Χανκ Γουίλις Τόμας: Είμαι ο γιος της Ντεμπ
Hank Willis Thomas: I'm Deb's son.
(Γέλια) Ντέμπορα Γουίλις: Κι εγώ είμαι η μητέρα του Χανκ.
(Laughter) Deborah Willis: And I'm Hank's mom.
ΧΓΤ: Το έχουμε πει τόσες φορές που το κάναμε έργο. Λέγεται «Κάποιες φορές βλέπω τον εαυτό μου σε σένα», και αναφέρεται στη συμβιωτική σχέση που έχουμε αναπτύξει μέσα από τη ζωή και τη δουλειά μας. Πραγματικά, επειδή όπου κι αν πάμε, μαζί ή χώρια, έχουμε αυτά τα παρατσούκλια. Ακολουθώ τα βήματα της μητέρας μου από όταν ήμουν στην κοιλιά και δεν ξέρω πώς να σταματήσω. Και μεγαλώνοντας, γίνεται ακόμα πιο δύσκολο. Αλήθεια, γίνεται πιο δύσκολο.
HWT: We've said that so many times, we've made a piece about it. It's called "Sometimes I See Myself In You," and it speaks to the symbiotic relationship that we've developed over the years through our life and work. And really, it's because everywhere we go, together or apart, we carry these monikers. I've been following in my mother's footsteps since before I was even born and haven't figured out how to stop. And as I get older, it does get harder. No seriously, it gets harder.
(Γέλια)
(Laughter)
Όμως η μητέρα μου, μου έμαθε πολλά πράγματα κυρίως πως η αγάπη νικά. Μου έμαθε πως η αγάπη είναι δράση, όχι συναίσθημα. Η αγάπη είναι τρόπος να υπάρχεις, να πράττεις να ακούς και να βλέπεις.
My mother's taught me many things, though, most of all that love overrules. She's taught me that love is an action, not a feeling. Love is a way of being, it's a way of doing, it's a way of listening and it's a way of seeing.
ΝΓ: Επίσης, σχετικά με την ιδέα της αγάπης οι φωτογράφοι ψάχνουν την αγάπη με τις φωτογραφίες τους. Ψάχνουν, ψάχνουν και τη βρίσκουν. Μεγαλώνοντας στη Βόρεια Φιλαδέλφεια περιτριγυριζόμουν από συγγενείς και φίλους που τραβούσαν φωτογραφίες και χρησιμοποιούσαν τη φωτογραφική μηχανή για να πουν ιστορίες για τη ζωή, για τη χαρά της ζωής για το τι σημαίνει η οικογένεια στη Βόρεια Φιλαδέλφεια. Έτσι πέρασα σχεδόν όλη μου τη ζωή ψάχνοντας για φωτογραφίες που εξέφραζαν ιδέες, την αγάπη των μαύρων, τη χαρά των μαύρων και την οικογενειακή ζωή. Άρα είναι σημαντικό να σκεφτούμε πως η αγάπη ως πράξη νικά την αγάπη ως ρήμα.
DW: And also, the idea about love, photographers, they're looking for love when they make photographs. They're looking and looking and finding love. Growing up in North Philadelphia, I was surrounded by people in my family and friends who made photographs and used the family camera as a way of telling a story about life, about life of joy, about what it meant to become a family in North Philadelphia. So I spent most of my life searching for pictures that reflect on ideas about black love, black joy and about family life. So it's really important to think about the action of love overrules as a verb.
ΧΓΤ: Κάποιες φορές αναρωτιέμαι αν η αγάπη για παρατήρηση είναι κληρονομική επειδή, όπως η μητέρα μου αγαπώ τις φωτογραφίες μια ζωή. Μερικές φορές νομίζω ότι - όπως η μητέρα μου και η γιαγιά μου - η φωτογραφία ήταν η πρώτη μου αγάπη. Χωρίς παρεξήγηση, μπαμπά αλλά αυτά παθαίνεις όταν με φωνάζεις «ζαμπόν» παντού. Θυμάμαι κάθε φορά που πήγαινα στο σπίτι της γιαγιάς μου, έκρυβε όλα τα άλμπουμ γιατί φοβόταν ότι θα ρωτούσα «Ποιος είναι αυτός σε αυτή τη φωτογραφία;» «Τι σου είναι εσένα και τι μου είναι εμένα, και πόσο χρονών ήσουν σ' αυτή τη φωτογραφία; Πόσο χρονών ήμουν εγώ σ' αυτή τη φωτογραφία; Και γιατί είναι ασπρόμαυρες; Ο κόσμος ήταν ασπρόμαυρος πριν γεννηθώ εγώ;»
HWT: Sometimes I wonder if the love of looking is genetic, because, like my mother, I've loved photographs since before I can even remember. I think sometimes that -- after my mother and her mother -- that photography and photographs were my first love. No offense to my father, but that's what you get for calling me a "ham" wherever you go. I remember whenever I'd go to my grandmother's house, she would hide all the photo albums because she was afraid of me asking, "Well, who is that in that picture?" and "Who are they to you and who are they to me, and how old were you when that picture was taken? How old was I when that picture was taken? And why were they in black and white? Was the world in black and white before I was born?"
