Όταν ήμουν μικρή, ήξερα ότι είχα υπερδυνάμεις. Σωστά ακούσατε.
When I was a child, I knew I had superpowers. That's right.
(Γέλια)
(Laughter)
Πίστευα ότι ήμουνα καταπληκτική γιατί κατανοούσα και ταυτιζόμουν με τους μελαμψούς άνθρωπους όπως ο παππούς μου, ένας συντηρητικός μουσουλμάνος. Επίσης καταλάβαινα την Αφγανή μητέρα μου, τον Πακιστανό πατέρα μου που δεν ήταν τόσο θρήσκος, αλλά ήταν πράος και φιλελεύθερος. Και φυσικά καταλάβαινα και ταυτιζόμουν με τα αισθήματα των λευκών, των λευκών Νορβηγών της χώρας μου. Λευκοί, μελαμψοί, ό,τι και να ήταν, τους αγαπούσα όλους. Τους καταλάβαινα όλους, έστω κι αν δεν καταλαβαινόντουσαν πάντα μεταξύ τους, ήταν όλοι δικοί μου άνθρωποι.
I thought I was absolutely amazing because I could understand and relate to the feelings of brown people, like my grandfather, a conservative Muslim guy. And also, I could understand my Afghan mother, my Pakistani father, not so religious but laid-back, fairly liberal. And of course, I could understand and relate to the feelings of white people. The white Norwegians of my country. You know, white, brown, whatever -- I loved them all. I understood them all, even if they didn't always understand each other; they were all my people.
Ωστόσο ο πατέρας μου ανησυχούσε πάντα. Συνήθιζε να λέει ότι ακόμα και με την καλύτερη μόρφωση δε θα αποκτούσα όσα μου άξιζαν. Θα αντιμετώπιζα ρατσισμό, αυτό πίστευε. Και ότι η μόνη περίπτωση να με δεκτούν οι λευκοί θα ήταν να γινόμουν διάσημη. Και προσέξτε, είχε αυτή τη συνομιλία μαζί μου όταν ήμουνα επτά χρονών. Οπότε στην ηλικία των επτά χρόνων, μου είπε: «Κοίτα, πρέπει να διαλέξεις τον αθλητισμό ή τη μουσική». Δεν ήξερε τίποτα για τα αθλητικά ο καημενούλης, άρα θα ήταν η μουσική. Οπότε στα επτά μου χρόνια, μάζεψε όλα τα παιχνίδια μου, τις κούκλες μου, και τα πέταξε. Για αντάλλαγμα μου έδωσε ενα απαίσιο ηλεκτρικό πιάνο Casio...
My father, though, was always really worried. He kept saying that even with the best education, I was not going to get a fair shake. I would still face discrimination, according to him. And that the only way to be accepted by white people would be to become famous. Now, mind you, he had this conversation with me when I was seven years old. So while I'm seven years old, he said, "Look, so it's either got to be sports, or it's got to be music." He didn't know anything about sports -- bless him -- so it was music. So when I was seven years old, he gathered all my toys, all my dolls, and he threw them all away. In exchange he gave me a crappy little Casio keyboard and --
(Γέλια)
(Laughter)
μάλιστα, και μαθήματα φωνητικής. Και μετά με ανάγκασε να εξασκούμαι για πολλές ώρες κάθε μέρα. Πολύ σύντομα άρχισε να με βάζει να τραγουδάω σε όλο και μεγαλύτερο κοινό, και το περίεργο ήταν που έγινα κάτι σαν υπόδειγμα για την πολυπολιτισμικότητα στη Νορβηγία. Και φυσικά ένοιωθα πολύ περήφανη. Γιατί ακόμα και οι εφημερίδες άρχισαν να γράφουν καλά σχόλια για τους μελαμψούς ανθρώπους, οπότε ένοιωθα ότι οι υπερδυνάμεις μου αυξάνονταν.
Yeah. And singing lessons. And he forced me, basically, to practice for hours and hours every single day. Very quickly, he also had me performing for larger and larger audiences, and bizarrely, I became almost a kind of poster child for Norwegian multiculturalism. I felt very proud, of course. Because even the newspapers at this point were starting to write nice things about brown people, so I could feel that my superpower was growing.
