Γεια σας. Λοιπόν, αυτός εδώ ο τύπος νομίζει πως μπορεί να σας πει το μέλλον. Το όνομά του είναι Νοστράδαμος, αν και η εφημερίδα "The Sun" τον έχει κάνει να μοιάζει λίγο με τον Σον Κόνερι. (Γέλια)
Hi. So, this chap here, he thinks he can tell you the future. His name is Nostradamus, although here the Sun have made him look a little bit like Sean Connery. (Laughter)
Και, όπως οι περισσότεροι από εσάς, υποψιάζομαι, δεν πιστεύω πραγματικά ότι οι άνθρωποι μπορούν να δουν το μέλλον. Δεν πιστεύω στην πρόγνωση. Και κάθε τόσο ακούτε πως κάποιος ήταν σε θέση να προβλέπει κάτι που συνέβη στο μέλλον. και αυτό είναι πιθανό επειδή ήταν μία τυχαία επιτυχία κι εμείς ακούμε μόνο για τα τυχαία και τα παράδοξα. Δεν ακούμε για όλες τις περιπτώσεις που οι άνθρωποι κάνουν λάθη. Τώρα, αυτό είναι αναμενόμενο να συμβεί με ανόητες ιστορίες προγνώσεων, αλλά το πρόβλημα είναι ότι έχουμε ακριβώς το ίδιο πρόβλημα στον ακαδημαϊκό χώρο και στην ιατρική και, σε αυτό το περιβάλλον, κοστίζει ζωές.
And like most of you, I suspect, I don't really believe that people can see into the future. I don't believe in precognition, and every now and then, you hear that somebody has been able to predict something that happened in the future, and that's probably because it was a fluke, and we only hear about the flukes and about the freaks. We don't hear about all the times that people got stuff wrong. Now we expect that to happen with silly stories about precognition, but the problem is, we have exactly the same problem in academia and in medicine, and in this environment, it costs lives.
Έτσι, κατ'αρχήν, σχετικά με την πρόγνωση μόνο, όπως αποδεικνύεται, μόλις πέρυσι ένας ερευνητής ονόματι Ντάρυλ Μπεμ διεξήγαγε ένα κομμάτι έρευνας όπου βρήκε στοιχεία προγνωστικών δυνάμεων σε προπτυχιακούς μαθητές και δημοσιεύτηκε σε ένα επιστημονικό περιοδικό με ομότιμες αναφορές και οι περισσότεροι άνθρωποι που το διάβασαν είπαν, "Εντάξει, καλά, αλλά νομίζω ότι αυτή είναι μία συμπτωματική επιτυχία, ένα παράδοξο γιατί γνωρίζω πως αν έκανα μία μελέτη και δεν έβρισκα κανένα αποδεικτικό στοιχείο ότι οι προπτυχιακοί μαθητές είχαν προγνωστικές δυνάμεις αυτό, κατά πάσα πιθανότητα, δεν θα δημοσιευόταν σε ένα επιστημονικό περιοδικό. Και στην πραγματικότητα γνωρίζουμε ότι αυτό είναι αλήθεια επειδή διαφορετικές ομάδες ερευνητών προσπάθησαν να αναπαράγουν τα ευρήματα αυτής της προγνωστικής μελέτης και όταν τα υπέβαλαν στο ίδιο ακριβώς περιοδικό ο συντάκτης του περιοδικού είπε, ''Όχι, δεν ενδιαφερόμαστε να δημοσιεύσουμε αντιγραφές. Δεν ενδιαφερόμαστε για τα αρνητικά σας δεδομένα.'' Έτσι αυτό ήδη αποτελεί αποδείξη για το πώς, στην ακαδημαϊκή βιβλιογραφία, θα δούμε ένα μεροληπτικό δείγμα της αληθινής εικόνας του συνόλου των επιστημονικών μελετών που έχουν διεξαχθεί.
So firstly, thinking just about precognition, as it turns out, just last year a researcher called Daryl Bem conducted a piece of research where he found evidence of precognitive powers in undergraduate students, and this was published in a peer-reviewed academic journal and most of the people who read this just said, "Okay, well, fair enough, but I think that's a fluke, that's a freak, because I know that if I did a study where I found no evidence that undergraduate students had precognitive powers, it probably wouldn't get published in a journal. And in fact, we know that that's true, because several different groups of research scientists tried to replicate the findings of this precognition study, and when they submitted it to the exact same journal, the journal said, "No, we're not interested in publishing replication. We're not interested in your negative data." So this is already evidence of how, in the academic literature, we will see a biased sample of the true picture of all of the scientific studies that have been conducted.
