Αυτή είναι η σκηνή όπου, μουσική που έγραψα νέος παίχτηκε για πρώτη φορά. Ήταν - αναπάντεχα - ένας χώρος αρκετά καλής ακουστικής. Παρά τους ανώμαλους τοίχους και όλα τα σκουπίδια παντού, είχε αρκετά καλή ακουστική. Αυτό το τραγούδι ηχογραφήθηκε εκεί. (Mουσική) Αυτό δεν είναι Τόκινγκ Χεντς, τουλάχιστον όχι η φωτογραφία. ♫ "A Clean Break (Let's Work)" - Talking Heads Έτσι, η φύση του χώρου σήμαινε ότι οι στίχοι γίνονταν κατανοητοί. Οι στίχοι των τραγουδιών ήταν, πάνω κάτω, κατανοητοί. Το σύστημα ήχου ήταν σχετικά καλό. Και δεν υπήρχε μεγάλη αντήχηση στον χώρο. Έτσι οι ρυθμοί έμεναν επίσης ανέπαφοι, αρκετά μεστοί. Άλλα μέρη σ' όλη τη χώρα είχαν παρόμοιους χώρους. Αυτό είναι το Τούτσις Όρκιντ Λάουντζ στο Νάσβιλ. Η μουσική ήταν κάπως διαφορετική, αλλά σε δομή και φόρμα, βασικά η ίδια. Η συμπεριφορά της πελατείας ήταν επίσης η ίδια. Έτσι τα συγκροτήματα στο Τούτσις ή στο CBGB έπρεπε να παίζουν αρκετά δυνατά, η ένταση έπρεπε να είναι τόσο δυνατή ώστε να ξεπερνά τον κόσμο που έπεφτε, φώναζε κι έκανε οτιδήποτε άλλο έκανε.
This is the venue where, as a young man, some of the music that I wrote was first performed. It was, remarkably, a pretty good sounding room. With all the uneven walls and all the crap everywhere, it actually sounded pretty good. This is a song that was recorded there. (Music) This is not Talking Heads, in the picture anyway. (Music: "A Clean Break (Let's Work)" by Talking Heads) So the nature of the room meant that words could be understood. The lyrics of the songs could be pretty much understood. The sound system was kind of decent. And there wasn't a lot of reverberation in the room. So the rhythms could be pretty intact too, pretty concise. Other places around the country had similar rooms. This is Tootsie's Orchid Lounge in Nashville. The music was in some ways different, but in structure and form, very much the same. The clientele behavior was very much the same too. And so the bands at Tootsie's or at CBGB's had to play loud enough -- the volume had to be loud enough to overcome people falling down, shouting out and doing whatever else they were doing.
Από τότε, έχω παίξει σε άλλα μέρη, πολύ καλύτερα. έχω παίξει εδώ στο Ντίσνεϋ Χολ, στο Κάρνεγκι Χολ και σε παρόμοια μέρη. Και ήταν πολύ συναρπαστικό. Αλλά πρόσεξα επίσης ότι μερικές φορές η μουσική που είχα γράψει, ή έγραφα την εποχή εκείνη, δεν ακουγόταν και τόσο καλά σε μερικές από εκείνες τις αίθουσες. Τα καταφέραμε, αλλά μερικές φορές φαινόταν ότι οι αίθουσες εκείνες δεν ήταν κατάλληλες για τη μουσική που έφτιαχνα ή είχα φτιάξει. Έτσι αναρωτήθηκα: Μήπως γράφω μουσική για συγκεκριμένους χώρους; Έχω μήπως στο μυαλό ένα μέρος, μια σκηνή, όταν γράφω; Είναι αυτό ένα μοντέλο δημιουργίας; Μήπως όλοι δημιουργούμε έχοντας στο μυαλό μας μία συγκεκριμένη σκηνή ή ένα περιβάλλον;
Since then, I've played other places that are much nicer. I've played the Disney Hall here and Carnegie Hall and places like that. And it's been very exciting. But I also noticed that sometimes the music that I had written, or was writing at the time, didn't sound all that great in some of those halls. We managed, but sometimes those halls didn't seem exactly suited to the music I was making or had made. So I asked myself: Do I write stuff for specific rooms? Do I have a place, a venue, in mind when I write? Is that a kind of model for creativity? Do we all make things with a venue, a context, in mind?
