Αυτό εδώ λοιπόν είναι το μικρό χωριό Γιέλε, κοντά στο Λίστα. Βρίσκεται στο νοτιότερο άκρο της Νορβηγίας. Και στις 2 Ιανουαρίου φέτος, ένας ηλικιωμένος κάτοικος του χωριού, βγήκε να δει τι ξεβράστηκε στην ακτή από την καταιγίδα της προηγουμένης. Και σε ένα σημείο με χορτάρι στην άκρη της θάλασσας, βρήκε μια φόρμα κατάδυσης. Ήταν γκρι και μαύρη, και του φάνηκε φτηνή. Από τα μπατζάκια της στολής εξείχαν δύο λευκά κόκαλα. Ήταν ξεκάθαρα τα απομεινάρια ενός ανθρώπινου πλάσματος.
So this right here is the tiny village of Elle, close to Lista. It's right at the southernmost tip of Norway. And on January 2 this year, an elderly guy who lives in the village, he went out to see what was cast ashore during a recent storm. And on a patch of grass right next to the water's edge, he found a wetsuit. It was grey and black, and he thought it looked cheap. Out of each leg of the wetsuit there were sticking two white bones. It was clearly the remains of a human being.
Στη Νορβηγία, συνήθως, τα πτώματα αναγνωρίζονται γρήγορα. Η αστυνομία άρχισε τις έρευνες από τις αναφορές για αγνοούμενους από την περιοχή από όλη τη χώρα, και έψαξαν για ατυχήματα με κάποια πιθανή σχέση. Δεν βρήκαν τίποτα. Έτσι έφτιαξαν ένα προφίλ DNA, και άρχισαν να ψάχνουν διεθνώς μέσω της Ίντερπολ. Τίποτα. Ήταν ένα άτομο που δεν το έψαχνε κανείς. Ήταν μια αόρατη ζωή που όδευε προς έναν ανώνυμο τάφο. Αλλά μετά από έναν μήνα, η αστυνομία της Νορβηγίας έλαβε ένα μήνυμα από την Ολλανδική αστυνομία. Λίγους μήνες νωρίτερα, είχαν βρει ένα πτώμα, με πανομοιότυπη φόρμα κατάδυσης, και δεν είχαν ιδέα για την ταυτότητά του. Αλλά η Ολλανδική αστυνομία εντόπισε την προέλευση της φόρμας από ένα τσιπάκι αναγνώρισης που ήταν ραμμένο πάνω σε αυτήν. Έτσι μπόρεσαν να ανακαλύψουν ότι και οι δύο φόρμες είχαν αγοραστεί μαζί από τον ίδιο πελάτη, στις 7 Οκτωβρίου 2014, στο Καλαί της Γαλλίας στο κανάλι της Μάγχης. Αλλά μόνο αυτά μπόρεσαν να βρουν. Ο πελάτης πλήρωσε με μετρητά. Δεν υπήρχε υλικό από κάμερα παρακολούθησης στο κατάστημα. Έτσι η υπόθεση μπήκε στο ράφι.
And usually, in Norway, dead people are identified quickly. So the police started searching through missing reports from the local area, national missing reports, and looked for accidents with a possible connection. They found nothing. So they ran a DNA profile, and they started searching internationally through Interpol. Nothing. This was a person that nobody seemed to be missing. It was an invisible life heading for a nameless grave. But then, after a month, the police in Norway got a message from the police in the Netherlands. A couple of months earlier, they had found a body, in an identical wetsuit, and they had no idea who this person was. But the police in the Netherlands managed to trace the wetsuit by an RFID chip that was sewn in the suit. So they were then able to tell that both wetsuits were bought by the same customer at the same time, October 7, 2014, in the French city of Calais by the English Channel. But this was all they were able to figure out. The customer paid cash. There was no surveillance footage from the shop. So it became a cold case.