Αλλά δε συμβαίνει μόνο στο στεγνό ακαδημαϊκό πεδίο της ψυχολογίας. Συμβαίνει επίσης, για παράδειγμα, στην έρευνα για τον καρκίνο. Έτσι, το Μάρτιο του 2012, μόλις πριν από ένα μήνα κάποιοι ερευνητές ανέφεραν στο περιοδικό ''Nature'' πως είχαν προσπαθήσει να επαναλάβουν 23 διαφορετικές επιστημονικές μελέτες εξετάζοντας πιθανούς στόχους θεραπείας για τον καρκίνο και, από αυτές τις 53 μελέτες, μπόρεσαν μόνο να επαναλάβουν με επιτυχία μόνο τις 6. 47 από αυτές τις 53 μελέτες ήταν μη αναπαράξιμες. Και λένε στις συζητήσεις τους ότι αυτό είναι αναμενόμενο επειδή τα παράδοξα δημοσιεύονται. Οι άνθρωποι κάνουν πάρα πολλές διαφορετικές μελέτες και οι περιπτώσεις οι οποίες έχουν αποτέλεσμα, δημοσιεύονται κι εκείνες που δεν έχουν, δε δημοσιεύονται. Και η πρώτη τους σύσταση για το πώς διορθώνεται αυτό το πρόβλημα - επειδή είναι ένα πρόβλημα, επειδή μας οδηγεί όλους σε αδιέξοδα - η πρώτη τους σύσταση για το πώς διορθώνεται αυτό το πρόβλημα είναι να διευκολύνουμε τη δημοσίευση αρνητικών αποτελεσμάτων στο τομέα της επιστήμης και να αλλάξουμε τα κίνητρα ώστε οι επιστήμονες να ενθαρρύνονται να δημοσιεύουν περισσότερα από τα αρνητικά τους αποτελέσματα.
But it doesn't just happen in the dry academic field of psychology. It also happens in, for example, cancer research. So in March, 2012, just one month ago, some researchers reported in the journal Nature how they had tried to replicate 53 different basic science studies looking at potential treatment targets in cancer, and out of those 53 studies, they were only able to successfully replicate six. Forty-seven out of those 53 were unreplicable. And they say in their discussion that this is very likely because freaks get published. People will do lots and lots and lots of different studies, and the occasions when it works they will publish, and the ones where it doesn't work they won't. And their first recommendation of how to fix this problem, because it is a problem, because it sends us all down blind alleys, their first recommendation of how to fix this problem is to make it easier to publish negative results in science, and to change the incentives so that scientists are encouraged to post more of their negative results in public.
Αλλά αυτό δεν συμβαίνει μόνο σε ένα πολύ 'αποστειρωμένο' κόσμο βασικής προκλινικής επιστημονικής έρευνας για τον καρκίνο. Συμβαίνει επίσης και στην πραγματική σάρκα και αίμα του ακαδημαϊκού τομέα της ιατρικής. Έτσι, το 1980, ορισμένοι ερευνητές έκαναν μία μελέτη σχετικά με ένα φάρμακο ονόματι λορκαϊνίδη, που ήταν αντιαρρυθμικό φάρμακο, ένα φάρμακο που καταστέλλει τις διαταραχές του καρδιακού ρυθμού, με το σκεπτικό ότι, μετά από μία καρδιακή προσβολή, αρκετά πιθανό να παρουσιαστούν καρδιακές αρρυθμίες. Έτσι, εάν χορηγήσουμε ένα φάρμακο που καταστέλλει τις διαταραχές των καρδιακών ρυθμών, αυτό θα αυξήσει τις πιθανότητες επιβίωσης του ασθενή. Στην αρχή αυτής της μελέτης έκαναν μία πολύ μικρή δοκιμή σε μόλις εκατό ασθενείς. 50 ασθενείς έλαβαν λορκαϊνίδη και, από αυτούς, οι 10 πέθαναν. Άλλοι 50 ασθενείς έλαβαν ένα εικονικό χάπι ζάχαρης, χωρίς δραστικό συστατικό, και μόνο ένας από αυτούς πέθανε. Έτσι το φάρμακο αυτό θεωρήθηκε δικαίως ως μία αποτυχία και η εμπορική του ανάπτυξη σταμάτησε και, λόγω αυτής της εμπορικής διακοπής, αυτή η μελέτη ποτέ δε δημοσιεύτηκε.