ΟΚ, Αφρική. ♫ "Wenlenga" - Διάφοροι καλλιτέχνες Τα περισσότερα από τα δημοφιλή τραγούδια που γνωρίζουμε έχουν κατά μεγάλο ποσοστό τις ρίζες τους στην Δυτική Αφρική. Και η μουσική εκεί, θα έλεγα, τα όργανα, οι πολύπλοκοι ρυθμοί, ο τρόπος που παιζόταν, το σκηνικό, το περιβάλλον, όλα ήταν τέλεια. Όλα ταίριαζαν τέλεια. Η μουσική ακούγεται τέλεια σ'αυτό το σκηνικό. Δεν υπάρχει μεγάλη αίθουσα να δημιουργεί αντηχήσεις και να μπερδεύει τους ρυθμούς. Τα όργανα είναι αρκετά δυνατά ώστε μπορούν να ακουστούν χωρίς ενισχυτές κλπ. Δεν είναι τυχαίο. Είναι τέλειο για αυτό το περιβάλλον. Και θα ακουγόταν χάλια σε ένα περιβάλλον σαν αυτό. Σ' ένα γοτθικό ναό. ♫ "Spem In Alium" - Thomas Tallis Σ' ένα γοτθικό ναό, αυτού του είδους η μουσική είναι τέλεια. Δεν αλλάζει κλειδί. Οι νότες είναι μακριές. Δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου ρυθμός. Και ο χώρος κολακεύει την μουσική. Μάλιστα, τη βελτιώνει. Αυτή είναι η αίθουσα στην οποία έγραψε ο Μπαχ κομμάτια της μουσικής του. Αυτό είναι το όργανο. Δεν είναι μεγάλη σαν ένα γοτθικό ναό, κι έτσι μπορούσε να γράφει λίγο πιο πολύπλοκα πράγματα. Μπορούσε, πολύ καινοτόμα, να αλλάζει κλειδιά χωρίς τον κίνδυνο μεγάλης παραφωνίας. ♫ "Fantasia On Jesu, Mein Freunde" - Johann S. Bach
Okay, Africa. (Music: "Wenlenga" / Various artists) Most of the popular music that we know now has a big part of its roots in West Africa. And the music there, I would say, the instruments, the intricate rhythms, the way it's played, the setting, the context, it's all perfect. It all works perfect. The music works perfectly in that setting. There's no big room to create reverberation and confuse the rhythms. The instruments are loud enough that they can be heard without amplification, etc., etc. It's no accident. It's perfect for that particular context. And it would be a mess in a context like this. This is a gothic cathedral. (Music: "Spem In Alium" by Thomas Tallis) In a gothic cathedral, this kind of music is perfect. It doesn't change key, the notes are long, there's almost no rhythm whatsoever, and the room flatters the music. It actually improves it. This is the room that Bach wrote some of his music for. This is the organ. It's not as big as a gothic cathedral, so he can write things that are a little bit more intricate. He can, very innovatively, actually change keys without risking huge dissonances. (Music: "Fantasia On Jesu, Mein Freunde" by Johann S. Bach)
Αυτό είναι λίγο αργότερα. Ο Μότσαρτ έγραφε σε τέτοιου είδους αίθουσες. Νομίζω είναι γύρω στο 1770, κάπου εκεί γύρω. Είναι πιο μικρά, ακόμη λιγότερο αντηχητικά, έτσι μπορούσε να γράφει μουσική με πολλές φιοριτούρες - και ήταν εντάξει. ♫ "Sonata in F," KV 13 - Wolfgang A. Mozart Ταιριάζει τέλεια με το δωμάτιο. Αυτή είναι η Λα Σκάλα. Περίπου την ίδια εποχή. Νομίζω χτίστηκε γύρω στο 1776. Οι θεατές στο ακροατήριο σ' αυτές τις όπερες, όταν φτιάχτηκαν, συνήθιζαν να φωνάζουν ο ένας στον άλλο. Έτρωγαν, έπιναν και φώναζαν στους καλλιτέχνες στην σκηνή, όπως