Φανταστείτε ότι βρίσκεστε στη Ρώμη, κι έχετε φτάσει στα Μουσεία του Βατικανού. Και περιφέρεστε σε μεγάλους διαδρόμους, βλέποντας αγάλματα, νωπογραφίες, και διάφορα άλλα πράγματα. Κατευθύνεστε προς την Καπέλα Σιξτίνα. Επιτέλους, ένας μακρύς διάδρομος, μερικά σκαλιά και μια πόρτα. Βρίσκεστε στο κατώφλι της Καπέλα Σιξτίνα.
Imagine you're in Rome, and you've made your way to the Vatican Museums. And you've been shuffling down long corridors, past statues, frescoes, lots and lots of stuff. You're heading towards the Sistine Chapel. At last -- a long corridor, a stair and a door. You're at the threshold of the Sistine Chapel.
Τι περιμένετε λοιπόν να δείτε; Πανύψηλους τρούλους; Χορωδίες αγγέλων; Δεν έχουμε τίποτα από αυτά εδώ. Ίσως να αναρωτηθείτε, τι έχουμε αντί γι' αυτά;
So what are you expecting? Soaring domes? Choirs of angels? We don't really have any of that there. Instead, you may ask yourself, what do we have?
Λοιπόν, ας σηκωθεί η αυλαία για την Καπέλα Σιξτίνα. Κυριολεκτικά περιστοιχιζόμαστε από ζωγραφισμένες κουρτίνες, την αρχική διακόσμηση του παρεκκλησίου. Οι εκκλησίες είχαν παραπετάσματα όχι μόνο για το κρύο κατά τη Λειτουργία, αλλά ως έναν τρόπο απεικόνισης του ευρύτερου θεάτρου της ζωής. Το ανθρώπινο δράμα στο οποίο ο καθένας μας παίζει ένα ρόλο είναι μια υπέροχη ιστορία που περικλείει ολόκληρο τον κόσμο και που εκτυλίσσεται σε τρία στάδια στη ζωγραφική της Καπέλα Σιξτίνα.
Well, curtains up on the Sistine Chapel. And I mean literally, you're surrounded by painted curtains, the original decoration of this chapel. Churches used tapestries not just to keep out cold during long masses, but as a way to represent the great theater of life. The human drama in which each one of us plays a part is a great story, a story that encompasses the whole world and that came to unfold in the three stages of the painting in the Sistine Chapel.
Αυτό το κτίριο ξεκίνησε ως ένας χώρος για μια μικρή ομάδα εύπορων και μορφωμένων χριστιανών κληρικών. Εκεί προσεύχονταν. Εκεί εξέλεγαν τον Πάπα τους. Πριν από πεντακόσια χρόνια, ήταν το απόλυτο εκκλησιαστικό ανδρικό καταφύγιο. Έτσι μπορεί να αναρωτηθείτε, πώς γίνεται σήμερα να προσελκύει και να ευχαριστεί πέντε εκατομμύρια ανθρώπους το χρόνο, από τελείως διαφορετικά υπόβαθρα; Επειδή σε αυτόν τον συμπαγή χώρο συνέβη μια έκρηξη δημιουργίας, που πυροδοτήθηκε από τον ενθουσιασμό των νέων γεωπολιτικών συνόρων, δραστηριοποίησε έντονα την αρχαία αποστολική εκκλησιαστική παράδοση και παρήγαγε ένα από τα μεγαλύτερα έργα τέχνης στην ιστορία.
Now, this building started out as a space for a small group of wealthy, educated Christian priests. They prayed there. They elected their pope there. Five hundred years ago, it was the ultimate ecclesiastical man cave. So, you may ask, how can it be that today it attracts and delights five million people a year, from all different backgrounds? Because in that compressed space, there was a creative explosion, ignited by the electric excitement of new geopolitical frontiers, which set on fire the ancient missionary tradition of the Church and produced one of the greatest works of art in history.
Αυτή η ανάπτυξη έλαβε χώρα ως μια μεγαλειώδης εξέλιξη, ξεκινώντας από μια αρχική μικρή ομάδα εκλεκτών, και τελικά καταφέρνοντας να απευθυνθεί σε μια ευρύτερη ομάδα ανθρώπων που προέρχονταν απ' όλο τον κόσμο. Αυτή η εξέλιξη πραγματοποιήθηκε σε τρία στάδια, καθένα από τα οποία συνδέεται με ένα ιστορικό γεγονός. Το πρώτο είχε μάλλον περιορισμένη έκταση. Απεικόνιζε μια αρκετά στενόμυαλη άποψη. Το δεύτερο έλαβε χώρα αφού άλλαξαν ριζικά οι κοσμοθεωρίες, μετά το ιστορικό ταξίδι του Κολόμβου. Και το τρίτο, όταν η Εποχή των Ανακαλύψεων είχε ήδη έρθει για τα καλά και η εκκλησία είχε να αντιμετωπίσει την πρόκληση του να εξαπλωθεί σε παγκόσμιο επίπεδο.