Μάθαμε την ιστορία, και ενδιαφερθήκαμε με τον συνάδελφο φωτογράφο, Τομ Κρίστιανσεν, και φυσικά είχαμε την προφανή απορία: ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι; Ελάχιστα ήξερα τότε για το Καλαί, αλλά χρειάστηκε μόνο δύο ή τρία δευτερόλεπτα για να ανακαλύψω ότι το Καλαί είναι γνωστό βασικά για δύο πράγματα. είναι το πιο κοντινό σημείο της ηπειρωτκής Ευρώπης στη Βρετανία, και πολλοί μετανάστες και πρόσφυγες διαμένουν στον καταυλισμό και απελπισμένα προσπαθούν να περάσουν στη Βρετανία. Αυτή ήταν μια λογική θεωρία για την ταυτότητα των δύο ανθρώπων, κι η αστυνομία είχε την ίδια άποψη. Αλλά αν εσείς, εγώ ή οποιοσδήποτε έχει μια ισχυρή σχέση με την Ευρώπη, εξαφανιστεί στα ανοιχτά της Γαλλίας, οι άνθρωποι θα το αντιληφθούν. Οι φίλοι ή η οικογένειά σας θα αναφέρουν την εξαφάνιση, ή αστυνομία θα κάνει έρευνες, τα ΜΜΕ θα το μάθουν, και θα κολλήσουν φωτογραφίες σας στις κολώνες. Είναι δύσκολο να εξαφανιστείς χωρίς ίχνος. Αλλά αν μόλις διέφυγες από τον πόλεμο στη Συρία και η οικογένειά σου, αν σου είχε μείνει οικογένεια, δεν ξέρουν απαραίτητα που βρίσκεσαι, και διαμένεις εδώ παράνομα ανάμεσα σε χιλιάδες άλλους που πάνε κι έρχονται καθημερινά, έτσι, αν μία μέρα εξαφανιστείς, κανείς δεν θα το καταλάβει. Η αστυνομία δεν θα ψάξει για σένα γιατί κανείς δεν ξέρει ότι χάθηκες.
We heard this story, and it triggered me and my colleague, photographer Tomm Christiansen, and we of course had the obvious question: who were these people? At the time, I'd barely heard about Calais, but it took about two or three seconds to figure out Calais is basically known for two things. It's the spot in continental Europe closest to Britain, and a lot of migrants and refugees are staying in this camp and are trying desperately to cross over to Britain. And right there was a plausible theory about the identity of the two people, and the police made this theory as well. Because if you or I or anybody else with a firm connection to Europe goes missing off the coast of France, people would just know. Your friends or family would report you missing, the police would come search for you, the media would know, and there would be pictures of you on lampposts. It's difficult to disappear without a trace. But if you just fled the war in Syria, and your family, if you have any family left, don't necessarily know where you are, and you're staying here illegally amongst thousands of others who come and go every day. Well, if you disappear one day, nobody will notice. The police won't come search for you because nobody knows you're gone.
Και αυτό συνέβη στον Σάντι Ομάρ Κατάφ και τον Μουάζ Αλ Μπαλκί από τη Συρία.
And this is what happened to Shadi Omar Kataf and Mouaz Al Balkhi from Syria.
Εγώ και ο Τομ πήγαμε στο Καλαί πρώτη φορά φέτος τον Απρίλιο, και μετά από τρεις μήνες ερευνών, είμαστε σε θέση να πούμε την ιστορία για το πώς αυτοί οι δύο νεαροί έφυγαν από τον πόλεμο στη Συρία, κατέληξαν να μείνουν στο Καλαί, αγόρασαν φόρμες κατάδυσης και πνίγηκαν μάλλον σε μια απόπειρα να διασχίσουν κολυμπώντας τη Μάγχη ώστε να φτάσουν στην Αγγλία. Είναι μια ιστορία για το γεγονός ότι όλοι έχουν ένα όνομα, όλοι έχουν μια ιστορία, όλοι έχουν μια ύπαρξη. Είναι επίσης μια ιστορία του πώς είναι να είσαι πρόσφυγας στην Ευρώπη σήμερα.
Me and Tomm went to Calais for the first time in April this year, and after three months of investigation, we were able to tell the story about how these two young men fled the war in Syria, ended up stuck in Calais, bought wetsuits and drowned in what seems to have been an attempt to swim across the English Channel in order to reach England. It is a story about the fact that everybody has a name, everybody has a story, everybody is someone. But it is also a story about what it's like to be a refugee in Europe today.