Όταν ήμουνα 12 χρονών γύρναγα από το σχολείο και έκανα μια παράκαμψη για να αγοράσω τις αγαπημένες μου καραμέλες, τα «αλμυρά πόδια». Ξέρω ότι ακούγονται αηδιαστικές, (Γέλια) αλλά τις λατρεύω. Είναι από αλμυρή γλυκόριζα στο σχήμα ποδιών. Και τώρα που το λέω δυνατά καταλαβαίνω πόσο απαίσιες ακούγονται, αλλά όπως και να 'χει τις λάτρευα. Όταν πήγα να μπω στο κατάστημα, υπήρχε ένας λευκός άντρας στην πόρτα που με εμπόδιζε να μπω. Προσπάθησα να πάω γύρω του, αλλά εκείνος με σταμάτησε, και με κοίταγε επίμονα, μετά έφτυσε στο πρόσωπό μου και είπε: «Φύγε από μπροστά μου, μικρή μαύρη σκύλα, μικρή παλιοπακιστανή σκύλα, γύρνα από κει που ήρθες». Αναστατώθηκα. Τον κοίταγα. Ήμουν τόσο τρομοκρατημένη που δε σκούπισα καν το σάλιο, που έσμιγε με τα δάκρυά μου. Θυμάμαι κοίταξα γύρω μου, ελπίζοντας ότι κάποιος ενήλικας θα ερχόταν να σταματήσει αυτόν τον τύπο. Ωστόσο οι άνθρωποι πέρναγαν από δίπλα μου βιαστικά, κάνοντας ότι δε με έβλεπαν. Μπερδεύτηκα, γιατί σκεφτόμουν: «Λευκοί μου, πού είστε; Τι συμβαίνει; Γιατί δεν έρχεστε να με σώσετε;» Και φυσικά εννοείται ότι δεν αγόρασα τις καραμέλες. Έτρεξα όσο πιο γρήγορα μπορούσα στο σπίτι μου.
So when I was 12 years old, walking home from school, I took a little detour because I wanted to buy my favorite sweets called "salty feet." I know they sound kind of awful, but I absolutely love them. They're basically these little salty licorice bits in the shape of feet. And now that I say it out loud, I realize how terrible that sounds, but be that as it may, I absolutely love them. So on my way into the store, there was this grown white guy in the doorway blocking my way. So I tried to walk around him, and as I did that, he stopped me and he was staring at me, and he spit in my face, and he said, "Get out of my way you little black bitch, you little Paki bitch, go back home where you came from." I was absolutely horrified. I was staring at him. I was too afraid to wipe the spit off my face, even as it was mixing with my tears. I remember looking around, hoping that any minute now, a grown-up is going to come and make this guy stop. But instead, people kept hurrying past me and pretended not to see me. I was very confused because I was thinking, well, "My white people, come on! Where are they? What's going on? How come they're not coming and rescuing me?" So, needless to say, I didn't buy the sweets. I just ran home as fast as I could.
Όλα είναι καλά, σκέφτηκα. Όσο πέρναγε ο καιρός γινόμουνα όλο και πιο πετυχημένη, και με τον καιρό άρχισαν να με ενοχλούν και οι μελαμψοί άνθρωποι. Κάποιοι άντρες στην κοινότητα των γονιών μου πίστευαν ότι ήταν απαράδεκτο και ατιμωτικό να ασχολείται μια γυναίκα με τη μουσική και να εμφανίζεται τόσο συχνά στα μέσα ενημέρωσης. Σύντομα λοιπόν άρχισαν να μου επιτίθενται στις συναυλίες μου. Θυμάμαι σε μία από αυτές ήμουνα στη σκηνή και έσκυψα προς το ακροατήριο, και το τελευταίο που είδα ήταν ένα νεαρό μελαμψό πρόσωπο, και τότε κατάλαβα ότι μου είχαν ρίξει κάποια χημική ουσία στα μάτια και θυμάμαι ότι δεν έβλεπα και τα μάτια μου δάκρυζαν, αλλά συνέχισα να τραγουδάω. Με έφτυσαν στον δρόμο, στο Όσλο, αυτή τη φορά μελαμψοί άντρες. Κάποια στιγμή επιχείρησαν και να με απαγάγουν. Πήρα άπειρες απειλές θανάτου. Θυμάμαι μια φορά ένας ηλικιωμένος με γενειάδα με σταμάτησε στον δρόμο και μου είπε: «Ο λόγος που σε μισώ τόσο πολύ είναι γιατί κάνεις τις κόρες μας να νομίζουν ότι μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν». Κάποιος νεαρός με προειδοποίησε να προσέχω, είπε ότι η μουσική είναι αντι-ισλαμική και δουλειά για πόρνες, αν συνέχιζα θα με βίαζαν και θα με ξεκοίλιαζαν, για να μη γεννηθεί και άλλη πόρνη όπως εγώ.
Things were still OK, though, I thought. As time went on, the more successful I became, I eventually started also attracting harassment from brown people. Some men in my parent's community felt that it was unacceptable and dishonorable for a woman to be involved in music and to be so present in the media. So very quickly, I was starting to become attacked at my own concerts. I remember one of the concerts, I was onstage, I lean into the audience and the last thing I see is a young brown face, and the next thing I know is some sort of chemical is thrown in my eyes and I remember I couldn't really see and my eyes were watering but I kept singing anyway. I was spit in the face in the streets of Oslo, this time by brown men. They even tried to kidnap me at one point. The death threats were endless. I remember one older bearded guy stopped me in the street one time, and he said, "The reason I hate you so much is because you make our daughters think they can do whatever they want." A younger guy warned me to watch my back. He said music is un-Islamic and the job of whores, and if you keep this up, you are going to be raped and your stomach will be cut out so that another whore like you will not be born.
