Ήταν Χριστούγεννα στο Κάμελοτ και ο βασιλιάς Αρθούρος είχε διοργανώσει γιορτή. Είχε καλέσει όλο το παλάτι, εκτός από τη μάγισσα Μόργκαν Λε Φέι, και το φαγητό και το ποτό έρεαν άφθονα. Όμως στη διάρκεια του γλεντιού, οι πόρτες του κάστρου άνοιξαν διάπλατα. Ένας πανύψηλος ιππότης πάνω σε ένα σμαραγδένιο άλογο μπήκε στην αίθουσα, κάνοντας όλο το παλάτι να σωπάσει. Τότε, με βαθιά βροντερή φωνή, πρότεινε ένα παιχνίδι.
It was Christmas time in Camelot and King Arthur was throwing a party. The entire court was invited— save the wicked sorceress Morgan le Fay— and food and drink flowed freely. But in the midst of the revelry, the castle doors split open. A towering knight riding an emerald steed burst into the room, stunning the court into silence. Then, in a deep bellowing voice, he proposed a game.
Ο Πράσινος Ιππότης ανακοίνωσε ότι θα επέτρεπε στον πιο γενναίο πολεμιστή να του επιτεθεί με το ίδιο του το τσεκούρι. Αν ο πολεμιστής τον σκότωνε, θα κέρδιζε το πανίσχυρο όπλο του. Ωστόσο, ο Πράσινος Ιππότης θα μπορούσε να ανταποδώσει το χτύπημα μετά από έναν χρόνο και μία ημέρα.
The Green Knight declared he would allow the bravest warrior present to attack him with his own axe. If they could strike him down, they would win his powerful weapon. However, the knight would be allowed to return that blow in one year and one day.
Ο Αρθούρος και οι ιππότες του παραξενεύτηκαν. Κανένας δεν θα μπορούσε να επιζήσει από ένα τέτοιο χτύπημα. Ο Πράσινος Ιππότης περιγέλασε τη διστακτικότητα του αρχηγού τους και ο Αρθούρος σηκώθηκε για να υπερασπιστεί την τιμή του. Όμως, μόλις έπιασε το τσεκούρι, κάποιος άλλος έσπευσε να πάρει τη θέση του. Ο ανιψιός του Αρθούρου, ο Σερ Γκάγουεν, πήρε το όπλο αντί για εκείνον και με ένα γρήγορο χτύπημα αποκεφάλισε τον χαμογελαστό ιππότη
Arthur and his knights were baffled. No man could survive such a strike. The Green Knight began to mock their leader’s hesitance, and Arthur stood to defend his honor. But as soon as he gripped the axe, another leapt to take his place. Arthur’s nephew, Sir Gawain, took the weapon instead. And with one swift strike, he beheaded the grinning knight.
Όμως, μόλις το κεφάλι άγγιξε το έδαφος, άρχισε να γελά. Ο Πράσινος Ιππότης μάζεψε το κεφάλι του και ανέβηκε στο άλογό του. Καθώς έφευγε, το κομμένο του κεφάλι υπενθύμισε στον Γκάγουεν τη συμφωνία τους και του είπε να ψάξει να βρει το Πράσινο Παρεκκλήσι μετά από έναν χρόνο.
But the moment his skull met the ground, it began to laugh. The Green Knight collected his head and mounted his horse. As he rode off, his severed head reminded Gawain of their contract and told him to seek the Green Chapel one year hence.
Τους επόμενους μήνες, ο Γκάγουεν
In the months that followed, Gawain tried to forget this bizarre vision.
προσπάθησε να ξεχάσει αυτό το παράξενο γεγονός. Όμως, παρότι το παιχνίδι του ιππότη ήταν παράξενο, ήταν αποφασισμένος να φερθεί έντιμα. Όταν ήρθε ο επόμενος χειμώνας, ξεκίνησε το ταξίδι του υπομένοντας αντίξοες καιρικές συνθήκες και σκληρές μάχες με θηρία στην αποστολή του να βρει το μυστηριώδες Πράσινο Παρεκκλήσι. Τελικά, την παραμονή των Χριστουγέννων, είδε ένα κάστρο που έλαμπε στον ορίζοντα. Ο άρχοντας και η αρχόντισσα του κάστρου βοήθησαν με μεγάλη χαρά έναν τόσο αξιοσέβαστο καλεσμένο και τον ενημέρωσαν ότι το Πράσινο Παρεκκλήσι ήταν κοντά. Παρακάλεσαν τον Γκάγουεν να ξεκουραστεί στο σπίτι τους μέχρι να συναντηθεί με τον Ιππότη.
But despite the strangeness of the knight’s game, he was determined to act honorably. When the following winter approached, he set out— enduring foul weather and beastly encounters in his quest to find the mysterious Green Chapel. Finally, on Christmas Eve, he saw a shimmering castle on the horizon. The castle’s lord and lady were thrilled to help such an honorable guest, and informed him that the Green Chapel was only a short ride away. They implored Gawain to rest at their home until his meeting with the Green Knight.