Now, this development took place as a great evolution, moving from the beginning of a few elite, and eventually able to speak to audiences of people that come from all over the world. This evolution took place in three stages, each one linked to a historical circumstance. The first one was rather limited in scope. It reflected the rather parochial perspective. The second one took place after worldviews were dramatically altered after Columbus's historical voyage; and the third, when the Age of Discovery was well under way and the Church rose to the challenge of going global.
Η αρχική διακόσμηση της εκκλησίας αντικατόπτριζε έναν μικρότερο κόσμο. Υπήρχαν πολυπληθείς σκηνές που διηγούνταν τις ζωές του Ιησού και του Μωυσή, και απεικόνιζαν την εξέλιξη των Ιουδαίων και των Χριστιανών. Ο άνθρωπος που τη χρηματοδότησε, ο Πάπας Σίξτος Δ', συνέταξε μια ομάδα κορυφαίων καλλιτεχνών από τη Φλωρεντία, συμπεριλαμβανομένου του Σάντρο Μποτιτσέλι, και αυτού που θα γινόταν ο μελλοντικός δάσκαλος του Μιχαήλ Άγγελου, του Γκιρλαντάιο. Αυτοί οι άνθρωποι κάλυψαν τους τοίχους με μια ζωφόρο αμιγών χρωμάτων και μέσα στις αναπαραστάσεις θα αναγνωρίσετε οικεία τοπία, καθώς οι καλλιτέχνες χρησιμοποίησαν ρωμαϊκά μνημεία ή ένα τοσκάνικο τοπίο για να αποδώσουν σε μια μακρινή ιστορία, ένα πιο οικείο πρόσωπο. Με την προσθήκη εικόνων των φίλων και της οικογένειας του Πάπα, ήταν η τέλεια διακόσμηση για μια μικρή αυλή παλατιού που περιοριζόταν στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Αλλά το 1492 ανακαλύφθηκε ο Νέος Κόσμος, οι ορίζοντες επεκτάθηκαν, και ο μικρόκοσμος των 40 επί 14 μέτρων έπρεπε να επεκταθεί επίσης. Και το έκανε, χάρη σε μια δημιουργική ιδιοφυΐα, έναν οραματιστή και μια εκπληκτική ιστορία.
The original decoration of this church reflected a smaller world. There were busy scenes that told the stories of the lives of Jesus and Moses, reflecting the development of the Jewish and Christian people. The man who commissioned this, Pope Sixtus IV, assembled a dream team of Florentine art, including men like Sandro Botticelli and the man who would become Michelangelo's future painting teacher, Ghirlandaio. These men, they blanketed the walls with a frieze of pure color, and in these stories you'll notice familiar landscapes, the artists using Roman monuments or a Tuscan landscape to render a faraway story, something much more familiar. With the addition of images of the Pope's friends and family, this was a perfect decoration for a small court limited to the European continent. But in 1492, the New World was discovered, horizons were expanding, and this little 133 by 46-foot microcosm had to expand as well. And it did, thanks to a creative genius, a visionary and an awesome story.
Η δημιουργική ιδιοφυΐα ήταν ο Μιχαήλ Άγγελος Μπουοναρότι, 33 χρονών όταν κλήθηκε να διακοσμήσει τα 3.650 τετραγωνικά μέτρα οροφής, και οι συνθήκες δεν ήταν υπέρ του - είχε σπουδάσει ζωγραφική αλλά την άφησε για να μάθει γλυπτική. Πολλοί πελάτες του στη Φλωρεντία ήταν θυμωμένοι γιατί το πλήθος παραγγελιών που δεν είχε παραδώσει, αφού παρασύρθηκε στη Ρώμη με την προοπτική ενός μεγάλου έργου για γλύπτη, και τελικά το έργο δεν ευδοκίμησε. Και έμεινε με μια ανάθεση να ζωγραφίσει τους 12 Αποστόλους σε ένα διακοσμητικό φόντο στην οροφή της Καπέλα Σιξτίνα, που θα έμοιαζε σαν κάθε άλλη οροφή στην Ιταλία.
Now, the creative genius was Michelangelo Buonarroti, 33 years old when he was tapped to decorate 12,000 square feet of ceiling, and the deck was stacked against him -- he had trained in painting but had left to pursue sculpture. There were angry patrons in Florence because he had left a stack of incomplete commissions, lured to Rome by the prospect of a great sculptural project, and that project had fallen through. And he had been left with a commission to paint 12 apostles against a decorative background in the Sistine Chapel ceiling, which would look like every other ceiling in Italy.
Αλλά η ιδιοφυΐα επικράτησε. Σε μια εποχή που ο άνθρωπος τόλμησε να διαπλεύσει τον Ατλαντικό Ωκεανό, ο Μιχαήλ Άγγελος τόλμησε να χαράξει νέα καλλιτεχνικά μονοπάτια. Και αυτός θα έλεγε μια ιστορία -χωρίς Αποστόλους- αλλά μια ιστορία για μεγάλες αρχές, την ιστορία της Γέννεσης.
