Κάπου στα Χάιλαντς της Σκοτίας ένας τουρίστας, με το σακίδιό του στον ώμο, κάνει πεζοπορία και σταματάει σε μια παμπ για ένα ποτό. Τα μόνα άτομα εκεί μέσα είναι ο μπάρμαν κι ένας ηλικιωμένος άνδρας που πίνει την μπύρα του. Παραγγέλνει κι αυτός μία και κάθονται για λίγο σιωπηλοί. Ξαφνικά ο ηλικιωμένος άνδρας γυρνάει και του λέει: «Βλέπεις αυτό το μπαρ; Το έκτισα με τα ίδια μου τα χέρια, με το καλύτερο ξύλο της χώρας. Το αγάπησα και το φρόντισα περισσότερο και από το ίδιο μου το παιδί. Λένε όμως, να, ο ΜακΓκρέγκορ, ο κτίστης του μπαρ; Όχι». Δείχνει έξω απ' το παράθυρο. «Βλέπεις εκείνον τον πέτρινο φράκτη εκεί έξω; Τον έκτισα με τα ίδια μου τα χέρια. Μία μία ξεδιάλεγα τις πέτρες και τις έβαζα, μες στη βροχή και το κρύο. Λένε όμως, να, ο ΜακΓκρέγκορ, ο κτίστης του πέτρινου φράκτη; Όχι». Δείχνει έξω απ' το παράθυρο. «Βλέπεις την προβλήτα εκεί έξω, στη λίμνη; Την έκτισα με τα ίδια μου τα χέρια. Έναν έναν κουβάλησα τους πασσάλους κόντρα στην παλίρροια, πάνω στην άμμο. Λένε όμως, να, ο ΜακΓκρέγκορ, ο κτίστης της προβλήτας; Όχι». Και πας και πηδάς μια κατσίκα...»
A tourist is backpacking through the highlands of Scotland, and he stops at a pub to get a drink. And the only people in there is a bartender and an old man nursing a beer. And he orders a pint, and they sit in silence for a while. And suddenly the old man turns to him and goes, "You see this bar? I built this bar with my bare hands from the finest wood in the county. Gave it more love and care than my own child. But do they call me MacGregor the bar builder? No." Points out the window. "You see that stone wall out there? I built that stone wall with my bare hands. Found every stone, placed them just so through the rain and the cold. But do they call me MacGregor the stone wall builder? No." Points out the window. "You see that pier on the lake out there? I built that pier with my bare hands. Drove the pilings against the tide of the sand, plank by plank. But do they call me MacGregor the pier builder? No. But you fuck one goat ... "
(Γέλια)
(Laughter)
Αφήγηση... (Γέλια) ...είναι να λες ανέκδοτα. Είναι να ξέρεις την ατάκα σου, πώς και πότε να την τελειώσεις, να ξέρεις πως όσα λες, απ' την πρώτη πρόταση μέχρι την τελευταία, οδηγούν σε έναν μοναδικό σκοπό, και, στην καλύτερη περίπτωση, επιβεβαιώνουν μιαν αλήθεια που εμβαθύνει τη γνώση μας για το ποιοι είμαστε ως ανθρώπινα όντα. Όλοι αγαπάμε τις ιστορίες. Είμαστε γεννημένοι γι' αυτές. Οι ιστορίες επιβεβαιώνουν ποιοι είμαστε. Όλοι χρειαζόμαστε την επιβεβαίωση ότι οι ζωές μας έχουν νόημα. Και τίποτα δεν μας χαρίζει μεγαλύτερη επιβεβαίωση από το να συνδεόμαστε με τις ιστορίες. Μπορεί να ξεπεράσει τα όρια του χρόνου, παρελθόν, παρόν και μέλλον, και μας επιτρέπει να νιώσουμε τις ομοιοτήτες μεταξύ μας και με τους άλλους, πραγματικές ή φανταστικές.
Storytelling -- (Laughter) is joke telling. It's knowing your punchline, your ending, knowing that everything you're saying, from the first sentence to the last, is leading to a singular goal, and ideally confirming some truth that deepens our understandings of who we are as human beings. We all love stories. We're born for them. Stories affirm who we are. We all want affirmations that our lives have meaning. And nothing does a greater affirmation than when we connect through stories. It can cross the barriers of time, past, present and future, and allow us to experience the similarities between ourselves and through others, real and imagined.
Ο παρουσιαστής παιδικών εκπομπών κος Ρότζερς πάντα κουβαλούσε στο πορτοφόλι του μια ρήση κάποιου κοινωνικού λειτουργού που έλεγε: «Ειλικρινά, αποκλείεται να μη μάθεις να αγαπάς κάποιον μόλις μάθεις την ιστορία του». Ο τρόπος που μου αρέσει να το ερμηνεύω αυτό είναι πιθανόν και η μεγαλύτερη προσταγή στην αφήγηση: «Κάνε με να ενδιαφερθώ», σε παρακαλώ, σε επίπεδο συναισθηματικό, διανοητικό, αισθητικό, απλώς κάνε με να ενδιαφερθώ. Όλοι ξέρουμε πώς είναι το να μην ενδιαφερόμαστε. Προσπερνάτε εκατοντάδες κανάλια στην τηλεόραση, αλλάζετε το ένα κανάλι μετά το άλλο, και ξαφνικά σταματάτε σε ένα. Το πρόγραμμα σχεδόν τελειώνει, αλλά κάτι σας τράβηξε την προσοχή κι ενδιαφερθήκατε. Δεν είναι τυχαίο, είναι προσχεδιασμένο.
