Και να 'μαστε, ψυχές και σώματα στριμωγμένα σε μια εκκλησία του Τέξας, την τελευταία νύχτα της ζωής μας. Στριμωγμένοι σε μια αίθουσα όπως αυτή, με ξύλινα παλιά στασίδια ντυμένα με ένα φθαρμένο, κόκκινο ύφασμα. Μ' ένα εκκλησιαστικό όργανο στ' αριστερά μου, μια χορωδία πίσω μου, και μια εντοιχισμένη κολυμπήθρα πίσω της. Παρ' όλα αυτά, μια αίθουσα όπως αυτή. Με το ίδιο αίσθημα αγωνίας, με την ίδια ελπίδα για σωτηρία, με τον ίδιο ιδρώτα στα χέρια και τους ίδιους ανθρώπους στο πίσω μέρος να μην προσέχουν.
There we were, souls and bodies packed into a Texas church on the last night of our lives. Packed into a room just like this, but with creaky wooden pews draped in worn-down red fabric, with an organ to my left and a choir at my back and a baptism pool built into the wall behind them. A room like this, nonetheless. With the same great feelings of suspense, the same deep hopes for salvation, the same sweat in the palms and the same people in the back not paying attention.
(Γέλια)
(Laughter)
Ήταν η 31η Δεκεμβρίου του 1999, η νύχτα της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού και το τέλος του κόσμου όπως τον ήξερα. Είχα γίνει 12 εκείνη τη χρονιά κι είχα φτάσει στην ηλικία που λογοδοτείς. Και μόλις σταμάτησα να παραπονιέμαι για το πόσο άδικο ήταν που ο Ιησούς θα επέστρεφε μόλις θα έπρεπε να λογοδοτήσω για όλα όσα είχα κάνει, συνειδητοποίησα ότι έπρεπε γρήγορα να βάλω τα πράγματα σε τάξη.
This was December 31, 1999, the night of the Second Coming of Christ, and the end of the world as I knew it. I had turned 12 that year and had reached the age of accountability. And once I stopped complaining about how unfair it was that Jesus would return as soon as I had to be accountable for all that I had done, I figured I had better get my house in order very quickly.
Γι' αυτό πήγαινα στην εκκλησία όσο πιο συχνά μπορούσα. Αφουγκραζόμουν τη σιωπή με την αγωνία που κάποιος αφουγκράζεται τη φασαρία, προσπαθώντας να βεβαιωθώ ότι ο Κύριος δεν θα με ξεγελούσε και δεν θα αποφάσιζε να επιστρέψει νωρίτερα.
So I went to church as often as I could. I listened for silence as anxiously as one might listen for noise, trying to be sure that the Lord hadn't pulled a fast one on me and decided to come back early.
Και για την περίπτωση που θα επέστρεφε, κατέστρωσα εναλλακτικό σχέδιο, διαβάζοντας τα βιβλία του Τιμ Λαχέι που ήταν πολύ δημοφιλή εκείνη την εποχή. Και ανακάλυψα στις σελίδες τους πως αν δεν εισέλθω εις ουρανούς τα μεσάνυχτα, θα είχα ακόμα μια ευκαιρία. Έπρεπε μόνο να αποφύγω να με σημαδέψει το θηρίο, να παλέψω με τους δαίμονες, τις μάστιγες και με τον ίδιο τον Αντίχριστο. Θα ήταν δύσκολο-
And just in case he did, I built a backup plan, by reading the "Left Behind" books that were all the rage at the time. And I found in their pages that if I was not taken in the rapture at midnight, I had another shot. All I had to do was avoid taking the mark of the beast, fight off demons, plagues and the Antichrist himself. It would be hard --
(Γέλια)
(Laughter)
αλλά ήξερα πως μπορούσα να τα καταφέρω.
but I knew I could do it.
(Γέλια)
(Laughter)
Αλλά τώρα, τέλος τα σχέδια. Ήταν 11:50 μ.μ. Μας είχαν μείνει 10 λεπτά και ο πάστορας είπε να φύγουμε από τα στασίδια και να πάμε στην Αγία Τράπεζα, επειδή ήθελε να προσεύχομαστε όταν θα έφταναν τα μεσάνυχτα. Έτσι, όλα τα μέλη του εκκλησιάσματος πήραν θέσεις. Η χορωδία έμεινε στη θέση της, οι διάκονοι και οι γυναίκες τους -ή η μπουρζουαζία των Βαπτιστών όπως τους αποκαλώ-
But planning time was over now. It was 11:50pm. We had 10 minutes left, and my pastor called us out of the pews and down to the altar because he wanted to be praying when midnight struck. So every faction of the congregation took its place. The choir stayed in the choir stand, the deacons and their wives -- or the Baptist Bourgeoisie as I like to call them --
(Γέλια)
(Laughter)
έπιασαν πρώτη θέση μπροστά στην Αγία Τράπεζα. Βλέπετε, στην Αμερική, ακόμα και η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού έχει θέσεις επισήμων.
took first position in front of the altar. You see, in America, even the Second Coming of Christ has a VIP section.