But it doesn't just happen in the very dry world of preclinical basic science cancer research. It also happens in the very real, flesh and blood of academic medicine. So in 1980, some researchers did a study on a drug called lorcainide, and this was an anti-arrhythmic drug, a drug that suppresses abnormal heart rhythms, and the idea was, after people have had a heart attack, they're quite likely to have abnormal heart rhythms, so if we give them a drug that suppresses abnormal heart rhythms, this will increase the chances of them surviving. Early on its development, they did a very small trial, just under a hundred patients. Fifty patients got lorcainide, and of those patients, 10 died. Another 50 patients got a dummy placebo sugar pill with no active ingredient, and only one of them died. So they rightly regarded this drug as a failure, and its commercial development was stopped, and because its commercial development was stopped, this trial was never published.
Δυστυχώς, κατά την διάρκεια των επόμενων πέντε, δέκα χρόνων άλλες εταιρείες είχαν την ίδια ιδέα σχετικά με φάρμακα που θα εμπόδίζαν τις αρρυθμίες σε ανθρώπους που είχαν υποστεί καρδιακή προσβολή. Αυτά τα φάρμακα βγήκαν στις αγορές. Συνταγογραφήθηκαν ευρέως επειδή η καρδιακή προσβολή είναι μία πολύ κοινή εκδήλωση Και μας πήρε τόσο διάστημα να ανακαλύψουμε ότι αυτά τα φάρμακα προκάλεσαν επίσης αύξηση του ποσοστού θανάτων ώστε, προτού εντοπίσουμε αυτό το σήμα ασφαλείας, πάνω από 100.000 άνθρωποι πέθαναν άδικα στην Αμερική από την συνταγογράφηση αντιαρρυθμικών φαρμάκων.
Unfortunately, over the course of the next five, 10 years, other companies had the same idea about drugs that would prevent arrhythmias in people who have had heart attacks. These drugs were brought to market. They were prescribed very widely because heart attacks are a very common thing, and it took so long for us to find out that these drugs also caused an increased rate of death that before we detected that safety signal, over 100,000 people died unnecessarily in America from the prescription of anti-arrhythmic drugs.
Τώρα, πραγματικά, το 1993, οι ερευνητές που έκαναν εκείνη τη μελέτη του 1980, εκείνη την αρχική μελέτη δημοσίευσαν μία παραδοχή λάθους προς την επιστημονική κοινότητα στην οποία έλεγαν: ''Όταν πραγματοποιήσαμε την μελέτη μας το 1980, πιστέψαμε πως το αυξημένο ποσοστό θανάτου που παρατηρήθηκε στην ομάδα που έπαιρνε λορκαϊνίδη ήταν ένα τυχαίο αποτέλεσμα." Η πορεία της λορκαϊνίδης εγκαταλείφθηκε για εμπορικούς λόγους και αυτή η μελέτη δεν δημοσιεύτηκε ποτέ· τώρα είναι ένα καλό παράδειγμα 'μεροληπτικής δημοσίευσης'. Αυτός είναι ο τεχνικός όρος για το φαινόμενο όπου τα μη κολακαυτικά δεδομένα χάνονται, μένουν αδημοσίευτα, αγνοούνται στην πορεία και λένε ότι τα αποτελέσματα που περιγράφονται εδώ ''ίσως να παρείχαν μία έγκαιρη προειδοποίηση των προβλημάτων που θα εμφανιζόταν προσεχώς.''
Now actually, in 1993, the researchers who did that 1980 study, that early study, published a mea culpa, an apology to the scientific community, in which they said, "When we carried out our study in 1980, we thought that the increased death rate that occurred in the lorcainide group was an effect of chance." The development of lorcainide was abandoned for commercial reasons, and this study was never published; it's now a good example of publication bias. That's the technical term for the phenomenon where unflattering data gets lost, gets unpublished, is left missing in action, and they say the results described here "might have provided an early warning of trouble ahead."