The children's television host Mr. Rogers always carried in his wallet a quote from a social worker that said, "Frankly, there isn't anyone you couldn't learn to love once you've heard their story." And the way I like to interpret that is probably the greatest story commandment, which is "Make me care" -- please, emotionally, intellectually, aesthetically, just make me care. We all know what it's like to not care. You've gone through hundreds of TV channels, just switching channel after channel, and then suddenly you actually stop on one. It's already halfway over, but something's caught you and you're drawn in and you care. That's not by chance, that's by design.
Σκέφτηκα, λοιπόν, να σας αφηγηθώ τη δική μου ιστορία, το πώς γεννήθηκα γι' αυτό, πώς έμαθα στην πορεία αυτό το αντικείμενο. Για να το κάνω πιο ενδιαφέρον, θα ξεκινήσουμε από το τέλος και θα πηγαίνουμε προς την αρχή. Οπότε, αν έπρεπε να σας δώσω το τέλος αυτής της ιστορίας, θα ήταν κάπως έτσι: Αυτό ήταν που τελικά με οδήγησε στο να σας μιλήσω σήμερα εδώ στο TED για την αφήγηση.
So it got me thinking, what if I told you my history was story, how I was born for it, how I learned along the way this subject matter? And to make it more interesting, we'll start from the ending and we'll go to the beginning. And so if I were going to give you the ending of this story, it would go something like this: And that's what ultimately led me to speaking to you here at TED about story.
Το πιο πρόσφατο μάθημα αφήγησης που έκανα ήταν να ολοκληρώσω την ταινία μου, φέτος, το 2012. Λέγεται «Τζον Κάρτερ: Ανάμεσα σε δύο κόσμους» και είναι βασισμένη στο βιβλίο «Η Πριγκίπισσα του πλανήτη Άρη» που έγραψε ο Έντγκαρ Ράις Μπάροουζ. Ο Έντγκαρ Ράις Μπάροουζ μπήκε ουσιαστικά μέσα στην ταινία και ως χαρακτήρας και ως αφηγητής. Ο πλούσιος θείος του, ο Τζον Κάρτερ, τον κάλεσε στην έπαυλή του με ένα τηλεγράφημα που έλεγε: «Πρέπει να συναντηθούμε». Όμως μόλις φτάνει εκεί, ανακαλύπτει ότι ο θείος του έχει πεθάνει μυστηριωδώς και έχει ταφεί σε ένα μαυσωλείο στο κτήμα του.
And the most current story lesson that I've had was completing the film I've just done this year in 2012. The film is "John Carter." It's based on a book called "The Princess of Mars," which was written by Edgar Rice Burroughs. And Edgar Rice Burroughs actually put himself as a character inside this movie, and as the narrator. And he's summoned by his rich uncle, John Carter, to his mansion with a telegram saying, "See me at once." But once he gets there, he's found out that his uncle has mysteriously passed away and been entombed in a mausoleum on the property.
(Βίντεο) Μπάτλερ: Δεν έχει κλειδαρότρυπα. Ανοίγει μόνο από μέσα. Επέμενε, όχι ταρίχευση, όχι ανοικτό φέρετρο, όχι κηδεία. Δεν αποκτάς τέτοια περιουσία σαν του θείου σου άμα είσαι σαν όλους τους άλλους, ε; Έλα, πάμε μέσα.
(Video) Butler: You won't find a keyhole. Thing only opens from the inside. He insisted, no embalming, no open coffin, no funeral. You don't acquire the kind of wealth your uncle commanded by being like the rest of us, huh? Come, let's go inside.
Α.Σ.: Αυτό που κάνει αυτή η σκηνή, όπως συμβαίνει και στο βιβλίο, είναι ότι ουσιαστικά δίνει μια υπόσχεση. Σου δίνει την υπόσχεση ότι αυτή η ιστορία θα οδηγήσει κάπου και αξίζει το χρόνο σου. Κι αυτό θα έπρεπε να κάνουν όλες οι καλές ιστορίες στην αρχή, να σου δίνουν μια υπόσχεση. Μπορείς να το κάνεις με απεριόριστους τροπους. Μερικές φορές είναι τόσο απλό όσο το: «Μια φορά κι έναν καιρό...» Σε όλα τα βιβλία με τον Κάρτερ, ο Έντγκαρ Ράις Μπάροουζ είχε το ρόλο του αφηγητή. Πάντα πίστευα ότι είναι ένα υπέροχο τέχνασμα. Είναι σαν να σε καλεί κάποιος γύρω από τη φωτιά της κατασκήνωσης, ή κάποιος σ' ένα μπαρ να λέει: «Κάτσε να σου πω μια ιστορία. Δεν συνέβη σ' εμένα, συνέβη σε κάποιον άλλον αλλά θα αξίζει τον χρόνο σου». Μια καλά δοσμένη υπόσχεση είναι σαν την πέτρα στην τεντωμένη σφεντόνα, σε σπρώχνει μέσα στην ιστορία ώς το τέλος.