Από εδώ λοιπόν ξεκινήσαμε την έρευνα. Αυτό είναι στο Καλαί. Αυτή τη στιγμή, ζουν εδώ 3.500 με 5.000 άνθρωποι υπό άθλιες συνθήκες. Θεωρείται ο χειρότερος καταυλισμός προσφύγων στην Ευρώπη. Υπάρχει περιορισμένη πρόσβαση σε φαγητό, σε νερό και σε περίθαλψη. Νόσοι και μολύνσεις εξαπλώνονται. Και έχουν κολλησει εδώ προσπαθώντας να φτάσουν στην Αγγλία για να ζητήσουν άσυλο. Κρύβονται σε φορτηγά που κατευθύνονται προς το πορθμείο, ή το ευρωτούνελ, ή μπαίνουν κρυφά τη νύχτα στον σταθμό της σήραγγας και προσπαθούν να κρυφτούν στα τρένα.
So this is where we started our search. This is in Calais. Right now, between 3,500 and 5,000 people are living here under horrible conditions. It has been dubbed the worst refugee camp in Europe. Limited access to food, limited access to water, limited access to health care. Disease and infections are widespread. And they're all stuck here because they're trying to get to England in order to claim asylum. And they do that by hiding in the back of trucks headed for the ferry, or the Eurotunnel, or they sneak inside the tunnel terminal at night to try to hide on the trains.
Οι περισσότεροι θέλουν να πάνε στη Βρετανία επειδή γνωρίζουν τη γλώσσα και νομίζουν ότι θα είναι ευκολότερο να ξαναρχίσουν τη ζωή τους εκεί. Θέλουν να εργαστούν, να σπουδάσουν, να μπορέσουν να συνεχίσουν τη ζωή τους. Πολλοί έχουν καλή μόρφωση και είναι ειδικευμένοι τεχνίτες. Αν μιλήσετε στους πρόσφυγες στο Καλαί, θα βρείτε δικηγόρους, πολιτικούς, μηχανικούς, γραφίστες, αγρότες, στρατιωτικούς. Θα βρείτε όλο το φάσμα. Αλλά ποιοι είναι όλοι αυτοί οι άνθρωποι, συνήθως χάνεται στον τρόπο που μιλάμε για πρόσφυγες και μετανάστες, γιατί συνήθως το κάνουμε με στατιστικές.
Most want to go to Britain because they know the language, and so they figure it would be easier to restart their lives from there. They want to work, they want to study, they want to be able to continue their lives. A lot of these people are highly educated and skilled workers. If you go to Calais and talk to refugees, you'll meet lawyers, politicians, engineers, graphic designers, farmers, soldiers. You've got the whole spectrum. But who all of these people are usually gets lost in the way we talk about refugees and migrants, because we usually do that in statistics.
Έτσι υπάρχουν 60 εκατομμύρια πρόσφυγες παγκοσμίως. Φέτος περίπου μισό εκατομμύριο έως τώρα έκαναν το πέρασμα από τη Μεσόγειο στην Ευρώπη, και περίπου 4.000 παραμένουν στο Καλαί. Αλλά αυτοί είναι αριθμοί, και οι αριθμοί δεν λένε τίποτα για το ποιόν των ανθρώπων, από πού έρχονται, ή γιατί βρίσκονται εδώ.
So you have 60 million refugees globally. About half a million have made the crossing over the Mediterranean into Europe so far this year, and roughly 4,000 are staying in Calais. But these are numbers, and the numbers don't say anything about who these people are, where they came from, or why they're here.