Ενθουσιασμένος με αυτά τα νέα, ο Γκάγουεν δέχθηκε με χαρά την προσφορά τους. Ωστόσο, σε αντάλλαγμα για την φιλοξενία τους, ο άρχοντας τού ζήτησε κάτι παράξενο. Τις επόμενες τρεις μέρες θα πήγαινε για κυνήγι και θα μοιραζόταν τη λεία του. Σε αντάλλαγμα, ο Γκάγουεν θα του έδινε ό,τι κέρδιζε κάθε μέρα στο κάστρο. Στην αρχή, ο Γκάγουεν παραξενεύτηκε με αυτούς τους περίεργους όρους. Όμως κατάλαβε τι εννοούσε ο άρχοντας την επόμενη μέρα, όταν η γυναίκα του προσπάθησε να αποπλανήσει τον Γκάγουεν. Για να απωθήσει την αρχόντισσα χωρίς να προσβάλει την τιμή της, ο Γκάγουεν της επέτρεψε να του δώσει ένα φιλί - το οποίο μετά αυτός έδωσε στον άντρα της με αντάλλαγμα ένα σκοτωμένο ελάφι. Την άλλη μέρα, ο Γκάγουεν επέτρεψε δύο φιλιά, τα οποία έδωσε στον άρχοντα για ένα αγριογούρουνο. Την τρίτη μέρα, όμως, η αρχόντισσα του έδωσε κάτι περισσότερο από τρία φιλιά. Του προσέφερε μια μαγική κορδέλα που θα τον προστάτευε από το σπαθί του Πράσινου Ιππότη. Ο Γκάγουεν δέχθηκε αμέσως, αλλά όταν επέστρεψε ο άρχοντας, ο ιππότης τού έδωσε μόνο τρία φιλιά, χωρίς να αναφέρει το μαγεμένο δώρο του.
Thrilled at this news, Gawain happily accepted their offer. However, in exchange for their hospitality, the lord made a strange request. Over the next three days, he would go hunting and share his spoils every night. In return, Gawain must give him whatever he’d gained during his day at the castle. At first, Gawain was perplexed by these strange terms. But the lord’s meaning became quite clear the next day, when his wife tried to seduce Gawain. To rebuff the lady’s advances without offending her honor, Gawain allowed one kiss— which he then passed on to her husband in exchange for a slain dear. The next day, Gawain allowed two kisses, which he gave to the lord for a dead boar. But on the third day, the lady offered more than just three kisses. She presented a magical sash that would protect Gawain from the Green Knight’s blade. Gawain accepted immediately, but that evening, when the lord returned, the knight offered only three kisses with no mention of his enchanted gift.
Το επόμενο πρωί, ο Γκάγουεν πήγε στο Πράσινο Παρεκκλήσι - ένα μικρό ύψωμα γης, όπου ο Πράσινος Ιππότης ακόνιζε το τσεκούρι του. Με την προστασία της κορδέλας, ο Γκάγουεν πλησίασε στωικά, αποφασισμένος να τηρήσει την συμφωνία του. Κατέβασε το κεφάλι του για το φονικό χτύπημα και με μια τσεκουριά ο Πράσινος Ιππότης έκοψε τον λαιμό του Γκάγουεν - προκαλώντας μόνο μια απλή πληγή.
The next morning, Gawain rode out to the Green Chapel— a simple mound of earth where the Green Knight ominously sharpened an axe. With the sash’s protection, Gawain approached stoically— determined to honor his agreement. He bowed his head for the deadly blow, and with a massive swing, the Green Knight cut Gawain’s neck— inflicting nothing more than a flesh wound.
Για μια ακόμα φορά, ο Γκάγουεν σάστισε. Γιατί δεν τον είχε προστατέψει η κορδέλα; Και γιατί δεν τον είχε σκοτώσει ο ιππότης; Ξεσπώντας σε γέλια, ο Πράσινος Ιππότης τού φανερώθηκε ως ο άρχοντας του κάστρου, ο οποίος συνεργαζόταν με την Μόργκαν Λε Φέι για να δοκιμάσει την τιμιότητα και την γενναιότητα των ιπποτών του Αρθούρου. Είχε εντυπωσιαστεί με τη συμπεριφορά του Γκάγουεν και σκόπευε να μην πειράξει καθόλου τον λαιμό του, μέχρι που ο Γκάγουεν έκρυψε την κορδέλα.
Once more, Gawain was bewildered. Why hadn’t the sash protected him? And why hadn’t the knight killed him? Bursting into laughter, the Green Knight revealed himself to be the castle’s lord, and he’d been working with Morgan Le Fay to test the honor and bravery of Arthur’s knights. He was impressed with Gawain’s behavior, and he’d planned to spare his neck entirely— until Gawain concealed the sash.
Γεμάτος ντροπή, ο Γκάγουεν επέστρεψε στο Κάμελοτ. Προς έκπληξή του, όμως, οι σύντροφοί του τον συγχώρεσαν και γιόρτασαν τη γενναιότητά του. Προσπαθώντας να καταλάβει αυτή την παράξενη περιπέτεια, ο Γκάγουεν σκέφτηκε ότι ίσως όλος ο κόσμος έπαιζε ένα παιχνίδι - με κανόνες πολύ πιο τρελούς και παράξενους απ′ όσο μπορούσε οποιοσδήποτε άνθρωπος να κατανοήσει.
Filled with shame, Gawain returned to Camelot. But to his surprise, his companions absolved him of blame and celebrated his valor. Struggling to understand this strange journey, it seemed to Gawain that perhaps the whole world was playing a game— with rules more wild and bewildering than any man could understand.