AS: What this scene is doing, and it did in the book, is it's fundamentally making a promise. It's making a promise to you that this story will lead somewhere that's worth your time. And that's what all good stories should do at the beginning, is they should give you a promise. You could do it an infinite amount of ways. Sometimes it's as simple as "Once upon a time ... " These Carter books always had Edgar Rice Burroughs as a narrator in it. And I always thought it was such a fantastic device. It's like a guy inviting you around the campfire, or somebody in a bar saying, "Here, let me tell you a story. It didn't happen to me, it happened to somebody else, but it's going to be worth your time." A well told promise is like a pebble being pulled back in a slingshot and propels you forward through the story to the end.
Το 2008, όποιες θεωρίες αφήγησης γνώριζα μέχρι τότε τις εφάρμοσα σε αυτό το έργο.
In 2008, I pushed all the theories that I had on story at the time to the limits of my understanding on this project.
(Βίντεο) (Μηχανικοί Ήχοι) ♫ Κι αυτό είναι ♫ ♫ το νόημα της αγάπης ♫ ♫ Και θα αναπολούμε ♫ ♫ όταν περάσουν τα χρόνια ♫ ♫ Ότι μόνον ♫ (Γέλια)
(Video) (Mechanical Sounds) ♫ And that is all ♫ ♫ that love's about ♫ ♫ And we'll recall ♫ ♫ when time runs out ♫ ♫ That it only ♫ (Laughter)
Α.Σ.: Αφήγηση χωρίς διάλογο. Είναι η πιο αγνή μορφή κινηματογραφικής αφήγησης. Είναι η πιο περιεκτική προσέγγιση που μπορείς να κάνεις. Επιβεβαίωσε μια διαίσθηση που είχα, ότι το κοινό στην πραγματικότητα θέλει να βασανίσει το νου του. Απλώς δεν θέλει να ξέρει ότι το κάνει. Η δουλειά σου ως αφηγητή, είναι να κρύβεις το γεγονός ότι τους κάνεις να βασανίσουν το νου τους. Έχουμε γεννηθεί για να λύνουμε προβλήματα. Νιώθουμε ότι μας επιβάλλεται να βγάζουμε συμπεράσματα διά της απαγωγής, επειδή αυτό κάνουμε και στην αληθινή ζωή. Είναι αυτή η καλά οργανωμένη έλλειψη πληροφορίας που μας έλκει. Αυτή είναι και η αιτία που όλους μας γοητεύει ένα βρέφος ή ένα κουτάβι. Δεν είναι απλώς τρομερά χαριτωμένα∙ είναι επειδή δεν μπορούν να εκφράσουν επαρκώς τις σκέψεις τους και τις προθέσεις τους. Αυτό μας μαγνητίζει. Δεν μπορούμε να εμποδίσουμε την επιθυμία μας να συμπληρώσουμε την πρόταση.
AS: Storytelling without dialogue. It's the purest form of cinematic storytelling. It's the most inclusive approach you can take. It confirmed something I really had a hunch on, is that the audience actually wants to work for their meal. They just don't want to know that they're doing that. That's your job as a storyteller, is to hide the fact that you're making them work for their meal. We're born problem solvers. We're compelled to deduce and to deduct, because that's what we do in real life. It's this well-organized absence of information that draws us in. There's a reason that we're all attracted to an infant or a puppy. It's not just that they're damn cute; it's because they can't completely express what they're thinking and what their intentions are. And it's like a magnet. We can't stop ourselves from wanting to complete the sentence and fill it in.
Πρώτη φορά άρχισα πραγματικά να συνειδητοποιώ αυτό το αφηγηματικό τέχνασμα όταν έγραφα με τον Μπομπ Πήτερσον το «Ψάχνοντας τον Νέμο» Το ονομάσαμε η θεωρία του δύο συν δύο. Βάλε το κοινό να κάνει την πρόσθεση. Μην τους δώσεις τέσσερα, δώσε τους δύο συν δύο. Τα στοιχεία που δίνεις και η σειρά που τα παρουσιάζεις είναι πολύ κρίσιμα στο να πετύχεις ή να αποτύχεις να εμπλέξεις το κοινό. Οι εκδότες και οι σεναριογράφοι το γνωρίζουν καλά αυτό. Είναι η αόρατη εφαρμογή που αιχμαλωτίζει την προσοχή μας σε μια ιστορία. Δεν θέλω να το κάνω να ακουστεί σαν να πρόκειται για ακριβή επιστήμη, δεν είναι. Αυτό είναι το ξεχωριστό με τις ιστορίες, δεν είναι σαν τα μηχανήματα, δεν έχουν ακρίβεια. Αν είναι καλές, είναι αναπόφευκτες, αλλά δεν είναι προβλέψιμες.