Και πρώτα θέλω να σας πω για έναν από αυτούς. Αυτός είναι ο 22χρονος Μουάζ Αλ Μπάλκι από τη Συρία. Μάθαμε γι' αυτόν όταν πήγαμε στο Καλαί την πρώτη φορά ψάχνοντας απαντήσεις για τη θεωρία των δύο πτωμάτων. Μετά από λίγο, ακούσαμε μια ιστορία για έναν Σύριο που ζούσε στο Μπράντφορντ της Αγγλίας, και έψαχνε απελπισμένα τον ανηψιό του Μουάζ για μήνες. Κι αποδείχθηκε ότι η τελευταία φορά που άκουσε κάποιος για τον Μουάζ ήταν στις 7 Οκτώβρη 2014. Ήταν η ίδια ημερομηνία που αγοράστηκαν οι φόρμες κατάδυσης. Έτσι πήγαμε και συναντήσαμε τον θείο και του πήραμε DNA, και αργότερα πήραμε DNA από τον κοντινότερο συγγενή του Μουάζ που τώρα ζει στην Ιορδανία. Η ανάλυση κατέληξε στο ότι το πτώμα που βρέθηκε με στολή κατάδυσης σε μια ακτή της Ολλανδίας ανήκε όντως στον Μουάζ Αλ Μπάλκι. Και στη διάρκεια της έρευνας, μάθαμε την ιστορία του Μουάζ. Γεννήθηκε στην πρωτεύσα της Συρίας, τη Δαμασκό, το 1991. Μεγάλωσε σε μια μεσοαστική οικογένεια, και ο πατέρας του εδώ στη μέση είναι χημικός μηχανικός που πέρασε 11 χρόνια στη φυλακή γιατί ανήκε στην αντιπολίτευση της Συρίας. Ενώ ο πατέρας του ήταν στη φυλακή, ο Μουάζ ήταν υπεύθυνος και φρόντιζε τις τρεις αδερφές του. Τέτοιος άνθρωπος λένε ότι ήταν. Ο Μουάζ σπούδαζε ηλεκτρολόγος μηχανικός στο Πανεπιστήμιο της Δαμασκού.
And first, I want to tell you about one of them. This is 22-year-old Mouaz Al Balkhi from Syria. We first heard about him after being in Calais the first time looking for answers to the theory of the two dead bodies. And after a while, we heard this story about a Syrian man who was living in Bradford in England, and had been desperately searching for his nephew Mouaz for months. And it turned out the last time anybody had heard anything from Mouaz was October 7, 2014. That was the same date the wetsuits were bought. So we flew over there and we met the uncle and we did DNA samples of him, and later on got additional DNA samples from Mouaz's closest relative who now lives in Jordan. The analysis concluded the body who was found in a wetsuit on a beach in the Netherlands was actually Mouaz Al Balkhi. And while we were doing all this investigation, we got to know Mouaz's story. He was born in the Syrian capital of Damascus in 1991. He was raised in a middle class family, and his father in the middle there is a chemical engineer who spent 11 years in prison for belonging to the political opposition in Syria. While his father was in prison, Mouaz took responsibility and he cared for his three sisters. They said he was that kind of guy. Mouaz studied to become an electrical engineer at the University of Damascus.
Μετά από μερικά χρόνια πολέμου στη Συρία, η οικογένεια έφυγε από τη Δαμασκό και πήγε στη γειτονική Ιορδανία. Ο πατέρας του δεν έβρισκε δουλειά στην Ιορδανία, κι ο Μουάζ δεν μπορούσε να συνεχίσει τις σπουδές του, έτσι σκέφτηκε, «OK, το καλύτερο που μπορώ να κάνω για την οικογένεια θα ήταν να πάω κάπου να τελειώσω τις σπουδές μου και να βρω και δουλειά». Έτσι πηγαίνει στην Τουρκία.
So a couple of years into the Syrian war, the family fled Damascus and went to the neighboring country, Jordan. Their father had problems finding work in Jordan, and Mouaz could not continue his studies, so he figured, "OK, the best thing I can do to help my family would be to go somewhere where I can finish my studies and find work." So he goes to Turkey.