Και πάλι ένοιωσα μπερδεμένη. Δεν καταλάβαινα το τι γινόταν. Οι μελαμψοί μου είχαν αρχίσει να μου φέρονται έτσι - γιατί; Αντί να κτίζω γέφυρες ανάμεσα στους δύο κόσμους μου ένοιωθα ότι βυθιζόμουν ανάμεσά τους. Μάλλον για μένα το σάλιο ήταν ο κρυπτονίτης μου.
Again, I was so confused. I couldn't understand what was going on. My brown people now starting to treat me like this -- how come? Instead of bridging the worlds, the two worlds, I felt like I was falling between my two worlds. I suppose, for me, spit was kryptonite.
Όταν λοιπόν έφτασα στην ηλικία των 17, οι απειλές θανάτου ήταν άπειρες, και οι ενοχλήσεις συνεχείς. Όταν φτάσαμε στο απροχώρητο, η μητέρα μου μού είπε: «Κοίτα, δε μπορούμε πια να σε προστατέψουμε, πρέπει να φύγεις». Αγόρασα ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή για το Λονδίνο, πακέταρα και έφυγα. Η μεγαλύτερή μου απογοήτευση ήταν που κανείς δεν αντέδρασε. Η αναχώρησή μου από τη Νορβηγία ήταν πολύ δημόσιο γεγονός. Κανείς δε μίλησε, ούτε οι μελαμψοί μου, ούτε οι λευκοί μου. Κανείς δεν είπε: «Για περιμένετε, αυτό που γίνεται είναι λάθος. Αυτό το κορίτσι είναι δικό μας, ας το υποστηρίξουμε, ας το προστατέψουμε». Κανείς δεν το είπε αυτό. Ένοιωσα... ξέρετε, όπως στο αεροδρόμιο, στον ιμάντα των αποσκευών όπου υπάρχουν διάφορες βαλίτσες που γυρνάνε γύρω-γύρω, και πάντα υπάρχει μια βαλίτσα που περισσεύει, που κανείς δε θέλει, που κανείς δεν έρχεται να την πάρει. Έτσι ένοιωθα. Ποτέ δεν είχα νοιώσει τόσο μόνη, ποτέ δεν είχα νοιώσει τόσο χαμένη.
So by the time I was 17 years old, the death threats were endless, and the harassment was constant. It got so bad, at one point my mother sat me down and said, "Look, we can no longer protect you, we can no longer keep you safe, so you're going to have to go." So I bought a one-way ticket to London, I packed my suitcase and I left. My biggest heartbreak at that point was that nobody said anything. I had a very public exit from Norway. My brown people, my white people -- nobody said anything. Nobody said, "Hold on, this is wrong. Support this girl, protect this girl, because she is one of us." Nobody said that. Instead, I felt like -- you know at the airport, on the baggage carousel you have these different suitcases going around and around, and there's always that one suitcase left at the end, the one that nobody wants, the one that nobody comes to claim. I felt like that. I'd never felt so alone. I'd never felt so lost.
Όταν λοιπόν ήρθα στο Λονδίνο, συνέχισα τη μουσική μου καρριέρα. Διαφορετικό μέρος, αλλά δυστυχώς η ίδια ιστορία. Θυμάμαι ένα μήνυμα που έλαβα, έλεγε ότι θα με σκότωναν και ποτάμια από αίμα θα έρρεαν και ότι θα με βίαζαν πολλές φορές πριν πεθάνω. Σε αυτό το σημείο, ομολογώ ότι είχα συνηθίσει σε τέτοια μηνύματα, αλλά αυτή τη φορά είχαν αρχίσει να απειλούν και την οικογένειά μου.
So, after coming to London, I did eventually resume my music career. Different place, but unfortunately the same old story. I remember a message sent to me saying that I was going to be killed and that rivers of blood were going to flow and that I was going to be raped many times before I died. By this point, I have to say, I was actually getting used to messages like this, but what became different was that now they started threatening my family.
Οπότε ξαναπακέταρα, παράτησα τη μουσική, και μετακόμισα στις ΗΠΑ. Δεν άντεχα άλλο. Δεν ήθελα να το συνεχίσω πια αυτό. Και φυσικά δεν ήθελα να με σκοτώσουν για κάτι που δεν ήταν καν δικό μου όνειρο, αλλά μια επιλογή του πατέρα μου.
So once again, I packed my suitcase, I left music and I moved to the US. I'd had enough. I didn't want to have anything to do with this anymore. And I was certainly not going to be killed for something that wasn't even my dream -- it was my father's choice.