But genius rose to the challenge. In an age when a man dared to sail across the Atlantic Ocean, Michelangelo dared to chart new artistic waters. He, too, would tell a story -- no Apostles -- but a story of great beginnings, the story of Genesis.
Δεν ήταν και εύκολη δουλειά η ζωγραφική σε οροφή. Πώς θα μπορούσατε να εξετάσετε μια σκηνή με τόσα πρόσωπα σε 19 μέτρα ύψος; Η τεχνική ζωγραφικής που εφαρμοζόταν για 200 χρόνια στα στούντιο της Φλωρεντίας δεν επαρκούσε για μια τέτοιου είδους απεικόνιση.
Not really an easy sell, stories on a ceiling. How would you be able to read a busy scene from 62 feet below? The painting technique that had been handed on for 200 years in Florentine studios was not equipped for this kind of a narrative.
Αλλά ο Μιχαήλ Άγγελος δεν ήταν ακριβώς ζωγράφος, και έτσι δούλεψε με όσα γνώριζε. Αντί, όπως συνηθιζόταν, να γεμίσει την επιφάνεια με δραστηριότητα, πήρε σφυρί και καλέμι και σκάλισε ένα κομμάτι μάρμαρο για να αποκαλύψει τη μορφή μέσα του. Ο Μιχαήλ Άγγελος έδινε έμφαση στην ουσία των σωμάτων. Θα διηγούταν την ιστορία του με ογκώδη δυναμικά σώματα.
But Michelangelo wasn't really a painter, and so he played to his strengths. Instead of being accustomed to filling space with busyness, he took a hammer and chisel and hacked away at a piece of marble to reveal the figure within. Michelangelo was an essentialist; he would tell his story in massive, dynamic bodies.
Το σχέδιο ενέκρινε ο Πάπας Ιούλιος Β', ένας άνθρωπος με έντονη προσωπικότητα, που δεν τον φόβιζε η αυθάδης ιδιοφυΐα του Μιχαήλ Άγγελου. Ήταν ανιψιός του Πάπα Σίξτου Δ', και είχε εμβαθύνει στην τέχνη για 30 χρόνια και γνώριζε τη δύναμή της. Και η ιστορία του απέδωσε το παρατσούκλι του Πολεμοχαρή Πάπα αλλά το κληροδότημα του στο Βατικανό δεν ήταν φρούρια και εξοπλισμοί, ήταν η τέχνη. Μας άφησε τα Δωμάτια του Ραφαήλ, την Καπέλα Σιξτίνα. Μας άφησε τη Βασιλική του Αγίου Πέτρου καθώς και μια υπέροχη συλλογή Ελληνορωμαϊκών γλυπτών - σαφέστατα μη χριστιανικά έργα, τα οποία θα γίνονταν η βάση για το πρώτο σύγχρονο μουσείο του κόσμου, τα Μουσεία του Βατικανού. Ο Ιούλιος ήταν άνθρωπος που οραματιζόταν ένα Βατικανό που θα ήταν αιώνια αλληλένδετο με το μεγαλείο και την ομορφιά, και είχε δίκιο. Η επαφή των δύο γιγάντων, του Μιχαήλ Άγγελου και του Ιούλιου Β', αυτή μας έδωσε την Καπέλα Σιξτίνα. Ο Μιχαήλ Άγγελος είχε αφιερωθεί τόσο πολύ σε αυτό το έργο, που κατάφερε να το ολοκληρώσει σε τρία και μισό χρόνια, με ελάχιστο προσωπικό και περνώντας ολόκληρες ώρες με το χέρι τεντωμένο πάνω από κεφάλι του για να ζωγραφίσει σκηνές στην οροφή.
This plan was embraced by the larger-than-life Pope Julius II, a man who was unafraid of Michelangelo's brazen genius. He was nephew to Pope Sixtus IV, and he had been steeped in art for 30 years and he knew its power. And history has handed down the moniker of the Warrior Pope, but this man's legacy to the Vatican -- it wasn't fortresses and artillery, it was art. He left us the Raphael Rooms, the Sistine Chapel. He left St. Peter's Basilica as well as an extraordinary collection of Greco-Roman sculptures -- decidedly un-Christian works that would become the seedbed of the world's first modern museum, the Vatican Museums. Julius was a man who envisioned a Vatican that would be eternally relevant through grandeur and through beauty, and he was right. The encounter between these two giants, Michelangelo and Julius II, that's what gave us the Sistine Chapel. Michelangelo was so committed to this project, that he succeeded in getting the job done in three and a half years, using a skeleton crew and spending most of the time, hours on end, reaching up above his head to paint the stories on the ceiling.