Τώρα, αυτές είναι ιστορίες από τον τομέα των βασικών επιστημών. Είναι ιστορίες πριν από 20, 30 χρόνια. Το ακαδημαϊκό περιβάλλον δημοσιεύσεων είναι πολύ διαφορετικό σήμερα. Υπάρχουν ακαδημαϊκά περιοδικά όπως το ''Trials,'' το περιοδικό ανοικτής πρόσβασης, το οποίο θα δημοσιεύει κάθε δοκιμή που διεξάγεται σε ανθρώπους ανεξάρτητα από το αν έχει θετικό ή αρνητικό αποτέλεσμα. Αλλά αυτό πρόβλημα των αρνητικών αποτελεσμάτων τα οποία χάνονται στην πορεία εξακολουθεί να είναι πολύ κυρίαρχο. Στην πραγματικότητα, είναι τόσο κυρίαρχο που χτυπάει την καρδιά της τεκμηριωμένης ιατρικής. Λοιπόν, αυτό είναι ένα φάρμακο που ονομάζεται ρεβοξετίνη και αυτή είναι μία φαρμακευτική ουσία την οποία εγώ ο ίδιος έχω συνταγογραφήσει. Είναι αντικαταθλιπτικό. Είμαι πολύ σχολαστικός γιατρός. Γι'αυτό, διάβασα όσες μελέτες μπορούσα για αυτή την ουσία. Διάβασα τη μοναδική μελέτη που δόθηκε στη δημοσιότητα, που έδειξε πως η ρεβοξετίνη είναι καλύτερη από το εικονικό φάρμακο. και διάβασα και τις άλλες τρεις μελέτες που δημοσιεύτηκαν και έδειξαν ότι η ρεβοξετίνη ήταν εξίσου καλή με οποιαδήποτε άλλο αντικαταθλιπτικό και, επειδή αυτός ο ασθενής δεν είχε τα επιθυμητά αποτελέσματα με τα άλλα αντικαταθλιπτικά, σκέφτηκα, καλά, η ρεβοξετίνη είναι εξίσου καλή. Αυτή χρειάζεται να δοκιμάσουμε. Όμως αποδείχτηκε ότι παραπλανήθηκα. Στην πραγματικότητα, επτά δοκιμές διεξήχθησαν συγκρίνοντας την ρεβοξετίνη κατά του εικονικού χαπιού ζάχαρης. Μία από αυτές ήταν θετική και αυτή δημοσιεύτηκε, αλλά έξι απ'αυτές ήταν αρνητικές και παρέμειναν αδημοσίευτες. Τρεις κλινικές δοκιμές δημοσιεύτηκαν συγκρίνοντας την ρεβοξετίνη με άλλα αντικαταθλιπτικά, στις οποίες η ρεβοξετίνη ήταν εξίσου καλή, και αυτές δημοσιεύτηκαν. Aλλά, τρεις φορές συλλέχθηκαν στοιχεία ασθενών τα οποία έδειξαν ότι η ρεβοξετίνη είναι χειρότερη από εκείνες τις άλλες θεραπείες, και αυτές οι μελέτες δεν δημοσιεύτηκαν. Ένιωσα παραπλανημένος.
Now these are stories from basic science. These are stories from 20, 30 years ago. The academic publishing environment is very different now. There are academic journals like "Trials," the open access journal, which will publish any trial conducted in humans regardless of whether it has a positive or a negative result. But this problem of negative results that go missing in action is still very prevalent. In fact it's so prevalent that it cuts to the core of evidence-based medicine. So this is a drug called reboxetine, and this is a drug that I myself have prescribed. It's an antidepressant. And I'm a very nerdy doctor, so I read all of the studies that I could on this drug. I read the one study that was published that showed that reboxetine was better than placebo, and I read the other three studies that were published that showed that reboxetine was just as good as any other antidepressant, and because this patient hadn't done well on those other antidepressants, I thought, well, reboxetine is just as good. It's one to try. But it turned out that I was misled. In fact, seven trials were conducted comparing reboxetine against a dummy placebo sugar pill. One of them was positive and that was published, but six of them were negative and they were left unpublished. Three trials were published comparing reboxetine against other antidepressants in which reboxetine was just as good, and they were published, but three times as many patients' worth of data was collected which showed that reboxetine was worse than those other treatments, and those trials were not published. I felt misled.
