Παίρνουμε αποφάσεις κάθε μέρα. Θέλουμε να ξέρουμε τι είναι σωστότερο να κάνουμε -- σε θέματα από οικονομικά έως γαστρονομικά και επαγγελματικα έως ρομαντικά. Και σίγουρα, αν κάποιος πραγματικά μπορούσε να μας πει πως θα κάνουμε το σωστό σε όλες τις περιπτώσεις, αυτό θα ήταν ένα καταπληκτικό δώρο.
We all make decisions every day; we want to know what the right thing is to do -- in domains from the financial to the gastronomic to the professional to the romantic. And surely, if somebody could really tell us how to do exactly the right thing at all possible times, that would be a tremendous gift.
Στην πραγματικότητα αυτό το δώρο δόθηκε στον κόσμο το έτος 1738 από τον Ολλανδό πολυμαθή Ντανιέλ Μπερνούλλι. Αυτό για το οποίο θέλω να σας μιλήσω σήμερα είναι το τι είναι αυτό το δώρο, και θέλω επίσης να σας εξηγήσω γιατί αυτό δεν έκανε καμία απολύτως διαφορά.
It turns out that, in fact, the world was given this gift in 1738 by a Dutch polymath named Daniel Bernoulli. And what I want to talk to you about today is what that gift is, and I also want to explain to you why it is that it hasn't made a damn bit of difference.
Αυτό είναι το δώρο του Μπερνούλλι, επ'ακριβώς. Αν σας φαίνεται... ελληνικό, είναι επειδή είναι όντως... στα ελληνικά! Αλλά η απλή μετάφρασή του στα Αγγλικά -- πολύ λιγότερο ακριβής, αλλά που περιέχει την ουσία αυτού που ήθελε να πει ο Benroulli -- ήταν αυτό: Η αναμενόμενη αξία οποιασδήποτε πράξης μας -- δηλαδή το καλό που μπορούμε υπολογίσουμε ότι θα λάβουμε είναι το γινόμενο δύο απλών πραγμάτων: της πιθανότητας να κερδίσουμε κάτι από αυτή την πράξη και της αξίας αυτού του κέρδους για εμάς.
Now, this is Bernoulli's gift. This is a direct quote. And if it looks like Greek to you, it's because, well, it's Greek. But the simple English translation -- much less precise, but it captures the gist of what Bernoulli had to say -- was this: The expected value of any of our actions -- that is, the goodness that we can count on getting -- is the product of two simple things: the odds that this action will allow us to gain something, and the value of that gain to us.
Κατα κάποιο τρόπο, αυτό που έλεγε ο Μπερνούλλι είναι ότι αν μπορούμε να εκτιμήσουμε και να πολλαπλασιάσουμε αυτά τα δύο πράγματα θα μπορούμε πάντα να ξέρουμε ακριβώς πως θα πρέπει να πράξουμε.
In a sense, what Bernoulli was saying is, if we can estimate and multiply these two things, we will always know precisely how we should behave.
Τώρα, αυτή η απλή εξίσωση, ακόμη και για αυτούς από σας που δεν τους αρέσουν οι εξισώσεις, είναι κάτι με το οποίο είστε αρκετά εξοικειωμένοι. Ορίστε ένα παράδειγμα: αν σας έλεγα, ας παίξουμε ένα μικρό παιχνίδι κορώνα-γράμματα, και πετάξω το κέρμα, και αν έρθει κορώνα, θα σας πληρώσω 10 δολλάρια, αλλά πρέπει να πληρώσετε τέσσερα δολλάρια για το δικαίωμα να παίξετε μαζί μου, οι περισσότεροι από εσάς θα λέγατε, σίγουρα θα στοιχηματίσω. Γιατί γνωρίζετε ότι οι πιθανότητες να κερδίσετε είναι ½, και το κέρδος αν συμβεί αυτό, θα είναι 10 δολλάρια που μας δίνει γινόμενο 5 και αυτό είναι περισσότερο απ' ό,τι σας χρεώνω εγώ για να παίξετε. Άρα η απάντηση είναι ναι. Αυτό είναι που οι στατιστικολόγοι αποκαλούν "διαολεμένα καλό στοίχημα".
Now, this simple equation, even for those of you who don't like equations, is something that you're quite used to. Here's an example: if I were to tell you, let's play a little coin toss game, and I'm going to flip a coin, and if it comes up heads, I'm going to pay you 10 dollars, but you have to pay four dollars for the privilege of playing with me, most of you would say, sure, I'll take that bet. Because you know that the odds of you winning are one half, the gain if you do is 10 dollars, that multiplies to five, and that's more than I'm charging you to play. So, the answer is, yes. This is what statisticians technically call a damn fine bet.
Τώρα, η ιδέα είναι απλή όταν την εφαρμόζουμε στο κορώνα-γράμματα, αλλά δεν είναι και τόσο απλή στην καθημερινή ζωή. Οι άνθρωποι είναι απαίσιοι στο να εκτιμούν σωστά αυτά τα δύο πράγματα, και για αυτό ακριβώς θέλω να σας μιλήσω σήμερα.
Now, the idea is simple when we're applying it to coin tosses, but in fact, it's not very simple in everyday life. People are horrible at estimating both of these things, and that's what I want to talk to you about today.
Υπάρχουν δύο ειδών λάθη που κάνουν οι άνθρωποι προσπαθώντας να αποφασίσουν ποια είναι η σωστή επιλογή, και αυτά είναι λάθη στην εκτίμηση των πιθανοτήτων που πρόκειται να επιτύχουν και λάθη στην εκτίμηση της αξίας της επιτυχίας τους. Τώρα θα μιλήσω πρώτα για το πρώτο. Ο υπολογισμός πιθανοτήτων είναι φαινομενικά κάτι αρκετά εύκολο: υπάρχουν έξι πλευρές σε ένα ζάρι, δύο πλευρές σε ένα νόμισμα, 52 κάρτες σε μια τράπουλα. Όλοι γνωρίζετε ποιά είναι η πιθανότητα να τραβήξετε άσο μπαστούνι ή να τύχει κορώνα. Αλλά όπως προκύπτει τελικά, δεν είναι και πολύ εύκολο να εφαρμοστεί αυτή η ιδέα στην καθημερινή ζωή. Γι' αυτό το λόγο οι Αμερικάνοι ξοδεύουν περισσότερα -- ή, σωστότερα, χάνουν περισσότερα -- στο τζόγο από ότι σε όλες τις άλλες μορφές διασκέδασης μαζί. Ο λόγος είναι ότι oi άνθρωποι δεν υπολογίζουν έτσι τις πιθανότητες.
There are two kinds of errors people make when trying to decide what the right thing is to do, and those are errors in estimating the odds that they're going to succeed, and errors in estimating the value of their own success. Now, let me talk about the first one first. Calculating odds would seem to be something rather easy: there are six sides to a die, two sides to a coin, 52 cards in a deck. You all know what the likelihood is of pulling the ace of spades or of flipping a heads. But as it turns out, this is not a very easy idea to apply in everyday life. That's why Americans spend more -- I should say, lose more -- gambling than on all other forms of entertainment combined. The reason is, this isn't how people do odds.
Για να καταλάβουμε πως οι άνθρωποι υπολογίζουν τις πιθανότητες θα πρέπει πρώτα να μιλήσουμε λίγο για... γουρούνια. Τώρα η ερώτηση που πρόκειται να σας κάνω είναι εάν νομίζετε ότι είναι περισσότεροι οι σκύλοι ή τα γουρούνια με λουρί που παρατηρούνται μια συγκεκριμένη μέρα στην Οξφόρδη. Φυσικά όλοι γνωρίζετε ότι η απάντηση είναι οι σκύλοι. Και ο τρόπος που ξέρετε ότι η απάντηση είναι οι σκύλοι είναι ότι ανακαλέσατε γρήγορα στη μνήμη σας τις φορές που έχετε δει σκύλους και γουρούνια σε λουριά. Ήταν πολύ εύκολο να θυμηθείτε σκύλους, αλλά όχι τόσο εύκολο να θυμηθείτε γουρούνια. Και κάθε ένας από εσάς υπέθεσε ότι αφού τα σκυλιά με λουρί ήρθαν πιο γρήγορα στο μυαλό σας, τότε τα σκυλιά με λουρί είναι πιο πιθανά. Αυτός δεν είναι κακός σα γενικός κανόνας, εκτός από τις φορές που... είναι.
The way people figure odds requires that we first talk a bit about pigs. Now, the question I'm going to put to you is whether you think there are more dogs or pigs on leashes observed in any particular day in Oxford. And of course, you all know that the answer is dogs. And the way that you know that the answer is dogs is you quickly reviewed in memory the times you've seen dogs and pigs on leashes. It was very easy to remember seeing dogs, not so easy to remember pigs. And each one of you assumed that if dogs on leashes came more quickly to your mind, then dogs on leashes are more probable. That's not a bad rule of thumb, except when it is.
Οπότε, για παράδειγμα, ορίστε μια λεκτική άσκηση: Υπάρχουν περισσότερες Αγγλικές λέξεις τεσσάρων γραμμάτων με το R στην τρίτη θέση ή με το R στην πρώτη θέση? Λοιπόν ελέγχετε την μνήμη σας πολύ σύντομα, κάνετε μια γρήγορη σάρωση και είναι πολύ εύκολο να θυμηθείτε τα Ring, Rang, Rung, και πολύ δύσκολο να θυμηθείτε τα Pare, Park: αυτά έρχονται πιο αργά. Αλλά στην πραγματικότητα, υπάρχουν πολύ περισσότερες λέξεις στην Αγγλική γλώσσα με το R στην τρίτη παρά με το R στην πρώτη θέση. Ο λόγος που οι λέξεις με το R στην τρίτη θέση έρχονται αργά στο μυαλό σας δεν είναι ότι είναι απίθανες ή σπανιες. Είναι γιατί το μυαλό ανακαλεί τις λέξεις με το πρώτο τους γράμμα. Σκέφτεστε το φθόγγο στο μυαλό σας, S -- και η λέξη έρχεται. Είναι σαν το λεξικό, είναι δύσκολο να αναζητήσεις κάτι με βάση το τρίτο γράμμα. Άρα, αυτό είναι ένα παράδειγμα του πώς η ιδέα ότι η ταχύτητα με την οποία κάποια πράγματα έρχονται στο μυαλό μπορεί να σας δώσει μια αίσθηση για την πιθανότητά τους --
So, for example, here's a word puzzle. Are there more four-letter English words with R in the third place or R in the first place? Well, you check memory very briefly, make a quick scan, and it's awfully easy to say to yourself, Ring, Rang, Rung, and very hard to say to yourself, Pare, Park: they come more slowly. But in fact, there are many more words in the English language with R in the third than the first place. The reason words with R in the third place come slowly to your mind isn't because they're improbable, unlikely or infrequent. It's because the mind recalls words by their first letter. You kind of shout out the sound, S -- and the word comes. It's like the dictionary; it's hard to look things up by the third letter. So, this is an example of how this idea that the quickness with which things come to mind can give you a sense of their probability --
πώς αυτή η ιδέα μπορεί να σας οδηγήσει σε λάθος δρόμο. Και δεν ισχύει μόνο στις ασκήσεις. Για παράδειγμα, όταν οι Αμερικάνοι καλούνται να υπολογίσουν τις πιθανότητες να πεθάνουν με διάφορους... ενδιαφέροντες τρόπους -- Αυτά είναι εκτιμήσεις των αριθμών των θανάτων ανά χρόνο ανά 200 εκατομμύρια Αμερικάνους πολίτες. Και αυτοί είναι συνηθισμένοι άνθρωποι σαν εσάς που τους ζητήθηκε να μαντέψουν πόσοι άνθρωποι πεθαίνουν από τυφώνα, άσθμα, πνιγμό, και τα λοιπά. Συγκρίνετε αυτούς με τους πραγματικούς αριθμούς.
how this idea could lead you astray. It's not just puzzles, though. For example, when Americans are asked to estimate the odds that they will die in a variety of interesting ways -- these are estimates of number of deaths per year per 200 million U.S. citizens. And these are just ordinary people like yourselves who are asked to guess how many people die from tornado, fireworks, asthma, drowning, etc. Compare these to the actual numbers.