Ας κοιτάξουμε λοιπόν την οροφή και να δούμε τις ιστορίες να φτάνουν σε όλο τον κόσμο. Δεν υπάρχουν πλέον οικείες καλλιτεχνικές αναφορές στον κόσμο γύρω σας. Υπάρχει απλά χώρος, δομή και ενέργεια. Ένα μνημειώδες ζωγραφισμένο πλαίσιο που ανοίγει σε εννέα ταμπλώ, και κυριαρχείται περισσότερο από το σχήμα της γλυπτικής παρά από το χρώμα της ζωγραφικής. Και στεκόμαστε στην άλλη άκρη, δίπλα στην είσοδο, μακριά από το ιερό και τον περιφραγμένο χώρο για τον κλήρο, και κοιτάζουμε μακριά ψάχνοντας να βρούμε την αρχή. Και είτε ως επιστημονική αναζήτηση, είτε ως βιβλική παράδοση, σκεφτόμαστε κάτι σαν μια πρωτόγονη σπίθα. Ο Μιχαήλ Άγγελος μας έδωσε μια αρχική ενέργεια όταν μας έδωσε τον διαχωρισμό φωτός και σκοταδιού, μια έντονη φιγούρα που διαγράφεται θολά κάπου μακριά, συμπιεσμένη σε έναν μικρό χώρο. Η επόμενη φιγούρα στέκει μεγαλύτερη, και τη βλέπετε να τρέχει από τη μία πλευρά στην άλλη. Αφήνει στο διάβα της τον ήλιο, το φεγγάρι, τη βλάστηση. Ο Μιχαήλ Άγγελος δεν εστίασε -όπως όλοι οι άλλοι καλλιτέχνες- στα δημιουργήματα. Επικεντρώθηκε στην πράξη της δημιουργίας.
So let's look at this ceiling and see storytelling gone global. No more familiar artistic references to the world around you. There's just space and structure and energy; a monumental painted framework which opens onto nine panels, more driven by sculptural form than painterly color. And we stand in the far end by the entrance, far from the altar and from the gated enclosure intended for the clergy and we peer into the distance, looking for a beginning. And whether in scientific inquiry or in biblical tradition, we think in terms of a primal spark. Michelangelo gave us an initial energy when he gave us the separation of light and dark, a churning figure blurry in the distance, compressed into a tight space. The next figure looms larger, and you see a figure hurtling from one side to the next. He leaves in his wake the sun, the moon, vegetation. Michelangelo didn't focus on the stuff that was being created, unlike all the other artists. He focused on the act of creation.
Και μετά η κίνηση παύει, όπως μια παύση στην ποίηση, και ο δημιουργός υπερίπταται. Τι κάνει λοιπόν; Μήπως δημιουργεί την ξηρά; Μήπως δημιουργεί τη θάλασσα; Ή μήπως αναλογίζεται το εργόχειρό του, το σύμπαν και τους θησαυρούς του, όπως μάλλον έκανε και ο Μιχαήλ Άγγελος, βλέποντας το έργο του στην οροφή και διαπιστώνοντας, «Είναι ωραίο».
And then the movement stops, like a caesura in poetry and the creator hovers. So what's he doing? Is he creating land? Is he creating sea? Or is he looking back over his handiwork, the universe and his treasures, just like Michelangelo must have, looking back over his work in the ceiling and proclaiming, "It is good."
Τώρα λοιπόν η σκηνή έχει ολοκληρωθεί, και έχετε την κορύφωση της δημιουργίας, που είναι ο άνθρωπος. Ο Αδάμ προβάλει στο οπτικό μας πεδίο, μια φωτεινή φιγούρα σε σκούρο φόντο. Κοιτάζοντας καλύτερα όμως, το πόδι του κείται μάλλον αδύναμο πάνω στο έδαφος, το χέρι γέρνει βαρύ πάνω στο γόνατο. Ο Αδάμ δεν έχει την εσωτερική σπίθα που θα τον ανυψώσει στο μεγαλείο. Η σπίθα πρόκειται να δοθεί από τον δημιουργό σε εκείνο το δάκτυλο, που απέχει ένα χιλιοστό από το χέρι του Αδάμ. Μας κάνει να αγωνιούμε γιατί απέχουμε μια στιγμή από αυτή την επαφή, μέσω της οποίας εκείνος ο άνθρωπος θα βρει τον σκοπό του, θα ορμήσει και θα πάρει τη θέση του στο πάνθεον της δημιουργίας.
So now the scene is set, and you get to the culmination of creation, which is man. Adam leaps to the eye, a light figure against a dark background. But looking closer, that leg is pretty languid on the ground, the arm is heavy on the knee. Adam lacks that interior spark that will impel him to greatness. That spark is about to be conferred by the creator in that finger, which is one millimeter from the hand of Adam. It puts us at the edge of our seats, because we're one moment from that contact, through which that man will discover his purpose, leap up and take his place at the pinnacle of creation.
Και τότε ο Μιχαήλ Άγγελος μας ξαφνιάζει. Ποιος βρίσκεται στο άλλο χέρι; Η Εύα, η πρώτη γυναίκα. Όχι, δεν είναι σκέψη της τελευταίας στιγμής. Είναι μέρος του σχεδίου. Πάντα την είχε στο μυαλό του. Δείτε την, τόσο κοντά με τον Θεό, με το χέρι της γύρω από το μπράτσο του. Και για μένα, μια Αμερικάνα ιστορικό τέχνης του 21ου αιώνα, αυτή ήταν η στιγμή που το έργο μου μίλησε. Επειδή συνειδητοποίησα ότι αυτή η αναπαράσταση του ανθρώπινου δράματος αφορούσε πάντα άνδρες και γυναίκες - σε τέτοιο βαθμό που το ακριβές επίκεντρο, η καρδιά της οροφής, είναι η δημιουργία της γυναίκας και όχι του Αδάμ. Και το γεγονός είναι ότι όταν τους βλέπεις μαζί στον Κήπο της Εδέμ, ταπεινώνται μαζί και μαζί η υπερήφανη στάση τους μεταμορφώνεται σε κεκαλυμμένη ντροπή.