I first started really understanding this storytelling device when I was writing with Bob Peterson on "Finding Nemo." And we would call this the unifying theory of two plus two. Make the audience put things together. Don't give them four, give them two plus two. The elements you provide and the order you place them in is crucial to whether you succeed or fail at engaging the audience. Editors and screenwriters have known this all along. It's the invisible application that holds our attention to story. I don't mean to make it sound like this is an actual exact science, it's not. That's what's so special about stories, they're not a widget, they aren't exact. Stories are inevitable, if they're good, but they're not predictable.
Φέτος παρακολούθησα ένα σεμινάριο της Τζούντιθ Γουέστον, δασκάλας υποκριτικής. Έμαθα κάτι πολύ σημαντικό για τον χαρακτήρα των ηρώων. Πίστευε ότι όλοι οι καλοσχεδιασμένοι χαρακτήρες έχουν έναν άξονα. Η ιδέα είναι ότι ο ήρωας έχει ένα εσωτερικό κίνητρο, έναν κυρίαρχο, ασύνειδο σκοπό για τον οποίο πασχίζει, αλλά μένει ανεκπλήρωτος. Ανέφερε το υπέροχο παράδειγμα του Μάικλ Κορλεόνε, του ήρωα που ενσαρκώνει ο Αλ Πατσίνο στον «Νονό», κι ότι πιθανώς ο δικός του άξονας ήταν να ικανοποιήσει τον πατέρα του. Αυτό ήταν που καθοδηγούσε πάντοτε τις επιλογές του. Ακόμα κι όταν ο πατέρας του πέθανε, εκείνος προσπαθούσε να εκπληρώσει αυτόν το σκοπό. Προσαρμόστηκα πανεύκολα σε αυτή την ιδέα. Του Γουόλ-υ ήταν να ανακαλύψει την ομορφιά. Του Μάρλιν, του πατέρα στο «Ψάχνοντας τον Νέμο», ήταν να αποτρέψει το κακό. Και του Γούντι ήταν να κάνει το καλύτερο για το παιδί του. Αυτοί οι άξονες δεν σε οδηγούν πάντα στις καλύτερες επιλογές. Μερικές φορές μπορεί να κάνεις τρομερά λάθη εξαιτίας τους.
I took a seminar in this year with an acting teacher named Judith Weston. And I learned a key insight to character. She believed that all well-drawn characters have a spine. And the idea is that the character has an inner motor, a dominant, unconscious goal that they're striving for, an itch that they can't scratch. She gave a wonderful example of Michael Corleone, Al Pacino's character in "The Godfather," and that probably his spine was to please his father. And it's something that always drove all his choices. Even after his father died, he was still trying to scratch that itch. I took to this like a duck to water. Wall-E's was to find the beauty. Marlin's, the father in "Finding Nemo," was to prevent harm. And Woody's was to do what was best for his child. And these spines don't always drive you to make the best choices. Sometimes you can make some horrible choices with them.
Έχω την ευλογία να είμαι γονιός, και βλέποντας τα παιδιά μου να μεγαλώνουν, πιστεύω ακράδαντα ότι γεννιέσαι με μια συγκεκριμένη ιδιοσυγκρασία, με ορισμένα έμφυτα χαρακτηριστικά, που ούτε να τα ελέγξεις ούτε να τα αλλάξεις μπορείς. Μπορείς απλώς να τα αναγνωρίσεις και να τα αποδεκτείς. Κάποιοι γεννιούνται με θετικά βασικά χαρακτηριστικά και κάποιοι με αρνητικά. Όμως βρίσκεσαι σε μια κρίσιμη καμπή όταν ωριμάζεις αρκετά ώστε να αναγνωρίσεις τι σε υποκινεί και να πάρεις το τιμόνι και να το οδηγήσεις εσύ. Ως γονείς, διαρκώς μαθαίνετε ποια είναι τα παιδιά σας. Μαθαίνουν κι εκείνα ποια είναι. Κι εσείς μαθαίνετε ακόμα ποιοι είστε. Έτσι, όλοι διαρκώς μαθαίνουμε. Γι' αυτό η αλλαγή είναι τόσο σημαντική σε μια ιστορία. Εάν τα πράγματα μείνουν στάσιμα, οι ιστορίες πεθαίνουν, επειδή η ζωή δεν μένει ποτέ στάσιμη.