(Γέλια)
(Laughter)
(Χειροκρότημα)
(Applause)
Ακριβώς πίσω από τη μπουρζουαζία των Βαπτιστών ήταν οι ηλικιωμένοι. Εκείνοι οι άνδρες και οι γυναίκες που στα νιάτα τους οι πλάτες τους είχαν λυγίσει κάτω από τον καυτό ήλιο στις βαμβακοφυτείες του ανατολικού Τέξας, που το ηλιοκαμένο, αρυτίδωτο δέρμα τους είχε ένα καφετί χρώμα, σαν αυτό του πηλού του ανατολικού Τέξας, που οι ελπίδες και τα όνειρά τους για μια ζωή πέρα από το ανατολικό Τέξας είχαν μερικές φορές τσακιστεί περισσότερο κι από τις πλάτες τους.
And right behind the Baptist Bourgeoisie were the elderly -- these men and women whose young backs had been bent under hot suns in the cotton fields of East Texas, and whose skin seemed to be burnt a creaseless noble brown, just like the clay of East Texas, and whose hopes and dreams for what life might become outside of East Texas had sometimes been bent and broken even further than their backs.
Ναι, αυτοί οι άντρες και οι γυναίκες ήταν για μένα οι πρωταγωνιστές της παράστασης. Περίμεναν όλη τους τη ζωή για αυτή τη στιγμή, με την ίδια λαχτάρα που είχαν οι πρόγονοί τους για το τέλος του κόσμου, και η γιαγιά μου για την εκπομπή της Όπρα Γουίνφρεϊ, κάθε μέρα στις 4, στο Κανάλι 8. Καθώς πήγαινε προς το βωμό, χώθηκα ακριβώς πίσω της, επειδή ήμουν σίγουρος ότι η γιαγιά μου θα πήγαινε στον παράδεισο. Σκέφτηκα πως αν κρατούσα το χέρι της στη διάρκεια αυτής της προσευχής, ίσως να πήγαινα μαζί της.
Yes, these men and women were the stars of the show for me. They had waited their whole lives for this moment, just as their medieval predecessors had longed for the end of the world, and just as my grandmother waited for the Oprah Winfrey Show to come on Channel 8 every day at 4 o'clock. And as she made her way to the altar, I snuck right in behind her, because I knew for sure that my grandmother was going to heaven. And I thought that if I held on to her hand during this prayer, I might go right on with her.
Έτσι, την κρατούσα και έκλεισα τα μάτια μου για να ακούσω, να περιμένω. Οι προσευχές δυνάμωσαν και οι φωνές που περίμεναν απόκριση στο κάλεσμα της προσευχής δυνάμωσαν ακόμα περισσότερο. Το εκκλησιαστικό όργανο συνόδευε το μοιρολόι και η ζέστη έκανε τον ιδρώτα να τρέχει. Έσφιξα το χέρι της ακόμα περισσότερο ώστε να μη μείνω πίσω. Έκλεισα τα μάτια μου ακόμα πιο σφιχτά για να μη δω την ήρα να διαχωρίζεται από το σιτάρι. Και μετά ακούστηκε μια φωνή από πάνω μας: «Αμήν».
So I held on and I closed my eyes to listen, to wait. And the prayers got louder. And the shouts of response to the call of the prayer went up higher even still. And the organ rolled on in to add the dirge. And the heat came on to add to the sweat. And my hand gripped firmer, so I wouldn't be the one left in the field. My eyes clenched tighter so I wouldn't see the wheat being separated from the chaff. And then a voice rang out above us: "Amen."