And then Michelangelo threw a curveball. Who is in that other arm? Eve, first woman. No, she's not an afterthought. She's part of the plan. She's always been in his mind. Look at her, so intimate with God that her hand curls around his arm. And for me, an American art historian from the 21st century, this was the moment that the painting spoke to me. Because I realized that this representation of the human drama was always about men and women -- so much so, that the dead center, the heart of the ceiling, is the creation of woman, not Adam. And the fact is, that when you see them together in the Garden of Eden, they fall together and together their proud posture turns into folded shame.
Τώρα είστε σε μια κρίσιμη καμπή πάνω στην οροφή. Βρίσκεστε ακριβώς στο σημείο όπου εσείς και εγώ δεν μπορούμε να προχωρήσουμε μέσα στην εκκλησία. Τα κάγκελα μας κρατούν μακριά από το Ιερό, και μας αφήνουν έξω, κάπως σαν τον Αδάμ και την Εύα. Οι υπόλοιπες σκηνές πάνω στην οροφή αντικατοπτρίζουν το πολυπληθές χάος στον κόσμο γύρω μας. Βρίσκετε τον Νώε με την Κιβωτό του και την πλημμύρα. Βλέπετε τον Νώε να κάνει μια θυσία κι ένα συμβόλαιο με τον Θεό. Ίσως αυτός να είναι ο Σωτήρας. Όμως όχι, ο Νώε είναι αυτός που καλλιέργησε τα σταφύλια, επινόησε το κρασί, μέθυσε, και λιποθύμησε γυμνός στον αχυρώνα του. Πολύ παράξενος τρόπος να σχεδιάσεις μια οροφή, ξεκινώντας με τον Θεό να δημιουργεί ζωή, και καταλήγοντας με έναν τύπο τύφλα στο μεθύσι στον στάβλο. Και σε σύγκριση με τον Αδάμ, ίσως σκεφτείτε ότι ο Μιχαήλ Άγγελος μας κάνει πλάκα.
You are at critical juncture now in the ceiling. You are exactly at the point where you and I can go no further into the church. The gated enclosure keeps us out of the inner sanctum, and we are cast out much like Adam and Eve. The remaining scenes in the ceiling, they mirror the crowded chaos of the world around us. You have Noah and his Ark and the flood. You have Noah. He's making a sacrifice and a covenant with God. Maybe he's the savior. Oh, but no, Noah is the one who grew grapes, invented wine, got drunk and passed out naked in his barn. It is a curious way to design the ceiling, now starting out with God creating life, ending up with some guy blind drunk in a barn. And so, compared with Adam, you might think Michelangelo is making fun of us.
Αλλά πρόκειται να φωτίσει το σκοτάδι χρησιμοποιώντας έντονα χρώματα ακριβώς κάτω από τον Νώε: σμαραγδί, τοπάζι, πορφυρό, πάνω στον προφήτη Ζαχαρία. Ο Ζαχαρίας προβλέπει ένα φως να έρχεται από την Ανατολή, και εδώ αλλάζουμε πορεία προς έναν νέο προορισμό, με μάντισσες και προφήτες που μας οδηγούν σε μια παρέλαση. Έχετε τους ήρωες και τις ηρωίδες που εξασφαλίζουν το δρόμο, και ακολουθούμε τις μητέρες και τους πατέρες. Αυτοί είναι που κινούν τη μεγάλη ανθρώπινη μηχανή προς τα εμπρός.
But he's about to dispel the gloom by using those bright colors right underneath Noah: emerald, topaz, scarlet on the prophet Zechariah. Zechariah foresees a light coming from the east, and we are turned at this juncture to a new destination, with sibyls and prophets who will lead us on a parade. You have the heroes and heroines who make safe the way, and we follow the mothers and fathers. They are the motors of this great human engine, driving it forward.
Και τώρα βρισκόμαστε στο κέντρο της οροφής, την αποκορύφωση όλου αυτού του πράγματος, με μια μορφή που μοιάζει έτοιμη να πέσει από το δικό της διάστημα στο δικό μας διάστημα, να εισβάλει στο χώρο μας.
And now we're at the keystone of the ceiling, the culmination of the whole thing, with a figure that looks like he's about to fall out of his space into our space, encroaching our space.