Τώρα, βλέπετε ένα πολύ ενδιαφέρον μοτίβο εδώ, το οποίο είναι πρώτα απ' όλα ότι δύο πράγματα υπερεκτιμούνται, οι τυφώνες και τα πυροτεχνήματα, δύο πράγματα υποτιμούνται: ο θάνατος από πνιγμό και ο θάνατος από άσθμα. Γιατί; Πότε ήταν η τελευταία φορά που πήρατε μια εφημερίδα και ο κύριος τίτλος ήταν, "Αγόρι πεθαίνει απο άσθμα!"; Δεν είναι ενδιαφέρον ακριβώς γιατί είναι τόσο συνηθισμένο. Είναι πολύ εύκολο για όλους μας να θυμηθούμε παραδείγματα από ιστορίες στις ειδήσεις όπου έχουμε δει τυφώνες να καταστρέφουν πόλεις ή κάποιον άτυχο που τίναξε τα χέρια με ένα πυροτέχνημα την 4η Ιουλίου. Οι θάνατοι από πνιγμό και άσθμα δεν καλύπτονται αρκετά. Δεν έρχονται γρήγορα στο μυαλό, και σαν αποτέλεσμα, τους υποτιμούμε.
Now, you see a very interesting pattern here, which is first of all, two things are vastly over-estimated, namely tornadoes and fireworks. Two things are vastly underestimated: dying by drowning and dying by asthma. Why? When was the last time that you picked up a newspaper and the headline was, "Boy dies of Asthma?" It's not interesting because it's so common. It's very easy for all of us to bring to mind instances of news stories or newsreels where we've seen tornadoes devastating cities, or some poor schmuck who's blown his hands off with a firework on the Fourth of July. Drownings and asthma deaths don't get much coverage. They don't come quickly to mind, and as a result, we vastly underestimate them.
Είναι σαν εκείνο το παιχνίδι στο "Σουσάμι Άνοιξε": "Ποιο από αυτά δεν ταιριάζει με τα υπολοιπα?" Και θα είχατε δίκιο αν λέγατε ότι είναι η πισίνα αυτό που δέν ανήκει, γιατί η πισίνα είναι το μόνο πράγμα στην εικόνα που είναι πράγματικά πολύ επικίνδυνο. Είναι ο τρόπος που οι περισσότεροι από εσάς είναι πιθανότερο να πεθάνετε, παρά με τον συνδυασμό και των τριών άλλων που βλέπετε στην εικόνα.
Indeed, this is kind of like the Sesame Street game of "Which thing doesn't belong?" And you're right to say it's the swimming pool that doesn't belong, because the swimming pool is the only thing on this slide that's actually very dangerous. The way that more of you are likely to die than the combination of all three of the others that you see on the slide.
Το λαχείο είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα, φυσικά -- ένα εξαιρετικό παράδειγμα δοκιμής της ικανότητας των ανθρώπων να υπολογίζουν πιθανότητες. Οι οικονομολόγοι -- συγχωρήστε με, αυτοί που παίζετε στο λαχείο -- αλλά οι οικονομολόγοι, τουλάχιστον μεταξύ τους, αναφέρονται στο λαχείο ως φόρο βλακεία, γιατί οι πιθανότητες να υπάρξει κάποιο κέρδος επενδύοντας τα χρήματά σας σε ένα λαχείο είναι περίπου ίσο με το να τα πετάξετε κατευθείαν στην τουαλέτα -- κάτι, για το οποίο δεν χρειάζεται καν να πάτε στο μαγαζί και να αγοράσετε τίποτα.
The lottery is an excellent example, of course -- an excellent test-case of people's ability to compute probabilities. And economists -- forgive me, for those of you who play the lottery -- but economists, at least among themselves, refer to the lottery as a stupidity tax, because the odds of getting any payoff by investing your money in a lottery ticket are approximately equivalent to flushing the money directly down the toilet -- which, by the way, doesn't require that you actually go to the store and buy anything.
Για ποιο λόγο θα μπορούσε κανείς να παίξει στο λαχείο; Υπάρχουν πολλές απαντήσεις, αλλά μια από αυτές σίγουρα είναι ότι βλέπουμε πολλούς νικητές. Σωστά; Όταν ένα ζευγάρι κερδίζει το λαχείο, ή ο Ed McMahon εμφανίζεται στην πόρτα σου με την τεράστια επιταγή -- πώς στο διάβολο θα εξαργυρώσεις τόσο τεράστια επιταγή, δεν ξέρω! Το βλέπουμε στην τηλεόραση, το διαβάζουμε στην εφημερίδα. Πότε ήταν η τελευταία φορά που είδατε εκτενή συνέντευξη με όλους τους χαμένους; Πράγματι, αν ζητούσαμε να δείξει η τηλεόραση μια συνέντευξη 30 δευτερολέπτων για κάθε χαμένο κάθε φορά που παίρνουν συνέντευξη από κάποιο νικητή, τα 100 εκατομμύρια των χαμένων στην τελευταία κλήρωση θα χρειάζονταν εννιάμισι χρόνια της αμέριστης προσοχής σας μόνο για να τους παρακολουθείτε να λένε, "Εγώ; Έχασα." "Εγώ; Έχασα." Τώρα, αν παρακολουθήσετε εννιάμιση χρόνια τηλεόραση -- χωρίς ύπνο και διαλείμματα για τουαλέτα -- και δείτε τους χαμένους τον έναν μετά τον άλλον, και στο τέλος υπάρχουν 30 δευτερόλεπτα με, "και εγώ κέρδισα", η πιθανότητα να συμμετείχατε στην κλήρωση είναι πολύ μικρή.
Why in the world would anybody ever play the lottery? Well, there are many answers, but one answer surely is, we see a lot of winners. Right? When this couple wins the lottery, or Ed McMahon shows up at your door with this giant check -- how the hell do you cash things that size, I don't know. We see this on TV; we read about it in the paper. When was the last time that you saw extensive interviews with everybody who lost? Indeed, if we required that television stations run a 30-second interview with each loser every time they interview a winner, the 100 million losers in the last lottery would require nine-and-a-half years of your undivided attention just to watch them say, "Me? I lost." "Me? I lost." Now, if you watch nine-and-a-half years of television -- no sleep, no potty breaks -- and you saw loss after loss after loss, and then at the end there's 30 seconds of, "and I won," the likelihood that you would play the lottery is very small.
Ορίστε, μπορώ να σας το αποδείξω: να μια μικρή κλήρωση. Υπάρχουν 10 λαχνοί σε αυτή την κλήρωση. 9 από αυτους έχουν πουληθεί σε αυτούς τους ανθρώπους. Κοστίζει 1 δολλάριο η αγορά του λαχνού, και αν κερδίσετε, παίρνετε 20. Είναι αυτό ένα καλό στοίχημα; Ο Bernoulli μας λέει ότι είναι: Η αναμενόμενη αξία της κλήρωσης είναι 2 δολλάρια, αυτή είναι μια κλήρωση στην οποία οφείλετε να επενύσετε να χρήματά σας. Και οι περισσότεροι άνθρωποι λένε, "Εντάξει, θα παίξω."
Look, I can prove this to you: here's a little lottery. There's 10 tickets in this lottery. Nine of them have been sold to these individuals. It costs you a dollar to buy the ticket and, if you win, you get 20 bucks. Is this a good bet? Well, Bernoulli tells us it is. The expected value of this lottery is two dollars; this is a lottery in which you should invest your money. And most people say, "OK, I'll play."
Τώρα, μια λίγο διαφορετική εκδοχή της κλήρωσης: υποθέστε ότι 9 εισητήρια ανήκουν σε 1 χοντρό τύπο που λέγεται Leroy. Ο Leroy έχει 9 εισητήρια; έχει μείνει 1. Το θέλετε; Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θα συμμετείχαν σε αυτήν την κλήρωση. Μπορείτε να δείτε ότι οι πιθανότητες κέρδους δεν έχουν αλλάξει, αλλά τώρα είναι πολύ εύκολο να φανταστείτε ποιος πρόκειται να κερδίσει. Είναι εύκολο να δείτε τον Leroy να παίρνει την επιταγή, έτσι; Δεν μπορείτε να πείτε στον εαυτό σας, "Είναι το ίδιο πιθανό να κερδίσω όσο είναι για οποιονδήποτε άλλο," γιατί δεν είναι το ίδιο πιθανό να κερδίσετε όσο είναι ο Leroy. Το γεγονός ότι όλα τα εισητήρια ανήκουν σε ένα τύπο αλλάζει την απόφασή σας να παίξετε, παρ'όλο που δεν αλλάζουν καθόλου οι πιθανότητες.
Now, a slightly different version of this lottery: imagine that the nine tickets are all owned by one fat guy named Leroy. Leroy has nine tickets; there's one left. Do you want it? Most people won't play this lottery. Now, you can see the odds of winning haven't changed, but it's now fantastically easy to imagine who's going to win. It's easy to see Leroy getting the check, right? You can't say to yourself, "I'm as likely to win as anybody," because you're not as likely to win as Leroy. The fact that all those tickets are owned by one guy changes your decision to play, even though it does nothing whatsoever to the odds.
Τώρα, ο υπολογισμός της πιθανότητας, όσο δύσκολος και να φαίνεται, είναι παιχνιδάκι συγκρινόμενος με την προσπάθεια υπολογισμού της αξίας: το να βρούμε πόσο αξίζει κάτι, πόσο θα το απολαύσουμε, πόση ευχαρίστηση θα μας δώσει. Θέλω να μιλήσω τώρα για λάθη στον υπολογισμό της αξίας. Πόσο αξίζει ένα Big Mac; Αξίζει 25 δολλάρια; Οι περισσότεροι από εσάς έχουν τη διαίσθηση πως όχι -- δεν θα πληρώνατε για αυτό.