κάνουν στο CBGB και σε παρόμοια μέρη. Αν τους άρεσε μία άρια φώναζαν και ζητούσαν να παιχτεί ξανά, σαν μπιζάρισμα, όχι στο τέλος της παράστασης, αλλά αμέσως. (Γέλια) Αυτή λοιπόν ήταν η εμπειρία της όπερας. Αυτή είναι η σκηνή της όπερας που έχτισε ο Βάγκνερ για τον εαυτό του. Και το μέγεθος της αίθουσας δεν είναι τόσο μεγάλο. Είναι μικρότερο από αυτό. Αλλά ο Βάγκνερ εισήγαγε μια καινοτομία. Ήθελε μεγαλύτερη ορχήστρα. Ήθελε περισσότερο «όγκο». Έτσι αύξησε τον χώρο της ορχήστρας ώστε να χωρέσουν περισσότερα όργανα με χαμηλότερο τόνο. ♫ "Lohengrin / Prelude to Act III" - Richard Wagner
This is a little bit later. This is the kind of rooms that Mozart wrote in. I think we're in like 1770, somewhere around there. They're smaller, even less reverberant, so he can write really frilly music that's very intricate -- and it works. (Music: "Sonata in F," KV 13, by Wolfgang A. Mozart) It fits the room perfectly. This is La Scala. It's around the same time, I think it was built around 1776. People in the audience in these opera houses, when they were built, they used to yell out to one another. They used to eat, drink and yell out to people on the stage, just like they do at CBGB's and places like that. If they liked an aria, they would holler and suggest that it be done again as an encore, not at the end of the show, but immediately. (Laughter) And well, that was an opera experience. This is the opera house that Wagner built for himself. And the size of the room is not that big. It's smaller than this. But Wagner made an innovation. He wanted a bigger band. He wanted a little more bombast, so he increased the size of the orchestra pit so he could get more low-end instruments in there. (Music: "Lohengrin / Prelude to Act III" by Richard Wagner)
ΟΚ. Αυτό είναι το Κάρνεγκι Χολ. Προφανώς, αίθουσες σαν αυτή έγιναν δημοφιλείς. Οι αίθουσες έγιναν μεγαλύτερες. Το Κάρνεγκι Χολ είναι αρκετά μεγάλο. Είναι μεγαλύτερο από άλλες αίθουσες συμφωνικής μουσικής. Και έχουν λίγη παραπάνω αντήχηση από την Λα Σκάλα. Γύρω στην ίδια εποχή, σύμφωνα με τον Άλεξ Ρος του περιοδικού Νιου Γιόρκερ, ένας κανόνας άρχισε να υπερισχύει: το ακροατήριο έπρεπε να είναι ήσυχο, δεν επιτρέπεται πλέον να τρώνε, να πίνουν και να φωνάζουν στους καλλιτέχνες, ή να ψιλοκουβεντιάζουν μεταξύ τους κατά την διάρκεια της παράστασης. Έπρεπε να είναι πολύ ήσυχοι. Έτσι αυτά τα δύο μαζί σήμαιναν ότι ένας διαφορετικός τύπος μουσικής ακουγόταν καλύτερα σε αυτές τις αίθουσες. Σήμαινε ότι μπορούσαν πλέον να υπάρξουν ακραίες δυναμικές, που δεν υπήρχαν σε ορισμένους από αυτούς τους άλλους τύπους μουσικής. Τα ήσυχα μέρη, που άλλοτε θα είχαν πνιγεί από τις συζητήσεις και τις φωνές μπορούσαν τώρα να ακουστούν. Αλλά λόγω της αντήχησης σε αίθουσες όπως το Κάρνεγκι Χολ, η μουσική έπρεπε να είναι ίσως λιγότερο ρυθμική και με λίγο πιο πλούσια υφή. ♫ "Symphony No. 8 in E Flat Major" - Gustav Mahler Αυτός είναι ο Μάλερ. Μοιάζει με τον Μπομπ Ντύλαν, αλλά είναι ο Μάλερ. Αυτό ήταν το τελευταίο άλμπουμ του Μπομπ.