Όλα τελείωσαν. Κοίταξα το ρολόι. Ήταν περασμένα μεσάνυχτα. Κοίταξα τους ηλικιωμένους πιστούς που ο σωτήρας τους δεν είχε έρθει και οι οποίοι ήταν πολύ περήφανοι για να δείξουν απογοητευμένοι. Πίστευαν για πάρα πολύ καιρό ώστε να αρχίσουν να αμφιβάλλουν τώρα. Όμως είχα αναστατωθεί για λογαριασμό τους. Είχαν παραπλανηθεί, ξεγελαστεί, εξαπατηθεί, κι εγώ μαζί τους. Είχα προσευχηθεί μαζί τους, είχα προσπαθήσει ν΄αντισταθώ στον πειρασμό όσο καλύτερα μπορούσα. Είχα βουτήξει το κεφάλι μου, όχι μία, αλλά δύο φορές σε αυτή την κολυμπήθρα. Είχα πιστέψει. Τώρα τι;
It was over. I looked at the clock. It was after midnight. I looked at the elder believers whose savior had not come, who were too proud to show any signs of disappointment, who had believed too much and for too long to start doubting now. But I was upset on their behalf. They had been duped, hoodwinked, bamboozled, and I had gone right along with them. I had prayed their prayers, I had yielded not to temptation as best I could. I had dipped my head not once, but twice in that snot-inducing baptism pool. I had believed. Now what?
Πήγα σπίτι πάνω στην ώρα για να ανοίξω την τηλεόραση και να δω τον Πίτερ Τζένινγκς ν' ανακοινώνει την άφιξη της νέας χιλιετίας σε όλο τον κόσμο. Συνειδητοποίησα πως θα ήταν ούτως η άλλως παράξενο αν ο Ιησούς επέστρεφε ξανά και ξανά, ανάλογα με τις ζώνες ώρας.
I got home just in time to turn on the television and watch Peter Jennings announce the new millennium as it rolled in around the world. It struck me that it would have been strange anyway, for Jesus to come back again and again based on the different time zones.
(Γέλια)
(Laughter)
Και αυτό με έκανε να αισθανθώ ακόμα πιο γελοίος. Πραγματικά με πόνεσε. Αλλά εκείνη τη νύχτα δεν σταμάτησα να πιστεύω. Απλά πίστεψα σε κάτι καινούργιο: Ότι μπορούσες να μην πιστεύεις. Ότι ήταν πιθανό να είχα λάβει λάθος απαντήσεις αφού οι ίδιες οι ερωτήσεις ήταν λάθος. Κι εκεί που κάποτε υπήρχε ένα βουνό βεβαιότητας, κυλούσε τώρα μέχρι τα ριζά του μια πηγή αβεβαιότητας, μια πηγή ανεκπλήρωτων προσδοκιών.
And this made me feel even more ridiculous -- hurt, really. But there on that night, I did not stop believing. I just believed a new thing: that it was possible not to believe. It was possible the answers I had were wrong, that the questions themselves were wrong. And now, where there was once a mountain of certitude, there was, running right down to its foundation, a spring of doubt, a spring that promised rivers.
Το έναυσμα για το δράμα της ζωής μου ήταν εκείνη η νύχτα στην εκκλησία, που ο σωτήρας μου δεν ήρθε να με πάρει. Όταν αυτό στο οποίο πίστευα με απόλυτη βεβαιότητα, κατέληξε να είναι, αν όχι ένα ψέμα, πάντως όχι ακριβώς η αλήθεια. Και παρ' όλο που οι περισσότεροι από εσάς είχατε προετοιμαστεί διαφορετικά για την αλλαγή της χιλιετίας, είμαι σίγουρος ότι βρίσκεστε εδώ επειδή κάποιο κομμάτι σας έκανε ό,τι έκανα κι εγώ από την αυγή του νέου αιώνα. Από τότε που έφυγε η μητέρα μου και ο πατέρας μου δεν γύρισε, που ο Κύριός μου αρνήθηκε να έρθει, κι εγώ άπλωσα το χέρι μου για να πιαστώ από κάτι στο οποίο θα μπορούσα να πιστέψω.
I can trace the whole drama of my life back to that night in that church when my savior did not come for me; when the thing I believed most certainly turned out to be, if not a lie, then not quite the truth. And even though most of you prepared for Y2K in a very different way, I'm convinced that you are here because some part of you has done the same thing that I have done since the dawn of this new century, since my mother left and my father stayed away and my Lord refused to come. And I held out my hand, reaching for something to believe in.