Now, estimating odds, as difficult as it may seem, is a piece of cake compared to trying to estimate value: trying to say what something is worth, how much we'll enjoy it, how much pleasure it will give us. I want to talk now about errors in value. How much is this Big Mac worth? Is it worth 25 dollars? Most of you have the intuition that it's not -- you wouldn't pay that for it.
Αλλα στην πραγματικότητα για να αποφασίσετε αν ένα Big Mac αξίζει 25 δολλάρια χρειάζετε να κάνετε μία και μόνο ερώτηση, την εξής: Τί άλλο μπορώ να κάνω με 25 δολλάρια; Αν βρισκόσασταν σε μια από εκείνες τις βαρετές πτήσεις προς την Αυστραλία και αντιλαμβανόσασταν ότι δεν πρόκειται να σας σερβιριστεί φαγητό, αλλά κάποιος στην μπροστινή σειρά μόλις άνοιξε την τσάντα των McDonald's και οι μυρωδιές απλώνονται προς εσάς, σκέφτεστε, δεν μπορώ να κάνω κατι άλλο με αυτά τα 25 δολλάρια για 16 ώρες. Δεν μπορώ ούτε να τους βάλω φωτιά -- μου πήραν τον αναπτήρα! Ξαφνικά, 25 δολλάρια για ένα Big Mac μπόρεί να είναι μια καλή συμφωνία.
But in fact, to decide whether a Big Mac is worth 25 dollars requires that you ask one, and only one question, which is: What else can I do with 25 dollars? If you've ever gotten on one of those long-haul flights to Australia and realized that they're not going to serve you any food, but somebody in the row in front of you has just opened the McDonald's bag, and the smell of golden arches is wafting over the seat, you think, I can't do anything else with this 25 dollars for 16 hours. I can't even set it on fire -- they took my cigarette lighter! Suddenly, 25 dollars for a Big Mac might be a good deal.
Από την άλλη, αν επισκέπτεστε μια μη-ανεπτυγμένη χώρα και με 25 δολλάρια μπορείτε να αγοράσετε ένα εκλεκτό γεύμα, είναι εξωφρενικό ποσό για ένα Big Mac. Γιατί ήσασταν όλοι σίγουροι ότι η απάντηση είναι όχι, πρίν σας πω οτιδήποτε για το γενικότερο πλαίσιο; Επειδή οι περισσότεροι από εσάς συγκρίνατε την τιμή αυτού του Big Mac με την τιμή που συνηθίζετε να πληρώνετε. Αντί να ρωτήσετε, "Τι άλλο μπορώ να κάνω με τα χρήματά μου," συγκρίνοντας την επένδυσή σας με άλλες πιθανές επενδύσεις, την συγκρίνατε με το παρελθόν. Και αυτό είναι ένα συστηματικό λάθος των ανθρώπων. Αυτό που γνωρίζετε είναι ότι. πληρώσατε 3 δολλάρια στο παρελθόν -- 25 είναι εξοργιστικό.
On the other hand, if you're visiting an underdeveloped country, and 25 dollars buys you a gourmet meal, it's exorbitant for a Big Mac. Why were you all sure that the answer to the question was no, before I'd even told you anything about the context? Because most of you compared the price of this Big Mac to the price you're used to paying. Rather than asking, "What else can I do with my money," comparing this investment to other possible investments, you compared to the past. And this is a systematic error people make. What you knew is, you paid three dollars in the past; 25 is outrageous.
Αυτό είναι λάθος και μπορώ να σας το αποδείξω δείχνοντάς σας το είδος των παραλογισμών στους οποίους οδηγεί. Για παράδειγμα, αυτό είναι, φυσικά, ένα από τα ποιό απολαυστικά τρυκ στις διαφημίσεις είναι να πείς ότι κάτι ήταν ακριβότερο πριν, και ξαφνικά φαίνεται σαν μια πολύ καλή προσφορά. Όταν οι άνθρωποι ερωτούνται για αυτές τις δύο διαφορετικές δουλειές: μια δουλειά όπου πληρώνεσαι 60.000 δολλάρια το χρόνο, μετά 50, μετά 40. δηλαδή μια δουλειά όπου ο μισθός σου μειώνεται κάθε χρόνο, και μια όπου ο μισθός σου αυξάνεται ο κόσμος προτιμά τη δεύτερη δουλειά περισσότερο, παρ'ολο που τους εξηγείται ότι θα βγάζουν πολύ λιγότερα χρήματα. Γιατί; Επειδή όλοι έχουν την αίσθηση ότι οι φθίνοντες μισθοί είναι χειρότεροι από τους αυξανόμενους, ακόμα κι αν το συνολικό ποσό των μισθών είναι υψηλότερο σε μια φθίνουσα πορεία. Ορίστε άλλο ένα ωραίο παράδειγμα:
This is an error, and I can prove it to you by showing the kinds of irrationalities to which it leads. For example, this is, of course, one of the most delicious tricks in marketing, is to say something used to be higher, and suddenly it seems like a very good deal. When people are asked about these two different jobs: a job where you make 60K, then 50K, then 40K, a job where you're getting a salary cut each year, and one in which you're getting a salary increase, people like the second job better than the first, despite the fact they're all told they make much less money. Why? Because they had the sense that declining wages are worse than rising wages, even when the total amount of wages is higher in the declining period. Here's another nice example.
Εδώ έχουμε ένα πακέτο διακοπών για τη Χαβάη των 2.000 δολλαρίων, και τώρα είναι σε προσφορά για 1.600. Υποθέτοντας ότι θέλετε να πάτε στη Χαβάη, θα αγοράζατε αυτό το πακέτο; Οι περισσότεροι άνθρωποι λένε, ναι. Ας αλλάξουμε λίγο την ιστορία τώρα: Το αρχικό πακέτο των 2.000 δολλαρίων είναι τώρα σε προσφορά για 700 δολλάρια, οπότε σκέφτεστε την απόφασή σας για μια εβδομάδα. Μέχρι να πάτε στο ταξιδιωτικό γραφείο, η προσφορά έχει λήξει -- το πακέτο κοστίζει τώρα 1.500. Θα το αγοράσετε; Οι περισσότεροι λένε, όχι. Γιατί; Επειδή πριν κόστιζε 700, και σιγά μην πληρώσω 1.500 για κάτι που ήταν 700 πριν μια εβδομάδα!
Here's a $2,000 Hawaiian vacation package; it's now on sale for 1,600. Assuming you wanted to go to Hawaii, would you buy this package? Most people say they would. Here's a slightly different story: $2,000 Hawaiian vacation package is now on sale for 700 dollars, so you decide to mull it over for a week. By the time you get to the ticket agency, the best fares are gone -- the package now costs 1,500. Would you buy it? Most people say, no. Why? Because it used to cost 700, and there's no way I'm paying 1,500 for something that was 700 last week.
Αυτή η τάση να συγκρίνουμε με το παρελθόν κάνει ανθρώπους να απορρίπτουν καλές προσφορές. Με άλλα λόγια, η καλή προσφορά που παλιά ήταν τέλεια, δεν είναι τόσο καλή όσο μια κακή προσφορά που ήταν κάποτε απαίσια.
This tendency to compare to the past is causing people to pass up the better deal. In other words, a good deal that used to be a great deal is not nearly as good as an awful deal that was once a horrible deal.
Ορίστε άλλο ένα παράδειγμα όπου η σύγκριση με το παρελθόν μπορεί να μπερδέψει τις αποφάσεις μας. Ας πούμε ότι πηγαίνετε στο θέατρο. Είστε στο δρόμο για το θέατρο. Μέσα στο πορτοφόλι σας έχετε ένα εισιτήριο, για το οποίο πληρώσατε 20 δολλάρια. Έχετε επίσης ένα 20δόλλαρο. Όταν φτάνετε στο θέατρο, ανακαλύπτετε ότι κατά κάποιον τρόπο χάσατε το εισιτήριο. Θα ξοδεύατε τα υπόλοιπα χρήματά σας για να αγοράσετε καινούριο; Οι περισσότεροι άνθρωποι απαντούν, όχι. Τώρα, ας αλλάξουμε ένα στοιχείο του σεναρίου. Είστε στο δρόμο για το θέατρο, και μέσα στο πορτοφόλι σας έχετε δύο 20δόλλαρα. Όταν φτάνετε, ανακαλύπτετε ότι έχετε χάσει το ένα από αυτά. Θα ξοδεύατε τα 20 δολλάρια που σας έμειναν για ένα εισιτήριο; Ναι, φυσικά: Πήγα στο θέατρο για να δω το έργο! Τι σχέση έχει η απώλεια του 20δόλλαρου με αυτό;
Here's another example of how comparing to the past can befuddle our decisions. Imagine that you're going to the theater. You're on your way to the theater. In your wallet you have a ticket, for which you paid 20 dollars. You also have a 20-dollar bill. When you arrive at the theater, you discover that somewhere along the way you've lost the ticket. Would you spend your remaining money on replacing it? Most people answer, no. Now, let's just change one thing in this scenario. You're on your way to the theater, and in your wallet you have two 20-dollar bills. When you arrive you discover you've lost one of them. Would you spend your remaining 20 dollars on a ticket? Well, of course, I went to the theater to see the play. What does the loss of 20 dollars along the way have to do?
Τώρα, σε περίπτωση που δεν το καταλαβαίνετε, ορίστε μια απεικόνιση του τι συνέβη, εντάξει; (Γέλια) Στην πορεία, χάσατε κάτι. Και στις δύο περιπτώσεις ήταν ένα κομμάτι χαρτί. Στη μία περίπτωση είχε εναν πρόεδρο των Η.Π. πάνω του. Στην άλλη περίπτωση δεν είχε. Ποια στο καλό είναι η διαφορά; Η διαφορά ειναι ότι όταν χάσατε το εισιτήριο λέτε στον εαυτό σας, δεν πληρώνω δύο φορές για το ίδιο πράγμα. Συγκρίνετε το κόστος της παράστασης τώρα -- 40 δολλάρια -- με το συνηθισμένο κόστος -- 20 δολλάρια -- και λέτε ότι είναι ασύμφορο. Το να συγκρίνουμε με το παρελθόν προκαλεί πολλά από τα προβλήματα τα οποία αναγνωρίζουν οι συμπεριφορικοί οικονομολόγοι και ψυχολόγοι στην προσπάθεια των ανθρώπων να καθορίσουν αξία. Αλλά ακόμα και όταν συγκρίνουμε με τη δυνατότητα, αντί για το παρελθόν, πάλι κάνουμε κάποια είδη λαθών. Και τώρα πρόκειται να σας δείξω δύο από αυτά.
Now, just in case you're not getting it, here's a schematic of what happened, OK? (Laughter) Along the way, you lost something. In both cases, it was a piece of paper. In one case, it had a U.S. president on it; in the other case it didn't. What the hell difference should it make? The difference is that when you lost the ticket you say to yourself, I'm not paying twice for the same thing. You compare the cost of the play now -- 40 dollars -- to the cost that it used to have -- 20 dollars -- and you say it's a bad deal. Comparing with the past causes many of the problems that behavioral economists and psychologists identify in people's attempts to assign value. But even when we compare with the possible, instead of the past, we still make certain kinds of mistakes. And I'm going to show you one or two of them.