Okay. This is Carnegie Hall. Obviously, this kind of thing became popular. The halls got bigger. Carnegie Hall's fair-sized. It's larger than some of the other symphony halls. And they're a lot more reverberant than La Scala. Around the same, according to Alex Ross who writes for the New Yorker, this kind of rule came into effect that audiences had to be quiet -- no more eating, drinking and yelling at the stage, or gossiping with one another during the show. They had to be very quiet. So those two things combined meant that a different kind of music worked best in these kind of halls. It meant that there could be extreme dynamics, which there weren't in some of these other kinds of music. Quiet parts could be heard that would have been drowned out by all the gossiping and shouting. But because of the reverberation in those rooms like Carnegie Hall, the music had to be maybe a little less rhythmic and a little more textural. (Music: "Symphony No. 8 in E Flat Major" by Gustav Mahler) This is Mahler. It looks like Bob Dylan, but it's Mahler. That was Bob's last record, yeah.
(Γέλια)
(Laughter)
Την ίδια εποχή έρχεται και η ποπ μουσική. Αυτή είναι μια μπάντα τζαζ. Σύμφωνα με τον Σκοτ Τζόπλιν, οι μπάντες έπαιζαν σε ποταμόπλοια και κλαμπ. Και πάλι, είναι θορυβώδης μουσική γιατί παίζουν για τους χορευτές. Μερικά μέρη του τραγουδιού - τα τραγούδια είχαν διακριτά μέρη - άρεσαν ιδιαίτερα στους χορευτές. Και έλεγαν, "Παίξ' το ξανά αυτό". Φυσικά, μπορείς να παίξεις μερικές μόνο φορές το ίδιο κομμάτι του τραγουδιού ξανά και ξανά για τους χορευτές. Έτσι η μπάντα άρχισε να αυτοσχεδιάζει με νέες μελωδίες. Και ένα νέο είδος μουσικής γεννήθηκε. ♫ "Royal Garden Blues" - W.C. Handy / Ethel Waters Αυτή παιζόταν κυρίως σε μικρές αίθουσες. Ο κόσμος χόρευε, φώναζε και έπινε. Έτσι η μουσική έπρεπε να παίζει αρκετά δυνατά ώστε να ακούγεται πάνω από τον θόρυβο. Το ίδιο ισχύει και - είμαστε στην αρχή του αιώνα - για την ποπ μουσική όλου του 20ου αιώνα, είτε είναι ροκ ή λάτιν μουσική ή οτιδήποτε άλλο. Δεν αλλάζουν και πολλά.
Popular music, coming along at the same time. This is a jazz band. According to Scott Joplin, the bands were playing on riverboats and clubs. Again, it's noisy. They're playing for dancers. There's certain sections of the song -- the songs had different sections that the dancers really liked. And they'd say, "Play that part again." Well, there's only so many times you can play the same section of a song over and over again for the dancers. So the bands started to improvise new melodies. And a new form of music was born. (Music: "Royal Garden Blues" by W.C. Handy / Ethel Waters) These are played mainly in small rooms. People are dancing, shouting and drinking. So the music has to be loud enough to be heard above that. Same thing goes true for -- that's the beginning of the century -- for the whole of 20th-century popular music, whether it's rock or Latin music or whatever. [Live music] doesn't really change that much.