Κρατιόμουν απ' αυτό όταν έφτασα στο Γέιλ στα 18 μου, πιστεύοντας ότι το ταξίδι μου από το Όουκ Κλιφ του Τέξας ήταν μια ευκαιρία να αφήσω πίσω μου όλες τις προκλήσεις που είχα συναντήσει, τα διαλυμένα όνειρα και τα διαλυμένα σώματα που είχα δει. Αλλά όταν γύρισα σπίτι κάποιες χειμερινές διακοπές και βρέθηκα να κοιτάω το πάτωμα, με τα χέρια μου δεμένα πίσω από την πλάτη μου και με το όπλο ενός διαρρήκτη στο κεφάλι μου, ήξερα ότι ακόμα και η καλύτερη εκπαίδευση δεν μπορούσε να με σώσει.
I held on when I arrived at Yale at 18, with the faith that my journey from Oak Cliff, Texas was a chance to leave behind all the challenges I had known, the broken dreams and broken bodies I had seen. But when I found myself back home one winter break, with my face planted in the floor, my hands tied behind my back and a burglar's gun pressed to my head, I knew that even the best education couldn't save me.
Κρατιόμουν σ' αυτό όταν εμφανίστηκα στη Λίμαν Μπράδερς ως ασκούμενος το 2008.
I held on when I showed up at Lehman Brothers as an intern in 2008.
(Γέλια)
(Laughter)
Τόσο αισιόδοξος -
So hopeful --
(Γέλια)
(Laughter)
που τηλεφώνησα στην οικογένειά μου για να τους ενημερώσω ότι τέλος η φτώχεια.
that I called home to inform my family
(Γέλια)
that we'd never be poor again.
(Laughter)
Αλλά καθώς έβλεπα αυτόν τον χρηματοοικονομικό ναό να συντρίβεται μπροστά στα μάτια μου, ήξερα ότι ακόμα και η καλύτερη δουλειά δεν μπορούσε να με σώσει.
But as I witnessed this temple of finance come crashing down before my eyes, I knew that even the best job couldn't save me.
Κρατιόμουν απ' αυτό όταν πήγα στην Ουάσινγκτον, ως ένας νεαρός υπάλληλος στο Λευκό Οίκο που είχε ακούσει μια φωνή από το Ιλινόις να λέει, «Άργησε, αλλά σε αυτές τις εκλογές η αλλαγή έφτασε στην Αμερική». Όμως καθώς το Κογκρέσο έβαζε φρένο και η χώρα άρχισε να καταρρέει, και η ελπίδα και η αλλαγή άρχισαν να μοιάζουν σαν ένα βάναυσο αστείο, ήξερα ότι ακόμα και η πολιτική δευτέρα παρουσία δεν μπορούσε να με σώσει.
I held on when I showed up in Washington DC as a young staffer, who had heard a voice call out from Illinois, saying, "It's been a long time coming, but in this election, change has come to America." But as the Congress ground to a halt and the country ripped at the seams and hope and change began to feel like a cruel joke, I knew that even the political second coming could not save me.
Είχα γονατίσει με ευλάβεια στο βωμό του Αμερικανικού Ονείρου, προσευχόμενος στους θεούς της εποχής μου για επιτυχία, χρήματα, και δύναμη. Αλλά και πάλι, έφτασαν τα μεσάνυχτα, και άνοιξα τα μάτια μου για να δω ότι όλοι αυτοί οι θεοί ήταν πεθαμένοι.
I had knelt faithfully at the altar of the American Dream, praying to the gods of my time of success, and money, and power. But over and over again, midnight struck, and I opened my eyes to see that all of these gods were dead.
Και από αυτό το νεκροταφείο άρχισα ξανά την αναζήτηση, όχι επειδή ήμουν γενναίος, αλλά επειδή ήξερα πως είτε θα πίστευα ή θα πέθαινα.
And from that graveyard, I began the search once more, not because I was brave, but because I knew that I would either believe or I would die.
Έτσι, πήγα για προσκύνημα σε μια ακόμη Μέκκα, στη Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων του Χάρβαρντ -
So I took a pilgrimage to yet another mecca, Harvard Business School --
(Γέλια)
(Laughter)
γνωρίζοντας αυτή τη φορά, ότι δεν μπορούσα να δεχτώ απλά τη σωτηρία που ισχυριζόταν πως προσφέρει. Όχι, ήξερα ότι είχα κι άλλη δουλειά να κάνω.
this time, knowing that I could not simply accept the salvation that it claimed to offer. No, I knew there'd be more work to do.
