Εχει αποδειχθεί ότι τα ανθρώπινα όντα, σε όλες τις εποχές και τους πολιτισμούς, δημιουργούν την ταυτότητά τους με κάποιας μορφής διήγηση. Από τη μητέρα στην κόρη, τον ιεροκήρυκα στο ποίμνιο, το δάσκαλο στον μαθητή, τον αφηγητή στο ακροατήριο. Είτε πρόκειται για ζωγραφική σπηλαίων ή για τις τελευταίες χρήσεις του διαδικτύου, τα ανθρώπινα όντα πάντα διηγούνταν τις ιστορίες και τις αλήθειες τους διαμέσου παραβολών και μύθων. Είμαστε συστηματικοί αφηγητές.
Evidence suggests that humans in all ages and from all cultures create their identity in some kind of narrative form. From mother to daughter, preacher to congregant, teacher to pupil, storyteller to audience. Whether in cave paintings or the latest uses of the Internet, human beings have always told their histories and truths through parable and fable. We are inveterate storytellers.
Με ποιον τρόπο, όμως, μέσα στον ολοένα και πιο σχισματικό και διασπασμένο μας κόσμο, προσφέρουμε εμπειρία κοινή σε όλους, που δεν διαμεσολαβείται από τον μανιώδη καταναλωτισμό μας; Ποια αφήγηση, ποια ιστορία, ποια ταυτότητα, ποιον ηθικό κώδικα μεταδίδουμε στους νέους μας;
But where, in our increasingly secular and fragmented world, do we offer communality of experience, unmediated by our own furious consumerism? And what narrative, what history, what identity, what moral code are we imparting to our young?
Ο κινηματογράφος είναι αναμφίβολα η πιο σημαντική μορφή τέχνης του 20ου αιώνα. Οι καλλιτέχνες του διηγήθηκαν ιστορίες που ξεπέρασαν τα εθνικά σύνορα, σε όσες γλώσσες, στυλ και φιλοσοφίες μπορεί κανείς να φανταστεί. Είναι, στ' αλήθεια, δύσκολο να βρεί κανείς ένα θέμα με το οποίο η φιλμογραφία δεν έχει ασχοληθεί. Στη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας υπήρξαμε μάρτυρες μιας τεράστιας ενοποίησης των παγκοσμίων μέσων, που τώρα κυριαρχούνται απο το πνεύμα των επιτυχιών του Χόλυγουντ. Σταδιακά μας προσφέρεται μια τροφή, στην οποία βασιλεύει η εντύπωση και όχι η αφήγηση. Αυτό που ήταν κοινός τόπος σε όλους μας πριν από 40 χρόνια-- η αφήγηση ιστοριών ανάμεσα στις γενιές-- είναι πλέον σπάνιο. Ως κινηματογραφίστρια με λυπεί. Ως άνθρωπο, βάζει μέσα μου το φόβο του Θεού. Τι είδους μέλλον μπορούν να οικοδομήσουν οι νέοι που έχουν τόση λίγη επίγνωση της προέλευσής τους και τόσο ελάχιστες αφηγήσεις των δυνατοτήτων; Υπάρχει μια ολοφάνερη ειρωνεία· η τεχνολογική πρόσβαση δεν υπήρξε ποτέ μεγαλύτερη, και η πολιτιστική ποτέ τόσο αδύναμη.
Cinema is arguably the 20th century's most influential art form. Its artists told stories across national boundaries, in as many languages, genres and philosophies as one can imagine. Indeed, it is hard to find a subject that film has yet to tackle. During the last decade we've seen a vast integration of global media, now dominated by a culture of the Hollywood blockbuster. We are increasingly offered a diet in which sensation, not story, is king. What was common to us all 40 years ago -- the telling of stories between generations -- is now rarified. As a filmmaker, it worried me. As a human being, it puts the fear of God in me. What future could the young build with so little grasp of where they've come from and so few narratives of what's possible? The irony is palpable; technical access has never been greater, cultural access never weaker.