Αλλάζει όμως μετά τα πρώτα 30 χρόνια του 20ού αιώνα, όταν αυτό έγινε ένας από τους κύριους χώρους όπου παιζόταν η μουσική. Και αυτός ήταν ένα τρόπος που η μουσική έφτασε εκεί. Τα μικρόφωνα έδωσαν παραπάνω δυνατότητες σε τραγουδιστές, μουσικούς και συνθέτες ν' αλλάξουν τελείως το είδος της μουσικής που έγραφαν. Ως τώρα, στο ραδιόφωνο παιζόταν περισσότερο ζωντανή μουσική, αλλά τραγουδιστές όπως ο Φρανκ Σινάτρα, μπορούσε να χρησιμοποιήσει το μικρόφωνο και να κάνει πράγματα που δεν θα μπορούσαν να κάνουν ποτέ χωρίς μικρόφωνο. Άλλοι τραγουδιστές μετά απ' αυτόν, πήγαν ακόμα παραπέρα. ♫ "My Funny Valentine" - Chet Baker Αυτός είναι ο Τσετ Μπέικερ. Αυτό το πράγμα θα ήταν αδύνατο χωρίς μικρόφωνο. Θα ήταν επίσης αδύνατο χωρίς ηχογραφημένη μουσική. Τραγουδάει κυριολεκτικά μέσα στ' αυτί σου. Ψιθυρίζει στ' αυτί σου. Η μουσική είναι φορτισμένη. Είναι σαν να κάθεται δίπλα σου, και σου ψιθυρίζει ποιος ξέρει τι στ' αυτί.
It changes about a third of the way into the 20th century, when this became one of the primary venues for music. And this was one way that the music got there. Microphones enabled singers, in particular, and musicians and composers, to completely change the kind of music that they were writing. So far, a lot of the stuff that was on the radio was live music, but singers, like Frank Sinatra, could use the mic and do things that they could never do without a microphone. Other singers after him went even further. (Music: "My Funny Valentine" by Chet Baker) This is Chet Baker. And this kind of thing would have been impossible without a microphone. It would have been impossible without recorded music as well. And he's singing right into your ear. He's whispering into your ears. The effect is just electric. It's like the guy is sitting next to you, whispering who knows what into your ear.
Έτσι σ' αυτό το σημείο η μουσική διαχωρίστηκε. Υπάρχει η ζωντανή μουσική, και η ηχογραφημένη μουσική. Και δεν χρειάζεται πλέον να είναι ακριβώς το ίδιο. Και υπάρχουν τώρα χώροι όπως αυτοί, μια ντισκοτέκ, τα τζουκ-μποξ στα μπαρ, όπου δεν χρειάζεσαι καν ένα συγκρότημα. Δεν χρειάζονται καθόλου μουσικοί που παίζουν ζωντανά. Και τα ηχοσυστήματα είναι καλά. Ο κόσμος άρχισε να φτιάχνει μουσική ειδικά για ντισκοτέκ και για αυτά τα ηχοσυστήματα. Και, όπως με την τζαζ, στους χορευτές άρεσαν ιδιαίτερα κάποια μέρη περισσότερο από άλλα. Έτσι οι πρωτοπόροι του χιπ-χοπ άρχισαν να επαναλαμβάνουν κάποια μέρη. ♫ "Rapper's Delight" - The Sugarhill Gang Ο τραγουδιστής αυτοσχεδίαζε στίχους όπως οι μουσικοί της τζαζ αυτοσχεδίαζαν μελωδίες. Μια νέα φόρμα μουσικής γεννήθηκε.
So at this point, music diverged. There's live music, and there's recorded music. And they no longer have to be exactly the same. Now there's venues like this, a discotheque, and there's jukeboxes in bars, where you don't even need to have a band. There doesn't need to be any live performing musicians whatsoever, and the sound systems are good. People began to make music specifically for discos and for those sound systems. And, as with jazz, the dancers liked certain sections more than they did others. So the early hip-hop guys would loop certain sections. (Music: "Rapper's Delight" by The Sugarhill Gang) The MC would improvise lyrics in the same way that the jazz players would improvise melodies. And another new form of music was born.