Στην Τουρκία δεν τον δέχονται στο πανεπιστήμιο, και αφού έφυγε από την Ιορδανία ως πρόσφυγας, απαγορευόταν να επιστρέψει. Έτσι αποφασίζει να κατευθυνθεί προς το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου ζει ο θείος του. Φτάνει στην Αλγερία, περνάει πεζός στη Λιβύη, πληρώνει έναν λαθρέμπορο να τον περάσει στην Ιταλία με βάρκα, και από εκεί πάει στη Δουνκέρκη, την πόλη ακριβώς δίπλα στο Καλαί στο κανάλι της Μάγχης. Γνωρίζουμε ότι έκανε τουλάχιστον 12 αποτυχημένες απόπειρες να περάσει απέναντι κρυμμένος σε φορτηγό. Αλλά κάποια στιγμή, πρέπει να έχασε κάθε ελπίδα. Το τελευταίο βράδυ που ξέρουμε ότι ζούσε, το πέρασε σε ένα φτηνό ξενοδοχείο κοντά στον σιδηροδρομικό σταθμό της Δουνκέρκης. Βρήκαμε το όνομά του στα αρχεία, και φαίνεται να έμεινε εκεί μόνος του. Την επόμενη μέρα πήγε στο Καλαί, μπήκε σε ένα κατάστημα αθλητικών ειδών λίγα λεπτά πριν τις 8 το βράδυ, μαζί με τον Σάντι Κατάφ. Και οι δύο αγόρασαν φόρμες κατάδυσης, και η γυναίκα στο κατάστημα ήταν ο τελευταίος άνθρωπος που γνωρίζουμε ότι τους είδε ζωντανούς. Προσπαθήσαμε να καταλάβουμε πού συναντήθηκαν ο Σάντι και ο Μουάζ, αλλά δεν τα καταφέραμε. Αλλά έχουν παρόμοια ιστορία. Πρωτακούσαμε για τον Σάντι από έναν ξάδερφό του που ζει στη Γερμανία, και διάβασε μια αραβική μετάφραση της ιστορίας του Μουάζ στο Facebook. Έτσι επικοινωνήσαμε μαζί του. Ο Σάντι, λίγα χρόνια μεγαλύτερος από τον Μουάζ, επίσης μεγαλωμένος στη Δαμασκό. Ήταν εργατικός άνθρωπος. Δούλευε σε κατάστημα επισκευής ελαστικών και αργότερα σε τυπογραφείο. Ζούσε με όλη του την οικογένεια, αλλά το σπίτι τους βομβαρδίστηκε από την αρχή του πολέμου. Η οικογένεια κατέφυγε σε περιοχή της Δαμασκού, γνωστή ως καταυλισμός Γιαρμούκ.
In Turkey, he's not accepted at a university, and once he had left Jordan as a refugee, he was not allowed to reenter. So then he decides to head for the UK, where his uncle lives. He makes it into Algeria, walks into Libya, pays a people smuggler to help him with the crossing into Italy by boat, and from there on he heads to Dunkirk, the city right next to Calais by the English Channel. We know he made at least 12 failed attempts to cross the English Channel by hiding in a truck. But at some point, he must have given up all hope. The last night we know he was alive, he spent at a cheap hotel close to the train station in Dunkirk. We found his name in the records, and he seems to have stayed there alone. The day after, he went into Calais, entered a sports shop a couple of minutes before 8 o'clock in the evening, along with Shadi Kataf. They both bought wetsuits, and the woman in the shop was the last person we know of to have seen them alive. We have tried to figure out where Shadi met Mouaz, but we weren't able to do that. But they do have a similar story. We first heard about Shadi after a cousin of his, living in Germany, had read an Arabic translation of the story made of Mouaz on Facebook. So we got in touch with him. Shadi, a couple of years older than Mouaz, was also raised in Damascus. He was a working kind of guy. He ran a tire repair shop and later worked in a printing company. He lived with his extended family, but their house got bombed early in the war. So the family fled to an area of Damascus known as Camp Yarmouk.
Περιγράφουν το Γιαρμούκ ως το χειρότερο μέρος να ζήσεις πάνω στον πλανήτη Γη. Βομβαρδίστηκαν από τον στρατό, πολιορκήθηκαν, τους επιτέθηκε ο ISIS και δεν είχαν προμήθειες για χρόνια. Αξιωματούχος των Ηνωμένων Εθνών που το επισκέφτηκε πέρυσι, είπε, «Έφαγαν όλο το γρασίδι και δεν έμεινε καθόλου». Από ένα πληθυσμό 150.000 ανθρώπων, μόνο 18.000 πιστεύεται ότι ακόμα ζουν στο Γιαρμούκ. Ο Σάντι και οι αδερφές του έφυγαν. Οι γονείς έχουν μείνει εκεί ακόμη.