Η δουλειά ξεκίνησε σε μια σκοτεινή γωνιά, σ' ένα πάρτι με πολύ κόσμο, αργά το βράδυ ενός πρώιμου, μίζερου χειμώνα στο Κέιμπριτζ, όταν τρεις φίλοι κι εγώ θέσαμε ένα ερώτημα που θέτουν εδώ και πολύ καιρό οι νέοι που αναζητούν κάτι αληθινό: «Μήπως να κάναμε ένα ταξίδι οδικώς;»
The work began in the dark corner of a crowded party, in the late night of an early, miserable Cambridge winter, when three friends and I asked a question that young folks searching for something real have asked for a very long time: "What if we took a road trip?"
(Γέλια)
(Laughter)
Δεν ξέραμε πού θα πάμε ή πώς θα φτάναμε εκεί, αλλά ξέραμε ότι έπρεπε να το κάνουμε. Επειδή όλη μας τη ζωή λαχταρούσαμε αυτό που είχε γράψει ο Τζακ Κέρουακ: να βγούμε έξω τη νύχτα και να εξαφανιστούμε, και να πάμε να δούμε τι κάνουν οι υπόλοιποι στη χώρα. Έτσι, παρ' όλο που υπήρχαν φωνές που έλεγαν ότι ο κίνδυνος ήταν μεγάλος και το αποτέλεσμα αμφίβολο, ξεκινήσαμε έτσι κι αλλιώς.
We didn't know where'd we go or how we'd get there, but we knew we had to do it. Because all our lives we yearned, as Jack Kerouac wrote, to "sneak out into the night and disappear somewhere," and go find out what everybody was doing all over the country. So even though there were other voices who said that the risk was too great and the proof too thin, we went on anyhow.
Κάναμε 13.000 χιλιόμετρα, διασχίζοντας την Αμερική το καλοκαίρι του 2013, μέσα από τα βοσκοτόπια της Μοντάνα, από το ερημωμένο Ντιτρόιτ, από τους βάλτους της Νέας Ορλεάνης, όπου βρήκαμε και συνεργαστήκαμε με άντρες και γυναίκες που είχαν δημιουργήσει μικρές επιχειρήσεις που στόχευαν σε κάτι που είχε νόημα. Κι επειδή είχαμε εκπαιδευτεί στην ακαδημία του καπιταλισμού, αυτό μας φάνηκε ως επαναστατική ιδέα.
We went on 8,000 miles across America in the summer of 2013, through the cow pastures of Montana, through the desolation of Detroit, through the swamps of New Orleans, where we found and worked with men and women who were building small businesses that made purpose their bottom line. And having been trained at the West Point of capitalism, this struck us as a revolutionary idea.
(Γέλια)
(Laughter)
Και αυτή η ιδέα διαδόθηκε, κι έγινε μια μη κερδοσκοπική οργάνωση που ονομάζεται MBAs Across America, ένα κίνημα που με έφερε εδώ σήμερα, σε αυτή τη σκηνή. Διαδόθηκε επειδή ανακαλύψαμε μια μεγάλη πείνα στη γενιά μας για σκοπό, για νόημα. Εξαπλώθηκε επειδή βρήκαμε αμέτρητους επιχειρηματίες, σε κάθε γωνιά της Αμερικής, που δημιουργούσαν θέσεις εργασίας και άλλαζαν ζωές και που χρειάζονταν λίγη βοήθεια.
And this idea spread, growing into a nonprofit called MBAs Across America, a movement that landed me here on this stage today. It spread because we found a great hunger in our generation for purpose, for meaning. It spread because we found countless entrepreneurs in the nooks and crannies of America who were creating jobs and changing lives and who needed a little help.
Αλλά για να είμαι ειλικρινής, διαδόθηκε και επειδή πάλεψα να διαδοθεί. Δεν υπάρχει απόσταση την οποία δεν ήμουν έτοιμος να διανύσω για να κηρύξω αυτό το ευαγγέλιο, για να κάνω πιο πολλούς ανθρώπους να πιστέψουν ότι μπορούμε να δέσουμε τις πληγές της χώρας, με μια επιχείρηση κοινωνικής προσφοράς τη φορά. Αλλά ήταν αυτό το ευαγγελικό ταξίδι που με οδήγησε σε ένα διαφορετικό ευαγγέλιο, το οποίο ήρθα να μοιραστώ μαζί σας σήμερα.
But if I'm being honest, it also spread because I fought to spread it. There was no length to which I would not go to preach this gospel, to get more people to believe that we could bind the wounds of a broken country, one social business at a time. But it was this journey of evangelism that led me to the rather different gospel that I've come to share with you today.