I'm really blessed to be a parent, and watching my children grow, I really firmly believe that you're born with a temperament and you're wired a certain way, and you don't have any say about it, and there's no changing it. All you can do is learn to recognize it and own it. And some of us are born with temperaments that are positive, some are negative. But a major threshold is passed when you mature enough to acknowledge what drives you and to take the wheel and steer it. As parents, you're always learning who your children are. They're learning who they are. And you're still learning who you are. So we're all learning all the time. And that's why change is fundamental in story. If things go static, stories die, because life is never static.
Το 1998, είχα ήδη τελειώσει το «Toy Story: Ιστορία Παιχνιδιών» και «Τα Ζουζούνια», και είχα εθιστεί εντελώς στη συγγραφή σεναρίων. Ήθελα να γίνω πολύ καλύτερος σε αυτό και να μάθω ό,τι μπορούσα. Έκανα λοιπόν έρευνα οπουδήποτε μπορούσα. Τελικά βρήκα τυχαία ένα υπέροχο απόσπασμα του Βρετανού δραματουργού Γουίλιαμ Άρτσερ: «Το θέατρο είναι ένα μείγμα προσμονής και αβεβαιότητας». Είναι ένας απίστευτα οξυδερκής ορισμός.
In 1998, I had finished writing "Toy Story" and "A Bug's Life" and I was completely hooked on screenwriting. So I wanted to become much better at it and learn anything I could. So I researched everything I possibly could. And I finally came across this fantastic quote by a British playwright, William Archer: "Drama is anticipation mingled with uncertainty." It's an incredibly insightful definition.
Όταν αφηγείσαι μια ιστορία, έχεις δομήσει την προσμονή; Βραχυπρόθεσμα, μ' έχεις κάνει να θέλω να μάθω τι θα συμβεί αμέσως μετά; Αλλά το πιο σημαντικό, μ' έχεις κάνει να θέλω να μάθω πώς θα ολοκληρωθούν όλα μακροπρόθεσμα; Έχεις δομήσει ειλικρινείς συγκρούσεις με αλήθειες που γεννούν αμφιβολία για το ποιο θα είναι το αποτέλεσμα; Ένα παράδειγμα βραχυπρόθεσμης αγωνίας είναι στο «Ψάχνοντας τον Νέμο», διαρκώς ανησυχούσες εάν η βραχυπρόθεσμη μνήμη της Ντόρι θα την έκανε να ξεχνάει ό,τι της είχε πει ο Μάρλιν. Όμως πλανιόταν η γενική αγωνία για το αν ποτέ θα βρούμε τον Νέμο σε αυτό τον τεράστιο, απέραντο ωκεανό.
When you're telling a story, have you constructed anticipation? In the short-term, have you made me want to know what will happen next? But more importantly, have you made me want to know how it will all conclude in the long-term? Have you constructed honest conflicts with truth that creates doubt in what the outcome might be? An example would be in "Finding Nemo," in the short tension, you were always worried, would Dory's short-term memory make her forget whatever she was being told by Marlin. But under that was this global tension of will we ever find Nemo in this huge, vast ocean?
Τον πρώτο μας καιρό στην εταιρεία Πίξαρ, προτού κατανοήσουμε καλά τους αόρατους μηχανισμούς της αφήγησης, ήμασταν απλά μια ομάδα ανθρώπων που ακολουθούσαμε τη διαίσθησή μας, το ένστικτό μας. Έχει ενδιαφέρον να δει κανείς πώς αυτό μας οδήγησε σε μονοπάτια που ήταν πραγματικά αρκετά σωστά. Να έχετε υπόψη σας ότι εκείνο τον καιρό, το 1993, αυτό που θεωρούνταν ως επιτυχημένο κινούμενο σχέδιο ήταν «Η Μικρή Γοργόνα», «Η Πεντάμορφη και το Τέρας», «Ο Αλαντίν», «Ο Βασιλιάς των Λιονταριών». Όταν, λοιπόν, παρουσιάσαμε το «Toy Story» για πρώτη φορά στον Τομ Χανκς, μας ρώτησε: «Πρέπει και να τραγουδήσω;» Πιστεύω ότι αυτή η ερώτηση συνοψίζει απόλυτα τη γενική άποψη για το πώς θα έπρεπε να είναι τα κινούμενα σχέδια τότε. Όμως αληθινά θέλαμε να αποδείξουμε ότι μπορούσαμε να αφηγηθούμε μια ιστορία με ένα τελείως διαφορετικό κινούμενο σχέδιο.
In our earliest days at Pixar, before we truly understood the invisible workings of story, we were simply a group of guys just going on our gut, going on our instincts. And it's interesting to see how that led us places that were actually pretty good. You've got to remember that in this time of year, 1993, what was considered a successful animated picture was "The Little Mermaid," "Beauty and the Beast," "Aladdin," "Lion King." So when we pitched "Toy Story" to Tom Hanks for the first time, he walked in and he said, "You don't want me to sing, do you?" And I thought that epitomized perfectly what everybody thought animation had to be at the time. But we really wanted to prove that you could tell stories completely different in animation.