ΝΓ: Αυτό είναι ενδιαφέρον και μόνο η σκέψη του ασπρόμαυρου κόσμου. Μεγάλωσα σε ένα κέντρο αισθητικής στη Β. Φιλαδέλφεια αυτό της μητέρας μου, ξεφυλλίζοντας το περιοδικό «Ebony» βρίσκοντας εικόνες που έλεγαν ιστορίες που δεν υπήρχαν στις ειδήσεις, αλλά στα οικογενειακά άλμπουμ. Ήθελα το οικογενειακό άλμπουμ να είναι ενεργητικό για μένα, να λέει ιστορίες, και μια μέρα έπεσα πάνω σε ένα βιβλίο στη Δημόσια Βιβλιοθήκη Φιλαδέλφειας το «The Sweet Flypaper of Life» του Ρόι Ντε Καράβα και Λάγκστον Χιούγκς. Νομίζω σαν εφτάχρονο που ήμουν με τράβηξε ο τίτλος, μυγοπαγίδα και γλυκό αλλά το να το σκεφτώ σαν εφτάχρονο κοίταξα τις υπέροχες εικόνες που τράβηξε ο Ρόι Ντε Καράβα και σκέφτηκα τρόπους που θα μπορούσα εγώ να πω μια ιστορία για τη ζωή. Και ψάχνοντας τον εαυτό μου ήταν αυτό που ουσιαστικά μου άλλαξε τη ζωή.
DW: Well, that's interesting, just to think about the world in black and white. I grew up in a beauty shop in North Philadelphia, my mom's beauty shop, looking at "Ebony Magazine," found images that told stories that were often not in the daily news, but in the family album. I wanted the family album to be energetic for me, a way of telling stories, and one day I happened upon a book in the Philadelphia Public Library called "The Sweet Flypaper of Life" by Roy DeCarava and Langston Hughes. I think what attracted me as a seven-year-old, the title, flypaper and sweet, but to think about that as a seven-year-old, I looked at the beautiful images that Roy DeCarava made and then looked at ways that I could tell a story about life. And looking for me is the act that basically changed my life.
ΧΓΤ: Ο φίλος μου Κρις Τζόνσον μου είπε ότι κάθε φωτογράφος κάθε καλλιτέχνης προσπαθεί στην ουσία να απαντήσει σε μία ερώτηση και νομίζω ότι η ερώτηση ίσως να ήταν «Γιατί οι άλλοι δεν βλέπουν πόσο όμορφοι είμαστε, και πώς μπορώ να τους βοηθήσω να δουν την κοινότητά μας όπως τη βλέπω εγώ;»
HWT: My friend Chris Johnson told me that every photographer, every artist, is essentially trying to answer one question, and I think your question might have been, "Why doesn't the rest of the world see how beautiful we are, and what can I do to help them see our community the way I do?"
ΝΓ: Όταν σπούδαζα στη Σχολή Καλών Τεχνών - είναι μάλλον αλήθεια- είχα έναν καθηγητή που μου είπε ότι χαράμιζα τη θέση ενός άντρα. Προσπάθησε να πνίξει το όνειρό μου να γίνω φωτογράφος. Προσπάθησε να με γελοιοποιήσει σε μια τάξη γεμάτη άντρες φωτογράφους Μου είπε ότι ήμουν εκτός τόπου και χρόνου σαν γυναίκα και συνέχισε λέγοντας ότι το μόνο που μπορούσα και έπρεπε να κάνω ήταν να κάνω παιδί ενώ ένας άντρας θα μπορούσε να πάρει τη θέση μου στο μάθημα. Έμεινα άφωνη από αυτά. Αλλά είχα την κάμερά μου, και αποφάσισα να του αποδείξω ότι άξιζα μια θέση στο μάθημα. Αλλά εκ των υστέρων αναρωτήθηκα: «Γιατί πρέπει να το αποδείξω σ' αυτόν;» Ξέρετε, είχα την κάμερά μου, και ήθελα να αποδείξω στον εαυτό μου ότι μπορούσα να κάνω τη διαφορά. Αγαπώ τη φωτογραφία και κανείς δε μπορεί να με σταματήσει από το να φτιάχνω εικόνες.