Ξεκίνησε ένα βράδυ, πριν από περίπου ένα χρόνο, στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Νέας Υόρκης, σε ένα γκαλά αποφοίτων της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων του Χάρβαρντ. Καθόμουν κάτω από ένα αντίγραφο φάλαινας σε φυσικό μέγεθος, με τους τιτάνες του καιρού μας που γιόρταζαν με τους ομοίους τους τις καλές τους πράξεις. Υπήρχε υπερηφάνεια σε μια αίθουσα που τα καθαρά κέρδη και τα περιουσιακά στοιχεία ξεπερνούσαν το μισό τρισεκατομμύριο δολάρια. Εξετάσαμε όσα είχαμε κάνει, και τα είχαμε πάει καλά.
It began one evening almost a year ago at the Museum of Natural History in New York City, at a gala for alumni of Harvard Business School. Under a full-size replica of a whale, I sat with the titans of our time as they celebrated their peers and their good deeds. There was pride in a room where net worth and assets under management surpassed half a trillion dollars. We looked over all that we had made, and it was good.
(Γέλια)
(Laughter)
Όμως έτυχε δύο μέρες αργότερα, να πρέπει να ταξιδέψω προς το Χάρλεμ, όπου βρέθηκα σε ένα αστικό αγρόκτημα που κάποτε ήταν οικόπεδο, ν' ακούω έναν άντρα που τον έλεγαν Τόνι, να μου μιλάει για τα παιδιά που πήγαιναν εκεί κάθε μέρα. Όλα τους ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Πολλά από αυτά κουβαλούν όλα τους τα υπάρχοντα σε ένα σακίδιο για να μην τα χάσουν σε κάποιο καταφύγιο αστέγων. Μερικά απ' αυτά πήγαιναν στο πρόγραμμα του Τόνι, που ονομάζεται Καλλιέργεια του Χάρλεμ, για να πάρουν το μοναδικό τους γεύμα της ημέρας. Ο Τόνι μου είπε ότι ξεκίνησε την Καλλιέργεια του Χάρλεμ με τη σύνταξη που πήρε ως οδηγός ταξί για είκοσι χρόνια. Μου είπε ότι δεν έδινε μισθό στον εαυτό του, γιατί παρά την επιτυχία του, το πρόγραμμα αγωνιζόταν να βρει πόρους. Μου είπε ότι θα δεχόταν όποια βοήθεια μπορούσε να πάρει. Κι εγώ ήμουν αυτή η βοήθεια.
But it just so happened, two days later, I had to travel up the road to Harlem, where I found myself sitting in an urban farm that had once been a vacant lot, listening to a man named Tony tell me of the kids that showed up there every day. All of them lived below the poverty line. Many of them carried all of their belongings in a backpack to avoid losing them in a homeless shelter. Some of them came to Tony's program, called Harlem Grown, to get the only meal they had each day. Tony told me that he started Harlem Grown with money from his pension, after 20 years as a cab driver. He told me that he didn't give himself a salary, because despite success, the program struggled for resources. He told me that he would take any help that he could get. And I was there as that help.
Όμως καθώς έφυγα από του Τόνι, ένιωσα τα μάτια μου να τσούζουν από τα δάκρυα που πλημμύρισαν τα μάτια μου. Ένιωσα να βαραίνω στην αποκάλυψη πως μπορούσα να κάθομαι το ένα βράδυ σε μια αίθουσα όπου λίγοι εκατοντάδες άνθρωποι είχαν μισό τρισεκατομμύριο δολάρια, και δυο μέρες αργότερα να βρίσκομαι σε μια άλλη αίθουσα, μόλις 50 τετράγωνα πιο πάνω, όπου ένας άντρας δεν έπαιρνε μισθό για να προσφέρει σε ένα παιδί το μοναδικό γεύμα της ημέρας.
But as I left Tony, I felt the sting and salt of tears welling up in my eyes. I felt the weight of revelation that I could sit in one room on one night, where a few hundred people had half a trillion dollars, and another room, two days later, just 50 blocks up the road, where a man was going without a salary to get a child her only meal of the day.
Και δεν ήταν η κραυγαλέα ανισότητα που με έκανε να θέλω να κλαίω. Δεν ήταν η σκέψη των πεινασμένων, άστεγων παιδιών. Δεν ήταν οργή για το ένα τοις εκατό ή ο οίκτος για το 99 τοις εκατό. Όχι, ήμουν αναστατωμένος επειδή επιτέλους συνειδητοποίησα ότι ήμουν η αιμοκάθαρση μιας χώρας που χρειαζόταν μεταμόσχευση νεφρού. Συνειδητοποίησα ότι η ιστορία μου στάθηκε εμπόδιο σε όλους εκείνους που έπρεπε να σταθούν μόνοι τους στα πόδια τους, κι ας ήταν ξυπόλητοι. Ότι η οργάνωσή μου εμπόδισε τη δομική, συστημική βοήθεια, να φτάσει στο Χάρλεμ, ή στις άλλες φτωχές περιοχές. Ότι η φωνή μου στάθηκε εμπόδιο σε όλες εκείνες τις φωνές που έμοιαζαν να είναι αμαθείς, απλοϊκές ή απροσάρμοστες.