Τώρα ίσως πείτε, καλά, αυτό είναι ένα εξαιρετικά ασυνήθιστο παράδειγμα και δεν θα ήθελα να είμαι ένοχος για το ίδιο είδους προσεκτικής κι επιλεκτικής αναφοράς για την οποία κατηγορώ άλλους ανθρώπους. Όμως, όπως αποδεικνύεται, αυτό το φαινόμενο της μεροληπτικής δημοσίευσης έχει πράγματι μελετηθεί πάρα πολύ καλά. Λοιπόν, να ένα παράδειγμα για το πώς μπορείτε να την προσεγγίσετε. Το κλασικό μοντέλο είναι το εξής: παίρνετε ένα πλήθος μελετών που γνωρίζετε ότι έχουν διεξαχθεί και ολοκληρωθεί και στη συνέχεια ψάχνετε αν αυτές έχουν δημοσιευτεί κάπου στην ακαδημαϊκή βιβλιογραφία. Έτσι αυτό χρησιμοποίησε όλες τις μελέτες που είχαν ποτέ διεξαχθεί για αντικαταθλιπτικά φάρμακα που εγκρίθηκαν για μια δεκαπενταετία από την Αμερικανική Διεύθυνση Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA). Πήραν όλες τις μελέτες που υποβλήθηκαν στην FDA ως μέρος του πακέτου έγκρισης. Άρα, αυτό δεν είναι το σύνολο των μελετών που έχουν ποτέ διεξαχθεί γι' αυτά τα φάρμακα επειδή δεν μπορούμε ποτέ να γνωρίζουμε αν έχουμε αυτές τις μελέτες. Όμως, είναι αυτές που διεξήχθησαν με σκοπό να πάρουν την άδεια κυκλοφορίας. Κι έπειτα, πήγαν να δουν αν αυτές οι μελέτες είχαν δημοσιευτεί σε oμότιμες ακαδημαϊκές βιβλιογραφίες και αναφορές. Και ιδού τι βρήκαν. Ήταν λίγο πολύ χωρισμένες 50 - 50. Στην πραγματικότητα, μισές από αυτές τις μελέτες ήταν θετικές και οι άλλες μισές ήταν αρνητικές. Αλλά όταν έψαξαν αυτές τις κλινικές μελέτες στην ομότιμα αξιολογημένη ακαδημαϊκή βιβλιογραφία, αυτό που βρήκαν ήταν μία πολύ διαφορετική εικόνα. Μόνο τρεις από τις αρνητικές μελέτες δημοσιεύτηκαν, αλλά από τις θετικές μελέτες δημοσιεύτηκαν όλες εκτός από μία. Τώρα εάν αναβοσβήσουμε αυτά τα δύο μπορείτε να δείτε τι συγκλονιστική διαφορά υπήρχε ανάμεσα στην πραγματικότητα και σε αυτό που οι γιατροί, οι ασθενείς οι επίτροποι των υπηρεσιών υγείας και οι ακαδημαϊκοί ήταν σε θέση να δουν στην ομότιμα αξιολογημένη ακαδημαϊκή βιβλιογραφία. Ήμασταν παραπλανημένοι και αυτό είναι ένα συστηματικό σφάλμα στην καρδιά της ιατρικής.
Now you might say, well, that's an extremely unusual example, and I wouldn't want to be guilty of the same kind of cherry-picking and selective referencing that I'm accusing other people of. But it turns out that this phenomenon of publication bias has actually been very, very well studied. So here is one example of how you approach it. The classic model is, you get a bunch of studies where you know that they've been conducted and completed, and then you go and see if they've been published anywhere in the academic literature. So this took all of the trials that had ever been conducted on antidepressants that were approved over a 15-year period by the FDA. They took all of the trials which were submitted to the FDA as part of the approval package. So that's not all of the trials that were ever conducted on these drugs, because we can never know if we have those, but it is the ones that were conducted in order to get the marketing authorization. And then they went to see if these trials had been published in the peer-reviewed academic literature. And this is what they found. It was pretty much a 50-50 split. Half of these trials were positive, half of them were negative, in reality. But when they went to look for these trials in the peer-reviewed academic literature, what they found was a very different picture. Only three of the negative trials were published, but all but one of the positive trials were published. Now if we just flick back and forth between those two, you can see what a staggering difference there was between reality and what doctors, patients, commissioners of health services, and academics were able to see in the peer-reviewed academic literature. We were misled, and this is a systematic flaw in the core of medicine.