Δεν είχαμε καμιά επιρροή τότε, έτσι είχαμε μια μικρή, κρυφή λίστα με κανόνες που κρατούσαμε για εμάς. Αυτοί ήταν: Όχι τραγούδια, όχι τραγούδια με τα «θέλω» των ηρώων, όχι χαρούμενα χωριά, όχι ιστορίες αγάπης. Η ειρωνία ήταν, ότι τον πρώτο χρόνο, η ιστορία μας δεν πήγαινε καθόλου καλά και στην Ντίσνεϊ τους είχε πιάσει πανικός. Συμβουλεύτηκαν, λοιπόν, στα κρυφά έναν διάσημο στιχουργό, του οποίου το όνομα δεν θα πω, κι εκείνος τους έστειλε με φαξ κάποιες προτάσεις. Αυτό το φαξ έπεσε στα χέρια μας. Έλεγε τα εξής: πρέπει να έχει τραγούδια, να έχει ένα τραγούδι με τα «θέλω» του ήρωα, να έχει το τραγούδι του χαρούμενου χωριού, πρέπει να έχει μια ιστορία αγάπης και πρέπει να έχει έναν κακό. Και δόξα τω Θεώ ήμασταν πολύ νέοι, επαναστάτες και αντιδραστικοί τότε. Αυτό μας έκανε ακόμα πιο αποφασισμένους να αποδείξουμε ότι μπορούμε να φτιάξουμε μια καλύτερη ιστορία. Έναν χρόνο μετά, κατακτήσαμε το στόχο μας. Αυτό ήταν η αρχή για να αποδείξουμε ότι η αφήγηση έχει κατευθυντήριες γραμμές, όχι σκληρούς, άκαμπτους κανόνες.
We didn't have any influence then, so we had a little secret list of rules that we kept to ourselves. And they were: No songs, no "I want" moment, no happy village, no love story. And the irony is that, in the first year, our story was not working at all and Disney was panicking. So they privately got advice from a famous lyricist, who I won't name, and he faxed them some suggestions. And we got a hold of that fax. And the fax said, there should be songs, there should be an "I want" song, there should be a happy village song, there should be a love story and there should be a villain. And thank goodness we were just too young, rebellious and contrarian at the time. That just gave us more determination to prove that you could build a better story. And a year after that, we did conquer it. And it just went to prove that storytelling has guidelines, not hard, fast rules.
Κάτι άλλο ουσιώδες που μάθαμε ήταν να μας αρέσει ο πρωταγωνιστής μας. Αφελώς πιστεύαμε ότι ο Γούντι στο «Toy Story» έπρεπε να χάσει στο τέλος τον εγωισμό του, άρα έπρεπε να ξεκινήσουμε από κάπου. Ας τον κάνουμε, λοιπόν, εγωιστή. Κι ας δούμε τι θα γίνει.
Another fundamental thing we learned was about liking your main character. And we had naively thought, well Woody in "Toy Story" has to become selfless at the end, so you've got to start from someplace. So let's make him selfish. And this is what you get.
(Φωνή:) Γούντι: Τι νομίζετε ότι κάνετε; Κάτω απ' το κρεβάτι. Έι, κάτω απ' το κρεβάτι! Κος Πατάτας: Θα μας αναγκάσεις, Γούντι; Γούντι: Όχι, αυτός θα το κάνει. Σλίνκι; Σλινκ... Σλίνκι! Ανέβα εδώ και κάνε αυτό που πρέπει. Κουφός είσαι; Είπα, έλα και κανόνισέ τους. Σλίνκι: Λυπάμαι, Γούντι, αλλά θα συμφωνήσω μαζί τους. Δεν νομίζω ότι είναι σωστό αυτό που έκανες. Γούντι: Τι; Ακούω καλά; Δεν νομίζεις ότι έκανα το σωστό; Ποιος είπε, Σούστα, ότι η δουλειά σου είναι να σκέφτεσαι;
(Voice Over) Woody: What do you think you're doing? Off the bed. Hey, off the bed! Mr. Potato Head: You going to make us, Woody? Woody: No, he is. Slinky? Slink ... Slinky! Get up here and do your job. Are you deaf? I said, take care of them. Slinky: I'm sorry, Woody, but I have to agree with them. I don't think what you did was right. Woody: What? Am I hearing correctly? You don't think I was right? Who said your job was to think, Spring Wiener?
Α.Σ.: Πώς, λοιπόν, κάνεις έναν εγωιστή ήρωα συμπαθή; Συνειδητοποιήσαμε ότι μπορούμε να τον κάνουμε ευγενικό, γενναιόδωρο, αστείο, συμπονετικό, δεδομένου ότι τηρείται ένας όρος, να παραμείνει το παιχνίδι-πρωταγωνιστής. Κι αυτή είναι η πραγματικότητα, ότι όλοι ζούμε συμβατικά. Όλοι είμαστε πρόθυμοι να παίξουμε σύμφωνα με τους κανόνες και να συμβιβαστούμε, εφόσον υπάρχουν ορισμένες προϋποθέσεις. Μετά, δεν υπάρχει καμία εγγύηση. Προτού καν αποφασίσω να κάνω καριέρα στην αφήγηση, τώρα βλέπω ότι σημαντικά γεγονότα της νιότης μου πραγματικά με έκαναν να ενδιαφερθώ για συγκεκριμένα στοιχεία της αφήγησης.
