Αφηγείσαι σε ένα φίλο μια φανταστική ιστορία και μόλις φτάνεις στο καλύτερο σημείο, ξαφνικά σε διακόπτει, «Ο εξωγήινος κι εγώ», όχι «Ο εξωγήινος κι εμένα» Οι περισσότεροι πιθανόν να ενοχλούμασταν, αλλά πέρα από την αγενή διακοπή, έχει δίκιο ο φίλος σας; Ήταν η πρότασή σας πράγματι γραμματικά λανθασμένη; Κι αν παρόλα αυτά την κατάλαβε, τι σημασία είχε; Από την οπτική γωνία της γλωσσολογίας, η γραμματική είναι ένα σύνολο δομών για το πώς συνδυάζονται οι λέξεις ώστε να σχηματίσουν φράσεις ή προτάσεις, είτε στο γραπτό είτε στον προφορικό λόγο. Διαφορετικές γλώσσες έχουν διαφορετικές δομές. Στα Αγγλικά, το υποκείμενο συνήθως τοποθετείται πρώτο, ακολουθούμενο από το ρήμα, και κατόπιν το αντικείμενο, ενώ στα Ιαπωνικά και σε πολλές άλλες γλώσσες, η σειρά είναι: υποκείμενο, αντικείμενο, ρήμα. Κάποιοι έχουν προσπαθήσει να αναγνωρίσουν δομές κοινές σε όλες τις γλώσσες, εκτός όμως από κάποια βασικά χαρακτηριστικά, όπως η ύπαρξη ουσιαστικών ή ρημάτων, ελάχιστα από τα επονομαζόμενα καθολικά χαρακτηριστικά της γλώσσας έχουν βρεθεί. Καθώς κάθε γλώσσα χρειάζεται σταθερές δομές για να λειτουργήσει, η μελέτη αυτών των δομών πυροδοτεί μια διαρκή διαμάχη ανάμεσα σε δυο θέσεις γνωστές και ως κανονιστική και περιγραφική προσέγγιση της γλώσσας. Υπεραπλουστευμένα, οι κανονιστές πιστεύουν ότι η γλώσσα ακολουθεί σταθερούς κανόνες, ενώ οι περιγραφιστές αντιμετωπίζουν την ποικιλία και την προσαρμογή ως φυσικό και απαραίτητο κομμάτι της γλώσσας. Για μια μεγάλη χρονική περίοδο η γλώσσα ήταν κυρίως προφορική. Αλλά καθώς οι άνθρωποι διασυνδέονταν και η γραφή απέκτησε μεγαλύτερη σημασία η γραπτή γλώσσα τυποποιήθηκε για να επιτρέψει μια ευρύτερη επικοινωνία και να εξασφαλίσει ότι άνθρωποι από διαφορετικές περιοχές θα μπορούν να συνεννοούνται. Σε πολλές γλώσσες, η τυποποιημένη μορφή θεωρήθηκε η μόνη σωστή, παρά το γεγονός ότι προέκυψε μόνο από μία από τις πολλές προφορικές ποικιλίες, συνήθως αυτών που βρίσκονταν στην εξουσία. Οι υποστηρικτές της γλωσσικής αγνότητας φρόντισαν για την εδραίωσή της περιγράφοντας ένα σύνολο κανόνων για την έως τότε καθιερωμένη γραμματική. Έτσι, οι γραμματικοί κανόνες εφαρμόστηκαν και στον προφορικό λόγο. Μορφές που απέκλιναν των γραπτών κανόνων θεωρούνταν διαφθορά της γλώσσας, ή σημάδια χαμηλής κοινωνικής τάξης. Και πολλοί που μεγάλωσαν μιλώντας κατ' αυτόν τον τρόπο αναγκάστηκαν να υιοθετήσουν την τυποποιημένη μορφή της γλώσσας. Πρόσφατα όμως, οι γλωσσολόγοι κατάλαβαν ότι η ομιλία είναι ξεχωριστό φαινόμενο από τη γραφή με τις δικές της ιδιομορφίες και μοτίβα. Οι περισσότεροι μαθαίνουμε να μιλάμε σε τόσο μικρή ηλικία, που το ξεχνάμε. Διαμορφώνουμε τον προφορικό μας λόγο ασυνείδητα μέσα από συνήθειες κι όχι μέσα από απομνημόνευση κανόνων. Επειδή η ομιλία αποκτά νόημα και μέσα από τη διάθεση και τον επιτονισμό, η δομή της είναι συχνά πιο ευέλικτη, καθώς προσαρμόζεται στις ανάγκες τόσο του ομιλητή όπως και του ακροατή. Έτσι, αποφεύγονται πολύπλοκες δομές που είναι δύσκολο να συνταχθούν προφορικά και γίνονται αλλαγές για να αποτραπεί μια χασμωδία, ή παραλείπονται ήχοι για να γίνει πιο γρήγορος ο λόγος. Η γλωσσολογική προσέγγιση που επιχειρεί να καταλάβει και να χαρτογραφήσει διαφορές χωρίς να υπαγορεύει τις σωστές, ονομάζεται περιγραφική γραμματική. Αντί να αποφασίζει πώς η γλώσσα πρέπει να χρησιμοποιείται, περιγράφει πώς πραγματικά την χρησιμοποιούν οι ομιλητές, εντοπίζοντας τους νεωτερισμούς που προκύπτουν στην πορεία. Καθώς όμως η διαμάχη μεταξύ κανονιστικής και περιγραφικής συνεχίζεται, αυτά τα δύο δεν αλληλοαποκλείονται. Η κανονιστική προσέγγιση είναι χρήσιμη για την ευρύτερη ενημέρωση σχετικά με τις πιο κοινά καθιερωμένες δομές σε ένα δοθέν χρονικό διάστημα. Αυτό είναι σημαντικό, όχι μόνο σε επίσημα πλαίσια αλλά καθιστά την επικοινωνία ευκολότερη ανάμεσα σε μη-φυσικούς ομιλητές διαφορετικής προέλευσης. Η περιγραφική προσέγγιση από την άλλη μας υποδεικνύει πώς λειτουργεί το μυαλό μας και με ποιους ενστικτώδεις τρόπους δομούμε την άποψή μας για τον κόσμο. Τελικά, η γραμματική θεωρείται ευρέως ως ένα σύνολο γλωσσικών συνηθειών τις οποίες διαπραγματεύονται και επανεφευρίσκουν συνεχώς μία ολόκληρη ομάδα ομιλητών. Η ίδια η γλώσσα, είναι ένα υπέροχο, πολύπλοκο ύφασμα που υφαίνεται με τη συνεισφορά των ακροατών και των ομιλητών των συγγραφέων και των αναγνωστών, των υποστηρικτών των δύο προσεγγίσεων σε όλο τον κόσμο.