Αυτή είναι η πιο σημαντική στιγμή. Το παρελθόν συναντά το παρόν. Η μορφή του Ιωνά, που πέρασε τρεις ημέρες στην κοιλιά μιας φάλαινας, για τους χριστιανούς είναι σύμβολο ανανέωσης της ανθρωπότητας μέσα από τη θυσία του Χριστού, αλλά για τα πλήθη των επισκεπτών από διάφορες θρησκείες που επισκέπτονται το μουσείο κάθε μέρα, είναι η στιγμή που το μακρινό παρελθόν συναντά την άμεση πραγματικότητα.
This is the most important juncture. Past meets present. This figure, Jonah, who spent three days in the belly of the whale, for the Christians, is the symbol of the renewal of humanity through Jesus' sacrifice, but for the multitudes of visitors to that museum from all faiths who visit there every day, he is the moment the distant past encounters and meets immediate reality.
Όλο αυτό μας φέρνει στην πανύψηλη αψίδα πάνω από την είσοδο για την Αγία Τράπεζα, όπου βλέπουμε από τον Μιχαήλ Άγγελο την Ημέρα της Κρίσης, ζωγραφισμένη το 1534 αφού ο κόσμος είχε αλλάξει ξανά. Η Μεταρρύθμιση είχε κατακερματίσει την Εκκλησία, η Οθωμανική Αυτοκρατορία έκανε το Ισλάμ μια καθημερινή λέξη, και ο Μαγγελάνος είχε βρει δρόμο προς τον Ειρηνικό Ωκεανό. Πώς ένας 59χρονος καλλιτέχνης, που δεν είχε ταξιδέψει πιο πέρα από τη Βενετία, θα μπορούσε να μιλήσει σε αυτό τον νέο κόσμο; Ο Μιχαήλ Άγγελος επέλεξε να ζωγραφίσει το πεπρωμένο, αυτή την πανανθρώπινη επιθυμία, κοινή σε όλους μας, για να αφήσει ένα κληροδότημα υπεροχής. Ερμηνευόμενο σύμφωνα με το χριστιανικό όραμα της Ημέρας της Κρίσης, το τέλος του κόσμου, ο Μιχαήλ Άγγελος σας έδωσε μια σειρά από μορφές που ενδύονται αυτά τα εντυπωσιακά όμορφα σώματα. Δεν έχουν άλλα καλύμματα, όχι άλλα πορτραίτα, εκτός από κάνα δυο. Είναι μια σύνθεση μόνο από σώματα, 391 σώματα, όλα διαφορετικά μεταξύ τους, μοναδικά όπως ο καθένας από εμάς. Αρχίζουν από την κάτω γωνία, ξεκολλάνε από το έδαφος, αγωνίζονται και παλεύουν να ανυψωθούν. Όσοι υψώθηκαν τεντώνουν το χέρι να βοηθήσουν και τους άλλους και σε μια καταπληκτική βινιέτα έχουμε έναν μαύρο και έναν λευκό να τραβιούνται προς τα πάνω μαζί σε ένα απίστευτο όραμα για την ανθρώπινη ομόνοια σε αυτόν τον νέο κόσμο. Η μερίδα του λέοντος από τον χώρο πάει στο κύκλο του νικητή. Εκεί βρίσκεις άνδρες και γυναίκες τελείως γυμνούς σαν αθλητές. Είναι αυτοί που έχουν ξεπεράσει τις αντιξοότητες, και είναι το όραμα του Μιχαήλ Άγγελου οι άνθρωποι να μάχονται τις αντιξοότητες, να ξεπερνούν τα εμπόδια - αυτοί είναι ακριβώς σαν αθλητές. Έχουμε λοιπόν γυναίκες και άνδρες που τεντώνονται και ποζάρουν σε αυτό τον εξωπραγματικό προβολέα. Ο Ιησούς ηγείται σε αυτή τη σύναξη, πρώτα ως άνθρωπος που υποφέρει πάνω στον σταυρό, κατόπιν ως παμμέγιστος Βασιλεύς των Ουρανών. Και όπως ο Μιχαήλ Άγγελος φανέρωσε σ' αυτόν τον πίνακα, οι ταλαιπωρίες, οι αναποδιές και τα εμπόδια, δεν περιορίζουν την υπεροχή, την ισχυροποιούν.
All of this brings us to the yawning archway of the altar wall, where we see Michelangelo's Last Judgment, painted in 1534 after the world had changed again. The Reformation had splintered the Church, the Ottoman Empire had made Islam a household word and Magellan had found a route into the Pacific Ocean. How is a 59-year-old artist who has never been any further than Venice going to speak to this new world? Michelangelo chose to paint destiny, that universal desire, common to all of us, to leave a legacy of excellence. Told in terms of the Christian vision of the Last Judgment, the end of the world, Michelangelo gave you a series of figures who are wearing these strikingly beautiful bodies. They have no more covers, no more portraits except for a couple. It's a composition only out of bodies, 391, no two alike, unique like each and every one of us. They start in the lower corner, breaking away from the ground, struggling and trying to rise. Those who have risen reach back to help others, and in one amazing vignette, you have a black man and a white man pulled up together in an incredible vision of human unity in this new world. The lion's share of the space goes to the winner's circle. There you find men and women completely nude like athletes. They are the ones who have overcome adversity, and Michelangelo's vision of people who combat adversity, overcome obstacles -- they're just like athletes. So you have men and women flexing and posing in this extraordinary spotlight. Presiding over this assembly is Jesus, first a suffering man on the cross, now a glorious ruler in Heaven. And as Michelangelo proved in his painting, hardship, setbacks and obstacles, they don't limit excellence, they forge it.
