον ποιητή Ράινερ Μαρία Ρίλκε προσέφεραν ψυχανάλυση. Την απέρριψε λέγοντας, «Μην μου παίρνετε τους δαίμονές μου, γιατί μπορεί να φύγουν και οι άγγελοί μου». Από την άλλη, η ψύχωσή μου, είναι ένας ζωντανός εφιάλτης όπου οι δαίμονές μου είναι τόσο τρομακτικοί που όλοι οι άγγελοί μου έχουν τραπεί σε φυγή. Οπότε, θα το έπαιρνα το χάπι; Αμέσως. Λέγοντας αυτό, δεν θέλω να θεωρήσετε ότι μετανιώνω για τη ζωή που θα μπορούσα να έχω αν δεν ήμουν ψυχασθενής, ούτε και επιζητώ τον οίκτο. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι η ανθρωπιά που έχουμε όλοι μας είναι πιο σημαντική από την ψυχασθένεια που ίσως να μην έχουμε. Αυτό που θέλουν όσοι από εμάς υποφέρουν από ψυχασθένειες είναι αυτό που όλοι θέλουν: όπως είπε ο Σίγκμουντ Φρόυντ, «δουλειά και αγάπη».
Recently, a friend posed a question: If there were a pill I could take that would instantly cure me, would I take it? The poet Rainer Maria Rilke was offered psychoanalysis. He declined, saying, "Don't take my devils away, because my angels may flee too." My psychosis, on the other hand, is a waking nightmare in which my devils are so terrifying that all my angels have already fled. So would I take the pill? In an instant. That said, I don't wish to be seen as regretting the life I could have had if I'd not been mentally ill, nor am I asking anyone for their pity. What I rather wish to say is that the humanity we all share is more important than the mental illness we may not. What those of us who suffer with mental illness want is what everybody wants: in the words of Sigmund Freud, "to work and to love."
Ευχαριστώ. (Χειροκρότημα)
Thank you. (Applause)
(Χειροκρότημα)
(Applause)
Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Είσαστε πολύ ευγενικοί. (Χειροκρότημα)
Thank you. Thank you. You're very kind. (Applause)
Ευχαριστώ. (Χειροκρότημα)
Thank you. (Applause)