΄Ετσι, λοιπόν, το 2006 στήσαμε το FILMCLUB, μια οργάνωση που διηύθυνε προβολές ταινιών σε σχολεία σε εβδομαδιαία βάση μετά από τις οποίες ακολουθούσαν συζητήσεις. Αν μπορούσαμε να εισβάλλουμε στα χρονικά των 100 χρόνων φιλμογραφίας, πιθανόν να μπορούσαμε να διαμορφώσουμε μια αφήγηση, που θα προσέδιδε νόημα στον αποσπασματικό και ανήσυχο κόσμο των νέων. Με δεδομένη την πρόσβαση στην τεχνολογία, ακόμη και το σχολείο ενός μικρού αγροτικού χωριού θα μπορούσε να προβάλλει ένα DVD στον πίνακα.
And so in 2006 we set up FILMCLUB, an organization that ran weekly film screenings in schools followed by discussions. If we could raid the annals of 100 years of film, maybe we could build a narrative that would deliver meaning to the fragmented and restless world of the young. Given the access to technology, even a school in a tiny rural hamlet could project a DVD onto a white board.
Τους πρώτους εννέα μήνες είχαμε 25 λέσχες σε όλο το Ην.Βασίλειο, το ηλικιακό φάσμα των παιδιών που παρακολουθούσαν μια ταινία 90 λεπτών χωρίς διακοπή ήταν από 5 μέχρι 18. Οργανώναμε και κατηγοριοποιούσαμε τις ταινίες ανάλογα με την εννοιολογική τους συνάφεια. Τις επέλεγαν όμως τα ίδια τα παιδιά, και γρήγορα διευρύνθηκε το ακροατήριο στην επιλογή της πιο πλούσιας και ποικιλόμορφης τροφής που μπορούσαμε να παρέχουμε. Το αποτέλεσμα, άμεσο. Ήταν μια βαθιά και μετασχηματιστική εκπαίδευση. Σε ομάδες, είτε μεγάλες των 150 είτε μικρές των τριών, αυτοί οι νέοι άνθρωποι ανακάλυπταν νέα μέρη, νέες σκέψεις, νέες προοπτικές. Προτού καλά-καλά ολοκληρωθεί ένα πιλοτικό σχολείο, είχαμε τα ονόματα χιλιάδων σχολείων που ήθελαν να συμμετέχουν.
In the first nine months we ran 25 clubs across the U.K., with kids in age groups between five and 18 watching a film uninterrupted for 90 minutes. The films were curated and contextualized. But the choice was theirs, and our audience quickly grew to choose the richest and most varied diet that we could provide. The outcome, immediate. It was an education of the most profound and transformative kind. In groups as large as 150 and as small as three, these young people discovered new places, new thoughts, new perspectives. By the time the pilot had finished, we had the names of a thousand schools that wished to join.
Η ταινία που άλλαξε τη ζωή μου είναι η ταινία του Βιτόριο Ντε Σίκα, του 1951, «Θαύμα στο Μιλάνο». Είναι μια αξιόλογη αναφορά στα παραγκόσπιτα, τη φτώχια και τη φιλοδοξία. Είχα δει την ταινία με αφορμή τα 50ά γενέθλια του πατέρα μου. Εκείνη την εποχή, τεχνολογία σήμαινε να νοικιάσουμε ένα σινεμά, να βρούμε και να πληρώσουμε για την εκτύπωση της ταινίας και τον τεχνικό προβολής. Για τον πατέρα μου όμως, η συναισθηματική και καλλιτεχνική σπουδαιότητα του οράματος του Ντε Σίκα ήταν τόσο σπουδαία που επέλεξε να γιορτάσει το μισό αιώνα ζωής του με τα τρία έφηβα παιδιά του και 30 φίλους τους , «Έτσι ώστε » είπε, « να μεταδώσω τη παγκέτα της φροντίδας και της ελπίδας στην επόμενη γενιά».