Αυτό βέβαια μας οδηγεί σε ένα παράξενο πράγμα. Είναι το ιδιωτικό παρεκκλήσι του Πάπα, και η πιο κατάλληλη περιγραφή όντως θα ήταν ως ένα μάτσο γυμνών. Αλλά ο Μιχαήλ Άγγελος απλώς επιχείρησε να μιλήσει με την καλύτερη γλώσσα, την πανανθρώπινη καλλιτεχνική γλώσσα που θα φανταζόμαστε: αυτή του ανθρώπινου σώματος. Έτσι, αντί να δείξει την αρετή ως γενναιότητα και αυτοκυριαρχία, δανείστηκε από τη θαυμάσια συλλογή γλυπτών του Ιούλιου Β' για να δείξει την εσωτερική ρώμη ως εξωτερική δύναμη.
Now, this does lead us to one odd thing. This is the Pope's private chapel, and the best way you can describe that is indeed a stew of nudes. But Michelangelo was trying to use only the best artistic language, the most universal artistic language he could think of: that of the human body. And so instead of the way of showing virtue such as fortitude or self-mastery, he borrowed from Julius II's wonderful collection of sculptures in order to show inner strength as external power.
Βέβαια κάποιος σύγχρονος όντως έγραψε ότι το παρεκκλήσι προκάλεσε αναστάτωση λόγω υπερβολικής ομορφιάς. Και βέβαια έτσι έγινε. Ο Μιχαήλ Άγγελος σύντομα ανακάλυψε ότι χάρη στον έντυπο τύπο, παντού έγιναν παράπονα σχετικά με τα γυμνά, και σύντομα το αριστούργημά του για το ανθρώπινο δράμα βαφτίστηκε πορνογράφημα, οπότε και πρόσθεσε δύο επιπλέον πορτρέτα, ένα του ανθρώπου τον κατέκρινε, ενός αυλικού του Πάπα, και ένα άλλο του εαυτού του σαν στεγνωμένο σαρκίο, όχι ως αθλητή, στα χέρια ενός πολύπαθου μάρτυρα. Τη χρονιά που πέθανε είδε πολλές από τις φιγούρες να σκεπάζονται, έναν θρίαμβο των περισπασμών της καθημερινότητας επί της δικής του προτροπής προς τη δόξα.
Now, one contemporary did write that the chapel was too beautiful to not cause controversy. And so it did. Michelangelo soon found that thanks to the printing press, complaints about the nudity spread all over the place, and soon his masterpiece of human drama was labeled pornography, at which point he added two more portraits, one of the man who criticized him, a papal courtier, and the other one of himself as a dried up husk, no athlete, in the hands of a long-suffering martyr. The year he died he saw several of these figures covered over, a triumph for trivial distractions over his great exhortation to glory.
Έτσι τώρα βρισκόμαστε στο εδώ και το τώρα. Βρισκόμαστε παγιδευμένοι σε αυτό τον χώρο ανάμεσα στις αρχές και τις καταλήξεις, στην τεράστια ολότητα της ανθρώπινης εμπειρίας. Η Καπέλα Σιξτίνα μας κάνει να κοιτάζουμε τριγύρω σαν να είναι ένας καθρέφτης. Ποιος είμαι εγώ στην εικόνα; Είμαι ένας από το πλήθος; Είμαι ο μεθυσμένος; Μήπως είμαι ο αθλητής; Και αφήνοντας αυτό το καταφύγιο της ομορφιάς που μας ανυψώνει, εμπνεόμαστε να αναρωτηθούμε για τα μεγαλύτερα ερωτήματα της ζωής: Ποιος είμαι εγώ και τι ρόλο παίζω στο ευρύτερο θέατρο της ζωής;
And so now we stand in the here and now. We are caught in that space between beginnings and endings, in the great, huge totality of the human experience. The Sistine Chapel forces us to look around as if it were a mirror. Who am I in this picture? Am I one of the crowd? Am I the drunk guy? Am I the athlete? And as we leave this haven of uplifting beauty, we are inspired to ask ourselves life's biggest questions: Who am I, and what role do I play in this great theater of life?
Σας ευχαριστώ.
Thank you.
(Χειροκρότημα)
(Applause)
Μπρούνο Τζιουσάνι: Ελίζαμπεθ Λεβ, σε ευχαριστούμε.
Bruno Giussani: Elizabeth Lev, thank you.
Μας ανέφερες το θέμα της πορνογραφίας, τα πάρα πολλά γυμνά και τις πολλές σκηνές από την καθημερινή ζωή και απρεπή πράγματα για τη νοοτροπία της εποχής. Αλλά βασικά η ιστορία είναι μεγαλύτερη. Δεν αφορά μόνο την παρέμβαση στις μορφές ή την κάλυψή τους. Αυτό το έργο τέχνης σχεδόν καταστράφηκε από τέτοιες παρεμβάσεις.