Έχασα τον δρόμο μου. Κατέρρευσα. Αλλά αποφάσισα ότι αυτό που ήθελα να κάνω ήταν να περάσω τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής μου στηρίζοντας νεαρά άτομα και να τα στηρίζω, με κάποιο ασήμαντο έστω τρόπο, να τους προσφέρω ό,τι μπορούσα. Άρχισα τον εθελοντισμό σε διάφορους οργανισμούς που στήριζαν νεαρούς μουσουλμάνους στην Ευρώπη. Και προς έκπληξή μου αυτό που κατάλαβα ήταν ότι πολλά από αυτά τα παιδιά υπέφεραν και ταλαιπωρούνταν. Είχαν τόσα προβλήματα με τις οικογένειες και τις κοινότητές τους που νοιαζόντουσαν περισσότερο για την τιμή τους και την υπόληψή τους παρά για την ευτυχία και τη ζωή των ίδιων των παιδιών τους. Άρχισα να νοιώθω ότι ίσως και να μην ήμουν τόσο μόνη, ίσως και να μην ήμουν τόσο παράξενη. Ίσως να υπάρχουν κι άλλοι σαν εμένα στον κόσμο.
So I kind of got lost. I kind of fell apart. But I decided that what I wanted to do is spend the next however many years of my life supporting young people and to try to be there in some small way, whatever way that I could. I started volunteering for various organizations that were working with young Muslims inside of Europe. And, to my surprise, what I found was so many of these young people were suffering and struggling. They were facing so many problems with their families and their communities who seemed to care more about their honor and their reputation than the happiness and the lives of their own kids. I started feeling like maybe I wasn't so alone, maybe I wasn't so weird. Maybe there are more of my people out there.
Αυτό που οι περισσότεροι δεν καταλαβαίνουν είναι το ότι είμαστε πάρα πολλοί και μεγαλώνουμε στην Ευρώπη, αλλά δεν είμαστε ελεύθεροι να είμαστε ο εαυτός μας. Δε μας επιτρέπουν να είμαστε αυτοί που είμαστε. Δεν είμαστε ελεύθεροι να παντρευτούμε ή να κάνουμε μια σχέση με τα άτομα που θα επιλέγαμε. Δε μπορούμε ούτε να επιλέξουμε καριέρα. Αυτό συμβαίνει σε όλες τις περιοχές της Ευρώπης όπου ζουν μουσουλμάνοι. Ακόμα και στις πιο ελεύθερες κοινωνίες στον κόσμο, εμείς δεν είμαστε ελεύθεροι. Οι ζωές μας, τα όνειρά μας, το μέλλον μας, δε μας ανήκουν, ανήκουν στους γονείς μας και στις κοινότητές τους. Άκουσα πολλές ιστορίες νεαρών ατόμων που ζουν στην αφάνεια, που δε μας απασχολούν, αλλά που υποφέρουν, και υποφέρουν μόνα. Τα εξαναγκάζουν να παντρευτούν, τα βασανίζουν και τα κακοποιούν στο όνομα της τιμής της οικογένειας.
The thing is, what most people don't understand is that there are so many of us growing up in Europe who are not free to be ourselves. We're not allowed to be who we are. We are not free to marry or to be in relationships with people that we choose. We can't even pick our own career. This is the norm in the Muslim heartlands of Europe. Even in the freest societies in the world, we're not free. Our lives, our dreams, our future does not belong to us, it belongs to our parents and their community. I found endless stories of young people who are lost to all of us, who are invisible to all of us but who are suffering, and they are suffering alone. Kids we are losing to forced marriages, to honor-based violence and abuse. Eventually, I realized after several years of working with these young people,
Τελικά, κατάλαβα, αφού δούλεψα για πολλά χρόνια με αυτά τα παιδιά, ότι δεν μπορούσα να συνεχίσω να τρέχω. Δεν μπορούσα να περάσω την υπόλοιπη ζωή μου τρομαγμένη και κρυμένη και ότι θα έπρεπε να κάνω κάτι. Κατάλαβα επίσης ότι η σιωπή μου, η σιωπή μας, επιτρέπει σε αυτή την κακοποίηση να συνεχίζεται. Έτσι αποφάσισα να χρησιμοποιήσω τις υπερδυνάμεις των παιδικών μου χρόνων για να κάνω τα εμπλεκόμενα μέρη να καταλάβουν πώς είναι η ζωή αυτών των παιδιών που είναι παγιδευμένα μεταξύ της οικογένειας και της χώρας τους.
that I will not be able to keep running. I can't spend the rest of my life being scared and hiding and that I'm actually going to have to do something. And I also realized that my silence, our silence, allows abuse like this to continue. So I decided that I wanted to put my childhood superpower to some use by trying to make people on the different sides of these issues understand what it's like to be a young person stuck between your family and your country. So I started making films, and I started telling these stories.
Άρχισα λοιπόν να κάνω ταινίες και να λέω αυτές τις ιστορίες. Ήθελα επίσης να καταλάβει ο κόσμος πόσο καταστροφικές θα είναι οι συνέπειες αν δεν πάρουμε σοβαρά αυτά τα προβλήματα.
And I also wanted people to understand the deadly consequences of us not taking these problems seriously.