Ένα από τα πράγματα που ξέρουμε για τη σύγκριση: ότι όταν συγκρίνουμε κάτι με κάτι άλλο, αλλάζει η αξία του. Το 1992, λοιπόν, ο Τζωρτζ Μπους, για αυτούς από εμάς που ήταν στη φιλελεύθερη πλευρά του πολιτικού φάσματος δεν τον θεωρούσαμε και καταπληκτικό τυπά. Ξαφνικά, τον νοσταλγούμε και θέλουμε να επιστρέψει. (Γέλια) Η σύγκριση αλλάζει το πως τον αξιολογούμε.
One of the things we know about comparison: that when we compare one thing to the other, it changes its value. So in 1992, this fellow, George Bush, for those of us who were kind of on the liberal side of the political spectrum, didn't seem like such a great guy. Suddenly, we're almost longing for him to return. (Laughter) The comparison changes how we evaluate him.
Οι πωλητές φυσικά, το γνώριζαν αυτό πολύ πριν από οποιονδήποτε άλλο και χρησιμοποιούν αυτή την γνώση για να σας βοηθήσουν -- να ξεφορτωθείτε το βάρος των... χρημάτων σας. Οπότε ο πωλητής, αν μπαίνατε στην κάβα του για να αγοράσετε ένα μπουκάλι κρασί, και τα βλέπετε εκεί για 8, 27 και 33 δολλάρια, τι θα κάνατε; Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θέλουν το πιο ακριβό, δεν θέλουν το πιο φτηνό. Οπότε θα προτιμήσουν το μεσαίο. Αν είσαι ένας έξυπνος πωλητής, τότε, θα βάλεις ένα πολύ ακριβό αντικείμενο στο ράφι, το οποίο κανείς ποτέ δεν πρόκειται να αγοράσει, γιατί ξαφνικά το 33 δολλαρίων κρασί δεν φαίνεται τόσο ακριβό σε σύγκριση.
Now, retailers knew this long before anybody else did, of course, and they use this wisdom to help you -- spare you the undue burden of money. And so a retailer, if you were to go into a wine shop and you had to buy a bottle of wine, and you see them here for eight, 27 and 33 dollars, what would you do? Most people don't want the most expensive, they don't want the least expensive. So, they will opt for the item in the middle. If you're a smart retailer, then, you will put a very expensive item that nobody will ever buy on the shelf, because suddenly the $33 wine doesn't look as expensive in comparison.
Άρα σας λέω κάτι που ήδη γνωρίζατε: ότι η σύγκριση αλλάζει την αξία των πραγμάτων. Να γιατί αυτό είναι πρόβλημα: το πρόβλημα έίναι ότι όταν πάρετε το 33 δολλαρίων μπουκάλι στο σπίτι, δεν θα έχει σημασία δίπλα σε τι ήταν τοποθετημένο στο ράφι. Οι συγκρίσεις που συμβαίνουν όταν ορίζουμε μια αξία, όπου προσπαθούμε να υπολογίσουμε πόσο θα μας αρέσει κάτι, δεν είναι ίδιες με τις συγκρίσεις που θα κάνουμε όταν θα τα καταναλώνουμε. Το πρόβλημα της εναλλασσόμενες συγκρίσεις δυσχεραίνουν τις προσπάθειές μας να λάβουμε λογικές αποφάσεις.
So I'm telling you something you already knew: namely, that comparison changes the value of things. Here's why that's a problem: the problem is that when you get that $33 bottle of wine home, it won't matter what it used to be sitting on the shelf next to. The comparisons we make when we are appraising value, where we're trying to estimate how much we'll like things, are not the same comparisons we'll be making when we consume them. This problem of shifting comparisons can bedevil our attempts to make rational decisions.
Να σας δώσω ένα παράδειγμα. Πρέπει να σας δείξω κάτι δικό μου, οπότε επιλέγω αυτό. Αυτά είναι άτομα που έρχονται για ένα πείραμα όπου θα ερωτηθούν την απλούστερη όλων των ερωτήσεων: Πόσο θα απολαύσετε τα πατατάκια που θα φάτε σε ένα λεπό από τώρα; Κάθονται σε ένα δωμάτιο με πατατάκια μπροστά τους. Για κάποια άτομα, στην άλλη άκρη του δωματίου υπάρχει ένα κουτί με ακριβά σοκολατάκια, και για άλλους μια φθηνή κονσέρβα πάριζα. Όντως, αυτά τα αντικείμενα που βρίσκονται στο δωμάτιο αλλάζουν το πόσο τα άτομα νομίζουν ότι θα απολαύσουν τα πατατάκια. Συγκεκριμένα, αυτοί που κοιτάζουν την κονσέρβα πιστεύουν ότι τα πατατάκια θα είναι πολύ νόστιμα, ενώ αυτοί που κοιτάζουν τα σοκολατάκια πιστεύουν ότι δε θα είναι και τόσο νόστιμα. Φυσικά, τι συμβαίνει όταν τρώνε τα πατατάκια; Ε, δε χρειάζεται να είσαι ψυχολόγος για να ξέρεις ότι όταν έχεις το στόμα σου γεμάτο με λαδερά, αλατισμένα, τραγανά, νόμιστα πατατάκια, το τι βρίσκεται στην άλλη άκρη του δωματίου δεν παίζει κανένα απολύτως ρόλο στη γαστρονομική σου εμπειρία. Παρ'όλα αυτά, οι προβλέψεις τους διαστρεβλώνονται από μια σύγκριση η οποία δεν έχει καν την ικανότητα να επηρεάσει την ίδια την εμπειρία.
Let me just give you an example. I have to show you something from my own lab, so let me sneak this in. These are subjects coming to an experiment to be asked the simplest of all questions: How much will you enjoy eating potato chips one minute from now? They're sitting in a room with potato chips in front of them. For some of the subjects, sitting in the far corner of a room is a box of Godiva chocolates, and for others is a can of Spam. In fact, these items that are sitting in the room change how much the subjects think they're going to enjoy the potato chips. Namely, those who are looking at Spam think potato chips are going to be quite tasty; those who are looking at Godiva chocolate think they won't be nearly so tasty. Of course, what happens when they eat the potato chips? Well, look, you didn't need a psychologist to tell you that when you have a mouthful of greasy, salty, crispy, delicious snacks, what's sitting in the corner of the room makes not a damn bit of difference to your gustatory experience. Nonetheless, their predictions are perverted by a comparison that then does not carry through and change their experience.
Όλοι το έχετε βιώσει αυτό, ακόμα κι αν δεν έχετε έρθει στο εργαστήριό μας για να φάτε πατατάκια, οπότε ιδού ένα ερώτημα: Θέλετε να αγοράσετε ένα στερεοφωνικό για το αυτοκίνητο. Ο πωλητής κοντά στο σπίτι σας πουλάει το συγκεκριμένο στέρεο για 200 δολλάρια, αλλά αν πάτε στην άλλη άκρη της πόλης, μπορείτε να το πάρετε για 100 δολάρια. Θα πηγαίνατε να πάρετε την 50% έκπτωση, γλιτώνοντας 100 δολλάρια; Οι περισσότεροι λένε, ναι. Δεν πρόκειται να πληρώσουν τα διπλά όταν, με μια βόλτα στην πόλη, μπορούν να το πάρουν για τα μισά.
You've all experienced this yourself, even if you've never come into our lab to eat potato chips. So here's a question: You want to buy a car stereo. The dealer near your house sells this particular stereo for 200 dollars, but if you drive across town, you can get it for 100 bucks. So would you drive to get 50 percent off, saving 100 dollars? Most people say they would. They can't imagine buying it for twice the price when, with one trip across town, they can get it for half off.
Τώρα, ας φανταστούμε ότι θέλατε να πάρετε ένα αυτοκίνητο το οποίο είχε στέρεο, και ο πωλητής κοντά στο σπίτι σας το πουλούσε για 31.000 δολλάρια. Αλλά αν πάτε στην άλλη άκρη της πόλης, θα το παίρνατε για 30.900. Θα πηγαίνατε να το πάρετε; Σε αυτή την περίπτωση, το κέρδος είναι 0,3% - 100 δολλάρια. Οι περισσότεροι άνθρωποι λένε, όχι, σιγά μην τρέχω μέχρι την άλλη άκρη της πόλης για να γλιτώσω 100 δολλάρια στην αγορά ενός αυτοκινήτου.
Now, let's imagine instead you wanted to buy a car that had a stereo, and the dealer near your house had it for 31,000. But if you drove across town, you could get it for 30,900. Would you drive to get it? At this point, 0.003 savings -- the 100 dollars. Most people say, no, I'm going to schlep across town to save 100 bucks on the purchase of a car?
Αυτού του είδους οι συλλογισμοί τρελαίνουν τους οικονομολόγους, και είναι λογικό. Γιατί αυτά το 100δόλλαρο που γλιτώνετε -- Σκεφτείτε το! -- δε γνωρίζει από πού προήλθε. Δεν ξέρει από πού το αποταμιεύσατε. Όταν πάτε να αγοράσετε φρούτα με αυτό, δε θα πει: "Είμαι τα χρήματα του στερεοφωνικού!" ή "Είμαι τα χαζά χρήματα που γλίτωσες από το αυτοκίνητο." Είναι χρήματα. Και αν το να πας στην άλλη άκρη της πόλης αξίζει 100 δολλάρια, τότε αξίζει 100 δολλάρια άσχετα από το πώς τα αποταμιεύεις. Οι άνθρωποι δε σκέφτονται έτσι. Και γι'αυτό δεν ξέρουν αν ο λογιστής τους τους παίρνει 0.1% ή 0.15% από τις επενδύσεις τους, αλλά φυλάσσουν τα κουπόνια για να γλιτώσουν ένα δολλάριο από την οδοντόκρεμα.
This kind of thinking drives economists crazy, and it should. Because this 100 dollars that you save -- hello! -- doesn't know where it came from. It doesn't know what you saved it on. When you go to buy groceries with it, it doesn't go, I'm the money saved on the car stereo, or, I'm the dumb money saved on the car. It's money. And if a drive across town is worth 100 bucks, it's worth 100 bucks no matter what you're saving it on. People don't think that way. That's why they don't know whether their mutual fund manager is taking 0.1 percent or 0.15 percent of their investment, but they clip coupons to save one dollar off of toothpaste.
Τώρα, μπορείτε να δείτε, αυτό είναι ένα πρόβλημα μετάθεσης συγκρίσεων, γιατί συγκρίνετε τα 100 δολλάρια με την αγορά που κάνετε, ενώ όταν πάτε να ξοδέψετε τα χρήματα αυτά δε θα κάνετε αυτή τη σύγκριση. Όλοι έχετε βιώσει αυτή την εμπειρία.