AS: So how do you make a selfish character likable? We realized, you can make him kind, generous, funny, considerate, as long as one condition is met for him, is that he stays the top toy. And that's what it really is, is that we all live life conditionally. We're all willing to play by the rules and follow things along, as long as certain conditions are met. After that, all bets are off. And before I'd even decided to make storytelling my career, I can now see key things that happened in my youth that really sort of opened my eyes to certain things about story.
Το 1986 κατάλαβα πραγματικά τη σημασία του να έχει θέμα μια ιστορία. Αυτή ήταν η χρονιά που προώθησαν εκ νέου τον «Λώρενς της Αραβίας». Το είδα εφτά φορές μέσα σε ένα μήνα. Δεν το χόρταινα. Ήταν φανερό ότι υπήρχε σπουδαίος σχεδιασμός από πίσω - σε κάθε γύρισμα, κάθε σκηνή, κάθε πρόταση. Ωστόσο, στην επιφάνεια, απλώς έμοιαζε να παρουσιάζει την ιστορική εξέλιξη των γεγονότων. Ωστόσο, μιλούσε και για κάτι παραπάνω. Τι ακριβώς ήταν αυτό; Μόνο έπειτα από αρκετές προβολές μου αποκαλύφθηκε, σε μια σκηνή όπου διέσχιζε την Έρημο Σινά κι έχει φτάσει στη Διώρυγα του Σουέζ, και ξαφνικά το κατάλαβα.
In 1986, I truly understood the notion of story having a theme. And that was the year that they restored and re-released "Lawrence of Arabia." And I saw that thing seven times in one month. I couldn't get enough of it. I could just tell there was a grand design under it -- in every shot, every scene, every line. Yet, on the surface it just seemed to be depicting his historical lineage of what went on. Yet, there was something more being said. What exactly was it? And it wasn't until, on one of my later viewings, that the veil was lifted and it was in a scene where he's walked across the Sinai Desert and he's reached the Suez Canal, and I suddenly got it.
(Βίντεο) Αγόρι: Έι! Έι! Έι! Έι! Μοτοσικλετιστής: Ποιος είσαι; Ποιος είσαι;
(Video) Boy: Hey! Hey! Hey! Hey! Cyclist: Who are you? Who are you?
Α.Σ.: Αυτό ήταν το θέμα: Ποιος είσαι; Υπήρχαν όλα τα φαινομενικά διαφορετικά γεγονότα και οι διάλογοι που παρουσίαζαν χρονολογικά την ιστορία του, όμως από κάτω υπήρχε μια σταθερή κατευθυντήρια γραμμή, ένας χάρτης. Όλα όσα έκανε ο Λώρενς σε αυτή την ταινία έδειχναν την προσπάθειά του να εξακριβώσει ποια ήταν η θέση του στον κόσμο. Ένα δυνατό θέμα διατρέχει πάντοτε μια καλά ειπωμένη ιστορία.
AS: That was the theme: Who are you? Here were all these seemingly disparate events and dialogues that just were chronologically telling the history of him, but underneath it was a constant, a guideline, a road map. Everything Lawrence did in that movie was an attempt for him to figure out where his place was in the world. A strong theme is always running through a well-told story.
Όταν ήμουν πέντε, γνώρισα το σημαντικότερο ίσως συστατικό που νιώθω ότι πρέπει να έχει μια ιστορία, όμως σπάνια προκύπτει. Ορίστε πού με πήγε η μητέρα μου όταν ήμουν πέντε.
When I was five, I was introduced to possibly the most major ingredient that I feel a story should have, but is rarely invoked. And this is what my mother took me to when I was five.
(Βίντεο) Θάμπερ: Έλα. Μια χαρά είναι. Κοίτα. Το νερό πάγωσε. Μπάμπι: Γιούπιιι! Θάμπερ: Τι πλάκα, ε, Μπάμπι; Έλα. Σήκω. Έτσι. Χα χα. Όχι, όχι, όχι.
(Video) Thumper: Come on. It's all right. Look. The water's stiff. Bambi: Yippee! Thumper: Some fun, huh, Bambi? Come on. Get up. Like this. Ha ha. No, no, no.