Yarmouk is being described as the worst place to live on planet Earth. They've been bombed by the military, they've been besieged, they've been stormed by ISIS and they've been cut off from supplies for years. There was a UN official who visited last year, and he said, "They ate all the grass so there was no grass left." Out of a population of 150,000, only 18,000 are believed to still be left in Yarmouk. Shadi and his sisters got out. The parents are still stuck inside.
Έτσι ο Σάντι με μια από τις αδερφές του, διέφυγαν στη Λιβύη. Ήταν μετά την πτώση του Καντάφι, αλλά πριν η Λιβύη βυθιστεί στον εμφύλιο. Και στην τελευταία περίοδο της Συρίας με κάποια σταθερότητα, ο Σάντι έμαθε καταδύσεις, και περνούσε πάρα πολύ χρόνο κάτω από το νερό. Ερωτεύτηκε τον ωκεανό, έτσι όταν τελικά αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να μείνει στη Λιβύη, στο τέλος Αυγούστου του 2014, ήλπιζε να βρει δουλειά ως δύτης φτάνοντας στην Ιταλία. Η πραγματικότητα τον διέψευσε. Δεν ξέρουμε πολλά για το ταξίδι του επειδή δυσκολευόταν να επικοινωνήσει με την οικογένειά του, αλλά γνωρίζουμε ότι πάλεψε. Έως το τέλος Σεπτεμβρίου, ζούσε στους δρόμους κάπου στη Γαλλία. Στις 7 Οκτωβρίου, τηλεφωνεί στον ξάδερφό του στο Βέλγιο, και του εξηγεί την κατάσταση: «Είμαι στο Καλαί. Είναι ανάγκη να έρθεις να πάρεις το σακκίδιο και το λάπτοπ μου. Δεν έχω χρήματα για τους λαθρεμπόρους να με περάσουν στη Βρετανία, αλλά θα αγοράσω μια φόρμα κατάδυσης και θα κολυμπήσω». Φυσικά ο ξαδερφός του προσπάθησε να τον αποτρέψει, αλλά το τηλέφωνο του Σάντι έμεινε από μπαταρία, και δεν άναψε ξανά. Ό,τι απέμεινε από τον Σάντι βρέθηκε σχεδόν τρεις μήνες αργότερα, 800 χιλιόμετρα μακριά μέσα σε μια φόρμα κατάδυσης σε μια ακτή της Νορβηγίας. Ακόμη περιμένει την ταφή του στη Νορβηγία, και κανείς από την οικογένεια δεν θα μπορέσει να παρευρεθεί.
So Shadi and one of his sisters, they fled to Libya. This was after the fall of Gaddafi, but before Libya turned into full-blown civil war. And in this last remaining sort of stability in Libya, Shadi took up scuba diving, and he seemed to spend most of his time underwater. He fell completely in love with the ocean, so when he finally decided that he could no longer be in Libya, late August 2014, he hoped to find work as a diver when he reached Italy. Reality was not that easy. We don't know much about his travels because he had a hard time communicating with his family, but we do know that he struggled. And by the end of September, he was living on the streets somewhere in France. On October 7, he calls his cousin in Belgium, and explains his situation. He said, "I'm in Calais. I need you to come get my backpack and my laptop. I can't afford to pay the people smugglers to help me with the crossing to Britain, but I will go buy a wetsuit and I will swim." His cousin, of course, tried to warn him not to, but Shadi's battery on the phone went flat, and his phone was never switched on again. What was left of Shadi was found nearly three months later, 800 kilometers away in a wetsuit on a beach in Norway. He's still waiting for his funeral in Norway, and none of his family will be able to attend.