Now, you can see, this is the problem of shifting comparisons, because what you're doing is, you're comparing the 100 bucks to the purchase that you're making, but when you go to spend that money you won't be making that comparison. You've all had this experience.
Αν είστε Αμερικάνος, για παράδειγμα, πιθανώς να έχετε επισκεφτεί τη Γαλλία. Και σε κάποια φάση, μπορεί να συναντήσατε ένα άλλο ζευγάρι από την ίδια πόλη με εσάς, και να σκεφτήκατε, "Θεέ μου, αυτοί οι άνθρωποι είναι πολύ ζεστοί! Είναι πολύ καλοί μαζί μου! Σε σύγκριση με τους άλλους ανθρώπους εδώ που με μισούν όταν προσπαθώ να μιλήσω τη γλώσσα τους και με μισούν περισσότερο όταν δεν το κάνω, αυτοί εδώ οι άνθρωποι είναι θαυμάσιοι!" Και έτσι περνάτε τις διακοπές σας μαζί τους, και όταν επιστρέφετε στην πατρίδα και τους προσκαλείτε για δείπνο, τι ανακαλύπτετε; Σε σύγκριση με τους κανονικούς σας φίλους αυτοί εδώ είναι βαρετοί και ανιαροί, σωστά; Γιατί σε αυτό το νέο περιβάλλον, η σύγκριση είναι πολύ, πολύ διαφορετική. Στην πραγματικότητα, πιάνετε τον εαυτό σας να τους αντιπαθεί αρκετά ώστε να πληρούν τις προϋποθέσεις για γαλλική υπηκοότητα!
If you're an American, for example, you've probably traveled in France. And at some point you may have met a couple from your own hometown, and you thought, "Oh, my God, these people are so warm. They're so nice to me. I mean, compared to all these people who hate me when I try to speak their language and hate me more when I don't, these people are just wonderful." And so you tour France with them, and then you get home and you invite them over for dinner, and what do you find? Compared to your regular friends, they are boring and dull, right? Because in this new context, the comparison is very, very different. In fact, you find yourself disliking them enough almost to qualify for French citizenship.
Τώρα, έχετε ακριβώς το ίδιο πρόβλημα όταν ψωνίζετε στέρεο. Πάτε στο μαγαζί, βλέπετε δύο σετ ηχείων -- κάτι τους τεράστιους μονόλιθους, και κάτι μικρούλικα ηχειάκια, και τα ακούτε, και λέτε: "Ναι ναι, αντιλαμβάνομαι τη διαφορά! Τα μεγάλα ακούγονται λίγο καλύτερα! Και τα αγοράζετε, και τα πάτε σπίτι, και βιάζετε εντελώς την αισθητική του σπιτιού σας. Και το πρόβλημα, φυσικά, είναι ότι η σύγκριση που κάνατε στο μαγαζί είναι μια σύγκριση που δε θα κάνετε ποτέ ξανά. Ποιες είναι οι πιθανότητες μετά από χρόνια να ανοίξετε το στέρεο και να πείτε: "Ακούγεται πολύ καλύτερα από εκείνα τα μικρά." τα οποία πλέον δε θυμόσαστε καν πώς ακούγονταν.
Now, you have exactly the same problem when you shop for a stereo. You go to the stereo store, you see two sets of speakers -- these big, boxy, monoliths, and these little, sleek speakers, and you play them, and you go, you know, I do hear a difference: the big ones sound a little better. And so you buy them, and you bring them home, and you entirely violate the décor of your house. And the problem, of course, is that this comparison you made in the store is a comparison you'll never make again. What are the odds that years later you'll turn on the stereo and go, "Sounds so much better than those little ones," which you can't even remember hearing.
Το πρόβλημα με τη μεταθετημένη σύγκριση είναι ακόμα πιο δύσκολο όταν αυτές οι επιλογές κατανέμονται στο βάθος χρόνου. Οι άνθρωποι έχουν μεγάλο πρόβλημα στο να παίρνουν αποφάσεις για πράγματα που θα συμβούν σε διαφορετικά χρονίκα σημεία. Και αυτό που έχουν ανακαλύψει οι ψυχολόγοι και οι συμπεριφορικοί οικονομολόγοι είναι ότι κατά κανόνα οι άνθρωποι χρησιμοποιούν δύο κανόνες. Ας σας δώσω ένα εύκολο πρόβλημα, ένα πολύ εύκολο πρόβλημα, και ένα δύσκολο πρόβλημα.
The problem of shifting comparisons is even more difficult when these choices are arrayed over time. People have a lot of trouble making decisions about things that will happen at different points in time. And what psychologists and behavioral economists have discovered is that by and large people use two simple rules. So let me give you one very easy problem, a second very easy problem and then a third, hard, problem.
Ορίστε το πρώτο εύκολο πρόβλημα: Μπορείτε να έχετε 60 δολλάρια τώρα ή 50 δολλάρια τώρα. Τι θα προτιμούσατε; Αυτό είναι σαν τεστ ευφυΐας μιας ερώτησης, ε; Όλοι μας, πιστεύω, προτιμούμε περισσότερα χρήματα και ο λόγος είναι γιατί πιστεύουμε ότι τα περισσότερα είναι καλύτερο από τα λιγότερα.
Here's the first easy problem: You can have 60 dollars now or 50 dollars now. Which would you prefer? This is what we call a one-item IQ test, OK? All of us, I hope, prefer more money, and the reason is, we believe more is better than less.
Ορίστε το δεύτερο πρόβλημα: Μπορείτε να έχετε 60 δολλάρια σήμερα ή 60 δολλάρια σε ένα μήνα. Τι προτιμάτε; Πάλι είναι μια εύκολη απόφαση, γιατί όλοι ξέρουμε ότι το τώρα είναι καλύτερο από το αργότερα. Αυτό που δυσκολεύει τη λήψη αποφάσεων είναι όταν αυτοί οι δύο κανόνες συγκρούονται. Για παράδειγμα, όταν σου προσφέρουν 50 δολλάρια τώρα ή 60 δολλάρια σε ένα μήνα. Αυτό χαρακτηρίζει πολλές καταστάσεις στη ζωή όπου θα κερδίσεις περιμένοντας, αλλά πρέπει να έχεις υπομονή. Τι ξέρουμε; Τι κάνουν οι άνθρωποι σε αυτές τις καταστάσεις; Ε, λοιπόν, κατά κανόνα οι άνθρωποι είναι απίστευτα ανυπόμονοι. Δηλαδή, απαιτούν αποδόσεις της τάξης του 100% ή του 1000% για να δεχτούν να περιμένουν και να παραλάβουν σε ένα μήνα τα υπόλοιπα 10 δολλάρια. Ίσως αυτό δεν είναι και τόσο αξιοσημείωτο, αλλά αυτό που είναι αξιοσημείωτο είναι το πόσο εύκολο είναι να κάνει κανείς αυτή την ανυπομονησία να εξαφανιστεί, αλλάζοντας το πότε αυτή η παράδοση των χρημάτων θα συμβεί. Φανταστείτε ότι μπορείτε να έχετε 50 δολλάρια σε ένα χρόνο -- δηλαδή 12 μήνες -- ή 60 δολλάρια σε 13 μήνες. Τι γίνεται τώρα; Ο κόσμος είναι πολύ πρόθυμος να περιμένει: εφόσον θα περιμένει για 12, σιγά, ας περιμένει για 13.
Here's the second problem: You can have 60 dollars today or 60 dollars in a month. Which would you prefer? Again, an easy decision, because we all know that now is better than later. What's hard in our decision-making is when these two rules conflict. For example, when you're offered 50 dollars now or 60 dollars in a month. This typifies a lot of situations in life in which you will gain by waiting, but you have to be patient. What do we know? What do people do in these kinds of situations? Well, by and large people are enormously impatient. That is, they require interest rates in the hundred or thousands of percents in order to delay gratification and wait until next month for the extra 10 dollars. Maybe that isn't so remarkable, but what is remarkable is how easy it is to make this impatience go away by simply changing when the delivery of these monetary units will happen. Imagine that you can have 50 dollars in a year -- that's 12 months -- or 60 dollars in 13 months. What do we find now? People are gladly willing to wait: as long as they're waiting 12, they might as well wait 13.
Τι προκαλεί αυτή τη δυναμική ασυνέπεια; Η σύγκριση. Μπερδεμένη σύγκριση. Να σας δείξω:
What makes this dynamic inconsistency happen? Comparison. Troubling comparison. Let me show you.
Αυτό είναι ένα γράφημα που δείχνει τα αποτελέσματα αυτού που είπα ότι θα δείχνατε αν σας έδειχνα χρόνο να απαντήσετε, τα οποία είναι, οι άνθρωποι βρίσκουν ότι η υποκειμενική αξία των 50 είναι υψηλότερη από την υποκειμενική αξία των 60 όταν θα παραδωθούν τώρα ή σε ένα μήνα, αντίστοιχα -- μια καθυστέρηση 30 ημερών -- αλλά δείχνουν το αντίστροφο μοτίβο όταν σπρώξουμε ολόκληρη την απόφαση στο βάθος ενός χρόνου. Τώρα, για ποιο λόγο προκύπτει αυτό το αποτέλεσμα;
This is just a graph showing the results that I just suggested you would show if I gave you time to respond, which is, people find that the subjective value of 50 is higher than the subjective value of 60 when they'll be delivered in now or one month, respectively -- a 30-day delay -- but they show the reverse pattern when you push the entire decision off into the future a year. Now, why in the world do you get this pattern of results?
Αυτοί εδώ μπορούν να μας πουν. Βλέπετε εδώ δύο ανθρώπους, ο ένας από αυτούς είναι ψηλότερος από τον άλλον: ο πυροσβέστης και ο βιολιστής. Θα αρχίσουν να φεύγουν προς το τέλος του ορίζοντα, και θέλω να προσέξετε δύο πράγματα. Ποτέ δεν πρόκειται ο πυροσβέστης να είναι ψηλότερος από το βιολιστή. Ποτέ. Ωστόσο, η διαφορά μεταξύ τους φαίνεται να γίνεται μικρότερη. Πρωτα είναι μερικά εκατοστά, όπως το βλέπετε, μετά λιγότερα, μετά μόλις ένα εκατοστό, και στο τέλος εξαφανίζονται στην άκρη του πλανήτη.
These guys can tell us. What you see here are two lads, one of them larger than the other: the fireman and the fiddler. They are going to recede towards the vanishing point in the horizon, and I want you to notice two things. At no point will the fireman look taller than the fiddler. No point. However, the difference between them seems to be getting smaller. First it's an inch in your view, then it's a quarter-inch, then a half-inch, and then finally they go off the edge of the earth.