You're telling a friend an amazing story, and you just get to the best part when suddenly he interrupts, "The alien and I," not "Me and the alien." Most of us would probably be annoyed, but aside from the rude interruption, does your friend have a point? Was your sentence actually grammatically incorrect? And if he still understood it, why does it even matter? From the point of view of linguistics, grammar is a set of patterns for how words are put together to form phrases or clauses, whether spoken or in writing. Different languages have different patterns. In English, the subject normally comes first, followed by the verb, and then the object, while in Japanese and many other languages, the order is subject, object, verb. Some scholars have tried to identify patterns common to all languages, but apart from some basic features, like having nouns or verbs, few of these so-called linguistic universals have been found. And while any language needs consistent patterns to function, the study of these patterns opens up an ongoing debate between two positions known as prescriptivism and descriptivism. Grossly simplified, prescriptivists think a given language should follow consistent rules, while descriptivists see variation and adaptation as a natural and necessary part of language. For much of history, the vast majority of language was spoken. But as people became more interconnected and writing gained importance, written language was standardized to allow broader communication and ensure that people in different parts of a realm could understand each other. In many languages, this standard form came to be considered the only proper one, despite being derived from just one of many spoken varieties, usually that of the people in power. Language purists worked to establish and propagate this standard by detailing a set of rules that reflected the established grammar of their times. And rules for written grammar were applied to spoken language, as well. Speech patterns that deviated from the written rules were considered corruptions, or signs of low social status, and many people who had grown up speaking in these ways were forced to adopt the standardized form. More recently, however, linguists have understood that speech is a separate phenomenon from writing with its own regularities and patterns. Most of us learn to speak at such an early age that we don't even remember it. We form our spoken repertoire through unconscious habits, not memorized rules. And because speech also uses mood and intonation for meaning, its structure is often more flexible, adapting to the needs of speakers and listeners. This could mean avoiding complex clauses that are hard to parse in real time, making changes to avoid awkward pronounciation, or removing sounds to make speech faster. The linguistic approach that tries to understand and map such differences without dictating correct ones is known as descriptivism. Rather than deciding how language should be used, it describes how people actually use it, and tracks the innovations they come up with in the process. But while the debate between prescriptivism and descriptivism continues, the two are not mutually exclusive. At its best, prescriptivism is useful for informing people about the most common established patterns at a given point in time. This is important, not only for formal contexts, but it also makes communication easier between non-native speakers from different backgrounds. Descriptivism, on the other hand, gives us insight into how our minds work and the instinctive ways in which we structure our view of the world. Ultimately, grammar is best thought of as a set of linguistic habits that are constantly being negotiated and reinvented by the entire group of language users. Like language itself, it's a wonderful and complex fabric woven through the contributions of speakers and listeners, writers and readers, prescriptivists and descriptivists, from both near and far.