Α.Σ.: Βγήκα από την αίθουσα με τα μάτια μου γουρλωμένα. Αυτό πιστεύω ότι είναι το μαγικό συστατικό, η μαγική σάλτσα, είναι να μπορείς να προκαλέσεις ένα θαύμα. Το θαύμα είναι τίμιο, είναι εντελώς αθώο. Δεν μπορεί να προκύψει τεχνητά. Για μένα, δεν υπάρχει μεγαλύτερη ικανότητα από το να σου δίνει ένα άλλο ανθρώπινο ον αυτό το συναίσθημα - να τους κρατάς ακίνητους για μια μικρή στιγμή στη μέρα τους και να παραδίνονται στο θαύμα. Όταν αυτό συμβεί, η επιβεβαίωση ότι είσαι ζωντανός, διεισδύει σε κάθε σου κύτταρο. Κι όταν ένας καλλιτέχνης το κάνει αυτό σε έναν άλλον καλλιτέχνη, είναι σαν να σε υποχρεώνει να το συνεχίσεις. Είναι σαν μια λανθάνουσα εντολή που ξαφνικά ενεργοποιείται μέσα σου, σαν μια έκκληση στον Πύργο του Διαβόλου Κάνε στους άλλους αυτό που έκαναν σ' εσένα. Οι καλύτερες ιστορίες εμπνέουν το θαύμα.
AS: I walked out of there wide-eyed with wonder. And that's what I think the magic ingredient is, the secret sauce, is can you invoke wonder. Wonder is honest, it's completely innocent. It can't be artificially evoked. For me, there's no greater ability than the gift of another human being giving you that feeling -- to hold them still just for a brief moment in their day and have them surrender to wonder. When it's tapped, the affirmation of being alive, it reaches you almost to a cellular level. And when an artist does that to another artist, it's like you're compelled to pass it on. It's like a dormant command that suddenly is activated in you, like a call to Devil's Tower. Do unto others what's been done to you. The best stories infuse wonder.
Όταν ήμουν τεσσάρων, θυμάμαι έντονα ότι βρήκα δυο στρογγυλές ουλές στον αστράγαλό μου και ρώτησα τον μπαμπά μου τι ήταν. Μου είπε ότι είχα κάτι παρόμοιο και στο κεφάλι μου, αλλά δεν μπορούσα να τις δω εξαιτίας των μαλλιών μου. Μου εξήγησε ότι όταν γεννήθηκα, γεννήθηκα πρόωρα, βγήκα πολύ νωρίς, και δεν ήμουν καλά ανεπτυγμένος. Ήμουν πολύ, πολύ άρρωστος. Όταν ο γιατρός είδε αυτό το κιτρινιασμένο παιδί με τα μαύρα δόντια, κοίταξε τη μαμά μου και της είπε: «Δεν θα ζήσει». Ήμουν για μήνες στο νοσοκομείο. Έπειτα από πολλές μεταγγίσεις αίματος, επέζησα, κι αυτό με έκανε ξεχωριστό.
When I was four years old, I have a vivid memory of finding two pinpoint scars on my ankle and asking my dad what they were. And he said I had a matching pair like that on my head, but I couldn't see them because of my hair. And he explained that when I was born, I was born premature, that I came out much too early, and I wasn't fully baked; I was very, very sick. And when the doctor took a look at this yellow kid with black teeth, he looked straight at my mom and said, "He's not going to live." And I was in the hospital for months. And many blood transfusions later, I lived, and that made me special.
Δεν ξέρω αν πραγματικά το πιστεύω αυτό. Δεν ξέρω αν έστω οι γονείς μου το πιστεύουν, αλλά δεν ήθελα να τους δείξω ότι είχαν λάθος. Σε ό,τι κατέληγα να είμαι καλός, θα αγωνιζόμουν για να αξίζω τη δεύτερη ευκαιρία που μου δόθηκε.
I don't know if I really believe that. I don't know if my parents really believe that, but I didn't want to prove them wrong. Whatever I ended up being good at, I would strive to be worthy of the second chance I was given.
(Βίντεο) (Κλάμα) Μάρλιν: Έλα, έλα, έλα. Όλα καλά, ο μπαμπάς είναι εδώ. Ο μπαμπάς σε κρατάει. Υπόσχομαι ότι δεν θα αφήσω ποτέ τίποτα κακό να σου συμβεί, Νέμο.
(Video) (Crying) Marlin: There, there, there. It's okay, daddy's here. Daddy's got you. I promise, I will never let anything happen to you, Nemo.
Α.Σ.: Αυτό ήταν το πρώτο μάθημα ιστορίας που έμαθα. Χρησιμοποίησε ό,τι ξέρεις. Άντλησε ό,τι μπορείς απ' αυτό. Δεν χρειάζεται πάντα να είναι κάποια πλοκή ή ένα γεγονός. Σημαίνει να συλλαμβάνεις μιαν αλήθεια όπως τη ζεις, εκφράζοντας αξίες που πραγματικά αισθάνεσαι βαθιά μέσα σου. Κι αυτό ήταν που τελικά με οδήγησε στο να σας μιλήσω σήμερα εδώ στο TED.
AS: And that's the first story lesson I ever learned. Use what you know. Draw from it. It doesn't always mean plot or fact. It means capturing a truth from your experiencing it, expressing values you personally feel deep down in your core. And that's what ultimately led me to speaking to you here at TEDTalk today.
Σας ευχαριστώ.
Thank you.
(Χειροκρότημα)
(Applause)