Αυτά είναι τα αποτελέσματα αυτού που σας έδειξα. Αυτό είναι το υποκειμενικό ύψος -- το ύψος που είδατε στους τυπάδες στα διάφορα σημεία. Και θέλω να δείτε ότι δύο πράγματα ισχύουν. Πρώτον, όσο πιο μακριά είναι, τόσο μικρότεροι φαίνονται. Δεύτερον, o πυροσβέστης είναι πάντα ψηλότερος από το βιολιστή. Αλλά κοιτάξτε τι συμβαίνει όταν κάνουμε μερικά απο αυτά να εξαφαναιστούν. Ωραία. Σε πολύ κοντινή απόσταση, ο βιολιστής φαίνεται ψηλότερος από τον πυροσβέστη, αλλά σε μακρινή απόσταση οι κανονικές, οι πραγματικές τους σχέσεις διατηρούνται. Όπως είπε ο Πλάτωνας, ο χρόνος είναι για την αξία, ό,τι ο χώρος για το μέγεθος. Αυτά είναι τα αποτελέσματα του δύσκολου προβλήματος που σας έδωσα: 60 τώρα ή 50 σε ένα μήνα; Και αυτές είναι οι υποκειμενικές αξίες, και όπως βλέπετε, οι δύο κανόνες μας διατηρούνται.
Here are the results of what I just showed you. This is the subjective height -- the height you saw of these guys at various points. And I want you to see that two things are true. One, the farther away they are, the smaller they look; and two, the fireman is always bigger than the fiddler. But watch what happens when we make some of them disappear. Right. At a very close distance, the fiddler looks taller than the fireman, but at a far distance their normal, their true, relations are preserved. As Plato said, what space is to size, time is to value. These are the results of the hard problem I gave you: 60 now or 50 in a month? And these are subjective values, and what you can see is, our two rules are preserved.
Οι άνθρωποι πάντα πιστεύουν ότι το περισσότερο είναι καλύτερο από το λιγότερο το 60 είναι πάντα καλύτερο από το 50, και πάντα πιστεύουν ότι το τώρα είναι καλύτερο από το αργότερα: τα γραφήματα σε αυτή την πλευρά είναι υψηλότερα από την άλλη πλευρά. Κοιτάξτε τι γίνεται αν αφαιρέσουμε μερικές από αυτές. Ξαφνικά έχουμε τη δυναμική ασυνέπεια που μας μπέρδεψε. Έχουμε μια τάση των ανθρώπων να προτιμούν τα 50 δολλάρια τώρα αντί να περιμένουν ένα μήνα, αλλά όχι αν αυτή η απόφαση βρίσκεται μακριά στο μέλλον. Προσέξτε κάτι ενδιαφέρον που υπονοείται -- ότι όταν φτάσει το μέλλον, αυτοί οι άνθρωποι θα αλλάξουν γνώμη. Δηλαδή, όταν φτάσει ο 12ος μήνας, θα λένε, "Τι σκεφτόμουν; Να περιμένω άλλο ένα μήνα για 60 δολλάρια; Προτιμώ τα 50 τώρα!"
People always think more is better than less: 60 is always better than 50, and they always think now is better than later: the bars on this side are higher than the bars on this side. Watch what happens when we drop some out. Suddenly we have the dynamic inconsistency that puzzled us. We have the tendency for people to go for 50 dollars now over waiting a month, but not if that decision is far in the future. Notice something interesting that this implies -- namely, that when people get to the future, they will change their minds. That is, as that month 12 approaches, you will say, what was I thinking, waiting an extra month for 60 dollars? I'll take the 50 dollars now.
Το ερώτημα με το οποίο θα ήθελα να καταλήξω είναι το εξής: Αν είμαστε τόσο ηλίθιοι, πώς πήγαμε στο φεγγάρι; Γιατί θα μπορούσα να μιλάω για ώρες για το ότι οι άνθρωποι είναι ανίκανοι να τιμολογήσουν πιθανότητες και αξία.
Well, the question with which I'd like to end is this: If we're so damn stupid, how did we get to the moon? Because I could go on for about two hours with evidence of people's inability to estimate odds and inability to estimate value.
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα, νομίζω, είναι η απάντηση που έχετε ήδη ακούσει σε μερικές άλλες ομιλίες, και τολμώ να πω ότι θα την ξανακούσετε: Οι εγκεφαλοί μας εξελίχθηκαν σε ένα πολύ διαφορετικό κόσμο από αυτόν στον οποίο ζούμε. Εξελίχθηκαν σε έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι ζούσαν σε μικρές ομάδες, σπάνια συναντούσαν κάποιον που να ήταν ιδιαίτερα διαφορετικός από τους ίδιους, είχαν σχετικά μικρές ζωές με λίγες επιλογές και οι υψηλότερες προτεραιότητες της κάθε ημέρας ήταν το φαγητό και το ζευγάρωμα.
The answer to this question, I think, is an answer you've already heard in some of the talks, and I dare say you will hear again: namely, that our brains were evolved for a very different world than the one in which we are living. They were evolved for a world in which people lived in very small groups, rarely met anybody who was terribly different from themselves, had rather short lives in which there were few choices and the highest priority was to eat and mate today.
Το δώρο του Μπερνούλι, ο τύπος του, μας επιτρέπει, μας λέει πώς πρέπει να σκεφτόμαστε σε έναν κόσμο για τον οποίο η φύση δε μας σχεδίασε. Αυτό εξηγεί γιατί είμαστε τόσο κακοί να τον χρησιμοποιούμε, αλλά επίσης εξηγεί γιατί είναι τόσο σημαντικό να γίνουμε καλοί σε αυτό, γρήγορα. Είμαστε το μοναδικό είδος στον πλανήτη που έχει την ίδια του τη μοίρα στα χέρια του. Δεν έχουμε σπουδαίους θηρευτές, είμαστε οι κυρίαρχοι του φυσικού μας περιβάλλοντος, τα πράγματα που συνήθουν προκαλούν τα είδη να εξαφανίζονται πλέον δεν αποτελούν απειλή για εμάς. Το μόνο πράγμα -- το μοναδικό πράγμα -- που μπορεί να μας καταστρέψει και αφανήσει είναι οι ίδιες οι αποφάσεις μας. Αν δεν είμαστε εδώ σε 10.000 χρόνια, θα είναι επειδή δε μπορούσαμε να εκμεταλλευτούμε το δώρο που μας έδωσε ένας νεαρός Ολλανδός το 1738, επειδή υποτιμήσαμε τις πιθανότητες των μελλοντικών μας πόνων και υπερτιμήσαμε την αξία των παροδικών απολαύσεων.
Bernoulli's gift, Bernoulli's little formula, allows us, it tells us how we should think in a world for which nature never designed us. That explains why we are so bad at using it, but it also explains why it is so terribly important that we become good, fast. We are the only species on this planet that has ever held its own fate in its hands. We have no significant predators, we're the masters of our physical environment; the things that normally cause species to become extinct are no longer any threat to us. The only thing -- the only thing -- that can destroy us and doom us are our own decisions. If we're not here in 10,000 years, it's going to be because we could not take advantage of the gift given to us by a young Dutch fellow in 1738, because we underestimated the odds of our future pains and overestimated the value of our present pleasures.
Σας ευχαριστώ. (Χειροκρότημα)
Thank you. (Applause)
Κρις Άντερσον: Ήταν εκπληκτικό! Έχουμε χρόνο για λίγες ερωτήσεις για το Νταν Γκίλμπερτ. Ένα και δύο.
Chris Anderson: That was remarkable. We have time for some questions for Dan Gilbert. One and two.
Μπιλ Λάιελ: Θα λέγατε ότι αυτός ο μηχανισμός φταίει που η τρομοκρατία καταφέρνει να μας τρομοκρατεί, και υπάρχει κάποιος τρόπος που θα μπορούσαμε να το αντιμετωπίσουμε αυτό;
Bill Lyell: Would you say that this mechanism is in part how terrorism actually works to frighten us, and is there some way that we could counteract that?
Νταν Γκίλμπερτ: Βασικά, τις προάλλες συμβουλευόμουν με το Τμήμα Ασφαλείας Πατρίδας, το οποίο γενικά πιστεύει ότι τα αμερικάνικα χρήματα πρέπει να ξοδευτούν για την ασφάλεια των συνόρων. Προσπάθησα να τους εξηγήσω ότι η τρομοκρατία είναι ένα όνομα βασισμένο στην ψυχολογική αντίδραση των ανθρώπων για κάποια σύνολα γεγονότων, και ότι αν όντως τους απασχολούσε η τρομοκρατία, θα έπρεπε να ρωτήσουν τι είναι αυτό που προκαλεί τρόμο και πώς μπορούμε να σταματήσουμε τους ανθρώπους από το να τρομοκρατούνται, αντί για -- όχι "αντί για", αλλά εκτός από το να σταματήσουμε τα αποτρόπαια πράγματα για τα οποία ανησυχούμε. Σίγουρα ο τρόπος που τα ΜΜΕ αντιμετωπίζουν το θέμα -- και συγχωρέστε με, αλλά σε καθαρούς αριθμούς αυτά είναι πολύ μικροσκοπικά ατυχήματα. Γνωρίζουμε ήδη, για παράδειγμα, ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες, περισσότεροι έχουν πεθάνει επειδή δεν πήραν αεροπλάνο -- επειδή φοβούνταν -- και οδηγούσαν σε εθνικές οδούς, από όσους σκοτώθηκαν την 11η Σεπτεμβρίου. Εντάξει; Αν σας έλεγα ότι υπάρχει μια αρρώστια που θα σκοτώσει 15.000 Αμερικάνους τον επόμενο χρόνο, θα τρομάξετε, μέχρι να συνειδητοποιήσετε ότι πρόκειται για τη γρίππη. Αυτά είναι ατυχήματα μικρού μεγέθους, και οφείλουμε να αναρωτηθούμε αν πρέπει όντως να απολαμβάνουν την προσοχή, την κάλυψη, που δεχονται. Σίγουρα αυτό κάνει τους ανθρώπυος να υπερτιμούν την πιθανότητα ότι θα πάθουν κάτι με όλους αυτούς τους ποικίλους τρόπους, και δίνει ισχύ στους ίδιους τους ανθρώπους που θέλουν να μας τρομοκρατήσουν.
Dan Gilbert: I actually was consulting recently with the Department of Homeland Security, which generally believes that American security dollars should go to making borders safer. I tried to point out to them that terrorism was a name based on people's psychological reaction to a set of events, and that if they were concerned about terrorism they might ask what causes terror and how can we stop people from being terrified, rather than -- not rather than, but in addition to stopping the atrocities that we're all concerned about. Surely the kinds of play that at least American media give to -- and forgive me, but in raw numbers these are very tiny accidents. We already know, for example, in the United States, more people have died as a result of not taking airplanes -- because they were scared -- and driving on highways, than were killed in 9/11. OK? If I told you that there was a plague that was going to kill 15,000 Americans next year, you might be alarmed if you didn't find out it was the flu. These are small-scale accidents, and we should be wondering whether they should get the kind of play, the kind of coverage, that they do. Surely that causes people to overestimate the likelihood that they'll be hurt in these various ways, and gives power to the very people who want to frighten us.