Πράγματι, υπάρχουν τόσες πολλές μελέτες που διεξάγονται σχετικά με τη μεροληπτική δημοσίευση σήμερα - πάνω από 100 - οι οποίες έχουν συλλεχθεί σε συστηματική ανασκόπηση που δημοσιεύτηκε το 2010 και οι οποίες συμπεριέλαβαν κάθε μελέτη για μεροληπτική δημοσίευση που μπόρεσε να βρεθεί. Η μεροληπτική δημοσίευση επηρεάζει κάθε τομέα της ιατρικής. Κατά μέσο όρο, περίπου οι μισές από όλες τις μελέτες εξαφανίζονται στην πορεία και γνωρίζουμε ότι τα θετικά ευρήματα έχουν περίπου διπλάσιες πιθανότητες να δημοσιευθούν ως αρνητικά ευρήματα.
In fact, there have been so many studies conducted on publication bias now, over a hundred, that they've been collected in a systematic review, published in 2010, that took every single study on publication bias that they could find. Publication bias affects every field of medicine. About half of all trials, on average, go missing in action, and we know that positive findings are around twice as likely to be published as negative findings.
Αυτό είναι ένας καρκίνος στην καρδιά της τεκμηριωμένης ιατρικής. Εάν έστριβα ένα νόμισμα 100 φορές αλλά μετά σας έκρυβα τα μισά αποτελέσματα, θα μπορούσα να το κάνω να μοιάζει σαν να είχα ένα νόμισμα που πάντα ερχόταν κορώνα. Αλλά αυτό δεν θα σήμαινε πως θα είχα ένα νόμισμα μόνο με κορώνες. Αυτό θα σημαίνει πως θα ήμουν ένας ανέντιμος καιροσκόπος και εσύ θα ήσουν ένας ηλίθιος που με άφησες να την βγάλω καθαρή. (Γέλια) Όμως αυτό είναι ακριβώς αυτό που ανεχόμαστε τυφλά στο σύνολo της τεκμηριωμένης ιατρικής. Και για μένα, αυτή είναι μία ηθική ερευνητική παρεκτροπή. Αν πραγματοποιούσα μια μελέτη και παρακρατούσα μισά από τα στοιχεία δεδομένων από αυτή τη μια μελέτη, θα με κατηγορούσατε δικαίως κι ευθέως για ερευνητική απάτη. Κι όμως, για κάποιο λόγο, εάν κάποιος διεξάγει 10 μελέτες αλλά δημοσιεύσει μόνο τις 5 με τα αποτελέσματα που εκείνος θέλει δεν θεωρούμε ότι αυτό είναι παρεκτροπή από την ερευνητική δεοντολογία. Και όταν αυτή η ευθύνη διαχέεται μέσα σε ένα ολόκληρο δικτύο από ερευνητές, ακαδημαϊκούς χορηγούς εταιρειών και συντάκες περιοδικών, για κάποιο λόγο, το βρίσκουμε πιο αποδεκτό. Αλλά το αποτέλεσμα για τους ασθενείς είναι καταδικαστικό.
This is a cancer at the core of evidence-based medicine. If I flipped a coin 100 times but then withheld the results from you from half of those tosses, I could make it look as if I had a coin that always came up heads. But that wouldn't mean that I had a two-headed coin. That would mean that I was a chancer and you were an idiot for letting me get away with it. (Laughter) But this is exactly what we blindly tolerate in the whole of evidence-based medicine. And to me, this is research misconduct. If I conducted one study and I withheld half of the data points from that one study, you would rightly accuse me, essentially, of research fraud. And yet, for some reason, if somebody conducts 10 studies but only publishes the five that give the result that they want, we don't consider that to be research misconduct. And when that responsibility is diffused between a whole network of researchers, academics, industry sponsors, journal editors, for some reason we find it more acceptable, but the effect on patients is damning.