Elizabeth, you mentioned this whole issue of pornography, too many nudes and too many daily life scenes and improper things in the eyes of the time. But actually the story is bigger. It's not just touching up and covering up some of the figures. This work of art was almost destroyed because of that.
Ελίζαμπεθ Λεβ: Η αντίδραση στην Ημέρα της Κρίσης ήταν τεράστια. Ο έντυπος τύπος φρόντισε να τη δουν όλοι. Έτσι, δεν ήταν κάτι που έγινε μέσα σε λίγες εβδομάδες. Ήταν κάτι που έγινε σε διάστημα 20 χρόνων από άρθρα σε εφημερίδες και παράπονα, που έλεγαν στην Εκκλησία, «Δεν μπορείτε να μας υποδείξετε πώς θα ζήσουμε. Δεν είδατε ότι έχετε πορνογραφήματα στο παρεκκλήσι του Πάπα;» Και μετά από τα παράπονα και την επιμονή για να καταστραφεί το έργο, ήταν τη χρονιά που πέθανε ο Μιχαήλ Άγγελος που η Εκκλησία έφτασε τελικά σε έναν συμβιβασμό, έναν τρόπο να σωθεί ο πίνακας, και ήταν βάζοντας αυτά τα 30 έξτρα καλύμματα, και τότε προέκυψαν αρχικά τα φύλλα συκής. Τότε έγιναν όλα αυτά και προήλθε από μια εκκλησία που προσπαθούσε να σώσει ένα έργο τέχνης, όχι ουσιαστικά να το καλύψουν ή να το καταστρέψουν.
Elizabeth Lev: The effect of the Last Judgment was enormous. The printing press made sure that everybody saw it. And so, this wasn't something that happened within a couple of weeks. It was something that happened over the space of 20 years of editorials and complaints, saying to the Church, "You can't possibly tell us how to live our lives. Did you notice you have pornography in the Pope's chapel?" And so after complaints and insistence of trying to get this work destroyed, it was finally the year that Michelangelo died that the Church finally found a compromise, a way to save the painting, and that was in putting up these extra 30 covers, and that happens to be the origin of fig-leafing. That's where it all came about, and it came about from a church that was trying to save a work of art, not indeed deface or destroyed it.
ΜΤ: Αυτό που μας προσφέρατε δεν είναι η κλασική ξενάγηση που παίρνουν σήμερα οι επισκέπτες της Καπέλα Σιξτίνα.
BG: This, what you just gave us, is not the classic tour that people get today when they go to the Sistine Chapel.
(Γέλια)
(Laughter)
ΕΛ: Δεν ξέρω, διαφήμιση είναι αυτό;
EL: I don't know, is that an ad?
(Γέλια)
(Laughter)
ΜΓ: Όχι απαραίτητα, είναι δήλωση. Η επαφή με την τέχνη σήμερα έχει κάποια προβλήματα. Υπερβολικά πολλοί άνθρωποι θέλουν να δουν αυτό εκεί, με αποτέλεσμα πέντε εκατομμύρια άνθρωποι να περνούν αυτή τη μικρή πόρτα και να το ζουν εντελώς διαφορετικά από ό,τι εμείς τώρα.
BG: No, no, no, not necessarily, it is a statement. The experience of art today is encountering problems. Too many people want to see this there, and the result is five million people going through that tiny door and experiencing it in a completely different way than we just did.
ΕΛ: Συμφωνώ. Νομίζω ότι είναι καλό να μπορείς να σταματήσεις και να δεις. Αλλά σκεφτείτε, ακόμα κι εκείνες τις μέρες με 28.000 επισκέπτες την ημέρα, ακόμα κι αύτες τις μέρες με όλους αυτούς τους ανθρώπους, κοιτάξτε τριγύρω σας και σκεφτείτε πόσο εκπληκτικό είναι που κάποια ζωγραφική πάνω σε γύψο πάνω από 500 ετών καταφέρνει ακόμη να κάνει όλους αυτούς που στέκονται δίπλα σου να κοιτάζουν προς τα πάνω και να μένουν έκθαμβοι. Είναι τρανή απόδειξη του πώς η ομορφιά μπορεί πραγματικά να μιλήσει σε όλους μας σε όλες τις εποχές και σε όλα τα γεωγραφικά πλάτη.
EL: Right. I agree. I think it's really nice to be able to pause and look. But also realize, even when you're in those days, with 28,000 people a day, even those days when you're in there with all those other people, look around you and think how amazing it is that some painted plaster from 500 years ago can still draw all those people standing side by side with you, looking upwards with their jaws dropped. It's a great statement about how beauty truly can speak to us all through time and through geographic space.
ΜΤ: Λιζ, σε ευχαριστούμε.
BG: Liz, grazie.
ΕΛ: Σας ευχαριστώ κι εγώ.
EL: Grazie a te.
ΜΤ: Ευχαριστούμε.
BG: Thank you.
(Χειροκρότημα)
(Applause)