Η ζωντανή παράσταση, όταν ήταν εξαιρετικά πετυχημένη, κατέληγε σ' αυτά που είναι, ακουστικά, οι χώροι με την χειρότερη απόδοση στον κόσμο, όπως αθλητικά στάδια, γήπεδα του μπάσκετ και του χόκεϊ. Οι μουσικοί που έπαιζαν εκεί έκαναν ό,τι καλύτερο μπορούσαν. Έγραφαν αυτό που τώρα λέγεται "ροκ σταδίου", δηλαδή μπαλάντες μέσης ταχύτητας. ♫ "I Still Haven't Found What I'm Looking For" - U2 Έκαναν το καλύτερο που μπορούσαν με δεδομένο ότι έγραφαν για τέτοιους χώρους. Τα τέμπο είναι μεσαία. Ο ήχος είναι "μεγάλος". Είναι πιο πολύ μια κοινωνική φάση παρά μια μουσική φάση. Και μερικές φορές η μουσική που έγραφν γι' αυτό το μέρος ακουγόταν μια χαρά.
Live performance, when it was incredibly successful, ended up in what is probably, acoustically, the worst sounding venues on the planet: sports stadiums, basketball arenas and hockey arenas. Musicians who ended up there did the best they could. They wrote what is now called arena rock, which is medium-speed ballads. (Music: "I Still Haven't Found What I'm Looking For" by U2) They did the best they could given that this is what they're writing for. The tempos are medium. It sounds big. It's more a social situation than a musical situation. And in some ways, the music that they're writing for this place works perfectly.
Υπάρχουν και νέοι χώροι. Ένας από αυτούς είναι το αυτοκίνητο. Μεγάλωσα με ραδιόφωνο στ' αυτοκίνητο. Αλλά τώρα αυτό έχει εξελιχθεί σε κάτι άλλο. Το αυτοκίνητο είναι από μόνο του αίθουσα. ♫ "Who U Wit" - Lil' Jon & the East Side Boyz Η μουσική που θα έλεγα ότι έχει γραφτεί για ηχοσυστήματα αυτοκινήτων, ακούγεται μια χαρά σ' αυτά. Μπορεί να μην είναι αυτό που θα 'θελες ν' ακούσεις στο σπίτι, αλλά ακούγεται πολύ ωραία στ' αυτοκίνητο - έχει μεγάλο φάσμα συχνοτήτων, με καλά μπάσα, υψηλούς τόνους και τα φωνητικά να 'ναι κάπου στη μέση. Μουσική αυτοκινήτου, που μπορείς να μοιραστείς με τους φίλους σου.
So there's more new venues. One of the new ones is the automobile. I grew up with a radio in a car. But now that's evolved into something else. The car is a whole venue. (Music: "Who U Wit" by Lil' Jon & the East Side Boyz) The music that, I would say, is written for automobile sound systems works perfectly on it. It might not be what you want to listen to at home, but it works great in the car -- has a huge frequency spectrum, you know, big bass and high-end and the voice kind of stuck in the middle. Automobile music, you can share with your friends.
Υπάρχει άλλος ένας νέος χώρος: η προσωπική συσκευή MP3. Φαντάζομαι αυτή προορίζεται μόνο για Χριστιανική μουσική! (Γέλια) Και κατά κάποιον τρόπο είναι σαν το Κάρνεγκι Χολ, ή όταν το ακροατήριο έπρεπει να σιωπήσει, γιατί τώρα πλέον μπορείς ν' ακούσεις και την παραμικρή λεπτομέρεια. Απ' την άλλη, είναι σαν τη μουσική της Δυτικής Αφρικής γιατί αν η μουσική σε μία συσκευή MP3 γίνει πολύ σιγανή, ανεβάζεις την ένταση, και στο επόμενο λετπό, ξεκουφαίνεσαι από ένα πιο δυνατό κομμάτι. Δηλαδή δεν είναι ιδανικό. Νομίζω ότι η ποπ μουσική, κυρίως, που γράφεται σήμερα, γράφεται, σε μεγάλο βαθμό, γι' αυτού του είδους τις συσκευές, γι' αυτού του είδους την προσωπική εμπειρία όπου μπορείς να ακούσεις την παραμικρή λεπτομέρεια, αλλά η δυναμική δεν αλλάζει και πολύ.