Πολλοί μπορεί να θεωρήσουν την ιστορία του Σάντι και του Μουάζ ως μια ιστορία θανάτου, αλλά δεν συμφωνώ. Για μένα, είναι η ιστορία δύο ερωτήσεων που όλοι νομίζω μοιραζόμαστε: ποια είναι καλύτερη ζωή, και τι προτίθεμαι να κάνω για να την έχω; Για μένα και για πολλούς από εσάς, μια καλύτερη ζωή σημαίνει να μπορούμε να κάνουμε πράγματα που θεωρούμε ότι μετράνε, είτε αυτό είναι περισσότερος χρόνος με την οικογένεια και με φίλους, ένα ταξίδι σε εξωτικό μέρος, ή απλώς χρήματα για να αγοράσεις μια νέα συσκευή ή ένα καινούργιο ζευγάρι αθλητικά. Και όλα είναι εύκολα εφικτά.
Many may think that the story about Shadi and Mouaz is a story about death, but I don't agree. To me, this is a story about two questions that I think we all share: what is a better life, and what am I willing to do to achieve it? And to me, and probably a lot of you, a better life would mean being able to do more of what we think of as meaningful, whether that be spending more time with your family and friends, travel to an exotic place, or just getting money to buy that cool new device or a pair of new sneakers. And this is all within our reach pretty easily.
Αλλά αν διαφεύγεις από ζώνη πολέμου, οι απαντήσεις σε αυτές τις ερωτήσεις διαφέρουν δραματικά. Μια καλύτερη ζωή είναι μια ζωή με ασφάλεια. Μια ζωή με αξιοπρέπεια. Καλύτερη ζωή σημαίνει να μην σου βομβαρδίζουν το σπίτι, να μην φοβάσαι ότι θα σε απαγάγουν. Να μπορείς να στείλεις τα παιδιά σου στο σχολείο, να πας στο πανεπιστήμιο, ή απλά να μπορείς να βρεις δουλειά για να συντηρήσεις τον εαυτό σου και τους αγαπημένους σου. Καλύτερη ζωή θα ήταν ένα μέλλον με κάποιες δυνατότητες αντί για σχεδόν καμία, και αυτό είναι δυνατό κίνητρο. Δεν δυσκολεύομαι να φανταστώ ότι μετά από μερικές εβδομάδες ή μήνες ως πολίτης δεύτερης κατηγορίας, ζώντας στους δρόμους ή σε έναν απαίσιο προσωρινό καταυλισμό με ένα ηλίθιο, ρατσιστικό όνομα όπως «Η Ζούγκλα», οι περισσότεροι από εμάς θα ήταν πρόθυμοι να κάνουν οτιδήποτε. Αν μπορούσα να ρωτήσω τον Σάντι και τον Μουάζ τη στιγμή που έμπαιναν στα παγωμένα νερά του καναλιού, πιθανόν θα έλεγαν, «Αξίζει να το διακινδυνέψουμε» επειδή δεν έβλεπαν κάποια άλλη επιλογή. Και αυτό είναι απόγνωση, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα της ζωής του πρόσφυγα στη Δυτική Ευρώπη του 2015.
But if you are fleeing a war zone, the answers to those two questions are dramatically different. A better life is a life in safety. It's a life in dignity. A better life means not having your house bombed, not fearing being kidnapped. It means being able to send your children to school, go to university, or just find work to be able to provide for yourself and the ones you love. A better life would be a future of some possibilities compared to nearly none, and that's a strong motivation. And I have no trouble imagining that after spending weeks or even months as a second-grade citizen, living on the streets or in a horrible makeshift camp with a stupid, racist name like "The Jungle," most of us would be willing to do just about anything. If I could ask Shadi and Mouaz the second they stepped into the freezing waters of the English Channel, they would probably say, "This is worth the risk," because they could no longer see any other option. And that's desperation, but that's the reality of living as a refugee in Western Europe in 2015.
Ευχαριστώ.
Thank you.
(Χειροκρότημα)
(Applause)
Μπρούνο Τζιουσιάνι: Ευχαριστούμε, Άντερς. Αυτός είναι ο Τομ Κρίστιανσεν, που τράβηξε τις περισσότερες φωτογραφίες που είδαμε και έκαναν μαζί το ρεπορτάζ. Τομ, γυρίσατε και οι δύο στο Καλαί πρόσφατα. Ήταν το τρίτο ταξίδι. Ήταν μετά τη δημοσίευση του άρθρου. Τι έχει αλλάξει; Τι είδατε εκεί;
Bruno Giussani: Thank you, Anders. This is Tomm Christiansen, who took most of the pictures you have seen and they've done reporting together. Tomm, you two have been back to Calais recently. This was the third trip. It was after the publication of the article. What has changed? What have you seen there?