Κ.Α.: Νταν, θα ήθελα να ακούσω περισσότερα για αυτό. Δηλαδή, λες ότι η αντίδρασή μας στον τρόμο, είναι ένα είδος διανοητικού ελαττώματος; Πες μας περισσότερα για αυτό.
CA: Dan, I'd like to hear more on this. So, you're saying that our response to terror is, I mean, it's a form of mental bug? Talk more about it.
Ντ.Γκ.: Είναι υπερδιογκωμένο. Δηλαδή, κοίτα, αν η Αυστραλία εξαφανιστεί αύριο, ο τρόμος είναι μια καλή αντίδραση. Μιλάμε για ένα τεράστιο αριθμό πολύ καλών ανθρώπων. Από την άλλη, όταν ένα λεωφορείο ανατινάζεται και 30 άτομα σκοτώνονται, ενώ περισσότεροι σκοτώθηκαν επειδή δε φορούσαν ζώνες ασφαλείας σε ολόκληρη τη χώρα. Είναι ο τρόμος η σωστή απόκριση;
DG: It's out-sized. I mean, look. If Australia disappears tomorrow, terror is probably the right response. That's an awful large lot of very nice people. On the other hand, when a bus blows up and 30 people are killed, more people than that were killed by not using their seatbelts in the same country. Is terror the right response?
Κ.Α.: Και τι είναι αυτό που προκαλεί τη σύγχυση; Είναι το δράμα του γεγονότος -- το ότι είναι τόσο θεαματικό; Είναι το γεγονός ότι πρόκειται για μια προμελετημένη πράξη από... "ξένους"; Τι είναι;
CA: What causes the bug? Is it the drama of the event -- that it's so spectacular? Is it the fact that it's an intentional attack by, quote, outsiders? What is it?
Ντ.Γκ.: Ναι, είναι διάφορα, και πέτυχες μερικά από αυτά. Πρώτον, είναι ένας ανθρώπινος παράγοντας που θέλει να μας σκοτώσει -- Δεν είναι ένα δέντρο που έπεσε πάνω μας κατά τύχη. Δεύτερον, πρόκειται για εχθρούς που προσπαθούν ενεργά να μας βλάψουν και θα το ξανακάνουν. Άνθρωποι σκοτώνονται χωρίς λογο αντί για καλό λόγο -- λες και υπάρχει καλός λόγος, αλλά μερικές φορές οι άνθρωποι πιστεύουν ότι υπάρχει. Οπότε υπάρχει ένας αριθμός παραγόντων που όλοι μαζί κάνουν αυτό να φαίνεται ως κάτι ξεχωριστό, αλλά ας μην αποσιωπήσουμε το γεγονός ότι οι εφημαρίδες πωλούνται ευκολότερα όταν οι άνθρωποι βλέπουν κάτι που θέλουν να διαβάσουν. Συνεπώς, τα ΜΜΕ παίζουν τεραστιο ρόλο εδώ, που θέλουν αυτά τα πράγματα να είναι όσο το δυνατόν πιο θεαματικά.
DG: Yes. It's a number of things, and you hit on several of them. First, it's a human agent trying to kill us -- it's not a tree falling on us by accident. Second, these are enemies who may want to strike and hurt us again. People are being killed for no reason instead of good reason -- as if there's good reason, but sometimes people think there are. So there are a number of things that together make this seem like a fantastic event, but let's not play down the fact that newspapers sell when people see something in it they want to read. So there's a large role here played by the media, who want these things to be as spectacular as they possibly can.
Κ.Α.: Και τι θα μπορούσε να πείσει τον πολιτισμό μας να χαλαρώσει;
CA: I mean, what would it take to persuade our culture to downplay it?
Ντ.Γκ: Να πάμε στο Ισραήλ. Σοβαρά, πηγαίνετε στο Ισραήλ. Και όταν ένα εμπορικό κέντρο ανατινάζεται, και όλοι είναι στενοχωρημένοι με αυτό, μιάμιση ώρα αργότερα -- τουλάιχστον όσο ήμουν εγώ εκεί, και βρισκόμουν 50 μέτρα από το εμπορικό κέντρο όταν ανατινάχθηκε -- γύρισα πίσω στο ξενοδοχείο μου και ο γάμος που είχε σχεδιαστεί να γίνει εκεί συνεχιζόταν κανονικά. Και όπως μου είπε μια Ισραηλινή μητέρα, μου είπε: "Δεν τους αφήνουμε να νικήσουν με το να σταματάμε τους γάμους." Και αυτή είναι μια κοινωνία που έχει μάθει -- και υπάρχουν και άλλες -- που έχει μάθει να ζει με ένα ποσό τρομοκρατίας και να μην αναστατώνεται από αυτό, ας πούμε, όσο αυτούς από εμάς που δεν έχουν βιώσει πολλές επιθέσεις.
DG: Well, go to Israel. You know, go to Israel. And a mall blows up, and then everybody's unhappy about it, and an hour-and-a-half later -- at least when I was there, and I was 150 feet from the mall when it blew up -- I went back to my hotel and the wedding that was planned was still going on. And as the Israeli mother said, she said, "We never let them win by stopping weddings." I mean, this is a society that has learned -- and there are others too -- that has learned to live with a certain amount of terrorism and not be quite as upset by it, shall I say, as those of us who have not had many terror attacks.
Κ.Α.: Ναι, αλλά υπάρχει κάποιος λογικός φόβος που, δηλαδή, ο λόγος που φοβόμαστε για αυτό είναι επειδή σκεφτόμαστε ότι η Μεγάλη Επίθεση δεν έχει έρθει ακόμα;
CA: But is there a rational fear that actually, the reason we're frightened about this is because we think that the Big One is to come?
Ντ.Γκ: Ναι, φυσικά. Αν ξέραμε ότι αυτή ήταν η χειρότερη επίθεση που θα μπορούσε να γίνει, και υπήρχαν όλο και περισσότερα λεωφορεία με 30 άτομα -- δε θα τρομάζαμε τόσο πολύ. Δε θέλω να πω -- πωπω, κάποιος θα πάρει τα λόγια μου κάπου ότι λέω: "Η τρομοκρατία είναι μια χαρούλα και δεν πρέπει να ταραζόμαστε." Δεν εννοώ καθόλου αυτό. Αυτό που λέω είναι, ότι σύμφωνα με τη λογική, ο βαθμός της αναστάτωσής μας για τα πράγματα που συμβαίνουν, για τις απειλές, θα πρέπει να είναι ανάλογος με το μέγεθος αυτών των απειλών και τον πραγμάτων που θα συμβούν. Πιστεύω ότι στην περίπτωση της τρομοκρατίας, δεν είναι. Και πολλά από τα πράγματα που ακούσαμε από τους ομιλητές μας σήμερα -- πόσους ανθρώπους ξέρετε που σηκώνονται το πρωί και λένε "Η φτώχεια! Τι θα κάνουμε για τη φτώχεια;!" Ο κόσμος σηκώνεται το πρωί, και δε νοιάζεται για τη φτώχεια. Δεν κάνει πρωτοσέλιδα, δεν κάνει επικεφαλίδες, δεν είναι θεαματική. Δεν έχει πυροβολισμούς. Θέλω να πω, αν μπορούσες να διορθώσεις ένα πρόβλημα, Κρις, ποιο θα έλυνες; Την τρομοκρατία ή τη φτώχεια; (Γελια) (Χειροκρότημα) Δύσκολη ερώτηση.
DG: Yes, of course. So, if we knew that this was the worst attack there would ever be, there might be more and more buses of 30 people -- we would probably not be nearly so frightened. I don't want to say -- please, I'm going to get quoted somewhere as saying, "Terrorism is fine and we shouldn't be so distressed." That's not my point at all. What I'm saying is that, surely, rationally, our distress about things that happen, about threats, should be roughly proportional to the size of those threats and threats to come. I think in the case of terrorism, it isn't. And many of the things we've heard about from our speakers today -- how many people do you know got up and said, Poverty! I can't believe what poverty is doing to us. People get up in the morning; they don't care about poverty. It's not making headlines, it's not making news, it's not flashy. There are no guns going off. I mean, if you had to solve one of these problems, Chris, which would you solve? Terrorism or poverty? (Laughter) (Applause) That's a tough one.
Κ.Α.: Θέλει και ερώτημα; Τη φτώχεια, καθαρά από πλευράς μεγέθους, τεράστιου μεγέθους, εκτός κι αν αποδεικνυόταν ότι υπάρχουν τρομοκράτες με πυρηνική βόμβα που έρχεται. Από όσα έχω διαβάσει, ακούσει, ή δει, αυτό είναι τρομερά δύσκολο για αυτούς. Αν τελικά κάνουμε λάθος, θα φανούμε πολύ ανόητοι, αλλά με την φτώχεια είναι λίγο --
CA: There's no question. Poverty, by an order of magnitude, a huge order of magnitude, unless someone can show that there's, you know, terrorists with a nuke are really likely to come. The latest I've read, seen, thought is that it's incredibly hard for them to do that. If that turns out to be wrong, we all look silly, but with poverty it's a bit --
Ντ.Γκ.: Ακόμα κι αν αυτό ήταν αληθές, και πάλι πιο πολλοί πεθαίνουν από τη φτώχεια.
DG: Even if that were true, still more people die from poverty.
Κ.Α.: Έχουμε εξελιχθεί να μαγνητιζόμαστε από τέτοιες δραματικές επιθέσεις. Μήπως είναι επειδή στο παρελθόν, στο αρχαίο παρελθόν, δεν αντιλαμβανόμασταν πράγματα όπως η αρρώστια και συστήματα που προκαλούν φτώχεια κτλ, και έτσι δεν έβγαζε νόημα για μας ως είδος να καταναλώνουμε ενέργεια για να ασχοληθούμε με κάτι τέτοιο; "Κάποιοι πέθαναν, τι να κάνουμε..." Αλλά αν μας επιτίθονται, μπορούμε να κάνουμε κάτι για αυτό, και έτσι εξελιχθήκαμε να αντιδρούμε έτσι. Αυτό ήταν που συνέβη;
CA: We've evolved to get all excited about these dramatic attacks. Is that because in the past, in the ancient past, we just didn't understand things like disease and systems that cause poverty and so forth, and so it made no sense for us as a species to put any energy into worrying about those things? People died; so be it. But if you got attacked, that was something you could do something about. And so we evolved these responses. Is that what happened?