DW: While studying in art school -- it's probably true -- I had a male professor who told me that I was taking up a good man's space. He tried to stifle my dream of becoming a photographer. He attempted to shame me in a class full of male photographers. He told me I was out of place and out of order as a woman, and he went on to say that all you could and would do was to have a baby when a good man could have had your seat in this class. I was shocked into silence into that experience. But I had my camera, and I was determined to prove to him that I was worthy for a seat in that class. But in retrospect, I asked myself: "Why did I need to prove it to him?" You know, I had my camera, and I knew I needed to prove to myself that I would make a difference in photography. I love photography, and no one is going to stop me from making images. HWT: But that's when I came in.
ΧΓΤ: Και τότε ήρθα εγώ.
ΝΓ: Ναι, εκείνη τη χρονιά αποφοίτησα, και έμεινα έγκυος. Ναι, είχε δίκιο. Ήμουν έγκυος σε σένα, και χρησιμοποίησα τα σεξιστικά του λόγια και πήρα την κάμερά μου και φωτογράφιζα κάθε μέρα την κοιλιά μου και την προετοιμασία μου για την αποφοίτηση. Αλλά σκέφτηκα ότι οι μαύροι φωτογράφοι λείπουν από τα βιβλία ιστορίας της φωτογραφίας και έψαχνα τρόπους να πω μια ιστορία. Έπεσα πάνω στο βιβλίο του Γκόρντον Παρκς «A Choice of Weapons» που ήταν η αυτοβιογραφία του. Ξεκίνησα να φωτογραφίζω και να τραβάω εικόνες και έκρυψα το φύλλο κοντάκτ που έδειχνε την κοιλιά μου και μετά με ενέπνευσες να κάνω ένα νέο έργο ένα έργο που έλεγε, «Η γυναίκα που παίρνει τη θέση ενός άντρα», «Πήρες τη θέση ενός άντρα», αλλά πήρα αυτά τα λόγια, τα αντέστρεψα και είπα «Έφτιαξα μια θέση για έναν άντρα, εσένα».
DW: Yeah, that year I graduated, I got pregnant. Yep, he was right. And I had you, and I shook off that sexist language that he used against me and picked up my camera and made photographs daily, and made photographs of my pregnant belly as I prepared for graduate school. But I thought about also that black photographers were missing from the history books of photography, and I was looking for ways to tell a story. And I ran across Gordon Parks' book "A Choice of Weapons," which was his autobiography. I began photographing and making images, and I tucked away that contact sheet that I made of my pregnant belly, and then you inspired me to create a new piece, a piece that said, "A woman taking a place from a good man," "You took the space from a good man," and then I used that language and reversed it and said, "I made a space for a good man, you."
(Χειροκρότημα)
(Applause)
ΧΓΤ: Ευχαριστώ, μαμά. Κατά μάνα, κατά κύρη. Μεγάλωσα σε ένα σπίτι γεμάτο φωτογραφίες. Παντού φωτογραφίες, η μητέρα μου είχε κάνει την κουζίνα σκοτεινό θάλαμο. Και δεν ήταν μόνο φωτογραφίες που έβγαζε και φωτογραφίες συγγενών. Αλλά υπήρχαν φωτογραφίες στον τοίχο άγνωστων ανθρώπων, άγνωστων ανδρών και γυναικών. Ευχαριστώ, μαμά.
HWT: Thanks, ma. Like mother, like son. I grew up in a house full of photographs. They were everywhere, and my mother would turn the kitchen into a darkroom. And there weren't just pictures that she took and pictures of family members. But there were pictures on the wall of and by people that we didn't know, men and women that we didn't know. Thanks, ma.
(Γέλια)
(Laughter)
Συγχρονίζομαι μόνος μου.
I have my own timing.
(Γέλια)
(Laughter)
Είδατε που με σκούντηξε;
Did you see her poke me?
(Γέλια)
(Laughter)
Μαριονέτα.
Puppet strings.
Μεγάλωσα σε ένα σπίτι γεμάτο φωτογραφίες.
I grew up in a house full of photographs.