The film that changed my life is a 1951 film by Vittorio De Sica, "Miracle in Milan." It's a remarkable comment on slums, poverty and aspiration. I had seen the film on the occasion of my father's 50th birthday. Technology then meant we had to hire a viewing cinema, find and pay for the print and the projectionist. But for my father, the emotional and artistic importance of De Sica's vision was so great that he chose to celebrate his half-century with his three teenage children and 30 of their friends, "In order," he said, "to pass the baton of concern and hope on to the next generation."
Στην τελευταία σκηνή της ταινίας «Θαύμα στο Μιλάνο», κάτοικοι της παραγκούπολης πετούν προς στον ουρανό πάνω σε ιπτάμενα σκουπόξυλα. Εξήντα χρόνια απο τότε που έγινε η ταινία και 30 χρόνια από τότε που την είδα, βλέπω τη λάμψη του δέους σε πρόσωπα νέων, και τη δυσπιστία που είχα κι εγώ. Η ταχύτητα με την οποία κάνουν το συνειρμό με το «Slumdog Millionaire» ή με τις φαβέλες του Ρίο μαρτυρά την αντοχή της.
In the last shot of "Miracle in Milan," slum-dwellers float skyward on flying brooms. Sixty years after the film was made and 30 years after I first saw it, I see young faces tilt up in awe, their incredulity matching mine. And the speed with which they associate it with "Slumdog Millionaire" or the favelas in Rio speaks to the enduring nature.
Σε μια θεματική του FILMCLUB σχετική με δημοκρατία και κυβέρνηση, δείξαμε «Ο Κύριος Σμιθ πηγαίνει στην Ουάσινγκτον». Ταινία του 1939, παλαιότερη από τους παππούδες και τις γιαγιάδες των περισσότερων μελών μας. Οι κλασικές αξίες του Φρανκ Κάπρα -ανεξαρτησία και ευπρέπεια. Δείχνει πώς να κάνεις το σωστό, πώς να είσαι ηρωϊκά αδέξιος. Επίσης, είναι μια έκφραση πίστης στην πολιτική μηχανή ως μηχανισμού τιμής.
In a FILMCLUB season about democracy and government, we screened "Mr. Smith Goes to Washington." Made in 1939, the film is older than most of our members' grandparents. Frank Capra's classic values independence and propriety. It shows how to do right, how to be heroically awkward. It is also an expression of faith in the political machine as a force of honor.
Λίγο καιρό αφότου «Ο Κύριος Σμιθ» απέκτησε χαρακτήρα κλασικού φιλμ στο FILMCLUB υπήρξε μια ολονύχτια κωλυσιεργία στη Βουλή των Λόρδων. Με πολύ μεγάλη ευχαρίστηση διαπιστώσαμε ότι νεαρά παιδιά, απ' άκρη σ' άκρη της χώρας, εξηγούσαν, με δικαιοδοσία, την έννοια της κωλυσιεργίας και γιατί οι Λόρδοι είναι πιθανό να αψηφούν τον ύπνο τους σε βάση αρχής. 'Αλλωστε, ο Τζίμμυ Στιούαρτ κωλυσιεργούσε για δυο συνεχόμενες μπομπίνες.
Shortly after "Mr. Smith" became a FILMCLUB classic, there was a week of all-night filibustering in the House of Lords. And it was with great delight that we found young people up and down the country explaining with authority what filibustering was and why the Lords might defy their bedtime on a point of principle. After all, Jimmy Stewart filibustered for two entire reels.
Στην επιλογή του «Ξενοδοχείο Ρουάντα», διερεύνησαν την γενοκτονία στην πιο άγρια μορφή της. Προκάλεσε δάκρυα αλλά και διεισδυτικές ερωτήσεις σχετικά με τις άοπλες δυνάμεις τήρησης της ειρήνης και τη διττή διαπραγμάτευση της Δυτικής κοινωνίας, που δίνει αγώνες ηθικής έχοντας κατά νου τα αγαθά. ΄Οταν «Η Λίστα του Σίντλερ» απαίτησε ότι δεν ξεχνούν ποτέ, ένα παιδί με πόνο συνείδησης, παρατήρησε, «Ξεχάσαμε κιόλας», αλλιώς πώς πραγματοποιήθηκε το «Ξενοδοχείο Ρουάντα»;
In choosing "Hotel Rwanda," they explored genocide of the most brutal kind. It provoked tears as well as incisive questions about unarmed peace-keeping forces and the double-dealing of a Western society that picks its moral fights with commodities in mind. And when "Schindler's List" demanded that they never forget, one child, full of the pain of consciousness, remarked, "We already forgot, otherwise how did 'Hotel Rwanda' happen?"