Και αυτό συμβαίνει τώρα, στις μέρες μας. Αυτό είναι ένα φάρμακο που ονομάζεται Ταμιφλού. Το Ταμιφλού είναι ένα φάρμακο για το οποίο οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο έχουν ξοδέψει δισεκατομμύρια και δισεκατομμύρια δολάρια για τη δημιουργία αποθέματος. Κι έχουμε δημιουργήσει αποθέματα Ταμιφλού πανικόβλητοι, με την πεποίθηση ότι αυτό θα μειώσει το ποσοστό των επιπλοκών της γρίπης. Ο όρος 'επιπλοκές' είναι ένας ιατρικός ευφημισμός για την πνευμονία και το θάνατο. (Γέλια) Τώρα όταν οι συστηματικοί κριτικοί της βάσης δεδομένων Κοχρέιν προσπαθούσαν να συλλέξουν όλα τα δεδομένα από όλες τις δοκιμές που είχαν ποτέ διεξαχθεί για το αν το Ταμιφλού έκανε πραγματικά κάτι τέτοιο ή όχι βρήκαν ότι αρκετές από εκείνες τις μελέτες ήταν αδημοσίευτες. Τα αποτελέσματα ήταν μη διαθέσιμα γι' αυτούς. Και όταν άρχισαν να αποκτούν τις δημοσιευμένες αναφορές αυτών των δοκιμών με διάφορους τρόπους βάσει αιτήσεων του Νόμου περί Ελευθερίας της Πληροφόρησης, ενοχλώντας επίμονα διάφορες οργανώσεις, αυτό που βρήκαν ήταν αντιφατικό. Και όταν προσπάθησαν να αποκτήσουν τις εκθέσεις των κλινικών μελετών, τις 10.000 σελίδες εγγράφων που έχουν την καλύτερη δυνατή ερμηνεία των πληροφοριών τους είπαν ότι δεν είχαν την δυνατότητα να τα έχουν. Και αν θέλετε να διαβάσετε την πλήρη αλληλογραφία, τις δικαιολογίες και τις εξηγήσεις που δώθηκαν από τη φαρμακευτική εταιρεία, μπορείτε να τα δείτε δημοσιευμένα στην έκδοση αυτής της εβδομάδας του περιοδικού PLOS Medicine.
And this is happening right now, today. This is a drug called Tamiflu. Tamiflu is a drug which governments around the world have spent billions and billions of dollars on stockpiling, and we've stockpiled Tamiflu in panic, in the belief that it will reduce the rate of complications of influenza. Complications is a medical euphemism for pneumonia and death. (Laughter) Now when the Cochrane systematic reviewers were trying to collect together all of the data from all of the trials that had ever been conducted on whether Tamiflu actually did this or not, they found that several of those trials were unpublished. The results were unavailable to them. And when they started obtaining the writeups of those trials through various different means, through Freedom of Information Act requests, through harassing various different organizations, what they found was inconsistent. And when they tried to get a hold of the clinical study reports, the 10,000-page long documents that have the best possible rendition of the information, they were told they weren't allowed to have them. And if you want to read the full correspondence and the excuses and the explanations given by the drug company, you can see that written up in this week's edition of PLOS Medicine.
Και το πιο συγκλονιστικό γεγονός από όλα αυτά, για εμένα, δεν είναι μόνο ότι αυτό αποτελεί πρόβλημα, ούτε μόνο ότι εμείς αναγνωρίζουμε πως αυτό είναι ένα πρόβλημα, αλλά ότι έπρεπε να υποστούμε τις προσποιητές διορθώσεις. Είχαμε ανθρώπους που προσποιούνταν ότι αυτό είναι ένα πρόβλημα που μπορεί να διορθωθεί. Πρώτα από όλα, είχαμε τα μητρώα των ερευνών και όλοι είπαν ε ε.. εντάξει. Θα τους βάλουμε όλους να καταχωρήσουν τις μελέτες τους, θα αναρτήσουν το πρωτόκολλο θα πουν τι πρόκειται να κάνουν προτού το κάνουν και, στη συνέχεια, θα είμαστε σε θέση να ελέγξουμε και να δούμε αn όλες αυτές οι δοκιμές οι οποίες έχουν διεξαχθεί και ολοκληρωθεί, έχουν δημοσιευτεί. Αλλά οι άνθρωποι δεν μπήκαν στον κόπο να χρησιμοποιήσουν αυτά τα μητρώα. Κι έτσι στη συνέχεια εμφανίστηκε η Διεθνής Επιτροπή Συντακτών Ιατρικών Περιοδικών και είπαν: ε, καλά, θα τηρήσουμε μία γραμμή. Δεν θα δημοσιεύσουμε κανένα περιοδικό, δεν θα δημοσιεύσουμε καμία δοκιμή εκτός κι αν καταχωρήθηκαν προτού ξεκινήσουν. Αλλά η επιτροπή δεν τήρησε τη γραμμή. Το 2008 διεξήχθη μία έρευνα η οποία έδειξε ότι το μισό του συνόλου των δοκιμών που