Τομ Κρίστιανσεν: Την πρώτη φορά που πήγαμε στο Καλαί, ήταν εκεί περίπου 1.500 πρόσφυγες. Περνούσαν δύσκολα, αλλά ήταν αισιόδοξοι, έτρεφαν ελπίδες. Την τελευταία φορά, ο καταυλισμός είχε φτάσει τους 4 με 5.000 ανθρώπους. Φαινόταν κάτι πιο μόνιμο, είχαν φτάσει οι ΜΚΟ, υπήρχε ένα μικρό σχολείο. Το θέμα ήταν όμως ότι οι πρόσφυγες είχαν μείνει περισσότερο χρόνο, και η Γαλλική κυβέρνηση είχε καταφέρει να σφραγίσει καλύτερα τα σύνορά της, έτσι τώρα «Η Ζούγκλα» μεγαλώνει, μαζί με την απελπισία και την απόγνωση των προσφύγων.
Tomm Christiansen: The first time we were in Calais, it was about 1,500 refugees there. They had a difficult time, but they were positive, they had hope. The last time, the camp has grown, maybe four or five thousand people. It seemed more permanent, NGOs have arrived, a small school has opened. But the thing is that the refugees have stayed for a longer time, and the French government has managed to seal off the borders better, so now The Jungle is growing, along with the despair and hopelessness among the refugees.
ΜΤ: Σχεδιάζετε να ξαναπάτε; Θα συνεχίσετε το ρεπορτάζ;
BG: Are you planning to go back? And continue the reporting?
ΤΚ: Ναι.
TC: Yes.
ΜΤ: Άντερς, είμαι πρώην δημοσιογράφος, και εκπλήσσομαι που στην τρέχουσα κατάσταση περικοπής κονδυλίων και κρίσης στα έντυπα μέσα, η εφημερίδα Dagbladet ενέκρινε τόσους πόρους γι' αυτή την ιστορία πράγμα που δείχνει πολλά για την υπευθυνότητα των εφημερίδων, αλλά πώς πείσατε τους εκδότες;
BG: Anders, I'm a former journalist, and to me, it's amazing that in the current climate of slashing budgets and publishers in crisis, Dagbladet has consented so many resources for this story, which tells a lot about newspapers taking the responsibility, but how did you sell it to your editors?
ΑΦ: Δεν ήταν εύκολο στην αρχή, γιατί δεν μπορούσαμε να ξέρουμε τι θα ανακαλύψουμε. Μόλις άρχισε να ξεκαθαρίζει ότι τελικά θα ταυτοποιούσαμε τον πρώτο, μας είπαν ότι είχαμε το ελεύθερο να κάνουμε ό,τι θέλουμε, να ταξιδέψουμε όπου πρέπει, να κάνουμε ό,τι χρειάζεται, αλλά να βρούμε άκρη.
Anders Fjellberg: It wasn't easy at first, because we weren't able to know what we actually could figure out. As soon as it became clear that we actually could be able to identify who the first one was, we basically got the message that we could do whatever we wanted, just travel wherever you need to go, do whatever you need to do, just get this done.
ΜΤ: Είναι παράδειγμα εκδότη που αναλαμβάνει υπευθυνότητα. Το ρεπορτάζ, παρεμπιπτόντως, μεταφράστηκε και δημοσιεύτηκε σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες, και βεβαιότατα θα έχει συνέχεια. Και θέλουμε να ακούσουμε τις ενημερώσεις από εσάς.
BG: That's an editor taking responsibility. The story, by the way, has been translated and published across several European countries, and certainly will continue to do. And we want to read the updates from you. Thank you Anders. Thank you Tomm.
Ευχαριστούμε, Άντερς. Ευχαριστούμε, Τομ. (Χειροκρότημα)
(Applause)