Καθώς παρακολουθούσαν περισσότερες ταινίες, οι ζωές τους εμπλουτίστηκαν ολοφάνερα . Η ταινία «Πορτοφολάς» ξεκίνησε μια διαμάχη σχετικά με την στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων στους εγκληματίες. Το «Στον Κύριο μας με αγάπη», άναψε τους έφηβους θεατές. Γιόρτασαν μια αλλαγή στη στάση απέναντι στους μη λευκούς Βρετανούς, αλλά καταφέρθηκαν εναντίον του ταραγμένου σχολικού μας συστήματος που δεν εκτιμά την συλλογική ταυτότητα, σε αντίθεση με αυτήν που προσφέρεται από την προσεκτική διδασκαλία του Σίδνεϊ Πουατιέ.
As they watch more films their lives got palpably richer. "Pickpocket" started a debate about criminality disenfranchisement. "To Sir, with Love" ignited its teen audience. They celebrated a change in attitude towards non-white Britons, but railed against our restless school system that does not value collective identity, unlike that offered by Sidney Poitier's careful tutelage.
Μέχρι τώρα, αυτά τα σκεπόμενα,με άποψη και περιέργεια νεαρά παιδιά δεν το είχαν για τίποτα να ασχοληθούν με ταινίες κάθε μορφής-- ασπρόμαυρες, υποτιτλισμένες, ντοκιμαντέρ, περιπέτειες, φαντασίας-- και δεν το είχαν σε τίποτε να γράψουν λεπτομερειακές κριτικές που ανταγωνίζονταν στην υπεράσπιση μιας ταινίας έναντι κάποιας άλλης με παθιασμένο και σταδιακά εκλεπτυσμένο λόγο. ΄Εξι χιλιάδες κριτικές κάθε σχολική εβδομάδα, συναγωνιζόμενες για την τιμή να είναι η κριτική της εβδομάδας.
By now, these thoughtful, opinionated, curious young people thought nothing of tackling films of all forms -- black and white, subtitled, documentary, non-narrative, fantasy -- and thought nothing of writing detailed reviews that competed to favor one film over another in passionate and increasingly sophisticated prose. Six thousand reviews each school week vying for the honor of being review of the week.
Από 25 λέσχες, γίναμε εκατοντάδες, μετά χιλιάδες, μέχρι που ο αριθμός των παιδιών έφτασε το τέταρτο του εκατομμυρίου σε 7.000 λέσχες σε όλη την χώρα. Αν και οι αριθμοί ήταν και συνεχίζουν να είναι εκπληκτικοί, αυτό που ήταν ακόμη πιο εκπληκτικό ήταν πώς η εμπειρία σημαντικής αμφισβήτησης μεταφράστηκε σε ζωή. Κάποια παιδιά άρχισαν να συζητούν με τους γονείς τους, άλλα με τους δασκάλους τους ή με φίλους τους. Όσα δεν είχαν φίλους, άρχισαν να αποκτούν.
From 25 clubs, we became hundreds, then thousands, until we were nearly a quarter of a million kids in 7,000 clubs right across the country. And although the numbers were, and continue to be, extraordinary, what became more extraordinary was how the experience of critical and curious questioning translated into life. Some of our kids started talking with their parents, others with their teachers, or with their friends. And those without friends started making them.