Η πρώτη ταινία μίλαγε για την Μπανάζ. Ήταν μια 17χρονη Κούρδη στο Λονδίνο. Ήταν υπάκουη, έκανε ό,τι της έλεγαν οι γονείς της. Προσπαθούσε να τα κάνει όλα σωστά. Παντρεύτηκε το παιδί που διάλεξαν οι γονείς της, παρόλο που τη χτύπαγε και τη βίαζε συνεχώς. Όταν ζήτησε τη βοήθεια της οικογένειάς της, της είπαν: «Γύρνα πίσω και προσπάθησε να είσαι καλύτερη σύζυγος». Επειδή δεν ήθελαν να έχουν χωρισμένη κόρη στο ιστορικό τους για να μην ατιμαστεί η οικογένεια. Τη χτύπαγε τόσο βίαια που τα αυτιά της αιμορραγούσαν. Και όταν επιτέλους έφυγε, και βρήκε κάποιον που αυτή επέλεξε και αυτή ερωτεύτηκε, η κοινότητα και η οικογένεια το έμαθαν και η κοπέλα εξαφανίστηκε. Τη βρήκαν τρεις μήνες αργότερα. Την είχαν βάλει σε μια βαλίτσα και την είχαν θάψει κάτω από το σπίτι. Την είχαν στραγγαλίσει, την είχαν κακοποιήσει μέχρι να πεθάνει. Το έκαναν τρεις άντρες, τρία ξαδέρφια της, με εντολή του πατέρα και του θείου της. Η επιπρόσθετη τραγωδία στην ιστορία της Μπανάζ ήταν ότι είχε πάει στην αστυνομία, στην Αγγλία, πέντε φορές ζητώντας βοήθεια, και τους είχε πει ότι η οικογένειά της θα τη σκότωνε. Η αστυνομία δεν την πίστεψε και δεν έκαναν τίποτα.
So the first film I made was about Banaz. She was a 17-year-old Kurdish girl in London. She was obedient, she did whatever her parents wanted. She tried to do everything right. She married some guy that her parents chose for her, even though he beat and raped her constantly. And when she tried to go to her family for help, they said, "Well, you got to go back and be a better wife." Because they didn't want a divorced daughter on their hands because, of course, that would bring dishonor on the family. She was beaten so badly her ears would bleed, and when she finally left and she found a young man that she chose and she fell in love with, the community and the family found out and she disappeared. She was found three months later. She'd been stuffed into a suitcase and buried underneath the house. She had been strangled, she had been beaten to death by three men, three cousins, on the orders of her father and uncle. The added tragedy of Banaz's story is that she had gone to the police in England five times asking for help, telling them that she was going to be killed by her family. The police didn't believe her so they didn't do anything.
Και το πρόβλημα με αυτό δεν είναι μόνο ότι πολλά από τα παιδιά μας αντιμετωπίζουν αυτά τα προβλήματα μέσα στην οικογένεια και στην κοινότητα, αλλά συναντούν και έλλειψη κατανόησης, και αδιαφορία στις χώρες όπου μεγάλωσαν. Όταν τους προδίδουν οι οικογένειές τους, στρέφονται σε όλους εμάς, και όταν κι εμείς δεν καταλαβαίνουμε, τα χάνουμε αυτά τα παιδιά.
And the problem with this is that not only are so many of our kids facing these problems within their families and within their families' communities, but they're also meeting misunderstandings and apathy in the countries that they grow up in. When their own families betray them, they look to the rest of us, and when we don't understand, we lose them.
Όσο έκανα αυτή την ταινία, πολύς κόσμος μου έλεγε: «Ντία, αυτή είναι απλώς η κουλτούρα τους. Αυτά κάνουν αυτοί οι άνθρωποι στα παιδιά τους και δε μπορούμε να επέμβουμε». Σας διαβεβαιώ ότι η δολοφονία δεν είναι στην κουλτούρα μου. Και άτομα με εμφάνιση σαν τη δική μου, νεαρές γυναίκες με ρίζες σαν τις δικές μου θα έπρεπε να έχουν τα ίδια δικαιώματα, την ίδια προστασία όπως όλοι οι άλλοι στη χώρα μας, γιατί να είναι αλλιώς;
So while I was making this film, several people said to me, "Well, Deeyah, you know, this is just their culture, this is just what those people do to their kids and we can't really interfere." I can assure you being murdered is not my culture. You know? And surely people who look like me, young women who come from backgrounds like me, should be subject to the same rights, the same protections as anybody else in our country, why not?
Στην επόμενη μου ταινία ήθελα να προσπαθήσω να καταλάβω γιατί μερικοί νεαροί μουσουλμάνοι στην Ευρώπη γίνονται βίαιοι και εξτρεμιστές. Αυτό το θέμα θα με ανάγκαζε να έρθω αντιμέτωπη με τον χειρότερό μου φόβο. Τους μελαμψούς άνδρες με γενειάδα. Τους ίδιους, ή πολύ παρόμοιους με εκείνους που με κυνηγούσαν σε όλη σχεδόν τη ζωή μου. Άνδρες που φοβόμουνα σε όλη σχεδόν τη ζωή μου. Άνδρες που αντιπαθούσα πολύ βαθιά, για πάρα πολλά χρόνια.