Ντ.Γκ.: Ξέρεις, οι άνθρωποι που είναι περισσότερο σκεπτικιστές στο να πηδούν σε εξελικτικές εξηγήσεις για τα πάντα είναι οι ίδιοι οι εξελικτικοί ψυχολόγοι. Η άποψή μου είναι ότι δεν υπάρχει κάτι τόσο συγκεκριμένο στο εξελικτικό μας παρελθόν. Αλλά όμως, αν ψάχνεις για μια εξελικτική εξήγηση, μπορείς να πεις ότι οι περισσότεροι οργανισμοί είναι νεο-φοβικοί -- δηλαδή, φοβούνται οτιδήποτε είναι νέο και διαφορετικό. Και υπάρχει καλός λόγος να είναι, γιατί τα παλιά πράγαμτα δε σε τρώγανε. Σωστά; Οποιοδήποτε ζώο βλέπεις και έχεις δει πριν είναι λιγότερο πιθανό να είναι θηρευτής σε σχέση με κάποιο που δεν έχεις δει ποτέ ξανά. Οπότε, όταν το λεωοφρείο ανατινάζεται και δεν έχουμε ξαναδεί κάτι τέτοιο, η γενική μας τάση να ασχοληθούμε με αυτό που είναι νέο ενεργοποιείται. Δε νομίζω ότι είναι κάτι τόσο συγκεκριμενοποιημένος μηχανισμός όπως αυτός που υπονόησες, αλλά μάλλον ένας πιο θεμελιώδης που υπόκειται.
DG: Well, you know, the people who are most skeptical about leaping to evolutionary explanations for everything are the evolutionary psychologists themselves. My guess is that there's nothing quite that specific in our evolutionary past. But rather, if you're looking for an evolutionary explanation, you might say that most organisms are neo-phobic -- that is, they're a little scared of stuff that's new and different. And there's a good reason to be, because old stuff didn't eat you. Right? Any animal you see that you've seen before is less likely to be a predator than one that you've never seen before. So, you know, when a school bus is blown up and we've never seen this before, our general tendency is to orient towards that which is new and novel is activated. I don't think it's quite as specific a mechanism as the one you alluded to, but maybe a more fundamental one underlying it.
Τζέι Γουώκερ: Ξέρετε, οι οικονομολόγοι λατρεύουν να μιλούν για τη χαζομάρα των ανθρώπων που αγοράζουν λαχεία. Αλλά εγώ υποπτεύομαι ότι κάνετε το ίδιο λάθος που με αυτούς που κατηγορείτε, δηλαδή λάθος στην αξιολόγηση. Το ξέρω, γιατί έχω πάρει συνέντευξη από 1.000 αγοραστές λαχείων μέσα στα χρόνια. Και τελικά η αξία της αγοράς ενός λαχείου δεν είναι η δυνητική νίκη. Αυτό είναι που νομίζετε εσείς. Σωστά; Ο μέσος αγοραστής λαχείων αγοράζει 150 λαχεία το χρόνο, οπότε ο αγοραστής γνωρίζει πλήρως ότι θα χάσει, αλλά παρ'όλα αυτά αγοράζει 150 λαχεία το χρόνο. Γιατί το κάνει; Δεν το κάνει επειδή είναι χαζός. Το κάνει επειδή η προσμονή της πιθανής νίκης εκκρίνει σεροτονίνη στον εγκέφαλο, και παρέχει ένα ευχάριστο συναίσθημα μέχρι την κλήρωση που σου λέει ότι έχασες. Ή, για το πούμε αλλιώς, για την επένδυση του δολλαρίου, λαμβάνεις πολύ καλύτερο συναίσθημα από το να τα πετάς στην του στην τουαλέτα, πράγμα που δε σου δίνει ωραία συναισθήματα. Τώρα, οι οικονομολόγοι τείνουν να -- (Χειροκρότημα) -- οι οικονομολόγοι τείνουν να βλέπουν τον κόσμο μέσα από τους δικούς τους φακούς, οι οποίοι είναι: "Αυτοί εδώ είναι χαζοί άνθρωποι." Και ως αποτέλεσμα αυτού, πολλοί άλλοι βλέπουν τους οικονομολόγους ως χαζούς ανθρώπους. Και μάλιστα, ο λόγος που πήγαμε στο φεγγάρι είναι επειδή δεν ακούγαμε τους οικονομολόγους. Ευχαριστώ πολύ. (Χειροκρότημα)
Jay Walker: You know, economists love to talk about the stupidity of people who buy lottery tickets. But I suspect you're making the exact same error you're accusing those people of, which is the error of value. I know, because I've interviewed about 1,000 lottery buyers over the years. It turns out that the value of buying a lottery ticket is not winning. That's what you think it is. All right? The average lottery buyer buys about 150 tickets a year, so the buyer knows full well that he or she is going to lose, and yet she buys 150 tickets a year. Why is that? It's not because she is stupid or he is stupid. It's because the anticipation of possibly winning releases serotonin in the brain, and actually provides a good feeling until the drawing indicates you've lost. Or, to put it another way, for the dollar investment, you can have a much better feeling than flushing the money down the toilet, which you cannot have a good feeling from. Now, economists tend to -- (Applause) -- economists tend to view the world through their own lenses, which is: this is just a bunch of stupid people. And as a result, many people look at economists as stupid people. And so fundamentally, the reason we got to the moon is, we didn't listen to the economists. Thank you very much. (Applause)
Ντ.Γκ.: Ναι, όχι, είναι πολύ καλό επιχείρημα. Μένει μόνο να δούμε αν η ευτυχία της προσμονής είναι ίση με την ποσότητα της απογοήτευσης μετά την κλήρωση. Γιατί, να θυμάστε, αυτοί που δεν αγόρασαν λαχείο δε νιώθουν άσχημα την άλλη μέρα, παρ'όλο που δεν ένιωθαν ωραία κατά τη διάρκεια της εβδομάδας. Και θα διαφωνήσω ότι ξέρουν ότι δεν πρόκειται να κερδίσουν. Νομίζω ότι πιστεύουν πως είναι απίθανο, αλλά θα μπορούσε να συμβεί, και γι'αυτό το προτιμούν από την τουαλέτα. Αλλά σίγουρα μπορώ να αντιληφθώ το επιχείρημά σας: Ότι μπορεί να υπάρξει μια χρησιμότητα στο να αγοράσει κανείς ένα λαχείο πέραν της νίκης. Τώρα, νομίζω ότι υπάρχουν πολλοί λόγοι να μην ακούμε τους οικονομολόγους. Αυτό δεν ανήκει σε αυτούς, για μένα, αλλά και για πολλούς άλλους.
DG: Well, no, it's a great point. It remains to be seen whether the joy of anticipation is exactly equaled by the amount of disappointment after the lottery. Because remember, people who didn't buy tickets don't feel awful the next day either, even though they don't feel great during the drawing. I would disagree that people know they're not going to win. I think they think it's unlikely, but it could happen, which is why they prefer that to the flushing. But certainly I see your point: that there can be some utility to buying a lottery ticket other than winning. Now, I think there's many good reasons not to listen to economists. That isn't one of them, for me, but there's many others.
Κ.Α.: Τελευταία ερώτηση.
CA: Last question.
Ώμπρυ ντε Γκρέι: Με λένε Ώμπρυ ντε Γκρέι, από το Κέημπριτζ. Μελετώ αυτό που σκοτώνει περισσότερους ανθρώπους από ότιδήποτε άλλο -- δουλεύω για τη γήρανση -- και με ενδιαφέρει να κάνω κάτι για αυτή. όπως θα ακούσετε αύριο. Συντονίζομαι αρκετά με αυτά που λέτε, γιατί μου φαίνεται εμένα ότι το πρόβλημα του να κάνεις ανθρώπους να ενδιαφερθούν να κάνουν κάτι για τη γήρανση είναι ότι όταν η γήρανση φτάσει στο σημείο να σε σκοτώσει, μοιάζει με καρκίνο ή καρδιοπάθεια ή κάτι τέτοιο. Έχετε κάποια συμβουλή; (Γέλια)
Aubrey de Grey: My name's Aubrey de Grey, from Cambridge. I work on the thing that kills more people than anything else kills -- I work on aging -- and I'm interested in doing something about it, as we'll all hear tomorrow. I very much resonate with what you're saying, because it seems to me that the problem with getting people interested in doing anything about aging is that by the time aging is about to kill you it looks like cancer or heart disease or whatever. Do you have any advice? (Laughter)
Ντ.Γκ.: Για σας ή για αυτούς;
DG: For you or for them?
Ω.ντ.Γκ.: Για να τους πείσουμε.
AdG: In persuading them.
Ντ.Γκ.: Α, για να τους πείσουμε. Είναι όντως εξαιρετικά δύσκολο να κάνεις τους ανθρώπους να σκέφτονται μακροπρόθεσμα. Αλλά ένα πράγμα που οι ψυχολόγοι έχουν δοκιμάσει και φαίνεται να λειτουργεί είναι να κάνουν τους ανθρώπους να φαντάζονται το μέλλον πιο ζωντανά. Ένα από τα προβλήματα με το να παίρνει κανείς αποφάσεις για το μακρινό μέλλον και το κοντινό μέλλον είναι ότι φανταζόμαστε το κοντινό μέλλον πολύ πιο ζωντανά από το μακρινό. Σε σημείο που μπορούμε να εξισώσουμε την ποσότητα της λεπτομέρειας που βάζουν οι άνθρωποι στις νοητές αναπαραστάσεις του κοντινού και μακρινού μέλλοντος, οι άνθρωποι παίρνουν αποφάσεις για αυτά τα δύο με τον ίδιο τρόπο. Οπότε, το "θα ήθελες να έχεις έξτρα 100.000 δολλάρια όταν είσαι 65;" είναι μια ερώτηση πολύ διαφορετική από, "φαντάσου ποιος θα είσαι όταν είσαι 65, πού θα ζεις, πώς θα είσαι, πόσα μαλλιά θα έχεις, με ποιον θα ζεις;" Όταν έχουμε όλες αυτές τις λεπτομέρειες στο φανταστικό σενάριο, ξαφνικά νιώθουμε ίσως είναι σημαντικό να αποταμιεύσουμε ώστε αυτός ο τυπάς να έχει λίγα λεφτά για τη σύνταξή του. Αλλά αυτά είναι κολπάκια και τεχνάσματα. Νομίζω ότι γενικώς πολεμάτε ενάντια σε μια πολύ θεμελιώδη ανθρώπινη τάση, η οποία είναι: "Είμαι εδώ σήμερα, και το τώρα είναι πιο σημαντικό από το αργότερα."
DG: Ah, for you in persuading them. Well, it's notoriously difficult to get people to be farsighted. But one thing that psychologists have tried that seems to work is to get people to imagine the future more vividly. One of the problems with making decisions about the far future and the near future is that we imagine the near future much more vividly than the far future. To the extent that you can equalize the amount of detail that people put into the mental representations of near and far future, people begin to make decisions about the two in the same way. So, would you like to have an extra 100,000 dollars when you're 65 is a question that's very different than, imagine who you'll be when you're 65: will you be living, what will you look like, how much hair will you have, who will you be living with. Once we have all the details of that imaginary scenario, suddenly we feel like it might be important to save so that that guy has a little retirement money. But these are tricks around the margins. I think in general you're battling a very fundamental human tendency, which is to say, "I'm here today, and so now is more important than later."
Κ.Α.: Νταν, σε ευχαριστώ. Αγαπητό κοινό, αυτή ήταν μια φανταστική συνεδρία. Σας ευχαριστώ. (Χειροκρότημα)
CA: Dan, thank you. Members of the audience, that was a fantastic session. Thank you. (Applause)