Οι ταινίες πρόσφεραν την αίσθηση του κοινού της εμπειρίας με κάθε τρόπο. Οι ιστορίες που ήξεραν τους έδιναν την ευκαιρία να μοιράζονται την εμπειρία. Η «Περσέπολις» έφερε μια θυγατέρα πιο κοντά στην Ιρανή μητέρα της, και τα «Σαγόνια» έγιναν ο τρόπος που ένας νεαρός μπόρεσε να εκφράσει τον φόβο που είχε νιώσει στην προσπάθεια να δραπετεύσει απ' τη βία η οποία πρώτα σκότωσε τον πατέρα του και μετά τη μητέρα του, η οποία μητέρα πετάχτηκε στη θάλασσα σε ταξίδι με πλοίο.
The films provided communality across all manner of divide. And the stories they held provided a shared experience. "Persepolis" brought a daughter closer to her Iranian mother, and "Jaws" became the way in which one young boy was able to articulate the fear he'd experienced in flight from violence that killed first his father then his mother, the latter thrown overboard on a boat journey.
Ποιος είχε δίκιο, ποιος άδικο; Τι θα έκαναν κάτω από παρόμοιες συνθήκες; Είχε ειπωθεί καλά ο μύθος; Υπήρχε κρυμμένο μήνυμα; Πώς άλλαξε ο κόσμος; Πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικός; ΄Ενα τσουνάμι ερωτήσεων έρεεε από τα στόματα των παιδιών, τα οποία ο κόσμος νόμιζε ότι δεν ενδιαφέρονταν. Ακόμα και τα ίδια δεν ήξεραν ότι νοιάζονταν. Καθώς, όμως, έγραφαν και αντιπαρατίθονταν, από το να βλέπουν τις ταινίες ως έργα τέχνης, άρχισαν να βλέπουν τον εαυτό τους.
Who was right, who wrong? What would they do under the same conditions? Was the tale told well? Was there a hidden message? How has the world changed? How could it be different? A tsunami of questions flew out of the mouths of children who the world didn't think were interested. And they themselves had not known they cared. And as they wrote and debated, rather than seeing the films as artifacts, they began to see themselves.
Έχω μια θεία που είναι θαυμάσια αφηγήτρια. Μπορεί στη στιγμή να επικαλεστεί εικόνες, που δείχνουν να περπατάς ξυπόλυτος στο Τέιμπλ Μάουνταιν και να παίζεις κλέφτες και αστυνόμους. Δεν πάει πολύς καιρός που μου είπε ότι το 1948, δύο αδελφές της και ο πατέρας μου έκαναν ένα ταξίδι με πλοίο στο Ισραήλ χωρίς τους παππούδες μου. ΄Oταν οι ναύτες στασίασαν ζητώντας ανθρώπινες συνθήκες, αυτοί οι έφηβοι ήταν που τάϊσαν το πλήρωμα. Είχα περάσει τα 40 όταν πέθανε ο πατέρας μου. Ποτέ δεν αναφέρθηκε σ΄εκείνο το ταξίδι.
I have an aunt who is a wonderful storyteller. In a moment she can invoke images of running barefoot on Table Mountain and playing cops and robbers. Quite recently she told me that in 1948, two of her sisters and my father traveled on a boat to Israel without my grandparents. When the sailors mutinied at sea in a demand for humane conditions, it was these teenagers that fed the crew. I was past 40 when my father died. He never mentioned that journey.
Η μητέρα της μητέρας μου έφυγε από την Ευρώπη βεβιασμένα, χωρίς τον άντρα της αλλά με την τρίχρονη κόρη της και διαμάντια ραμμένα στο στρίφωμα της φούστας της. Κρυβόταν για δύο χρόνια, και μετά ο παππούς μου έμφανίστηκε στο Λονδίνο. Δεν ξαναβρήκε τον εαυτό του. Και η ιστορία του αποσιωπήθηκε καθώς εκείνος ενσωματώθηκε.
My mother's mother left Europe in a hurry without her husband, but with her three-year-old daughter and diamonds sewn into the hem of her skirt. After two years in hiding, my grandfather appeared in London. He was never right again. And his story was hushed as he assimilated.