So, for my next film, I wanted to try and understand why some of our young Muslim kids in Europe are drawn to extremism and violence. But with that topic, I also recognized that I was going to have to face my worst fear: the brown men with beards. The same men, or similar men, to the ones that have hounded me for most of my life. Men that I've been afraid of most of my life. Men that I've also deeply disliked, for many, many years.
Τα επόμενα δύο χρόνια πήρα συνεντεύξεις από καταδικασμένους τρομοκράτες, τζιχαντιστές και πρώην εξτρεμιστές. Αυτό που ήξερα ήδη, το προφανές, ήταν ότι η θρησκεία, η πολιτική, τα κατάλοιπα της Ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας, επίσης οι πρόσφατες αποτυχίες της δυτικής εξωτερικής πολιτικής, όλα αυτά έπαιζαν κάποιο ρόλο. Αυτό που ήθελα να μάθω πιο πολύ ήταν οι ανθρώπινοι και προσωπικοί λόγοι που κάνουν κάποια από τα παιδιά πιο τρωτά σε αυτή τη στρατολόγηση. Αυτό που με εξέπληξε ήταν που συνάντησα πληγωμένους ανθρώπους. Αντί για τα τέρατα που έψαχνα, που ήλπιζα να βρώ, και που θα με ικανοποιούσε, συνάντησα πληγωμένα άτομα. Όπως η Μπανάζ, έτσι και αυτοί οι νεαροί άντρες ήταν μοιρασμένοι στα δύο, προσπαθώντας να γεφυρώσουν το χάσμα μεταξύ της οικογένειάς τους και της χώρας που είχαν γεννηθεί. Έμαθα ακόμα ότι οι ομάδες εξτρεμιστών, οι ομάδες τρομοκρατών, εκμεταλλεύονται αυτή την ψυχολογική κατάσταση των νέων και την κατευθύνουν, με κυνικό τρόπο, προς τη βία. «Ελάτε σε μας», τους λένε. «Απορρίψτε και τις δύο πλευρές, την οικογένεια και τη χώρα σας γιατί και αυτές σας απορρίπτουν. Για την οικογένειά σας, η τιμή αξίζει περισσότερο από σας όσο για τη χώρα σας, ένας πραγματικός Νορβηγός, Άγγλος ή Γάλλος είναι πάντα λευκός, και εσείς ποτέ». Υπόσχονται στους νέους μας αυτά που αποζητούν: να νοιώσουν σημαντικοί, γενναίοι, να ανήκουν κάπου και να έχουν σκοπό, σε μια κοινότητα που τους αγαπάει και τους αποδέχεται. Κάνουν τους αδύναμους να νοιώσουν δυνατοί. Όσα ήταν αόρατα και βουβά επιτέλους τους φανερώνονται. Αυτό κάνουν στους νέους μας. Γιατί εκείνοι το κάνουν κι εμείς όχι;
So I spent the next two years interviewing convicted terrorists, jihadis and former extremists. What I already knew, what was very obvious already, was that religion, politics, Europe's colonial baggage, also Western foreign policy failures of recent years, were all a part of the picture. But what I was more interested in finding out was what are the human, what are the personal reasons why some of our young people are susceptible to groups like this. And what really surprised me was that I found wounded human beings. Instead of the monsters that I was looking for, that I was hoping to find -- quite frankly because it would have been very satisfying -- I found broken people. Just like Banaz, I found that these young men were torn apart from trying to bridge the gaps between their families and the countries that they were born in. And what I also learned is that extremist groups, terrorist groups are taking advantage of these feelings of our young people and channeling that -- cynically -- channeling that toward violence. "Come to us," they say. "Reject both sides, your family and your country because they reject you. For your family, their honor is more important than you and for your country, a real Norwegian, Brit or a French person will always be white and never you." They're also promising our young people the things that they crave: significance, heroism, a sense of belonging and purpose, a community that loves and accepts them. They make the powerless feel powerful. The invisible and the silent are finally seen and heard. This is what they're doing for our young people. Why are these groups doing this for our young people and not us?