And it wasn't the glaring inequality that made me want to cry, it wasn't the thought of hungry, homeless kids, it wasn't rage toward the one percent or pity toward the 99. No, I was disturbed because I had finally realized that I was the dialysis for a country that needed a kidney transplant. I realized that my story stood in for all those who were expected to pick themselves up by their bootstraps, even if they didn't have any boots; that my organization stood in for all the structural, systemic help that never went to Harlem or Appalachia or the Lower 9th Ward; that my voice stood in for all those voices that seemed too unlearned, too unwashed, too unaccommodated.
Και αυτή η ντροπή, αυτή η ντροπή με διαπέρασε σαν την ντροπή να κάθεσαι μπροστά στην τηλεόραση και να βλέπεις τον Πίτερ Τζένινγκς να αναγγέλει τη νέα χιλιετία ξανά και ξανά και ξανά. Είχα εξαπατηθεί, είχα πιαστεί κορόιδο, είχα ξεγελαστεί. Αλλά αυτή τη φορά, ο ψευτο-σωτήρας ήμουν εγώ.
And the shame of that, that shame washed over me like the shame of sitting in front of the television, watching Peter Jennings announce the new millennium again and again and again. I had been duped, hoodwinked, bamboozled. But this time, the false savior was me.
Βλέπετε, ήταν μακρύς ο δρόμος μου από εκείνη την Αγία Τράπεζα, τη νύχτα που νόμιζα ότι ο κόσμος θα τελείωνε. Από έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι μιλούσαν ασυνάρτητα και έβλεπαν τα βάσανα ως θεομηνία, και είχαν δεχτεί ένα κείμενο ως την αδιαμφισβήτητη αλήθεια. Ναι, έκανα τόσο δρόμο μόνο και μόνο για να βρεθώ ακριβώς εκεί απ' όπου ξεκίνησα.
You see, I've come a long way from that altar on the night I thought the world would end, from a world where people spoke in tongues and saw suffering as a necessary act of God and took a text to be infallible truth. Yes, I've come so far that I'm right back where I started.
Επειδή δεν αληθεύει ότι ζούμε σε μια εποχή δυσπιστίας. Όχι, σήμερα πιστεύουμε ακριβώς όπως και στο παρελθόν. Κάποιοι ίσως να πιστεύουμε στις προφητείες της Μπρενέ Μπράουν ή του Τόνι Ρόμπινς. Ίσως η Βίβλος μας είναι το περιοδικό The New Yorker ή το Harvard Business Review. Μπορεί να έχουμε βαθιά πίστη σ' αυτά που λατρεύουμε εδώ, στην εκκλησία του TED. Θέλουμε απελπισμένα να πιστεύουμε, έχουμε ανάγκη να πιστεύουμε. Μιλάμε όπως οι χαρισματικοί ηγέτες που υπόσχονται να λύσουν όλα μας τα προβλήματα. Βλέπουμε τα βάσανα ως την αναγκαία συνέπεια του καπιταλισμού που είναι ο θεός μας. Θεωρούμε κάθε πρόοδο της τεχνολογίας ως την αδιαμφισβήτητη αλήθεια. Και με δυσκολία συνειδητοποιούμε το ανθρώπινο τίμημα που πληρώνουμε όταν αποτυγχάνουμε να θέσουμε υπό αμφισβήτηση ένα τούβλο, επειδή φοβόμαστε ότι θα κλονιστούν τα θεμέλιά μας.
Because it simply is not true to say that we live in an age of disbelief -- no, we believe today just as much as any time that came before. Some of us may believe in the prophecy of Brené Brown or Tony Robbins. We may believe in the bible of The New Yorker or the Harvard Business Review. We may believe most deeply when we worship right here at the church of TED, but we desperately want to believe, we need to believe. We speak in the tongues of charismatic leaders that promise to solve all our problems. We see suffering as a necessary act of the capitalism that is our god, we take the text of technological progress to be infallible truth. And we hardly realize the human price we pay when we fail to question one brick, because we fear it might shake our whole foundation.