(Χειροκρότημα)
(Applause)
Αλλά δεν ήταν μόνο φωτογραφίες γνωστών μας αλλά φωτογραφίες ανθρώπων που εγώ δεν γνώριζα. Και απ' ό,τι έμαθα και στο σχολείο, ήταν σχεδόν σίγουρο ότι ούτε οι άλλοι τους γνώριζαν. Και μου πήρε πολύ καιρό να καταλάβω τι ετοίμαζε αλλά μετά από λίγο, κατάλαβα. Όταν ήμουν εννιά, έβγαλε αυτό το βιβλίο «Μαύροι Φωτογράφοι, 1840-1940: Μια Βιο-Βιβλιογραφία». Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι το 1840, οι Αφροαμερικανοί τραβούσαν φωτογραφίες. Τι σημαίνει αυτό για εμάς, να σκεφτούμε ότι σε μια εποχή, δύο τρεις δεκαετίες πριν το τέλος της δουλείας, όπου οι άνθρωποι μάθαιναν ανάγνωση, έπρεπε να μάθουν μαθηματικά, και να είναι στην πρώτη γραμμή της επιστήμης και της τεχνολογίας, να χρησιμοποιούν μαθηματικά, φυσική και χημεία μόνο και μόνο για να βγάλουν μια φωτογραφία. Αν δεν το έκαναν από αγάπη, από τι το έκαναν; Ακολούθησε, λοιπόν, το επόμενό της βιβλίο «Μαύροι Φωτογράφοι, 1940-1988» και ακολούθησε ένα άλλο, κι ένα άλλο κι ένα άλλο, κι ένα άλλο κι ένα άλλο, κι ένα άλλο κι ένα άλλο, κι ένα άλλο κι ένα άλλο, κι ένα άλλο, κι ένα άλλο, κι ένα άλλο κι ένα άλλο, κι ένα άλλο, κι ένα άλλο, κι ένα άλλο, κι ένα άλλο.
But they weren't just pictures of men and women that we knew, but pictures of people that I didn't know, Pretty much, it was pretty clear from what I learned in school, that the rest of the world didn't either. And it took me a long time to figure out what she was up to, but after a while, I figured it out. When I was nine years old, she published this book, "Black Photographers, 1840-1940: A Bio-Bibliography." And it's astounding to me to consider that in 1840, African Americans were making photographs. What does it mean for us to think that at a time that was two, three decades before the end of slavery, that people were learning how to read, they had to learn how to do math, they had to be on the cutting edge of science and technology, to do math, physics and chemistry just to make a single photograph. And what compelled them to do that if not love? Well, that book led her to her next book, "Black Photographers, 1940-1988," and that book led to another book, and another book, and another book, and another book, and another book, and another book, and another book, and another book, and another book, and another book, and another book, and another book, and another book, and another book, and another book, and another book, and another book, and another.
(Χειροκρότημα)
(Applause)
Σε όλη μου τη ζωή επιμελήθηκε και εξέδωσε δεκάδες βιβλία και έκανε πάρα πολλές εκθέσεις σε κάθε ήπειρο όχι μόνο για μαύρους φωτογράφους, αλλά όλα γεννημένα από την περιέργεια ενός μικρού μαύρου κοριτσιού από τη Βόρεια Φιλαδέλφεια.
And throughout my life, she's edited and published dozens of books and curated numerous exhibitions on every continent, not all about black photographers but all inspired by the curiosity of a little black girl from North Philadelphia.
ΝΓ: Ανακάλυψα ότι οι μαύροι φωτογράφοι είχαν πράγματα να πουν, και έπρεπε να τους ακούσουμε. Και μετά ανακάλυψα μαύρους φωτογράφους όπως ο Ογκούστους Ουάσινγκτον που δημιούργησαν αυτές τις όμορφες νταγκεροτυπίες της οικογένειας ΜακΓκιλ στις αρχές του 1840 και 1850. Οι ιστορίες τους ήταν διαφορετικές, οι μαύροι φωτογράφοι είχαν μια διαφορετική αφήγηση για τη ζωή των μαύρων την εποχή της δουλείας αλλά και την οικογενειακή ζωή, την ομορφιά και τις ιστορίες της κοινότητας. Δεν ήξερα πώς να συνδέσω τις ιστορίες αλλά ήξερα ότι οι δάσκαλοι έπρεπε να μάθουν αυτές τις ιστορίες.
DW: What I found is that black photographers had stories to tell, and we needed to listen. And then I found and I discovered black photographers like Augustus Washington, who made these beautiful daguerreotypes of the McGill family in the early 1840s and '50s. Their stories tended to be different, black photographers, and they had a different narrative about black life during slavery, but it was also about family life, beauty and telling stories about community. I didn't know how to link the stories, but I knew that teachers needed to know this story.