There's one other kind of new venue, the private MP3 player. Presumably, this is just for Christian music. (Laughter) And in some ways it's like Carnegie Hall, or when the audience had to hush up, because you can now hear every single detail. In other ways, it's more like the West African music because if the music in an MP3 player gets too quiet, you turn it up, and the next minute, your ears are blasted out by a louder passage. So that doesn't really work. I think pop music, mainly, it's written today, to some extent, is written for these kind of players, for this kind of personal experience where you can hear extreme detail, but the dynamic doesn't change that much.
Έτσι αναρωτήθηκα: Είναι αυτή η προσαρμογή που κάνουμε ένα μοντέλο δημιουργίας; Και συμβαίνει πουθενά αλλού; Σύμφωνα με τον Ντέιβιντ Άτενμπορο και μερικούς άλλους, τα πουλιά κάνουν το ίδιο. Τα πουλιά στην κορυφή του δάσους, όπου το φύλλωμα είναι πυκνό, τα τιτιβίσματά τους είναι συνήθως υψίσυχνα, βραχέα και επαναλαμβανόμενα. Και τα πουλιά κοντά στο έδαφος τιτιβίζουν σε χαμηλότερες συχνότητες, έτσι ώστε να μην παραμορφώνεται ο ήχος όταν αντανακλάται στο έδαφος του δάσους. Και πουλιά σαν αυτό το σπουργίτι της Σαβάνας, είναι σύνηθες να έχουν ένα βομβοειδές ♪ Κελάιδισμα σπουργιτιού της Σαβάνας τιτίβισμα. Και τελικά ήχος σαν αυτόν είναι ο πιο οικονομικός ενεργειακά και ο πιο πρακτικός τρόπος να μεταδώσουν το τιτίβισμά τους στα λιβάδια και στις σαβάνες. Άλλα πουλιά, σαν αυτή την τανάγρα, έχουν εξελιχθεί εντός του είδους τους. Η τανάγρα της ανατολικής ακτής των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου τα δάση είναι λίγο πιο πυκνά, τιτιβίζει με έναν τρόπο, και η τανάγρα της άλλης πλευράς, στην δύση, ♪ Κελάιδισμα κόκκινης τανάγρας τιτιβίζει διαφορετικά. ♪ Κελάιδισμα κόκκινης τανάγρας Δηλαδή τα πουλιά το κάνουν αυτό επίσης.
So I asked myself: Okay, is this a model for creation, this adaptation that we do? And does it happen anywhere else? Well, according to David Attenborough and some other people, birds do it too -- that the birds in the canopy, where the foliage is dense, their calls tend to be high-pitched, short and repetitive. And the birds on the floor tend to have lower pitched calls, so that they don't get distorted when they bounce off the forest floor. And birds like this Savannah sparrow, they tend to have a buzzing (Sound clip: Savannah sparrow song) type call. And it turns out that a sound like this is the most energy efficient and practical way to transmit their call across the fields and savannahs. Other birds, like this tanager, have adapted within the same species. The tananger on the East Coast of the United States, where the forests are a little denser, has one kind of call, and the tananger on the other side, on the west (Sound clip: Scarlet tanager song) has a different kind of call. (Sound clip: Scarlet tanager song) So birds do it too.