Αλλά αν σας αναστατώνουν όλα τα ανήθικα πράγματα που καταλήξαμε να αποδεχόμαστε, τότε μάλλον ήρθε η ώρα να προβληματιστούμε. Οπότε δεν έχω κάποιο ευγγέλιο διατάραξης ή καινοτομίας ή κάποια τελική ανάλυση. Για την ακρίβεια, δεν έχω κάποιο ευαγγέλιο πίστης να μοιραστώ μαζί σας. Έχω και σας προσφέρω ένα ευαγγέλιο αμφιβολίας. Το ευαγγέλιο της αμφιβολίας δεν σας ζητάει να πάψτε να πιστεύετε. Σας ζητάει να πιστέψτε σε κάτι καινούργιο: Ότι είναι δυνατόν κάποιος να μην πιστεύει, ότι είναι δυνατόν οι απαντήσεις μας να είναι λάθος, ότι είναι δυνατόν οι ίδιες οι ερωτήσεις μας να είναι λάθος. Ναι, το ευαγγέλιο της αμφιβολίας σημαίνει ότι υπάρχει η πιθανότητα εμείς, σε αυτή τη σκηνή, σε αυτή την αίθουσα, να κάνουμε λάθος, επειδή εγείρει το ερώτημα: Γιατί; Αφού έχουμε τόση δύναμη στα χέρια μας, γιατί υποφέρουν ακόμα τόσο πολύ οι άνθρωποι;
But if you are disturbed by the unconscionable things that we have come to accept, then it must be questioning time. So I have not a gospel of disruption or innovation or a triple bottom line. I do not have a gospel of faith to share with you today, in fact. I have and I offer a gospel of doubt. The gospel of doubt does not ask that you stop believing, it asks that you believe a new thing: that it is possible not to believe. It is possible the answers we have are wrong, it is possible the questions themselves are wrong. Yes, the gospel of doubt means that it is possible that we, on this stage, in this room, are wrong. Because it raises the question, "Why?" With all the power that we hold in our hands, why are people still suffering so bad?
Αυτή η αμφιβολία με οδηγεί να μοιραστώ μαζί σας ότι η οργάνωσή μου, MBAs της Αμερικής, δεν λειτουργεί πλέον. Απολύσαμε το προσωπικό μας και κλείσαμε τις πόρτες μας και θα μοιράσουμε δωρεάν τις γνώσεις μας σε οποιονδήποτε θεωρεί πως έχει τη δύναμη να κάνει αυτό το έργο, χωρίς να χρειάζεται την άδειά μας. Αυτή η αμφιβολία με αναγκάζει να αρνηθώ το ρόλο του σωτήρα που μερικοί μου προσέδωσαν, επειδή έχουμε ελάχιστο χρόνο και λίγες πιθανότητες για να περιμένουμε δεύτερες παρουσίες, όταν η αλήθεια είναι ότι εδώ δεν θα γίνουν θαύματα.
This doubt leads me to share that we are putting my organization, MBAs Across America, out of business. We have shed our staff and closed our doors and we will share our model freely with anyone who sees their power to do this work without waiting for our permission. This doubt compels me to renounce the role of savior that some have placed on me, because our time is too short and our odds are too long to wait for second comings, when the truth is that there will be no miracles here.
Και αυτή η αμφιβολία με τροφοδοτεί, μου δίνει την ελπίδα πως όταν τα προβλήματα μας ξεπερνούν, όταν οι δρόμοι που μας δείχνουν φαίνεται να οδηγούν στον αφανισμό μας, όταν οι θεραπευτές μας δεν ανακουφίζουν τις πληγές μας, δεν θα είναι η τυφλή πίστη μας, όχι, θα είναι η ταπεινή αμφιβολία μας που θα ρίξει λίγο φως στο σκοτάδι της ζωής μας και του κόσμου μας. Κι ας υψώσουμε τη φωνή μας για να ψιθυρίσουμε ή να φωνάξουμε ή για να το πω απλά, πολύ απλά: Πρέπει να υπάρχει κι άλλος τρόπος.
And this doubt, it fuels me, it gives me hope that when our troubles overwhelm us, when the paths laid out for us seem to lead to our demise, when our healers bring no comfort to our wounds, it will not be our blind faith -- no, it will be our humble doubt that shines a little light into the darkness of our lives and of our world and lets us raise our voice to whisper or to shout or to say simply, very simply, "There must be another way."
Σας ευχαριστώ. (Χειροκρότημα)
Thank you. (Applause)