Βασικά, δεν αποδέχομαι και δε δικαιολογώ τη χρήση βίας. Αυτό που θέλω να πώ είναι ότι πρέπει να καταλάβουμε γιατί αυτό τραβάει τα νέα παιδιά. Θέλω να σας δείξω... αυτές είναι παιδικές φωτογραφίες κάποιων από τους άντρες στην ταινία. Αυτό που με εντυπωσίασε είναι που τόσοι πολλοί από αυτούς, και αυτό δεν το περίμενα, αλλά για πολλούς ο πατέρας ήταν απών ή βάναυσος. Και πολλοί από αυτούς τους νεαρούς άνδρες βρήκαν φροντίδα και συμπόνοια σε πατρικά πρότυπα που συνάντησαν μέσα στις εξτρεμιστικές οργανώσεις. Συνάντησα επίσης άνδρες που είχαν πέσει θύματα ρατσιστικής βίας, και βρήκαν τον τρόπο να μη νοιώθουν πια σαν θύματα: έγιναν οι ίδιοι βίαιοι. Επιπλέον, συνάντησα κάτι απροσδόκητο που αναγνώρισα με φρίκη. Συνάντησα αισθήματα ίδια με τα δικά μου όταν έφευγα από τη Νορβηγία στα 17 μου. Η ίδια σύγχυση, η ίδια λύπη, το ίδιο αίσθημα ότι με είχαν προδώσει και ότι δεν ανήκα σε κανέναν.
The thing is, I'm not trying to justify or excuse any of the violence. What I am trying to say is that we have to understand why some of our young people are attracted to this. I would like to also show you, actually -- these are childhood photos of some of the guys in the film. What really struck me is that so many of them -- I never would have thought this -- but so many of them have absent or abusive fathers. And several of these young guys ended up finding caring and compassionate father figures within these extremist groups. I also found men brutalized by racist violence, but who found a way to stop feeling like victims by becoming violent themselves. In fact, I found something, to my horror, that I recognized. I found the same feelings that I felt as a 17-year-old as I fled from Norway. The same confusion, the same sorrow, the same feeling of being betrayed and not belonging to anyone.
Το ίδιο αίσθημα ότι είχα χαθεί, είχα μοιραστεί ανάμεσα σε δύο κουλτούρες. Παρ' όλα αυτά, δεν επέλεξα την καταστροφή, επέλεξα να πάρω μια κάμερα και όχι ένα όπλο. Και ο λόγος που το έκανα αυτό ήταν γιατί με τις υπερδυνάμεις μου είχα καταλάβει ότι η λύση ήταν η κατανόηση και όχι η βία. Να βλέπουμε τους ανθρώπους με τις αρετές και τα ελαττώματά τους αντί να διαιωνίζουμε στερεότυπα: εμείς και οι άλλοι, οι κακοί και τα θύματα. Συμφιλιώθηκα επίσης με το γεγονός ότι οι δύο κουλτούρες μου δεν ήταν κατ' ανάγκη σε πορεία σύγκρουσης αλλά έγιναν ο χώρος όπου βρήκα τη δική μου φωνή. Σταμάτησα να νοιώθω ότι έπρεπε να διαλέξω μια πλευρά,
The same feeling of being lost and torn between cultures. Having said that, I did not choose destruction, I chose to pick up a camera instead of a gun. And the reason I did that is because of my superpower. I could see that understanding is the answer, instead of violence. Seeing human beings with all their virtues and all their flaws instead of continuing the caricatures: the us and them, the villains and victims. I'd also finally come to terms with the fact that my two cultures didn't have to be on a collision course but instead became a space where I found my own voice. I stopped feeling like I had to pick a side,
και μου πήρε πολλά πολλά χρόνια για να το καταλάβω. Πολλά από τα νεαρά παιδιά μας σήμερα βασανίζονται για τους ίδιους λόγους, και ταλαιπωρούνται μόνα. Και αυτό τα αφήνει τρωτά και ευάλωτα σαν ανοικτή πληγή. Για μερικούς η κοσμοθεωρία του ριζοσπαστικού ισλάμ γίνεται η μόλυνση που φουντώνει την πληγή. Ένα Αφρικανικό γνωμικό λέει: «Αν οι νέοι δε μυηθούν στο χωριό, θα του βάλουν φωτιά για να νοιώσουν τη ζεστασιά του». Θα ήθελα να ζητήσω από τους μουσουλμάνους γονείς και τις κοινότητές τους, μπορείτε να αγαπάτε και να νοιάζεστε για τα παιδιά σας χωρίς να τα αναγκάζετε να ικανοποιήσουν τις προσδοκίες σας; Μπορείτε να επιλέξετε τα παιδιά σας, αντί την τιμή σας; Μπορείτε να καταλάβετε γιατί είναι θυμωμένα και αποξενωμένα
but this took me many, many years. There are so many of our young people today who are struggling with these same issues, and they're struggling with this alone. And this leaves them open like wounds. And for some, the worldview of radical Islam becomes the infection that festers in these open wounds. There's an African proverb that says, "If the young are not initiated into the village, they will burn it down just to feel its warmth." I would like to ask -- to Muslim parents and Muslim communities, will you love and care for your children without forcing them to meet your expectations? Can you choose them instead of your honor? Can you understand why they're so angry and alienated