Η ιστορία μου άρχισε στην Αγγλία, με καθαρό παρελθόν και τη σιωπή των μεταναστών γονέων μου. Είχα : «Αννα Φρανκ», «Η Μεγάλη Απόδραση», «Σόα», «Ο θρίαμβος της θέλησης». ΄Ηταν η Λένι Ρίφενσταλ στην κομψή της προπαγάνδα για τους Ναζί, που έδωσε περιεχόμενο στα βάσανα της οικογένειας. Αυτές οι ταινίες περιείχαν ό,τι πονούσε πολύ για να ειπωθεί δυνατά, και αποδείχτηκαν πιό χρήσιμες για μένα απ' ότι οι ψίθυροι των επιζώντων και το περιστασιακό κοίταγμα του τατουάζ στον καρπό της ανύπαντρης θείας.
My story started in England with a clean slate and the silence of immigrant parents. I had "Anne Frank," "The Great Escape," "Shoah," "Triumph of the Will." It was Leni Riefenstahl in her elegant Nazi propaganda who gave context to what the family had to endure. These films held what was too hurtful to say out loud, and they became more useful to me than the whispers of survivors and the occasional glimpse of a tattoo on a maiden aunt's wrist.
Οι καθαρολόγοι μπορεί να νιώθουν ότι το μυθιστόρημα διαχέει την αναζήτηση της αληθινής ανθρώπινης κατανόησης, ότι η κινηματογραφική ταινία είναι πολύ ακατέργαστη για να διηγηθεί μια πολύπλοκη και λεπτομερή ιστορία ή ότι οι κινηματογραφιστές πάντα υπηρετούν το δραματικό στοιχείο σε βάρος της αλήθειας. Αλλά μέσα στις μπομπίνες βρίσκεται ο σκοπός και το νόημα. Όπως είπε και ένα δωδεκάχρονο παιδί, αφού είχε παρακολουθήσει το «Μάγο του Οζ», «΄Ολοι πρέπει να δουν την ταινία, γιατί εκτός και αν το γνωρίζεις, μπορεί να μην ξέρεις ότι έχεις κι εσύ καρδιά».
Purists may feel that fiction dissipates the quest of real human understanding, that film is too crude to tell a complex and detailed history, or that filmmakers always serve drama over truth. But within the reels lie purpose and meaning. As one 12-year-old said after watching "Wizard of Oz," "Every person should watch this, because unless you do you may not know that you too have a heart."
Tιμούμε το διάβασμα,γιατί όχι και την παρακολούθηση ταινιών με το ίδιο πάθος; Ας θεωρήσουμε την ταινία «Πολίτης Κέιν» το ίδιο πολύτιμη με την Τζέϊν Όστιν. Να συμφωνήσουμε οτι το " Βoyz n the Ηood", όπως και ο Τένισσον, μας προσφέρει ένα συναισθηματικό πεδίο και μια υψηλή κατανόηση που λειτουργούν μαζί. Το καθένα, έργο αξιομνημόνευτης τέχνης, το καθένα ένα τούβλο στο τοίχο του ποιοί είμαστε. Δεν πειράζει αν θυμόμαστε τον Τομ Χάνκς περισσότερο από τον αστροναύτη Τζιμ Λάβελ ή το πρόσωπο του Μπεν Κίνσλει να κυριαρχεί έναντι του προσώπου του Γκάντι. Επίσης, αν και μη πραγματικοί, η Ιβ Χάρρινγτον, ο Χάουαρντ Μπίλ και η Μίλντρεντ Πιρς είναι μια ευκαιρία να ανακαλύψουμε τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος, και δεν υστερεί καθόλου στην κατανόηση της ζωής μας και της εποχής από τον τρόπο που ο Σαίξπηρ φωτίζει τον κόσμο της Ελισαβετιανής Αγγλίας.
We honor reading, why not honor watching with the same passion? Consider "Citizen Kane" as valuable as Jane Austen. Agree that "Boyz n the Hood," like Tennyson, offers an emotional landscape and a heightened understanding that work together. Each a piece of memorable art, each a brick in the wall of who we are. And it's okay if we remember Tom Hanks better than astronaut Jim Lovell or have Ben Kingsley's face superimposed onto that of Gandhi's. And though not real, Eve Harrington, Howard Beale, Mildred Pierce are an opportunity to discover what it is to be human, and no less helpful to understanding our life and times as Shakespeare is in illuminating the world of Elizabethan England.