δημοσιεύτηκαν από περιοδικά που εκδόθηκαν από μέλη της Διεθνούς Επιτροπής Συντακτών Ιατρικών Περιοδικών (ICMJE) δεν είχαν καταγραφεί σωστά και το ένα τέταρτο από αυτές δεν είχαν καταχωρηθεί καν. Και τελικά, πέρασε μία τροπολογία νόμου της FDA πριν κανά δύο χρόνια, που ανέφερε πως οποιοσδήποτε διεξάγει κλινική έρευνα πρέπει να παρουσιάζει τα αποτελέσματα αυτής της δοκιμής μέσα σε ένα χρόνο. Και στο περιοδικό BMJ, στην πρώτη έκδοση του Ιανουαρίου το 2012, μπορείτε να δείτε μία μελέτη η οποία δείχνει εάν οι άνθρωποι τηρούν την εν' λόγω απόφαση και αυτό που αποδεικνύεται είναι ότι μόνο ο ένας στους πέντε την έχει τηρήσει.
And the most staggering thing of all of this, to me, is that not only is this a problem, not only do we recognize that this is a problem, but we've had to suffer fake fixes. We've had people pretend that this is a problem that's been fixed. First of all, we had trials registers, and everybody said, oh, it's okay. We'll get everyone to register their trials, they'll post the protocol, they'll say what they're going to do before they do it, and then afterwards we'll be able to check and see if all the trials which have been conducted and completed have been published. But people didn't bother to use those registers. And so then the International Committee of Medical Journal Editors came along, and they said, oh, well, we will hold the line. We won't publish any journals, we won't publish any trials, unless they've been registered before they began. But they didn't hold the line. In 2008, a study was conducted which showed that half of all of trials published by journals edited by members of the ICMJE weren't properly registered, and a quarter of them weren't registered at all. And then finally, the FDA Amendment Act was passed a couple of years ago saying that everybody who conducts a trial must post the results of that trial within one year. And in the BMJ, in the first edition of January, 2012, you can see a study which looks to see if people kept to that ruling, and it turns out that only one in five have done so.
Αυτό είναι σκέτη καταστροφή. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τις αληθινές επιπτώσεις των φαρμάκων που συνταγογραφούμε εάν δεν έχουμε πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες.
This is a disaster. We cannot know the true effects of the medicines that we prescribe if we do not have access to all of the information.
Και αυτό δεν είναι και τόσο δύσκολο πρόβλημα προς επιδιόρθωση. Πρέπει να υποχρεώσουμε ανθρώπους να δημοσιεύσουν όλες τις κλινικές έρευνες που διεξάγονται σε ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένων και των παλαιών, επειδή η τροπολογία νόμου της FDA ζητά μόνο να δημοσιευτούν οι δοκιμές που διεξήχθησαν μετά το 2008, και δεν γνωρίζω ποιος κόσμος είναι αυτός στον οποίον ασκούμε ιατρική με βάση τις δοκιμές που έχουν ολοκληρωθεί τα τελευταία δύο χρόνια, Χρειάζεται να δημοσιεύσουμε όλες τις έρευνες που διεξάγονται σε ανθρώπους συμπεριλαμβανομένων και των παλαιότερων ερευνών, για όλα τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται σήμερα και χρειάζεται να πείτε σε όλους όσους γνωρίζετε ότι αυτό είναι ένα πρόβλημα και ότι ακόμη δεν έχει επιδιορθωθεί. Σας ευχαριστώ πολύ. (Χειροκρότημα) (Χειροκρότημα)
And this is not a difficult problem to fix. We need to force people to publish all trials conducted in humans, including the older trials, because the FDA Amendment Act only asks that you publish the trials conducted after 2008, and I don't know what world it is in which we're only practicing medicine on the basis of trials that completed in the past two years. We need to publish all trials in humans, including the older trials, for all drugs in current use, and you need to tell everyone you know that this is a problem and that it has not been fixed. Thank you very much. (Applause) (Applause)