όταν εσείς βάζετε την τιμή σας πάνω από την ευτυχία τους; Μπορείτε να γίνετε φίλοι με το παιδί σας ώστε να σας έχει εμπιστοσύνη, να θέλει να μοιράζεται μαζί σας τις εμπειρίες του, αντί να ψάχνει να το βρει αλλού; Και για τα παιδιά που επηρεάζονται από τον εξτρεμισμό: Μπορείτε να δεχτείτε ότι ο θυμός σας προέρχεται από τον πόνο σας; Θα βρείτε τη δύναμη να αντισταθείτε στους κυνικούς γέρους που θέλουν να χρησιμοποιήσουν το αίμα σας για το δικό τους κέρδος; Μπορείτε να βρείτε έναν δικό σας τρόπο να ζείτε; Αναγνωρίζετε ότι η καλύτερη εκδίκηση είναι να ζήσετε μια ευτυχισμένη, γεμάτη και ελεύθερη ζωή; Μια ζωή που θα ελέγχετε εσείς και κανείς άλλος; Γιατί να θέλετε να γίνετε άλλος ένας νεκρός νεαρός μουσουλμάνος; Και για τους υπόλοιπους από μας, πότε θα αρχίσουμε ν' ακούμε τους νέους μας; Πώς θα τους καθοδηγήσουμε να διοχετεύσουν τον πόνο τους σε κάτι πιο εποικοδομητικό;
when you put your honor before their happiness? Can you try to be a friend to your child so that they can trust you and want to share with you their experiences, rather than having to seek it somewhere else? And to our young people tempted by extremism, can you acknowledge that your rage is fueled by pain? Will you find the strength to resist those cynical old men who want to use your blood for their own profits? Can you find a way to live? Can you see that the sweetest revenge is for you to live a happy, full and free life? A life defined by you and nobody else. Why do you want to become just another dead Muslim kid? And for the rest of us, when will we start listening to our young people? How can we support them in redirecting their pain into something more constructive?
Πιστεύουν ότι δε μας αρέσουν. Πιστεύουν ότι δε μας ενδιαφέρει η μοίρα τους. Πιστεύουν ότι δεν τους δεχόμαστε. Μπορούμε να βρούμε κάποιο τρόπο να τους αλλάξουμε γνώμη; Πώς θα καταφέρουμε να τους δούμε και να τους προσέξουμε πριν γίνουν είτε δράστες είτε θύματα βίας;
They think we don't like them. They think we don't care what happens to them. They think we don't accept them. Can we find a way to make them feel differently? What will it take for us to see them and notice them before they become either the victims or the perpetrators of violence?
Μπορούμε να νοιαζόμαστε και να τους θεωρούμε δικούς μας; Να μην περιοριστούμε στο να εξοργιζόμαστε όταν τα θύματα βίας μας μοιάζουν; Μπορούμε να απορρίψουμε το μίσος και να γεφυρώσουμε το χάσμα μεταξύ μας; Δεν έχουμε την πολυτέλεια να παρατήσουμε ούτε ο ένας τον άλλον ούτε τα παιδιά μας, ακόμα και αν αυτά μας έχουν παρατήσει. Είμαστε ενωμένοι σε αυτό. Και στο μέλλον, η εκδίκηση και η βία δε θα μετρήσουν υπέρ των εξτρεμιστών. Οι τρομοκράτες μας θέλουν κρυμμένους στα σπίτια μας από φόβο,
Can we make ourselves care about them and consider them to be our own? And not just be outraged when the victims of violence look like ourselves? Can we find a way to reject hatred and heal the divisions between us? The thing is we cannot afford to give up on each other or on our kids, even if they've given up on us. We are all in this together. And in the long term, revenge and violence will not work against extremists. Terrorists want us to huddle in our houses in fear,
κλείνοντας τις πόρτες και τις καρδιές μας. Θέλουν να ανοίξουμε κι άλλες πληγές στις κοινωνίες μας για να τις χρησιμοποιήσουν για να εξαπλώσουν τη μόλυνσή τους. Θέλουν να τους μοιάσουμε: με αδιαλλαξία, μίσος και σκληρότητα. Την επόμενη των επιθέσεων στο Παρίσι, μια φίλη μου έστειλε αυτή τη φωτογραφία της κόρης της. Ένα κοριτσάκι λευκών και ένα Αράβων. Είναι κολλητές. Αυτή η εικόνα είναι ο κρυπτονίτης των εξτρεμιστών. Αυτά τα δύο κοριτσάκια με τις υπερδυνάμεις τους ανοίγουν τον δρόμο για το μέλλον, για μια κοινωνία που πρέπει να κτίσουμε μαζί, μια κοινωνία που αγκαλιάζει και στηρίζει, δεν απορρίπτει τα παιδιά μας. Ευχαριστώ που με ακούσατε. (Χειροκρότημα)
closing our doors and our hearts. They want us to tear open more wounds in our societies so that they can use them to spread their infection more widely. They want us to become like them: intolerant, hateful and cruel. The day after the Paris attacks, a friend of mine sent this photo of her daughter. This is a white girl and an Arab girl. They're best friends. This image is the kryptonite for extremists. These two little girls with their superpowers are showing the way forward towards a society that we need to build together, a society that includes and supports, rather than rejects our kids. Thank you for listening. (Applause)