Υποθέτουμε ότι η ταινία, της οποίας οι ιστορίες είναι τόποι συνάντησης του δράματος, της μουσικής, της λογοτεχνίας και της ανθρώπινης εμπειρίας, θα ενέπλεκαν και θα ενέπνεαν τα νέα παιδιά που συμμετείχαν στο FILMCLUB. Aυτό που δεν είχαμε προβλέψει ήταν οι μετρήσιμες βελτιώσεις στη συμπεριφορά, πεποίθηση και σχολικές επιδόσεις. Τα παιδιά που κάποτε ήταν απρόθυμα, τώρα τρέχουν για το σχολείο, μιλάνε με τους δασκάλους τους, αντιμάχονται, όχι στην αυλή, αλλά στην επιλογή ταινίας της επόμενης εβδομάδας-- νεαρά άτομα που βρήκαν τον αυτοπροσδιορισμό, τη φιλοδοξία και την όρεξη για εκπαίδευση και κοινωνική εμπλοκή μέσα απο τις ιστορίες στις οποίες υπήρξαν μάρτυρες.
We guessed that film, whose stories are a meeting place of drama, music, literature and human experience, would engage and inspire the young people participating in FILMCLUB. What we could not have foreseen was the measurable improvements in behavior, confidence and academic achievement. Once-reluctant students now race to school, talk to their teachers, fight, not on the playground, but to choose next week's film -- young people who have found self-definition, ambition and an appetite for education and social engagement from the stories they have witnessed.
Τα μέλη μας αψηφούν την δτιτή περιγραφή, του τρόπου που εμείς συχνά περιγράφουμε τους νέους. Δεν είναι ούτε άγριοι, ούτε μυωπικά απορροφημένοι απο τον εαυτό τους. Διαπραγματεύονται, όπως άλλοι νέοι, έναν κόσμο με άπειρες επιλογές, αλλά περιορισμένη κουλτούρα του πώς να βρει κανείς εμπειρία με νόημα. Εντυπωσιαστήκαμε απο τις συμπεριφορές εκείνων που αυτοπροσδιορίζονται απο το μέγεθος της ένδειξης στα παπούτσια τους, ωστόσο, η μάθηση υπήρξε η διήγηση που προσφέραμε.
Our members defy the binary description of how we so often describe our young. They are neither feral nor myopically self-absorbed. They are, like other young people, negotiating a world with infinite choice, but little culture of how to find meaningful experience. We appeared surprised at the behaviors of those who define themselves by the size of the tick on their shoes, yet acquisition has been the narrative we have offered.
Αν θέλουμε διαφορετικές αξίες, πρέπει να προσφέρουμε διαφορετική αφήγηση, μια αφήγηση που κατανοεί ότι η προσωπική ιστορία αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο της ταυτότητας κάποιου, και μια συλλογική ιστορία αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο της πολιτιστικής ταυτότητας, και χωρίς αυτή είναι αδύνατο να φανταστεί κανείς τον εαυτό του ως μέλος μια ομάδας. Διότι όταν αυτά τα παιδιά πηγαίνουν στο σπίτι έχοντας δει «Το πίσω Παράθυρο», και ρίχνουν τη ματιά τους στο γειτονικο κτήριο, έχουν τα εργαλεία να αναρωτηθούν ποιος, εκτός απο τους ίδιους, βρίσκεται εκεί και ποια είναι η ιστορία του.
If we want different values we have to tell a different story, a story that understands that an individual narrative is an essential component of a person's identity, that a collective narrative is an essential component of a cultural identity, and without it it is impossible to imagine yourself as part of a group. Because when these people get home after a screening of "Rear Window" and raise their gaze to the building next door, they have the tools to wonder who, apart from them, is out there and what is their story.
Σας ευχαριστώ.
Thank you.
( Χειροκρότημα)
(Applause)