Και σκέφτηκα: Αν αυτό είναι ένα μοντέλο δημιουργίας, αν φτιάχνουμε μουσική, τουλάχιστον την φόρμα αρχικά, που να ταιριάζει στο περιβάλλον, και αν φτιάχνουμε τέχνη που να ταιριάζει στους τοίχους γκαλερί ή μουσείων, και αν γράφουμε λογισμικό που να ταιριάζει με τα υπάρχοντα λειτουργικά συστήματα - έτσι λειτουργεί το όλο σύστημα; Ναι, νομίζω ότι είναι εξελικτικό. Είναι προσαρμοστικό. Αλλά η ευχαρίστηση και το πάθος και η απόλαυση είναι ακόμη εδώ. Αυτή είναι μια αντίθετη θεώρηση των πραγμάτων από την παραδοσιακή ρομαντική θεώρηση. Η ρομαντική θεώρηση λέει ότι πρώτα έρχεται το πάθος μετά η εκδήλωση των συναισθημάτων, και μετά αυτό παίρνει κάποιο σχήμα, κάπως. Εγώ λέω ότι το πάθος είναι εδώ, αλλά το δοχείο στο οποίο χύνεται και καλουπώνεται, αυτό δημιουργείται πρώτο, διαισθητικά διαισθητικά κι ενστικτωδώς. Ξέρουμε ήδη πού πηγαίνει αυτό το πάθος. Αλλά αυτή η σύγκρουση θεωρήσεων είναι ενδιαφέρουσα.
And I thought: Well, if this is a model for creation, if we make music, primarily the form at least, to fit these contexts, and if we make art to fit gallery walls or museum walls, and if we write software to fit existing operating systems, is that how it works? Yeah. I think it's evolutionary. It's adaptive. But the pleasure and the passion and the joy is still there. This is a reverse view of things from the kind of traditional Romantic view. The Romantic view is that first comes the passion and then the outpouring of emotion, and then somehow it gets shaped into something. And I'm saying, well, the passion's still there, but the vessel that it's going to be injected into and poured into, that is instinctively and intuitively created first. We already know where that passion is going. But this conflict of views is kind of interesting.
Ο συγγραφέας Τόμας Φρανκ, λέει ότι αυτό μπορεί να επεξηγεί γιατί μερικοί ψηφοφόροι ψηφίζουν ενάντια στα συμφέροντά τους. Ότι οι ψηφοφόροι, όπως πολλοί από εμάς, υποθέτουν ότι αν ακούν κάτι που ακούγεται ειλικρινές, που ακούγεται ότι έρχεται απ' την καρδιά, είναι παθιασμένο, ότι είναι πιο αυθεντικό. Και το ψηφίζουν. Έτσι αν κάποιος μπορεί να προσποιηθεί την ειλικρίνεια, να προσποιηθεί το πάθος, έχει μεγαλύτερη πιθανότητα να τον επιλέξουν - πράγμα που είναι λίγο επικίνδυνο. Εγώ λεώ ότι τα δύο, το πάθος και η απόλαυση, δεν είναι ασυμβίβαστα.
The writer, Thomas Frank, says that this might be a kind of explanation why some voters vote against their best interests, that voters, like a lot of us, assume, that if they hear something that sounds like it's sincere, that it's coming from the gut, that it's passionate, that it's more authentic. And they'll vote for that. So that, if somebody can fake sincerity, if they can fake passion, they stand a better chance of being selected in that way, which seems a little dangerous. I'm saying the two, the passion, the joy, are not mutually exclusive.
Ίσως αυτό που χρειάζεται τώρα ο κόσμος είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε σαν τα πουλιά. Προσαρμοζόμαστε. Τραγουδάμε. Και σαν τα πουλιά, η απόλαυση συνεχίζει να υπάρχει, έστω και αν αλλάξαμε αυτό που κάνουμε για να ταιριάζει με το περιβάλλον.
Maybe what the world needs now is for us to realize that we are like the birds. We adapt. We sing. And like the birds, the joy is still there, even though we have changed what we do to fit the context.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Thank you very much.
(Χειροκρότημα)
(Applause)