ΧΓΤ: Οπότε ήμουν ο πρώτος μαθητής της μητέρας μου. Διστακτικά και άθελά μου - μαριονέτα - αποφάσισα να πάρω μια κάμερα και ήθελα να κάνω τις δικές μου εικόνες για το τότε και το τώρα, το τώρα και το τότε. Σκέφτηκα πώς θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω τη φωτογραφία για να δείξω πώς αυτά που συμβαίνουν εκτός του κάδρου επηρεάζουν αυτά που είναι εντός. Η αλήθεια βρίσκεται στα χέρια του φωτογράφου σε μας μένει να σκεφτούμε τι έμεινε απ' έξω. Για αρχή σκέφτηκα να χρησιμοποιήσω την έρευνά της και αυτά που έβλεπα στην κοινωνία και σκεφτόμουν πώς θα μπορούσα να χρησμοποιήσω ιστορικές εικόνες για να δείξω την παρουσία του παρελθόντος στο παρόν και πώς θα μπορούσαμε να δείξουμε τον μακροχρόνιο αγώνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ισότητα χρησιμοποιώντας τις φωτογραφίες σαν γλυπτά, βίντεο, εικαστικές εγκαταστάσεις και πίνακες. Αλλά απ' όλα αυτά, ένα έργο με επηρέασε περισσότερο. Συνεχίζει και με τρέφει. Βασίζεται σε αυτήν τη φωτογραφία του Έρνεστ Γουίδερς, που την τράβηξε το 1968 στην απεργία των συλλεκτών απορριμάτων στο Μέμφις, αντρών και γυναικών που ενώθηκαν για να υπερασπιστούν την ανθρωπότητα. Κρατούσαν πλακάτ που έγραφαν «Είμαι άντρας», και μου φάνηκε απίστευτο γιατί εγώ δε μεγάλωσα με τη φράση «είμαι άντρας» αλλά με τη φράση «είμαι ο άντρας» και μου έκανε εντύπωση το πώς μια συλλογική δήλωση έγινε φαινομενικά εγωιστική μετά την ολοκλήρωσή της. Και ήθελα να το επεξεργαστώ οπότε αποφάσισα να διασκευάσω το κείμενο όσο πιο πολύ μπορούσα και μ' αρέσει να σκέφτομαι την πάνω γραμμή ως ένα χρονολόγιο της αμερικάνικης ιστορίας και την κάτω γραμμή ως ένα ποίημα, που λέει, «Είμαι ο άντρας. Ποιος είναι ο άντρας. Εσύ ο άντρας. Τι άντρας. Είμαι άντρας. Είμαι πολλοί. Είμαι, είμαι; Είμαι, είμαι, είμαι, Αμήν».
HWT: So I think I was my mother's first student. Unwillingly and unwittingly -- puppet strings -- I decided to pick up a camera, and thought that I should make my own pictures about the then and now and the now and then. I thought about how I could use photography to talk about how what's going on outside of the frame of the camera can affect what we see inside. The truth is always in the hands of the actual image maker and it's up to us to really consider what's being cut out. I thought I could use her research as a jumping-off point of things that I was seeing in society and I wanted to start to think about how I could use historical images to talk about the past being present and think about ways that we can speak to the perennial struggle for human rights and equal rights through my appropriation of photographs in the form of sculpture, video, installation and paintings. But through it all, one piece has affected me the most. It continues to nourish me. It's based off of this photograph by Ernest Withers, who took this picture in 1968 at the Memphis Sanitation Workers March of men and women standing collectively to affirm their humanity. They were holding signs that said "I am a man," and I found that astounding, because the phrase I grew up with wasn't "I am a man," it was "I am the man," and I was amazed at how it went from this collective statement during segregation to this seemingly selfish statement after integration. And I wanted to ponder that, so I decided to remix that text in as many ways as I could think of, and I like to think of the top line as a timeline of American history, and the last line as a poem, and it says, "I am the man. Who's the man. You the man. What a man. I am man. I am many. I am, am I. I am, I am. I am, Amen.
ΝΓ: Ουάου, συναρπαστικό.
DW: Wow, so fascinating.
(Χειροκρότημα)
(Applause)
Αλλά αυτό που μάθαμε από αυτό είναι ότι η πιο δυνατή λέξη της αγγλικής γλώσσας είναι η λέξη «είμαι». Και ότι όλοι έχουμε την ικανότητα να αγαπάμε.
But what we learn from this experience is the most powerful two words in the English language is, "I am." And we each have the capacity to love.
Ευχαριστούμε.
Thank you.
(Χειροκρότημα)
(Applause)